Πέρασαν ήδη τεσσεράμισι χρόνια από τότε που η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσιζε τη μετεγκατάσταση στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα 160 χιλιάδων προσφύγων από Ελλάδα και Ιταλία μέσα σε δύο χρόνια και την επανεγκατάσταση άλλων 22.504 προσφύγων από τρίτες χώρες στην ΕΕ. Αυτά επικυρώθηκαν με δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (2015/1523 στις 14/9/2015 και 2015/1601 στις 22/9/2015) και αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος της ευρωπαϊκής προπαγάνδας για τη δήθεν ευαισθησία της ΕΕ μπροστά στο μεταναστευτικό τσουνάμι που προκλήθηκε από τους αλλεπάλληλους πολέμους στις αραβικές χώρες (Λιβύη, Συρία κτλ). Τα νούμερα αυτά ήταν φυσικά αστεία, αφού δεν ξεπερνούσαν το 4% των σύριων προσφύγων εκείνης της περιόδου, ενώ ήταν σε καθαρά εθελοντική βάση από την πλευρά των κρατών μελών. Ομως, αυτό δεν αποτέλεσε πρόβλημα για την προπαγάνδα «ευαισθησίας» που πουλήθηκε πλατιά από την ΕΕ. Ας θυμίσουμε τον τρόπο που ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ επιχειρούσε να «πείσει» τους «εταίρους» να δεχτούν τους πρόσφυγες:
«Είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να στεγάσει όλη τη δυστυχία του κόσμου. Ας είμαστε όμως τίμιοι και ας θέσουμε τα πράγματα σε μία σειρά. Υπάρχει πράγματι ένας σημαντικός και άνευ προηγουμένου αριθμός προσφύγων που έρχονται στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Ωστόσο, ακόμα αντιπροσωπεύουν μόλις το 0.11% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ. Στο Λίβανο, οι πρόσφυγες αντιπροσωπεύουν το 25% του πληθυσμού. Και αυτή είναι μία χώρα που οι άνθρωποι έχουν μόλις το ένα πέμπτο του πλούτου που απολαμβάνει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ας είμαστε καθαροί και τίμιοι με τους συχνά ανησυχούντες πολίτες μας: όσο υπάρχει πόλεμος στη Συρία και τρομοκρατία στη Λιβύη, η προσφυγική κρίση δε θα εξαφανιστεί έτσι απλά. Μπορούμε να χτίσουμε τοίχους, μπορούμε να χτίσουμε φράχτες. Ομως, φανταστείτε για ένα δευτερόλεπτο ότι ήσασταν εσείς, με τα παιδιά στην αγκαλιά σας, και ο κόσμος που ξέρατε γινόταν συντρίμμια γύρω σας. Δεν υπάρχει τιμή που δε θα πληρώνατε, δεν υπάρχει τοίχος που δε θα σκαρφαλώνατε, θάλασσα που δε θ’ αρμενίζατε, σύνορα που δε θα περνούσατε, αν ο πόλεμος ή η βαρβαρότητα του αποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους σας έδιωχνε» (ομιλία για την κατάσταση της Ενωσης, Τετάρτη 9.9.2015, βλ. https://europa.eu/rapid/press-release_SPEECH-15-5614_en.htm).
Τα ωραία λογάκια αποδείχτηκαν καθαρή απάτη σε επίπεδο πρακτικής πολιτικής. Το πρόγραμμα έληξε στα τέλη του 2017 με απογοητευτικά αποτελέσματα. Από τους 160.000 που υποτίθεται ότι θα δεχόταν η ΕΕ πήρε τελικά μόλις 31.503 μέχρι τον Νοέμβρη του 2017 (βλ. https://ec.europa.eu/home-affairs/sites/homeaffairs/files/what-we-do/policies/european-agenda-migration/20171114_relocation_eu_solidarity_between_member_states_en.pdf). Αριθμός που αυξήθηκε ελάχιστα μέχρι το Μάη του 2018, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε περιχαρής το “success story” της επανεγκατάστασης του 96% των 22.504 προσφύγων από τρίτες χώρες, αλλά και την πλήρη αποτυχία της μετεγκατάστασης των προσφύγων από Ελλάδα και Ιταλία, η οποία έφτασε τα 32.207 άτομα (Εκθεση της Κομισιόν COM2018–301, 16/5/2018 βλ. https://ec.europa.eu/home-affairs/sites/homeaffairs/files/what-we-do/policies/european-agenda-migration/20180516_progress-report-european-agenda-migration_en.pdf). Από τους 160.000 που υποσχέθηκαν αρχικά (για να τους μειώσουν στους 98.255 τον Σεπτέμβρη του 2016) πήραν μόλις 32.207, δηλαδή μόλις το ένα πέμπτο!
Τώρα που τα ελληνικά ΜΜΕ έχουν ξεσαλώσει κατά της πολιτικής Ερντογάν, που χρησιμοποιεί σαν πιόνια τους πρόσφυγες, ας θυμηθούμε την ευρωπαϊκή υποκρισία που την ίδια στιγμή που θεσπίζει την Ευρώπη-φρούριο, χύνει κροκοδείλια δάκρια για τους μετανάστες (https://www.eksegersi.gr/issue/944/Διεθνή/29885.Πάνω-απ’-όλα-η-Ευρώπη-φρούριο). Αν κατηγορείτε μία φορά τον Ερντογάν, πόσες φορές θα πρέπει να κατηγορήσετε αυτούς που έχουν και τον πλούτο και την υποδομή για να σώσουν κατατρεγμένους ανθρώπους αλλά δεν το κάνουν για να μη χαλάσουν την ηρεμία τους; Θέλουν τους μετανάστες μόνο για φτηνό εργατικό δυναμικό, για να τους ξεζουμίζουν, και στην… ποσότητα που αυτοί θα καθορίζουν. Ενας αυξημένος αριθμός μεταναστών μπορεί να τους χαλάσει την κοινωνική σταθερότητα, από τη στιγμή που τους αντιμετωπίζουν μόνο ως σύγχρονους σκλάβους και όχι ως ανθρώπους που χρειάζονται προστασία.