Το μοναρχικό καθεστώς του Μπαχρέιν ανακοίνωσε ότι θα άρει το καθεστώς έκτακτης ανάγκης από την 1η Ιουνίου, όμως το πρωτοφανές πογκρόμ εναντίον των διαδηλωτών και όσων έχουν εκφράσει με οποιοδήποτε τρόπο την κριτική ή την αντίθεσή τους στο καθεστώς συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Το εύρος και η βαρβαρότητα της καταστολής είναι τόσο μεγάλα που αναγκάζουν ακόμη και μεγάλα διεθνή έντυπα να ασχοληθούν τις τελευταίες μέρες με το θέμα, παρόλο που οι Αμερικάνοι και οι λοιποί δυτικοί πάτρωνες της σουνιτικής δυναστείας των Χαλίφα εξακολουθούν να αγνοούν προκλητικά τα εγκλήματά της. Οι μαρτυρίες και τα στοιχεία που αποκαλύπτουν τα σχετικά ρεπορτάζ προκαλούν σοκ.
Η λιβανέζικη εφημερίδα «The Daily Star» (10/5/11), σε άρθρο της με τίτλο «Μπαχρέιν, ένα Βασίλειο ανησυχητικής σιωπής», μεταξύ άλλων, αναφέρει: Η καταστολή είναι σαρωτική και σοκαριστική. Δεκάδες ακτιβιστές έχουν σκοτωθεί, εκατοντάδες έχουν συλληφθεί και βασανιστεί και η μεγαλύτερη ανεξάρτητη εφημερίδα του Μπαχρέιν, η Al-Wasat, κλείνει στις 10 Μαΐου. Για βδομάδες αστυνομικοί και φιλοκαθεστωτικοί περιδιαβαίνουν τους δρόμους των σιιτικών χωριών καταστρέφοντας αυτοκίνητα και άλλα περιουσιακά στοιχεία. Οσοι υποστήριξαν τις διαδηλώσεις φοβούνται τώρα να βγουν από τα σπίτια τους μήπως συλληφθούν και εξαφανιστούν.
Το καθεστώς παίρνει δραστικά μέτρα για να σταματήσει την κριτική. Οι αρχές έχουν στοχοποιήσει τις εφημερίδες, τους δημοσιογράφους και τους μπλόγκερς για να σταματήσουν τη δημόσια κριτική, να ελέγξουν την αρθρογραφία για την έκταση της καταστολής και να κλείσουν με την τρομοκρατία το στόμα όσων τολμούν να μιλήσουν. Οσοι έχουν μιλήσει ή έχουν επιχειρήσει να δημοσιοποιήσουν γεγονότα που συμβαίνουν γύρω τους, το έχουν πληρώσει πολύ ακριβά.
Στις αρχές Απριλίου, η κυβέρνηση έβαλε στο στόχαστρο τη μεγαλύτερη ανεξάρτητη εφημερίδα του Μπαχρέιν, την Al-Wasat, κατηγορώντας την για «σκόπιμη κατασκευή και παραποίηση γεγονότων». Ο εκδότης της εφημερίδας, Mansoor al -Jamri, παραιτήθηκε σε μια προσπάθεια να εκτρέψει την κριτική από την εφημερίδα και αντικαταστάθηκε από φιλοκαθεστωτικό. Παρόλα αυτά, ο Jamri και δύο ακόμη μέλη του προσωπικού θα περάσουν από δίκη. Στις 5 Απριλίου, η αστυνομία συνέλαβε τον Karim Fakhrawi, έναν από τους ιδρυτές της εφημερίδας και μέλος του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Αl-Wefaq, o οποίος πέθανε στις 12 Απριλίου στα χέρια της αστυνομίας. Στις 22 Απριλίου, η αστυνομία συνέλαβε τον αρθρογράφο της εφημερίδας Haidar Mohammad al-Naimi, και έκτοτε αγνοείται η τύχη του.
Κάτω από την πίεση αυτή, η διεύθυνση και οι επενδυτές της εφημερίδας αποφάσισαν να σταματήσουν την έκδοσή της από τις 10 Μαΐου.
Κάτω από την πίεση αυτή, η διεύθυνση και οι επενδυτές της εφημερίδας αποφάσισαν να σταματήσουν την έκδοσή της από τις 10 Μαΐου.
Η «Daily Star» επισημαίνει ακόμη ότι «ο πιο σημαντικός ρόλος της τηλεόρασης, που ελέγχεται από το καθεστώς, είναι να παρουσιάζει τον αγώνα που γίνεται στη χώρα όχι σαν πάλη ανάμεσα στη δημοκρατία και την απόλυτη μοναρχία, αλλά σαν εμφύλια συγκρουση», ανάμεσα δηλαδή στους Σουνίτες και στους Σιίτες, που αποτελούν το 70% του πληθυσμού.
Υποδαυλίζοντας τον εμφύλιο διχασμό, η σουνιτική δυναστεία των Αλ-Χαλίφα επιχειρεί να συσπειρώσει γύρω της το σουνιτικό πληθυσμό και να δικαιολογήσει το πρωτοφανές όργιο καταστολής εναντίον όσων, Σιιτών και Σουνιτών, αμφισβήτησαν την εξουσία της. Τον ίδιο στόχο υπηρετεί και η κατεδάφιση δεκάδων σιιτικών τζαμιών και προσκυνημάτων σ’ όλο το νησιωτικό Βασίλειο. Η αμερικάνικη εφημερίδα «ΜcClatchy» (8/5/11), μετά από επιτόπια έρευνα, αποκαλύπτει ότι έχουν κατεδαφιστεί ακόμη και τζαμιά ηλικίας 200 και 400 χρόνων, ότι μέλη της αντιπολίτευσης της παρέδωσαν κατάλογο με 27 κατεδαφισμένα τζαμιά, αλλά ο δημοσιογράφος της που έκανε την έρευνα εκτιμά ότι είναι περισσότερα, ότι κατεδαφίσεις γίνονται σχεδόν καθημερινά, ότι τα συνεργεία πηγαίνουν αργά τη νύχτα με μπουλντόζες και με τη συνοδεία στρατού και αστυνομίας και σε πολλές περιπτώσεις απομακρύνουν και τα μπάζα πριν ξυπνήσουν οι άνθρωποι το πρωί. Η επίσημη δικαιολογία για τις κατεδαφίσεις είναι ότι πρόκειται για παράνομα κτίσματα, που οικοδομήθηκαν χωρίς άδεια από το κράτος.
Η βρετανική εφημερίδα «Independent» (10/5/11) επικεντρώνεται στη συνεχιζόμενη πολιορκία από το στρατό του νοσοκομείου Σαλμανίγια, το μεγαλύτερο και πιο σύγχρονο της χώρας, και στην εκστρατεία εκφοβισμού και συλλήψεων του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του νοκοκομείου, η οποία στη συνέχεια επεκτάθηκε σε 9 ακόμη νοσοκομεία.
Αναφέρει ότι από τις 10 μέχρι τις 27 Απριλίου έχουν συλληφθεί τουλάχιστον 40 γιατροί και στις 2 Μαΐου συνελήφθη μέσα στην κλινική του και ο ίδιος ο πρόεδρος της Ιατρικής Κοινωνίας του Μπαχρέιν, Αχμέντ Τζαμάλ. Παραθέτει μαρτυρίες γιατρών, που υποβλήθηκαν σε σκληρά και εξευτελιστικά βασανιστήρια και αναγκάστηκαν να υπογράψουν κατασκευασμένες ομολογίες που τους ενοχοποι-ούν για σοβαρά εγκλήματα.
Αναφέρει ότι από τις 10 μέχρι τις 27 Απριλίου έχουν συλληφθεί τουλάχιστον 40 γιατροί και στις 2 Μαΐου συνελήφθη μέσα στην κλινική του και ο ίδιος ο πρόεδρος της Ιατρικής Κοινωνίας του Μπαχρέιν, Αχμέντ Τζαμάλ. Παραθέτει μαρτυρίες γιατρών, που υποβλήθηκαν σε σκληρά και εξευτελιστικά βασανιστήρια και αναγκάστηκαν να υπογράψουν κατασκευασμένες ομολογίες που τους ενοχοποι-ούν για σοβαρά εγκλήματα.
Οπως είναι γνωστό, έχουν ήδη παραπεμφθεί να δικαστούν από στρατιωτικό δικαστήριο 47 γιατροί και νοσηλευτές, για παράβαση καθήκοντος και άλλες βαρύτατες κατηγορίες (μετέφεραν με ασθενοφόρα όπλα και διαδηλωτές, χρησιμοποίησαν τις εγκαταστάσεις του νοσοκομείου για να κρύψουν διαδηλωτές που καταζητούνταν και να αποθηκευτούν βαριά όπλα κ.ά.). Με τις κατηγορίες αυτές, οι κατηγορού-μενοι κινδυνεύουν να έχουν την τύχη των 7 διαδηλωτών, που καταδικάστηκαν οι τέσσερις σε θάνατο και οι 3 σε ισόβια, στις 27 Απριλίου από στρατιωτικό δικαστήριο, κεκλεισμένων των θυρών, με την κατηγορία του φόνου εκ προμελέτης δύο αστυνομικών.
Εχουν επίσης παραπεμφθεί να δικαστούν από στρατιωτικά δικαστήρια 21 ηγετικά στελέχη της αντιπολίτευσης, που έχουν συλληφθεί από τις 17 Μαρτίου, με την κατηγορία της «απόπειρας ανατροπής» της σουνιτικής μοναρχίας με τη «βοήθεια ξένης τρομοκρατικής οργάνωσης». Οι δίκες θα ξεκινήσουν στις 16 Μαΐου και ο πρώτος που θα δικαστεί είναι ο Ιμπραχίμ Σαρίφ, Σουνίτης και ηγέτης του κοσμικού αριστερού κόμματος Wa’ad.
Tέλος, το «Αλ-Τζαζίρα» (11/5/11) έδωσε στη δημοσιότητα τη μαρτυρία-σοκ μιας 16χρονης μαθήτριας από το Μπαχρέιν, που συνελήφθη μαζί με τρεις ακόμη μαθήτριες στο σχολείο τους και κρατήθηκαν από την αστυνομία τρεις συνεχόμενες μέρες. Το κορίτσι κατήγγειλε ότι χτυπήθηκε πολλές φορές δυνατά μέχρι που άρχισε να αιμοραγεί και έπεσε κάτω. Οταν συνήλθε, άρχισαν ξανά να την χτυπούν και την πέταξαν με δύναμη πάνω σε ένα τοίχο. Σύμφωνα με το μεγαλύτερο σιιτικό κόμμα Wefaq, η αστυνομία έχει κάνει επιδρομές τουλάχιστον σε 15 σχολεία, κυρίως κοριτσιών, συλλαμβάνοντας, ξυλοκοπώντας και απειλώντας με βιασμό ακόμη και 12χρονα κορίτσια, και έχει συλλάβει τουλάχιστον 70 δασκάλους.