Με τον παραπάνω τίτλο δημοσιεύτηκε στη βρετανική εφημερίδα «Τέλεγκραφ» άρθρο του παλαίμαχου Πακιστανού δημοσιογράφου Αχμέντ Ρασίντ, συνεργάτη αρκετών δυτικών εντύπων. Το άρθρο αυτό, η δημοσίευση του οποίου (29 Νοεμβρίου) συνέπεσε, όχι βέβαια τυχαία, με το κλείσιμο των εργασιών της νατοϊκής συνόδου στη Ρίγα, εξηγεί ως ένα βαθμό και την απογοητευτική για το Λευκό Οίκο έκβαση της συνόδου. Από το άρθρο αυτό παραθέτουμε τα πιο ενδιαφέροντα αποσπάσματα.
«Ανώτατοι Πακιστανοί αξιωματούχοι παροτρύνουν τις χώρες του ΝΑΤΟ να αποδεχθούν τους Ταλιμπάν και να εργαστούν για τη συγκρότηση μιας νέας κυβέρνησης συνασπισμού, από την οποία ίσως πρέπει να αποκλειστεί ο Αφγανός πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι.
Ο υπουργός Εξωτερικών του Πακιστάν, Κουρσίντ Κασούρι, είπε σε ιδιωτικές συζητήσεις με υπουργούς Εξωτερικών μερικών χωρών – μελών του ΝΑΤΟ ότι οι Ταλιμπάν κερδίζουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και ότι το ΝΑΤΟ είναι καταδικασμένο να αποτύχει και τους συμβούλεψε να μη στείλουν περισσότερα στρατεύματα.
Οι δυτικοί υπουργοί έμειναν άναυδοι. “Ο Κασούρι βασικά ζήτησε από το ΝΑΤΟ να υποχωρήσει και να διαπραγματευτεί με τους Ταλιμπάν”, είπε ένας δυτικός αξιωματούχος που συνάντησε πρόσφατα τον Πακιστανό υπουργό. Τα σχόλια αυτά έγιναν την παραμονή της κρίσιμης συνόδου του ΝΑΤΟ στη Λετονία…..
Ο αντιστράτηγος Αλί Μοχάμεντ Ορακζάι, κυβερνήτης της ασταθούς βορειοδυτικής παραμεθόριας επαρχίας, δήλωσε δημόσια ότι οι ΗΠΑ, η Βρετανία και το ΝΑΤΟ έχουν ήδη χάσει στο Αφγανιστάν. «Η μη παραδοχή των αποτυχιών τους οφείλεται είτε σε ελλειψη κατανόησης είτε σε έλλειψη θάρρους», δήλωσε πρόσφατα.
Ο στρατηγός Ορακζάι επιμένει ότι οι Ταλιμπάν εκπροσωπούν τον πληθυσμό των Παστούν, που είναι η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στο Αφγανιστάν και η δεύτερη σε μέγεθος στο Πακιστάν, και ηγούνται ενός κινήματος εθνικής αντίστασης εναντίον των δυτικών δυνάμεων κατοχής, όπως στο Ιράκ…»
Με παρόμοιο περιεχόμενο και με τίτλο «Οι Ταλιμπάν ξανακερδίζουν το Αφγανιστάν» δημοσιεύτηκε την ίδια μέρα ένα άρθρο στην «Ουάσιγκτον Ποστ», από το οποίο επίσης μεταφέρουμε κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Η πλειοψηφία των Αφγανών πιστεύει ότι οι Ταλιμπάν κερδίζουν τον πόλεμο εναντίον της κυβέρνησης του προέδρου Χαμίντ Καρζάι. Οι Αφγανοί πιστεύουν επίσης ότι οι αμερικάνικες και οι νατοϊκές δυνάμεις που πολεμούν τους Ταλιμπάν σ’ όλη τη χώρα είναι ανίκανες να αναχαιτίσουν το ρεύμα των Ταλιμπάν. Μέχρι στιγμής φέτος, έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 4.000 άνθρωποι σε επιθέσεις των Ταλιμπάν, μεταξύ των οποίων 217 σε 97 επιθέσεις αυτοκτονίας….
Φύλαρχοι των Παστούν στην Πεσαβάρ λένε ότι οι Ταλιμπάν προετοιμάζουν μεγάλη επίθεση μέσα στο Φλεβάρη, για την οποία συγκεντρώνονται χιλιάδες άντρες και πολεμοφόδια και στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν. Στο μεταξύ, ο πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι έχει μέχρι στιγμής αποτύχει να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τη διαφθορά, το λαθρεμπόριο ναρκωτικών και τους πολέμαρχους, που συνεχίζουν να μαστίζουν εκείνες τις περιοχές του Αφγανιστάν όπου οι Ταλιμπάν δεν έχουν ενεργό δράση.
Μετά τις κατηγορίες που αντιμετώπισαν ότι το Πακιστάν παρέχει άσυλο στην ηγεσία των Ταλιμπάν και ότι είναι απρόθυμο να κλείσει τις βάσεις των Ταλιμπάν στο έδαφός του, Πακιστανοί αξιωματούχοι έχουν περάσει στην επίθεση λέγοντας σε χώρες μέλη του ΝΑΤΟ ότι είναι βέβαιο ότι θα χάσουν και ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να υποχωρήσει και να διαπραγματευτεί με τους Ταλιμπάν. Οι αξιωματούχοι εκφράζουν τώρα ανοιχτή κριτική στην πολιτική των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν και σκληρή κριτική στον Καρζάι….».
Στο μεταξύ, το τελευταίο διάστημα, όλο και πιο συχνά εμφανίζονται στον ασιατικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο ρεπορτάζ από τις περιοχές δράσης των Ταλιμπάν, που τους παρουσιάζουν να προετοιμάζονται πυρετώδικα για τη μεγάλη επίθεση της ερχόμενης άνοιξης, στρατολογώντας και εκπαιδεύοντας χιλιάδες άντρες, συγκεντρώνοντας όπλα και χρήματα και συνάπτοντας συμμαχίες με όσο το δυνατόν περισσότερες φυλές. Στόχος τους είναι καταρχήν η κατάληψη της Κανταχάρ και στη συνέχεια της Καμπούλ. Την πορεία αυτή ακολούθησαν και το 1996 οι Ταλιμπάν. Οι πληροφορίες τους θέλουν να σχεδιάζουν το ίδιο και σ΄ αυτή τη φάση. Ομως επειδή η αεροπορική δύναμη και η υπερσύγχρονη υπεροπλία των νατοϊκών δυνάμεων δεν τους επιτρέπουν παρατεταμένες κατά μέτωπο μάχες, θα προσπαθήσουν να απομονώσουν την Κανταχάρ, κόβοντας το δρόμο που τη συνδέει με τη Χεράτ και την Καμπούλ, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα ρεπορτάζ.
Παράλληλα, παρόλο που ο χειμώνας έχει αρχίσει στο Αφγανιστάν, οι επιθέσεις των Ταλιμπάν εναντίον των νατοϊκών δυνάμεων δε λένε να κοπάσουν. Μόνο μέσα στην πρώτη βδομάδα του Δεκέμβρη έγιναν πέντε επιθέσεις αυτοκτονίας, από τις οποίες οι τρεις στην Κανταχάρ, παρόλο που η πόλη βρίσκεται υπό τον ασφυκτικό έλεγχο των νατοϊκών δυνάμεων. Μια απ’ αυτές έγινε στις 5 Δεκεμβρίου σε νατοϊκό κονβόι, προκαλώντας τον τραυματισμό δύο Καναδών στρατιωτών και τριών πολιτών, και μια άλλη στις 6 Δεκεμβρίου στην είσοδο των γραφείων της αμερικάνικης εταιρίας ασφάλειας (USPI), που βρίσκονται απέναντι από τη στρατιωτική βάση των νατοϊκών δυνάμεων στην Κανταχάρ, προκαλώντας το θάνατο δύο Αμερικάνων και πέντε Αφγανών υπάλλήλων της. Την ίδια μέρα έγινε μια σφοδρή μάχη μεταξύ Ταλιμπάν και βρετανικών δυνάμεων, η έκβαση της οποίας έχει προβληματίσει σοβαρά τη στρατιωτική ηγεσία τους. Οι Βρετανοί επιτέθηκαν για να διώξουν τους Ταλιμπάν από μια κοιλάδα στην επαρχία Χέλμαντ, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των τελευταίων και τη χρησιμοποιούν ως ορμητήριο για τις επιθέσεις τους. Οι Ταλιμπάν τους υποδέχτηκαν εξαπολύοντας σφοδρή αντεπίθεση και συνέχισαν να πολεμούν παρά τα πυκνά πυρά του πυροβολικού και τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς των θέσεών τους. Ύστερα από 10ωρη μάχη, οι βρετανικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με δύο απώλειες, το θάνατο ενός πεζοναύτη και το σοβαρό τραυματισμό ενός ακόμη.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με την εφημερίδα «Independent» (6/12/06), οι Ταλιμπάν επιστρέφουν στην περιοχή Panjwayi, από την οποία τους είχαν διώξει οι νατοϊκές δυνάμεις το περασμένο καλοκαίρι, και τη χρησιμοποιούν ξανά ως βάση για τις επιθέσεις τους. Η περιοχή αυτή, που βρίσκεται 30 χιλιόμετρα περίπου νότια της Κανταχάρ, περιλαμβάνεται σε ένα τόξο τεράστιας στρατηγικής σημασίας, που εξασφαλίζει δρόμους ζωτικής σημασίας για τον ανεφοδιασμό και την υποστήριξη των Ταλιμπάν. Στην περιοχή αυτή τα ρωσικά στρατεύματα έδωσαν και έχασαν μια σημαντική μάχη, κρίσιμη για την εξέλιξη του πολέμου που έκαναν εναντίον των Μουτζαχεντίν.
Μετά το Ιράκ και το Αφγανιστάν φαίνεται να εξελίσσεται σε βατερλό της αμερικάνικης πολιτικής στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Γι αυτό, όπως έδειξε και η νατοϊκή σύνοδος κορυφής στη Ρίγα, οι ισχυρότεροι Ευρωπαίοι εταίροι τους παραμένουν απρόθυμοι να τους συνδράμουν και επιμένουν να περιορίζονται σε «ειρηνευτικό ρόλο» στις πιο ασφαλείς περιοχές του Αφγανιστάν.