Το προσωρινό κλείσιμο του συνοριακού περάσματος Khyber Pass στο βορειοδυτικό Πακιστάν, μέσω του οποίου μεταφέρεται το 80% των εφοδίων για τα αμερικανονατοϊκά στρατεύματα στο Αφγανιστάν, και οι απανωτές επιθέσεις σε δεκάδες φορτηγά και βυτιοφόρα που ακολούθησαν οξύνουν τις αντιθέσεις στις αμερικανοπακιστανικές σχέσεις καθώς και τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αμερικάνοι στο Αφγανιστάν.
Η πακιστανική κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει το συνοριακό πέρασμα Khyber Pass, ως ένδειξη διαμαρτυρίας, στις 31 Σεπτεμβρίου, λίγες ώρες μετά την επίθεση νατοϊκών ελικοπτέρων σε μεθοριακό φυλάκιο του πακιστανικού στρατού, κατά την οποία σκοτώθηκαν 3 και τραυματίστηκαν ακόμη 3 πακιστανοί στρατιώτες.
Ηταν η τρίτη φορά μέσα σε μια βδομάδα που νατοϊκά ελικόπτερα από το Αφγανιστάν παραβίαζαν τον πακιστανικό εναέριο χώρο και έκαναν επιθέσεις σε στόχους στο πακιστανικό έδαφος, από τις οποίες έχασαν τη ζωή τους 55 άνθρωποι. Είχε προηγηθεί ρεκόρ επιθέσεων (22) μέσα στο Σεπτέμβριο από αμερικάνικα τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη στις παραμεθόριες φυλετικές περιοχές του ΒΔ Πακιστάν, από τις οποίες εκατοντάδες άνθρωποι, στην πλειοψηφία άμαχοι, έχασαν τη ζωή τους, φουντώνοντας τη λαϊκή οργή και το μίσος ενάντια όχι μόνο στους Αμερικάνους αλλά και στην πακιστανική κυβέρνηση.
Οι επιθέσεις
Ιδού μέχρι τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές το χρονικό των επιθέσεων:
1.10.2010
Περίπου 10 ένοπλοι με μάσκες επιτέθηκαν σε αυτοκινητοπομπή βυτιοφόρων που είχαν σταματήσει σε πάρκινγκ στην πόλη Shikarpur στην επαρχία Σιντ του νότιου Αφγανιστάν και, αφού απομάκρυναν πυροβολώντας στον αέρα τους οδη- γούς και τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους, πυρπόλησαν 28 συνολικά οχήματα. Την ίδια μέρα, ένοπλοι επιτέθηκαν και έκαψαν 2 ακόμη βυτιοφόρα στη νοτιοδυτική πόλη Khuzdar στην επαρχία Μπαλουχιστάν.
Και στις δύο περιπτώσεις τα βυτιοφόρα κατευθύνονταν προς το δεύτερο συνοριακό πέρασμα Chaman, που παρέμενε ανοιχτό, μέσω του οποίου μεταφέρονται τα καύσιμα και τα υπόλοιπα εφόδια στην αμερικάνικη αεροπορική βάση της Κανταχάρ στο νότιο Αφγανιστάν.
4.10.2010
Ενοπλοι επιτέθηκαν και πυρπόλησαν 20 βυτιοφόρα έξω από την πακιστανική πρωτεύουσα Ισλαμαμπάντ, καθώς περίμεναν να ανεφοδιαστούν με καύσιμα. Σκοτώθηκαν 3 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 8.
6.10.2010
Τουλάχιστον 22 βυτιοφόρα κάηκαν και ένας οδηγός έχασε τη ζωή του από επίθεση ένοπλων σε πάρκινγκ στα περίχωρα της πόλης Κουέτα στο νοτιο δυτικό Πακιστάν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλες οι επιθέσεις έγιναν μακριά από τις παραμεθόριες περιοχές του βορειοδυτικού Πακιστάν, όπου γίνονταν μέχρι τώρα κατά κανόνα οι επιθέσεις σε νατοϊκές εφοδιοπομπές όπου οι ισλαμιστές μαχητές διαθέτουν ισχυρή δύναμη.
Ευάλωτοι
Τα γεγονότα αυτά δείχνουν πόσο ευάλωτος είναι ο ανεφοδιασμός των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, βασικός παράγοντας για την έκβαση του πολέμου. Οπως επισήμανε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του (8/9/10) στην εκπομπή «Guns and Butter» του αμερικάνικου KPFA-FM ο απόστρατος πακιστανός στρατηγός Χαμίντ Γκιουλ, «όταν οι Αμερικάνοι πηγαίνουν σε πόλεμο, το πρώτο πράγμα που πρέπει να εξασφαλίσουν είναι η γραμμή επικοινωνίας. Η επικοινωνία πρέπει να είναι καλή.Τώρα υπάρχει μια γραμμή επικοινωνίας μέσω του Πακιστάν από δύο δρόμους. Ο ένας είναι από το Καράτσι στο Chaman (1.300 μίλια), που οδηγεί στο νότιο Πακιστάν, και ο άλλος από το Καράτσι στο Tor Kham (Khyber Pass, 1.100), που οδηγεί στο κέντρο του Αφγανιστάν. Και οι δυο είναι μακρείς και ανασφαλείς. Το πρώτο που πρέπει να κάνεις σε μια χώρα που δεν είναι μαζί σου είναι να τους διατηρήσεις…..Τώρα, σ’ αυτή την κατάσταση, αυτές οι γραμμές επικοινωνίας δεν μπορούν να διατηρηθούν. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος που να μπορείς να κάνεις ένα πόλεμο και να τον κερδίσεις, χωρίς μια ασφαλή και πολύ εύκολη γραμμή επικοινωνίας και μια σύντομη γραμμή επικοινωνίας. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι δρόμοι επικοινωνίας είναι και ανασφαλείς και πολύ μακρείς».
Και η Teresita C. Schaffer, διευθύντρια του προγράμματος Νότιας Ασίας στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών στην Ουάσιγκτον, δήλωσε για το ίδιο θέμα στους «New York Times»: «Προσπαθήσαμε για δύο χρόνια να μειώσουμε την εξάρτηση από το Πακιστάν του ανεφοδιασμού μας και καταφέραμε μόνο να τον μειώσουμε από το 90% στο 80%. Επομένως, όχι, ασφαλώς δεν έχουμε κανένα άλλο μέρος να πάμε».
Ασφυκτική πίεση
Τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές, το πέρασμα Khyber Pass παραμένει κλειστό, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για να ξανανοίξει και έρευνα για να αποδοθούν υποτίθεται ευθύνες για την επίθεση στο φυλάκιο του πακιστανικού στρατού, σε μια προσπάθεια να εκτονωθεί η λαϊκή οργή.
Παρ’ όλο που η κυβέρνηση Ζαρντάρι συναινεί σιωπηλά στις επιθέσεις των τηλευκατευθυνόμενων αεροσκαφών στις φυλετικές περιοχές, η κλιμάκωση των αμερικάνικων στρατιωτικών επιχειρήσεων και η δράση της CIA στο έδαφος του Πακιστάν το τελευταίο διάστημα οξύνουν τις αντιθέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές, βαθαίνουν την πολιτική κρίση στη χώρα και απειλούν την επιβίωση της πακιστανικής κυβέρνησης, το κύρος της οποίας, εκτός των άλλων, έχει πληγεί ανεπανόρθωτα λόγω της ανικανότητάς της να αντιμετωπίσει σοβαρά τις συνέπειες των καταστροφικών πλημμυρών.
Μια βασική αιτία τριβών στις αμερικανοπακιστανικές σχέσεις είναι η ασφυκτική πίεση που ασκεί η Ουάσιγκτον για να προχωρήσει ο πακιστανικός στρατός σε εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο Βόρειο Βαζιριστάν ενάντια στο δίκτυο των Τζαλαλουντίν και Σιρατζουντίν Χακανί, για το οποίο οι Αμερικάνοι πιστεύουν ότι είναι πίσω από τις επιθέσεις στις παραμεθόριες επαρχίες του Αφγανιστάν.
Οι πιέσεις αυτές μέχρι στιγμής δεν έχουν αποδώσει, γι’ αυτό και κατηγορούν την πακιστανική κυβέρνηση και την ηγεσία του στρατού για αδράνεια και απροθυμία. Η θέση αυτή διατυπώνεται και σε μια νέα έκθεση 27 σελίδων του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, που συντάχθηκε με εντολή του Κογκρέσου, για την πορεία του πολέμου στο Αφγανιστάν, στην οποία αναφέρεται ρεπορτάζ της « Wall Street Journal» (4/10/10). Η έκθεση αυτή, μεταξύ άλλων, επισημαίνει ότι ο πακιστανικός στρατός συνεχίζει να αποφεύγει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να τον φέρουν σε άμεση σύγκρουση με αφγανούς Ταλιμπάν ή δυνάμεις της Αλ-Κάιντα στο βόρειο Βαζιριστάν. Οτι οι αμερικάνοι αξιωματούχοι απογοητεύ-ονται όλο και περισσότερο από την απόφαση του Πακιστάν να μη στείλει μεγάλο αριθμό στρατιωτιών στο Βόρειο Βαζιριστάν, που αποτελεί πεδίο επιθέσεων στο Αφγανιστάν και οργάνωσης τρομοκρατικών επιθέσεων στην Ευρώπη. Οτι στο γειτονικό Νότιο Βαζιριστάν οι επιχειρήσεις του πακιστανικού στρατού προχωρούν αργά, γιατί δεν μπορεί να σταθεροποιήσει τις περιοχές που εκκαθαρίζει από τους μαχητές, ότι στις περιοχές αυτές ο στρατός παραμένει ως επί το πλείστον κοντά σε δρόμους και δεν εμπλέκεται σε μάχες με μαχητές που είχαν καταφύγει στο Βόρειο Βαζιριστάν και επιστρέφουν. Ακόμη ότι στις φυλετικές παραμεθόριες περιοχές ο στρατός περιορίζεται να διαλύει και να εκτοπίζει τις εξτρεμιστικές ομάδες, χωρίς να πετυχαίνει μόνιμα κέρδη ενάντια στην εξέγερση.
Δεν μπορεί
Στην κριτική της Ουάσιγκτον, η πακιστανική κυβέρνηση απαντά ότι έχει ήδη αναπτύξει 150.000 στρατό στα σύνορα με το Αφγανιστάν, ότι σημαντικό τμήμα του στρατού ασχολείται με την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις πλημμύρες και συνεπώς δεν μπορεί να ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Βόρειο Βαζιριστάν. Και η βρετανική εφημερίδα «Independent» (2/10/10) συνηγορεί και συμπληρώνει: «Οι ΗΠΑ κάνουν μια απελπισμένη προσπάθεια να κλείσουν τις βάσεις των αφγανών Ταλιμπάν στην πακιστανική πλευρά των συνόρων με το Αφγανιστάν, μήκους 2.500 χλμ. Η ελπίδα του αμερικάνικου στρατού πριν από ένα χρόνο ότι η μεγάλη αύξηση των στρατευμάτων στο Αφγανιστάν θα αλλάξει το ρεύμα στον ανταρτοπόλεμο σβήνει. Οι Ταλιμπάν έχουν επεκτείνει τον ελεγχό τους στο βόρειο και στο δυτικό τμήμα της χώρας. Η μόνη δυνατότητα που έχει μείνει στην Αμερική και στους συμμάχους της είναι να προσπαθήσουν να αναγκάσουν τον πακιστανικό στρατό να δράσει αποφασιστικά εναντίον των Ταλιμπάν στο Πακιστάν.
Ομως αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ο πακιστανικός στρατός έχει την εμπειρία πάνω από μια δεκαετία να ελίσσεται σ’ αυτό το ζήτημα. Οι Ταλιμπάν ήταν άλλωστε σε μεγάλο βαθμό δημι-ούργημά του τη δεκαετία του ’90, αν και οι σχέσεις τους είχαν ψυχρανθεί μετά τις 9/11. Ο στρατός δεν έχει κανένα συμφέρον να βγάλει από τη μέση τους Ταλιμπάν, το βασικό μοχλό πίεσης του Πακιστάν στις ΗΠΑ.
Είναι λογικό για το Πακιστάν να υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να κλείσει τα αφγανοπακιστανικά σύνορα, που διασχίζουν κάποια από τα πιο απρόσιτα εδάφη της γης και έχουν μήκος όσο η απόσταση ανάμεσα στη Μόσχα και το Λονδίνο. Αν οι ΗΠΑ, με την τεράστια αεροπορική δύναμη, δεν μπορούν να κλείσουν τη δική τους πλευρά, πώς περιμένουν τον πακιστανικό στρατό να είναι πιο αποτελεσματικός από την πακιστανική πλευρά; Οποιος κι αν είναι ο ρόλος του Πακιστάν στη διατήρηση της εξέγερσης στο Αφγανιστάν, ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι ο ίδιος για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους όπως ήταν για τη Σοβιετική Ενωση τη δεκαετία του ’80. Οσο τα σύνορα με το Πακιστάν θα παραμένουν, έστω εν μέρει, ανοιχτά, οι αντάρτες δεν μπορούν να ηττηθούν».
Είναι προφανές ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του Πακιστάν δεν θέλει και δεν μπορεί να ανοίξει μέτωπο με τους ισλαμιστές μαχητές στο Βόρειο Βαζιριστάν, για πολλούς λόγους, με βασικότερο το ότι έχει να αντιμετωπίσει τους πιο ισχυρούς και σκληροτράχηλους πολεμιστές στην πιο δύσβατη και αφιλόξενη περιοχή της χώρας, σε ένα ανταρτοπόλεμο φθοράς για το ίδιο το πακιστανικό κράτος.