Το θέμα που κυριαρχεί στην επικαιρότητα είναι το σκάνδαλο ντόπινγκ της εθνικής ομάδας Αρσης Βαρών. Το σύνολο σχεδόν των αθλητριών και των αθλητών βρέθηκε ντοπαρισμένο και πλέον η ομάδα κινδυνεύει να μη συμμετέχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, όμως αυτό είναι το τελευταίο που (θα ‘πρεπε να) μας ενδιαφέρει.
Η στήλη δε θα μπει σε αναλύσεις επί αναλύσεων για τη συγκεκριμένη υπόθεση και δε θα ψάξει να βρει τον αποδιοπομπαίο τράγο. Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και όπως όλα δείχνουν δύσκολα θα καταφέρουν να καλύψουν το σκάνδαλο. Πολύ περισσότερο δε θα εμπλακούμε και δε θ’ ασχοληθούμε με τα σενάρια που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Σημειώνουμε απλώς, ότι οι άμεσα εμπλεκόμενοι οργανώνουν την άμυνά τους σε ποινικό επίπεδο (σε αθλητικό επίπεδο ξέρουν ότι είναι τελειωμένοι), επιστρατεύοντας γελοία επιχειρήματα που δε θα άντεχαν ούτε σε επαρχιακό πταισματοδικείο (ποντάρουν στην κρατική στήριξη, όταν θα έχει καταλαγιάσει ο θόρυβος), ενώ οι έμμεσα εμπλεκόμενοι προσπαθούν να αποσείσουν από πάνω τους την πολιτική ευθύνη, την οποία φέρουν ακέραια. Με αφορμή την υπόθεση αυτή μας δίνεται μια καλή ευκαιρία να ξανασυζητήσουμε για τη σχέση του επαγγελματικού αθλητισμού με το ντόπινγκ.
Καταρχάς θα πρέπει να απαντήσουμε σε τρία βασικά ερωτήματα. Τι είναι ντόπινγκ; Ποια η σχέση του με τον επαγγελματικό αθλητισμό; Ποια η αποδοχή που έχει από την κοινωνία;
Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, τι είναι ντόπινγκ. Μόνο τα χημικά σκευάσματα, που τα βρίσκουμε πλέον ακόμη και στα περίπτερα, θεωρούνται ντόπινγκ ή θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τα συμπληρώματα διατροφής και τις βιταμίνες; Η στήλη πιστεύει ότι κάθε ενέργεια που κάνουμε προκειμένου να «βοηθήσουμε» τον οργανισμό μας, ακόμα και με «αθώα» σκευάσματα, πρέπει να θεωρείται ντοπάρισμα, γιατί αλλάζει το μεταβολισμό του χρήστη και επεμβαίνει στη φυσιολογία του οργανισμού. Οι ρυθμοί στον επαγγελματικό αθλητισμό είναι εξαντλητικοί και αυτό έχει σαν συνέπεια ο οργανισμός να «ζητάει» ολοένα και περισσότερη ενέργεια, την οποία του την προσφέρουν στην καλύτερη των περιπτώσεων τα συμπληρώματα διατροφής και στη χειρότερη τα αναβολικά. Στην πράξη, έχουμε σχεδόν πάντοτε ένα συνδυασμό τους. Ας δώσουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο ποδόσφαιρο, ειδικοί αθλίατροι έχουν κάνει έρευνες και υποστηρίζουν ότι με τους εξαντλητικούς ρυθμούς που παίζεται σήμερα το άθλημα οι ποδοσφαιριστές δε θα πρέπει να αγωνίζονται σε περισσότερους από 30-35 αγώνες κάθε χρόνο. Οσοι ασχολούνται με το άθλημα ξέρουν ότι οι πρωτοκλασάτοι παίχτες των μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων συμμετέχουν σε περισσότερα από 70 παιχνίδια και μάλιστα αυτοί οι ρυθμοί επαναλαμβάνονται για αρκετά χρόνια. Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι υπερβάλλουν τους εαυτούς τους, αφού η καταπόνησή τους είναι τεράστια. Αν δεχτούμε ότι δεν κάνουν χρήση απαγορευμένων ουσιών, αλλά ακολουθούν ειδικά προγράμματα διατροφής και γυμναστικής, τότε πολύ απλά τα συμπληρώματα διατροφής λειτουργούν επί της ουσίας όπως και η χημική ντόπα και θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε όπως και τα αναβολικά, αφού οι επιπτώσεις που έχουν στον ανθρώπινο οργανισμό είναι σωρευτικές και μακροπρόθεσμες και κανείς δε μπορεί να πει μετά βεβαιότητας ποιες θα είναι οι παρενέργειες από την κατανάλωσή τους. Είναι τυχαίο, άραγε, ότι τα τελευταία χρόνια έχουν πυκνώσει τα κρούσματα αιφνίδιων θανάτων ποδοσφαιριστών, για να μη μιλήσουμε για τους παίχτες με γυάλινα πόδια (κορυφαίο παράδειγμα ο Ρονάλντο).
Το δεύτερο σημείο είναι η σχέση του επαγγελματικού αθλητισμού με το ντόπινγκ. Μπορεί κάποιος αθλητής που πρωταγωνιστεί να μη χρησιμοποιήσει κάποια μέθοδο ντοπαρίσματος; Εχουμε πει πολλές φορές, ότι στον επαγγελματικό αθλητισμό το ζητούμενο από τους καπιταλιστές που επενδύουν είναι το κέρδος και γι’ αυτό οι αθλητές αντιμετωπίζονται σαν ανθρώπινες μηχανές που παράγουν κέρδη. Αυθαιρετώντας θα λέγαμε, ότι ο κάθε πρωταθλητής πουλάει την «εργατική» του δύναμη, που στην προκειμένη περίπτωση είναι η ικανότητά του να προσφέρει θέαμα ή να πετυχαίνει ρεκόρ, και οι καπιταλιστές που τον χρηματοδοτούν εκμεταλλεύονται την «υπεραξία» που παράγεται. Προκειμένου, λοιπόν, να φτάσουν τα κέρδη τους στο μεγαλύτερο δυνατό ύψος, οι καπιταλιστές απαιτούν από τους αθλητές ολοένα και περισσότερη προσπάθεια (εντατικοποίηση της «εργασίας» και αύξηση του βαθμού «εκμετάλλευσης»). Πώς αντιδρούν σ’ αυτή την πίεση οι αθλητές; Προκειμένου να παραμείνουν στην ελίτ και να διατηρήσουν τα παχυλά συμβόλαια και τις μεγάλες αμοιβές τους, δε διστάζουν να ντοπαριστούν, χρησιμοποιώντας νόμιμα ή παράνομα, φυσικά ή χημικά σκευάσματα. Αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην υγεία τους, καταπίνουν ό,τι τους δίνει ενέργεια και δύναμη για να φτάσουν και να διατηρηθούν στην κορυφή. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα μιας έρευνας που είδε το φως της δημοσιότητας πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία νέα παιδιά που έχουν αποφασίσει να ασχοληθούν επαγγελματικά με τον αθλητισμό δήλωσαν ότι θα έκαναν χρήση ντόπινγκ, ακόμη και αν μακροπρόθεσμα υπήρχε κίνδυνος για την υγεία και τη σωματική τους ακεραιότητα, αν αυτό τους εξασφάλιζε ότι θα φτάσουν στην κορυφή και θα γίνουν πρωταγωνιστές. Δε νομίζω ότι χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε περισσότερο για να αποδείξουμε ότι επαγγελματικός αθλητισμός, κέρδος και ντόπινγκ αποτελούν αγία και αδιαίρετη τριάδα. Ο επαγγελματικός αθλητισμός, το σταρ-σύστεμ ζητά ολοένα και περισσότερες συγκινήσεις για τους πελάτες του, δημιουργεί υπεράνθρωπους και τους χειροκροτεί, χρυσοπληρώνει τους αθλητές-μηχανές, αλλά ταυτόχρονα απαιτεί να είναι έτοιμοι για όλα και να θυσιάσουν τα πάντα, ενδεχομένως και τη ζωή τους. Και όταν κάποιοι από αυτούς πιαστούν ντοπαρισμένοι, η διαπόμπευση είναι φυσικό επακόλουθο. Σε τι διαφέρει αυτό από τις μεθόδους των ρωμαϊκών αρένων;
Το τρίτο σημείο είναι η αποδοχή από την κοινή γνώμη της διαδικασίας παραγωγής μεταλλίων και «θριάμβων». Σε όλες τις χώρες, οι επιτυχίες σε ομαδικά ή ατομικά αγωνίσματα αντιμετωπίζονται με ενθουσιασμό, παρά το γεγονός ότι όσοι συμμετέχουν στους πανηγυρισμούς ξέρουν ότι οι «θριαμβευτές», δεν είναι καθαροί. Το επιχείρημα με το οποία αντιμετωπίζουν όποιον προσπαθήσει να συσχετίσει το «θρίαμβο» με τη ντόπα είναι πολύ απλό: «αφού όλοι πίνουν, μαλάκες είναι οι δικοί μας να είναι καθαροί;». Ο πελάτης θέλει άρτον και θεάματα, θέλει να περνάει ευχάριστα την ώρα του, να πανηγυρίζει για νίκες και θριάμβους, αδιαφορώντας για τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται το τελικό αποτέλεσμα. Εδώ βρίσκεται, κατά την ταπεινή μου άποψη, και η ρίζα του προβλήματος. Η ήττα του εργατικού κινήματος τα τελευταία χρόνια, εκτός από την απώλεια δικαιωμάτων που κατακτηθήκαν με αίμα, είχε σαν συνέπεια και την ήττα σε ιδεολογικό επίπεδο. Ο αθλητισμός, από δραστηριότητα που ψυχαγωγεί και διασκεδάζει αυτούς που συμμετέχουν σ’ ένα αθλητικό γεγονός ή που απλά το παρακολουθούν, έχει μετατραπεί σε δραστηριότητα που αλέθει ζωές και προσωπικότητες και παράγει κέρδη. Οταν οι γονείς αντιμετωπίζουν παθητικά (σε πολλές περιπτώσεις παροτρύνουν) την απόφαση των παιδιών τους που έχουν ικανότητες και ταλέντο να χρησιμοποιήσουν αναβολικά για να ανεβούν στην κορυφή και να τα κονομήσουν χοντρά, αδιαφορώντας για τις πιθανές συνέπειες που θα έχει στην υγεία τους, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί το ντόπινγκ έχει πάρει αυτές τις διαστάσεις.
Οσο η λογική του ατομικού βολέματος και του «να πιάσω την καλή» είναι κυρίαρχη, δε μπορεί να υπάρξει λύση στη μάστιγα του ντόπινγκ. Το πρόβλημα είναι κοινωνικό και για να λυθεί θα πρέπει να εξαλειφθούν οι αιτίες που το δημιουργούν. Οσα μέτρα αντιμετώπισης και αν εξαγγείλουν, όσο αυστηροί και αν γίνουν οι έλεγχοι, όσο μεγαλύτερες ποινές κι αν επιβάλλουν, δε θα καταφέρουν τίποτα, αφού η ίδια η φύση του καπιταλισμού του δίνει υπόσταση και το γιγαντώνει.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
ΥΓ: Και ένα σχόλιο για την προσπάθεια συγκάλυψης που επιχειρείται με την αγαστή συνεργασία όλου του εσμού. Ο Χρήστος Ιακώβου έδειξε τα απαραίτητα για την περίπτωση αντανακλαστικά, παραιτήθηκε, πήρε όλη την ευθύνη επάνω του και έδωσε τα αναγκαία περιθώρια για να σωθεί το «οικοδόμημα». Η ελληνοποίηση Αλβανών, Ρώσων, και λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια δυνατή ομάδα που θα σαρώσει στους μεγάλους αγώνες, ήταν ξεκάθαρη πολιτική επιλογή και όχι προσωπική απόφαση του Ιακώβου. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση είχαν ξεκάθαρη πολιτική για «παραγωγή μεταλλίων» και ο δημοσιογραφικός εσμός τους πρόσφερε τη μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια, προκειμένου να πειστεί ο ελληνικός λαός για το μεγαλείο της φυλής και γι’ αυτά που μπορεί να πετύχουμε όταν δουλεύουμε ενωμένοι. Σίγουρα κάποιοι θα την πληρώσουν, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, θα γίνουν και κάποιες ανακατατάξεις στους συσχετισμούς δυνάμεων (από την πλευρά της ΝΔ θα πρέπει να θεωρείται σίγουρο, ότι μόλις φύγει το θέμα από την επικαιρότητα θα γίνει προσπάθεια να πάρει τα ηνία στην ομοσπονδία της Αρσης Βαρών, που ελέγχεται από το ΠΑΣΟΚ και τον Σγουρό), όμως το οικοδόμημα θα παραμείνει και θα συνεχίσει να παράγει κέρδη για τους καπιταλιστές που «επενδύουν» σε αυτό.