Πέντες μέρες ανυποχώρητων διαδηλώσεων και συγκρούσεων της κολομβιανής νεολαίας και των συνδικάτων με τα ΜΑΤ και το στρατό του ακροδεξιού Ιβάν Ντούκε ήταν αρκετά για να τον αναγκάσουν να τα μαζέψει και να αποσύρει το αντιλαϊκό νομοσχέδιο για άμεση και έμμεση υπερφορολόγηση των πλατιών λαϊκών στρωμάτων.
Η νίκη αυτή για το λαό της Κολομβίας δεν ήρθε, βέβαια, αναίμακτα, καθώς το κρατικό όργιο καταστολής σύντομα μετατράπηκε σε λουτρό αίματος για τους διαδηλωτές, αφήνοντας πίσω του 23 νεκρούς από τα αστυνομικά πυρά. Οι τραυματίες ξεπέρασαν τους 800, ενώ περισσότεροι από 80 διαδηλωτές αγνοούνται αφότου έπεσαν στα χέρια της αστυνομίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των δολοφονημένων είναι νεολαίοι, ενώ σε περιστατικό που καταγράφηκε από κάμερα κινητού διαδηλωτή, μπάτσος πάνω σε μηχανή, που εκείνη την στιγμή κυνηγούσε διαδηλωτές, πυροβόλησε εν ψυχρώ σκοτώνοντας έναν 17χρονο διαδηλωτή επειδή του κλώτσησε την μηχανή.
Οι διαδηλωτές δεν κάθησαν με σταυρωμένα χέρια μπροστά στην κρατική βία. Σήκωσαν πύρινα οδοφράγματα στη Μπογκοτά, το Κάλι, το Μεντεγίν και άλλες πόλεις της χώρας. Από τις πέτρες και τις φωτιές των διαδηλωτών σκοτώθηκε ένα μπάτσος και τραυματίστηκαν περισσότεροι από 500, ενώ δεκάδες αστυνομικά τμήματα και κρατικά κτίρια δέχτηκαν επίθεση ακόμα και με σφαίρες.
Την Κυριακή 2 Μάη, ο Ντούκε ανακοίνωσε πανικόβλητος ότι αποσύρει το νομοσχέδιο, που καταργεί το αφορολόγητο για κάποια από τα χαμηλότερα εισοδήματα, χαμηλώνει τα εισοδηματικά όρια φορολόγησης και αυξάνει το ΦΠΑ για μια ευρεία γκάμα προϊόντων λαϊκής κατανάλωσης, ενώ τείνοντας υποκριτικά «χείρα φιλίας» προς τους διαδηλωτές, δήλωσε ότι ο νέος φορολογικός νόμος που θα ψηφιστεί θα πρέπει να έχει ευρεία κοινωνική συναίνεση.
Μένοντας βέβαια πιστός στη νεοφιλελεύθερη συνταγή που θέλει τα λαϊκά στρώματα μόνιμο φορολογικό υποζύγιο, ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μην αυξηθεί η φορολογία, γιατί μόνο έτσι μπορεί να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό που έχει δημιουργηθεί λόγω της πανδημίας που χτυπάει άγρια την Κολομβία. Ο λαός θα πρέπει να σωπάσει και να στηρίξει αγόγγυστα με το υστέρημα του τον ψωραλέο κολομβιανό καπιταλισμό, προκειμένου να ανακάμψει από την κρίση που τον έχει βυθίσει η πανδημία, μείωνοντας το ΑΕΠ κατά 7% για το 2020, ενώ ο πληθυσμός που ζει σε συνθήκες φτώχειας αυξήθηκε από 36% σε 43%.
Ο λαός δεν ικανοποιήθηκε από την απόσυρση του νομοσχεδίου και συνέχισε τις διαδηλώσεις, βάζοντας στο στόχαστρό του πλέον γενικότερα οικονομικά και πολιτικά ζητήματα, όπως η αυξανόμενη φτώχεια, η ανεργία των νέων, η κτηνώδης κρατική καταστολή κ.ά. Τη Δευτέρα 3 Μάη, ο Ντούκε, μη βλέποντας τις διαδηλώσεις να κοπάζουν, επιχείρησε νέο ελιγμό «παραιτώντας» τον υπουργό Οικονομικών. Χωρίς αποτέλεσμα και πάλι.
Με ανάρτηση στο Twitter, ο διαβόητος κομμουνιστοφάγος και υπεύθυνος για χιλιάδες δολοφονίες αμάχων από τον κολομβιανό στρατό, Αλβάρο Ουρίμπε, δήλωσε μετά το δολοφονικό όργιο των μπάτσων και του στρατού, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι οι κολομβιανοί πρέπει να στηρίζουν τους δήμιούς τους. «Οι στρατιώτες και οι αστυνομικοί έχουν κάθε δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα όπλα τους για αυτοάμυνα απέναντι σε τρομοκράτες και αυτό είναι κάτι που πρέπει να υποστηρίζουν οι Κολομβιανοί», δήλωσε. Το Twitter έσπευσε να κατεβάσει τη δήλωση του Ουρίμπε, προφασιζόμενο υποκίνηση σε βίαιες πράξεις, όμως ο Ουρίμπε πρόλαβε να ρίξει λάδι στη φωτιά των διαδηλώσεων φουντώνοντάς τες.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ντούκε, πολιτικός απόγονος του Ουρίμπε, κατηγορώντας τους αντάρτες του ELN και τις ομάδες των FARC που δεν παρέδωσαν τα όπλα με βάση τη συμφωνία του 2016, ότι βρίσκονται πίσω από τις επιθέσεις ενάντια στο στρατό και τους μπάτσους. Γνωρίζουν βέβαια αμφότεροι ότι πίσω από τη λαϊκή αντιβία δεν είναι κάποιες αντάρτικες ομάδες που δρουν κυρίως στην πυκνή κολομβιανή ζούγκλα που τους παρέχει την απαραίτητη κάλυψη, αλλά ο ίδιος ο λαός που πλαισίωσε μαζικά όλες της μορφές πάλης. Και αυτό είναι που τους τρομάζει.
Οι αιτίες που γέννησαν τα αντάρτικα, η ακραία φτώχεια, η καπιταλιστική εκμετάλλευση, η καταλήστευση των φυσικών πόρων, η δολοφονική δράση των καπιταλιστών και των γαιοκτημόνων και η παροιμιώδης κρατική διαφθορά, παραμένουν και οξύνονται συνεχώς. Τα αντάρτικα μπορεί να έκλεισαν το ένα μετά το άλλο τους κύκλους τους, η ταξική πάλη όμως παραμένει παρούσα και οξύνεται παίρνοντας άλλες μορφές.