Στις 8 Δεκεμβρίου δόθηκε στη δημοσιότητα η τελευταία έκθεση του «International Council on Security and Development (ICOS)», γνωστό μέχρι πρότινος ως «Senlis Council», με έδρα τις Βρυξέλες και γραφεία στο Ντουμπάι, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στο Ρίο και στην Καμπούλ, το οποίο παρακολουθεί και μελετά τις εξελίξεις, μεταξύ άλλων, στο Αφγανιστάν και προτείνει μέτρα αντιμετώπισης τους στις αρμόδιες κυβερνήσεις.
Ιδού μερικά από τα συμπεράσματα, στα οποία καταλήγει η έρευνα του ICOS καθόλη τη διάρκεια του 2008.
«Ενώ οι προοπτικές της διεθνούς κοινότητας στο Αφγανιστάν είναι πιο ζοφερές από ποτέ, οι Ταλιμπάν βιώνουν μια αναγέννηση από το 2005… Αφού κύλησαν 7 χρόνια χαμένων ευκαιριών, οι Ταλιμπάν εδραιώνουν τη θέση τους σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα της αφγανικής επικράτειας και τώρα έχουν αποκτήσει μόνιμη παρουσία στο 72% της χώρας. Πριν από ένα χρόνο, το Νοέμβριο του 2007, είχαν μόνιμη παρουσία στο 54% της χώρας. Επιπλέον, είναι ντε φάκτο κυβερνητική εξουσία σε ένα αριθμό πόλεων και χωριών του νότιου Αφγανιστάν. H αυξανόμενη γεωγραφική επέκτασή τους δείχνει ότι η πολιτική, στρατιωτική και οικονομική στρατηγική των Ταλιμπάν είναι πιο επιτυχής από της Δύσης στο Αφγανιστάν. Βέβαιοι για την επέκτασή τους πέρα από τον αγροτικό νότο, οι Ταλιμπάν βρίσκονται τώρα στις πύλες της πρωτεύουσας και διεισδύουν στην πόλη όποτε θέλουν».
Από τους τέσσερις δρόμους που οδηγούν έξω από την Καμπούλ, μόνο ο ένας, αυτός που οδηγεί προς το βορρά, είναι ασφαλής για τους ταξιδιώτες. Οι δρόμοι προς το νότο δεν είναι ασφαλείς, ενώ όσοι ταξιδεύουν προς τα δυτικά διατρέχουν κίνδυνο μισή ώρα αφότου αφήσουν την Καμπούλ και προς τα ανατολικά σε απόσταση μιας ώρας.
«Κλείνοντας τους δρόμους προς την πρωτεύουσα, οι Ταλιμπάν σφίγγουν τη θηλειά γύρω από την πόλη και εγκαθιστούν βάσεις κοντά σ’ αυτήν για να εξαπολύουν επιθέσεις μέσα στην Καμπούλ. Χρησιμοποιώντας τις βάσεις, οι επιθέσεις των ανταρτών μέσα στην πόλη έχουν αυξηθεί δραματικά… Ολες αυτές οι επιτυχίες των Ταλιμπάν εξαναγκάζουν την αφγανική κυβέρνηση και τη Δύση να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι Ταλιμπάν υπαγορεύουν τώρα τους όρους στο Αφγανιστάν, και πολιτικά και στρατιωτικά. Σε εθνικό επίπεδο, η συζήτηση για συμφιλίωση και μοίρασμα της εξουσίας ανάμεσα σε απροσδιόριστα μετριοπαθή στοιχεία του κινήματος και την εκλεγμένη κυβέρνηση είναι κοινός τόπος».
«Η επιτυχία των Ταλιμπάν μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στη χρήση μιας πλατιάς γκάμας ασύμμετρων μέσων, με στόχο να εξουδετερώσουν την τεχνική στρατιωτική υπεροχή της ΝΑΤΟ. Χρησιμοποιώντας τακτικές τρομοκρατίας και ένα πολύπλοκο δίκτυο πληροφοριών, οι Ταλιμπάν έχουν καταφέρει να επεκτείνουν την αστάθεια σε μεγάλα τμήματα του Αφγανιστάν μέσω μιας παρατεταμένης εκστρατείας βίας. Με τις απαγωγές και τις βομβιστικές επιθέσεις να αποτελούν όλο και πιο συνηθισμένο φαινόμενο μέσα στην ίδια την Καμπούλ, ο πόλεμος δε γίνεται τώρα μόνο στις παρυφές της χώρας, αλλά στην καρδιά της. Μια σειρά πρόσφατων επιθέσεων, όπως η τολμηρή επίθεση στη φυλακή της Κανταχάρ τον περασμένο Ιούνιο, έχουν ενισχύσει το κύρος τους και έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να αποφεύγουν τον εντοπισμό τους από τα δίκτυα πληροφοριών της αφγανικής κυβέρνησης και της Δύσης.
Κρίσιμης σημασίας ζήτημα είναι και το ότι οι Ταλιμπάν φαίνεται να κερδίζουν και σε ένα άλλο μέτωπο, τη μάχη για τις καρδιές και τα μυαλά. Πατώντας πάνω στα παράπονα του κόσμου ενάντια στο ΝΑΤΟ και την κυβέρνηση της Καμπούλ, από το ξερίζωμα των φυτειών παπαρούνας, τους βομβαρδισμούς που προκαλούν το θάνατο αμάχων, μέχρι τα υψηλά επίπεδα ανεργίας και τη χρόνια υπανάπτυξη, παρά τα δισ. δολάρια βοήθειας, οι Ταλιμπάν έχουν καταφέρει να προσελκύσουν συμπάθεια πέρα από την παραδοσιακή βάση υποστήριξής τους και έχουν κερδίσει την πολιτική νομιμοποίηση ανάμεσα σε πολλούς Αφγανούς.
Αυτό ήταν ήδη φανερό από το 2007, όταν το ICOS πραγματοποίησε μια έρευνα της κοινής γνώμης για να εκτιμήσει τις αντιλήψεις του πληθυσμού για τους Ταλιμπάν και την απήχηση της προπαγανδιστικής τους εκστρατείας. Επισημαίνοντας την αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης στο ΝΑΤΟ και στην αφγανική κυβέρνηση, σχεδόν οι μισοί απ΄όλους που απάντησαν αμφισβήτησαν την ικανότητά τους να πετύχουν μια αποφασιστική νίκη και περισσότεροι από το 25% εξέφρασαν την υποστήριξή τους στους Ταλιμπάν».
Τέλος, η έκθεση του ICOS επισημαίνει ότι η «ευκινησία» και η «ενότητα στο στόχο» των ανταρτών, σε σύγκριση με την ανεπαρκώς εξοπλισμένη και δυσκίνητη στρατιωτική μηχανή του ΝΑΤΟ σημαίνουν ότι δεν μπορεί να αποκατασταθεί πραγματική ασφάλεια σε κανένα τμήμα από το 72%, όπου οι Ταλιμπάν έχουν μόνιμη παρουσία.
Και προειδοποιεί: «Η ανικανότητα των ντόπιων και διεθνών δυνάμεων να εμποδίσουν την επέκταση της εξέγερσης στο Αφγανιστάν προκαλεί βαθειά ανησυχία και η αποτυχία των πολιτικών ηγετών του ΝΑΤΟ να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ασφάλειας έχουν οδηγήσει τη χώρα και την κυβέρνηση Καρζάι στο χείλος του γκρεμού.
Ο εκπρόσωπος τύπου του ΝΑΤΟ χαρακτήρισε την έκθεση αναξιόπιστη ως προς το ποσοστό (72%) του αφγανικού εδάφους στο οποίο οι Ταλιμπάν έχουν μόνιμη παρουσία, υποστηρίζοντας ότι έχουν μόνιμη παρουσία μόνο στο νότιο και στο ανατολικό Αφγανιστάν, δηλαδή σε λιγότερο από το 50% του εδάφους. Ομως ακόμη κι έτσι, τα πράγματα δεν αλλάζουν. Εδώ και αρκετό καιρό, έχουν δει το φως της δημοσιότητας πολλά ρεπορτάζ και αναλύσεις που υποστηρίζουν ότι οι Ταλιμπάν έχουν επεκτείνει την παρουσία και τις στρατιωτικές τους επιχειρήσεις πέρα από το νότιο και ανατολικό Αφγανιστάν, ότι έχουν αποκτήσει ισχυρές βάσεις σε επαρχίες που συνορεύουν με την Καμπούλ και ότι ουσιαστικά βρίσκονται στις πύλες της αφγανικής πρωτεύουσας. Τα συμπεράσματα της έρευνας του ICOS απλώς συμπίπτουν και επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις αυτές.
♦ Η μάχη για την Καμπούλ
Τον τίτλο αυτό έχει η έκθεση του ICOS για την κατάσταση στο Αφγανιστάν, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 8 Δεκεμβρίου ( στην οποία αναφέρεται άλλο άρθρο της «Κόντρας») και οι κινήσεις του αμερικάνικου Πενταγώνου την επιβεβαιώνουν, παρόλο που ο εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ έσπευσε να τη χαρακτηρίσει αναξιόπιστη.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «The New York Times» (7/12/08), η νέα ταξιαρχία που θα σταλεί στο Αφγανιστάν τον ερχόμενο Ιανουάριο θα αναπτυχθεί κοντά στην Καμπούλ.
«Θα είναι η πρώτη φορά – επισημαίνει η εφημερίδα – που θα αναπτυχθεί τόσο μεγάλος αριθμός αμερικάνικων ή συμμαχικών δυνάμεων στη νότια πλευρά της πόλης, απόφαση που αντανακλά την εντεινόμενη ανησυχία για την αυξανόμενη τρωτότητα της πρωτεύουσας και της γύρω περιοχής».
Ολη σχεδόν η δύναμη της 3ης Ταξιαρχίας της 10ης Ορεινής Μεραρχίας, περίπου 4.000 άντρες, θα αναπτυχθεί στις επαρχίες Logar και Wardak, που συνορεύουν με την Καμπούλ και όχι στα σύνορα με το Πακιστάν για να περιορίσουν τις μετακινήσεις των ανταρτών στα αφγανοπακιστανικά σύνορα ή στα θερμά μέτωπα του νότιου και ανατολικού Αφγανιστάν, όπου η εξέγερση είναι ισχυρότερη.
Η εφημερίδα, μεταξύ άλλων, αναφέρει και τα εξής εξαιρετικά ενδιαφέροντα:
«Αμερικάνοι και νατοϊκοί διοικητές υποστηρίζουν ότι είναι επείγουσα ανάγκη να προστατευτεί η πρωτεύουσα, να χτυπηθούν τα προπύργια των Ταλιμπάν στις επαρχίες Logar και Wardak και να εξασφαλιστεί αρκετή ασφάλεια για την ανάπτυξη προγραμμάτων, που είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της υποστήριξης των αφγανών χωρικών.
Οι επαρχίες Logar και Wardak ήταν σχετικά ασφαλείς μέχρι την περασμένη χρονιά. Ομως από την περασμένη χρονιά, η δραστηριότητα των Ταλιμπάν έχει εκτιναχτεί στα ύψη, καθώς οι αντάρτες έχουν κλιμακώσει τις επιθέσεις τους εναντίον αφγανικών και ξένων δυνάμεων, ελέγχοντας αρκετές φορές ακόμη και τμήματα κεντρικών δρόμων, που συνδέουν την Καμπούλ με το ανατολικό και νότιο Αφγανιστάν.
Ο αριθμός των επιθέσεων στην επαρχία Wardak από τους Ταλιμπάν και άλλες ομάδες ανταρτών έχουν αυξηθεί κατά 58% περίπου από την περασμένη χρονιά και στην επαρχία Logar κατά 41%, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγεντρώνει ο Sami Kovanen, ένας αναλυτής για την ασφάλεια στην Καμπούλ.
Οι αντάρτες έχουν τώρα σημαντική επιρροή, αν όχι τον έλεγχο σε μεγάλο τμήμα των δύο επαρχιών, είπε ο Sami Kovanen, που συγκεντρώνει τις πληροφορίες του από μια πλατειά γκάμα κυβερνητικών, μη κυβερνητικών και ιδιωτικών πηγών».
Υστερα απ’ αυτά, υπάρχει αμφιβολία ότι οι Αμερικάνοι ανησυχούν πολύ σοβαρά για την τύχη της Καμπούλ, ότι ουσιαστικά έχουν χάσει τον πόλεμο και απλά αναζητούν μια αξιοπρεπή δίοδο διαφυγής από το βάλτο του Αφγανιστάν;