⇒ Στο προηγούμενο φύλλο σας είχαμε υποσχεθεί ότι θα αναλύσουμε την πρόβλεψη που κάναμε, σύμφωνα με την οποία ο Ολυμπιακός θα πάρει για μια ακόμη χρονιά το πρωτάθλημα και οι Θρασύβουλος και Πανθρακικός θα παίζουν του χρόνου στη Β’ Εθνική. Ας τηρήσουμε καταρχήν την υπόσχεσή μας και μετά συνεχίζουμε με την κριτική μας για την Εθνική ποδοσφαίρου.
Κάθε χρόνο αυτή την εποχή, η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τις προβλέψεις για την πορεία του πρωταθλήματος και την εικόνα που παρουσιάζουν οι ομάδες. Φέτος η συζήτηση είναι περισσότερο έντονη από τα προηγούμενα χρόνια, αφού οι μεταγραφές που έκαναν οι «πολυμετοχικοί» δημιούργησαν προσδοκίες για αλλαγή στο σκηνικό της τελευταίας δεκαετίας. Πριν την έναρξη του πρωταθλήματος, οι πράσινοι έδειχναν έτοιμοι να ανατρέψουν την κατάσταση και να πάρουν τα ηνία στο ελληνικό πρωτάθλημα. Η πρεμιέρα, όμως, έδειξε μια διαφορετική πραγματικότητα. Με βάση το έμψυχο δυναμικό και την εικόνα των ομάδων στην πρεμιέρα, βγήκαν κάποια συμπεράσματα που μας επιτρέπουν να κάνουμε προβλέψεις.
Οι ερυθρόλευκοι, μετά το πατατράκ στο Champions League, έδειξαν ότι στην Ελλάδα δεν θα έχουν πρόβλημα. Οσοι παρακολούθησαν τους δυο αγώνες με την Ανόρθωση πιστεύω να συμφωνήσουν με την εκτίμησή μου, ότι η πρόκριση χάθηκε στην αμυντική λειτουργία της ομάδας στον πρώτο αγώνα της Κύπρου, στο αλαλούμ που επικρατούσε λόγω της περιόδου και στην άποψη που επικράτησε την επαύ-ριο της κλήρωσης, αφού όλοι θεωρούσαν σίγουρη την παρουσία του Ολυμπιακού στους ομίλους. Οι ερυθρόλευκοι μπλόκαραν, δεν κατάφεραν να βρουν «ρυθμό» και να αξιοποιήσουν την επιθετική τους γραμμή και μοιραία έμειναν εκτός. Στην Ελλάδα, όμως, δεν δείχνουν να έχουν πρόβλημα και είναι σίγουρο ότι θα αξιοποιήσουν την εμπειρία και το έμψυχο δυναμικό που διαθέτουν. Στο ελληνικό πρωτάθλημα οι μικρομεσαίες ομάδες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, όταν αντιμετωπίζουν τις ομάδες του πάλαι ποτέ ΠΟΚ, επιλέγουν να παίζουν μαζική άμυνα, ελπίζοντας ότι θα «κλέψουν» το παιχνίδι. Για να αντιμετωπίσεις λοιπόν αυτές τις ομάδες, είτε πρέπει να εφαρμόσεις κατάλληλα αγωνιστικά συστήματα (κάτι δύσκολο για τις ελληνικές ομάδες) είτε θα πρέπει να διαθέτεις παίχτες που να μπορούν να παίξουν ένας εναντίον ενός και να σπάσουν τον «κλεφτοπόλεμο» με προσωπικές ενέργειες. Η μοναδική ομάδα στην Ελλάδα που διαθέτει παίχτες αυτής της κλάσης είναι ο Ολυμπιακός και γι’ αυτό το λόγο έχει και τις περισσότερες πιθανότητες να τερματίσει στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια οι ερυθρόλευκοι έχουν ελάχιστες βαθμολογικές απώλειες από τις μικρές ομάδες.
Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού θα θυμούνται ότι έχουμε χάσει αρκετά πρωταθλήματα, εξαιτίας της ανικανότητας της ομάδας μας να διασπάσει κλειστές άμυνες και να βρει δίχτυα, όταν ο αντίπαλος έπαιζε μαζική άμυνα. Σπεύδω να προλάβω και ορισμένους που θα πουν ότι ο Ολυμπιακός δεν είχε απώλειες, γιατί όταν «κολλούσε» έπαιρνε τη βοήθεια από τη διαιτησία. Είναι δεδομένο ότι οι ερυθρόλευκοι έλεγχαν το παρασκήνιο και έπαιρναν τα σφυρίγματα, όταν τα χρειάζονταν. Είχαν όμως οι επιθετικοί τους την ικανότητα να φτάσουν και να μπουν στην περιοχή των αντιπάλων τους ώστε να μπορέσει ο διαιτητής να δώσει το μαϊμού-πέναλτι. Στην απέναντι όχθη οι πράσινοι επιθετικοί έβλεπαν την αντίπαλη περιοχή με τα κιάλια, νόμιζαν ότι είναι ναρκοπέδιο και γι’ αυτό απέφευγαν να μπουν σε αυτή.
Ας δούμε όμως τι έγινε στην πρεμιέρα του φετινού πρωταθλήματος. Οι ερυθρόλευκοι στον αγώνα τους κόντρα στον Αστέρα Τρίπολης είχαν να αντιμετωπίσουν την πίεση από τον αποκλεισμό τους στο Champions League, βρέθηκαν πίσω στο σκορ, στο ημίχρονο όμως κατάφεραν να γυρίσουν το παιχνίδι. Πού βασίστηκαν; Στις ατομικές ενέργειες του Γκαλέτι που σε μια από τις επελάσεις τους προς την αντίπαλη περιοχή βρήκε χώρο για σουτ και ισοφάρισε. Στη συνέχεια, σε μια διείσδυσή του στην αντίπαλη περιοχή, ο Ντιόγο «βούτηξε» αναγκάζοντας το διαιτητή να σφυρίξει πέναλτι. Την επόμενη μέρα στο ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός έπαιζε κόντρα στη χειρότερη ΑΕΚ της τελευταίας πενταετίας, δεν διέθετε όμως τον παίχτη-ηγέτη που θα έπαιρνε την ομάδα πάνω του και θα την έβγαζε από το αδιέξοδο. Η διαφορά ανάμεσα στις δυο ομάδες ήταν εμφανής ακόμη και σε κάποιον που δεν είναι ειδικός και για το λόγο αυτό πιστεύω ότι και φέτος οι ερυθρόλευκοι έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να κατακτήσουν τον τίτλο.
Κατ’ αναλογία, στη μάχη της ουράς Θρασύβουλος και Πανθρακικός είναι τα πρώτα φαβορί για τον υποβιβασμό. Οι δυο ομάδες δεν διαθέτουν αξιόλογο ρόστερ και ταυτόχρονα δε δείχνουν να μπορούν να κάνουν εύκολα το γκολ. Βλέποντας στιγμιότυπα από τον αγώνα Πανθρακικός – Εργοτέλης αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι οι Κρητικοί έκαναν τρεις ευκαιρίες και έβγαλαν δυο γκολ, σε αντίθεση με τους Θράκες που είχαν την υπεροχή, έφτιαξαν κάποιες ευκαιρίες, αλλά δε μπορούσαν να βάλουν τη μπάλα στα δίχτυα. Οι περισσότερες ομάδες από τη μέση του βαθμολογικού πίνακα και κάτω είναι τις ίδιας δυναμικότητας και γι’ αυτό το λόγο οι μικρολεπτομέρειες θα αποδειχτούν σημαντικές. Ο Εργοτέλης έχει στις τάξεις του τον Ογκουνσότο, ο οποίος όπως και πέρσι θα συμβάλει καθοριστικά στην παραμονή της ομάδας του. Πανιώνιος, Ξάνθη, ΟΦΗ, Λάρισα διαθέτουν εμπειρία, ο Πανσεραϊκός έχει πρόεδρο το Θεοδωρίδη και μένουν Λεβαδειακός και Ηρακλής για να παλέψουν προκειμένου να αποφύγουν τον υποβιβασμό.
⇒ Οδηγός του ομίλου η εθνική ομάδα, μετά τους δυο πρώτους αγώνες για την πρόκριση στο Μουντιάλ της Ν. Αφρικής. Η κλήρωση ήταν ευνοϊκή, είμαστε το φαβορί για την πρόκριση, όμως όταν έχεις τύχη όλα γίνονται ευκολότερα. Η Εθνική κέρδισε τους δυο εκτός έδρας αγώνες με Λουξεμβούργο και Λετονία, την ίδια στιγμή που η βασική αντίπαλός μας, η Ελβετία, κατάφερε να χάσει εντός έδρας από το Λουξεμβούργο που πανηγύρισε την πρώτη νίκη του στα 34 χρόνια παρουσίας του στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Η αγωνιστική παρουσία της Εθνικής ήταν διαφορετική στους δυο αγώνες. Απαράδεκτη στον πρώτο και αρκετά καλή στο δεύτερο. Κάποιος που παρακολουθεί περιστασιακά ποδόσφαιρο ίσως να ξαφνιάστηκε από τη διαφορετική εικόνα που έδειξε η ομάδα. Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι τα δυο παιχνίδια συνδέονται και αποτελούν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Στο πρώτο παιχνίδι η Εθνική έπρεπε να αντιμετωπίσει μια ομάδα που αμυνόταν μαζικά και κάνει παιχνίδι, πράγμα πολύ δύσκολο, αφού δεν διαθέτει παίχτες με ικανότητες, ενώ στον αγώνα κόντρα στη Λετονία οι αντίπαλοί μας προσπάθησαν να πάρουν τα ηνία του αγώνα, άφησαν κενούς χώρους και έτσι έδωσαν τη δυνατότητα στην Εθνική να παίξει το σύστημα που της αρέσει (χτυπάμε στην κόντρα και κλέβουμε το παιχνίδι). Η σημερινή Εθνική είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη ο καθρέφτης του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η χώρα μας, όσο και αν προσπαθούν οι συνάδελφοί μου να αλλάξουν την πραγματικότητα, ανήκει στη μεσαία ευρωπαϊκή ταχύτητα. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των ελληνικών ομάδων είναι ότι δεν έχουν έλληνες παίχτες με τη στόφα του ηγέτη που μπορεί να τραβήξει την ομάδα μπροστά. Μοιραία, λοιπόν, δε μπορούν να δημιουργήσουν παιχνίδι και δυσκολεύονται απέναντι σε αντίπαλους που δίνουν βάση στην άμυνα. Η φιλοσοφία που έχει επικρατήσει στις ελληνικές ομάδες που αγωνίζονται στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και κατ’ επέκταση και στην Εθνική είναι να έχουν σαν πρώτο στόχο να μη χάσουν και αν τους κάτσει το παιχνίδι να φτάσουν στη νίκη. Αν ο αντίπαλος μπει με την ίδια φιλοσοφία στο γήπεδο, θα δούμε έναν αγώνα «σούπα», όπως στο Λουξεμβούργο. Αν ο αντίπαλος ανοιχτεί για να φτάσει στη νίκη, τότε έχουμε ελπίδα να δούμε κάποιες φάσεις στην κόντρα, όπως στη Λετονία.
Στο επόμενο φύλλο θα καταθέσουμε την γνώμη μας για τη σχέση θεάματος – αποτελεσματικότητας, με αφορμή τις αναλύσεις ορισμένων συναδέλφων μου στον αθλητικό Τύπο για την ικανότητα του Ρεχάγκελ να πετυχαίνει επαγγελματικές νίκες.
papias@eksegersi.gr