Σύντροφος μας έστειλε e-mail σχετικό με τον θρυλικό Αγγελο Μεσσάρη, τον κομμουνιστή ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού, ο οποίος έγινε σύνθημα από τους πράσινους οπαδούς. Ο Αγγελος Μεσσάρης γεννήθηκε το 1910 στο Κέιπ Τάουν στη Νότια Αφρική. Η οικογένειά του ήρθε στην Ελλάδα το 1924 και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τον Π.Ο. Γουδί και το 1928 πήγε στον Παναθηναϊκό. Το 1930, με μεγάλο αστέρι τον Αγγελο Μεσσάρη (πρώτος σκόρερ με 7 γκολ σε 4 αγώνες της τελικής φάσης), η περίφημη «χρυσή ομάδα» του Παναθηναϊκού συντρίβει με 8-2 τον Ολυμπιακό και στέφεται αήττητη πρωταθλήτρια.
Ο Μεσσάρης ήταν οργανωμένο μέλος της ΟΚΝΕ (Οργάνωση Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας) και για το λόγο αυτό είχε άσχημη αντιμετώπιση από την τότε διοίκηση του Παναθηναϊκού. Ο πρόεδρος της ομάδας Απόστολος Νικολαΐδης του ζήτησε «να σταματήσει να ασχολείται με την πολιτική και να παίζει μπάλα» και σε αντάλλαγμα θα τον βοηθούσε να μπει στο Πολυτεχνείο. Ο Μεσσάρης αποφάσισε να «τελειώσει» την καριέρα του και να σταματήσει το ποδόσφαιρο, ενώ ταυτόχρονα κατάφερε να μπει στο Πολυτεχνείο. Η είδηση ότι σταμάτησε το ποδόσφαιρο προκάλεσε σοκ στους οπαδούς του Παναθηναϊκού, που κατά εκατοντάδες πολιόρκησαν το σπίτι του και του ζητούσαν να γυρίσει στην ομάδα, χωρίς όμως να τον μεταπείσουν. Η ομάδα πέρασε μια μεγάλη κρίση αφού τον ακολούθησαν μερικοί ακόμη ποδοσφαιριστές και ορισμένοι παράγοντες που διαφώνησαν με τον Νικολαΐδη, οι οποίοι έφτιαξαν τα Πράσινα Πουλιά (που είχαν μικρή περίοδο ύπαρξης). Ο Παναθηναϊκός αλλά και το ελληνικό ποδόσφαιρο γενικά (είχε παίξει 4 φορές με την Εθνική ομάδα και είχε σημειώσει 2 γκολ) έχασαν το μεγαλύτερο αστέρι της εποχής, μιας και σταμάτησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία 22 ετών. Ο Μεσσάρης από το 1931 που «κρέμασε» τα παπούτσια του αγωνίστηκε μια ακόμη φορά σε ένα φιλικό αγώνα ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Αξιοποιώντας τις δυνατότητες που μας δίνει το διαδίκτυο, καταφέραμε να βρούμε περισσότερα στοιχεία για την τελική φάση του πρωταθλήματος 1929-30, στην οποία οι τρεις καλύτερες ομάδες της εποχής, Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός και Αρης, αναμετρήθηκαν για τον τίτλο του πρωταθλητή. Ο πρώτος αγώνας της τελικής φάσης ανάμεσα στον Αρη και τον Ολυμπιακό έληξε με νίκη των Πειραιωτών με το ευρύ 5-0. Ετσι, όταν ανέβηκαν στην Αθήνα για να αντιμετωπίσουν τον ΠΑΟ, την 1η Ιουνίου του 1930, η αισιοδοξία τους ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Δέκα χιλιάδες κόσμου παρακολούθησε τον αγώνα, αριθμός ασύλληπτος για τα δεδομένα της εποχής. Οπως ασύλληπτο ήταν και το σόου του Αγγελου Μεσσάρη που ακολούθησε. Δύο γκολ από τον «ξανθό άγγελο», δύο ο Πιερράκος, δύο ο Συμεωνίδης, ένα ο Μηγιάκης και ένα αυτογκόλ του Κουράντη, τελικό σκορ 8-2 υπέρ του Παναθηναϊκού. Τα ρεπορτάζ της εποχής αναφέρουν ότι οι φίλοι του τριφυλλιού εντόπισαν κάποιους Πειραιώτες που είχαν φέρει στο γήπεδο φέρετρα (όπου υποτίθεται ότι θα κήδευαν τον ΠΑΟ), τα έσπασαν και με τις σανίδες κυνήγησαν τους ατυχείς εμπνευστές της μακάβριας φάρσας. Εντωμεταξύ, το ίδιο βράδυ, το κάζο του Ολυμπιακού έγινε νούμερο σε όλες τις επιθεωρήσεις της πρωτεύουσας.
Επόμενος αγώνας με τον Αρη στη Θεσσαλονίκη. Χιλιάδες φίλαθλοι ακολούθησαν την ομάδα επιβιβαζόμενοι σε ειδικά ναυλωμένα πλοία. Οσοι έμειναν πίσω συγκεντρώθηκαν στα γραφεία των εφημερίδων και περίμεναν νέα από τα τηλεγραφήματα των ανταποκριτών. Ακόμα μία μεγάλη εμφάνιση του Μεσσάρη και νίκη με 4-1. Παροξυσμός στην πόλη. Κατά την επιστροφή της ομάδας στο σταθμό Λαρίσης υπήρχε λαοθάλασσα που αποθέωσε τους παίκτες και τραγούδησε για πρώτη φορά το ιστορικό σύνθημα, που αποτελεί τον τίτλο της στήλης. Η ρεβάνς με τον Ολυμπιακό ορίστηκε για τη Θεσσαλονίκη, καθώς η αστυνομική διεύθυνση Πειραιά δεν ήταν σε θέση να εγγυηθεί την ασφαλή διεξαγωγή του αγώνα. Αν και οι Πειραιώτες διψούσαν για ρεβάνς, ο Παναθηναϊκός τους νίκησε εκ νέου με 2-1 και κατέκτησε μαθηματικά το πρωτάθλημα. Κατά την επιστροφή των οπαδών στον Πειραιά σημειώθηκαν μεγάλης έκτασης επεισόδια. Από τότε έγινε σαφές ότι οι δύο αυτές ομάδες θα αποτελούσαν τους αιώνιους αντιπάλους του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Στη φωτογραφία μια ομάδα του Παναθηναϊκού από την «περίοδο Μεσσάρη», με τον Αγγελο να είναι όρθιος, δεύτερος από αριστερά. Ελπίζουμε να λάβουμε και άλλα e-mail για αθλητές που έβαλαν την προσωπική τους αξιοπρέπεια και την πολιτική τους δράση πάνω από τη δόξα και πιθανόν το χρήμα, ανεξάρτητα από την ομάδα που αγωνίστηκαν.
Στο προηγούμενο φύλλο, με αφορμή την παρουσία του Γιουσέιν Μπολτ στο μίτινγκ στίβου στο Καυταντζόγλειο, υποσχεθήκαμε να ασχοληθούμε με το στίβο και τα όσα διαδραματίστηκαν στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του Βερολίνου τον περασμένο Αύγουστο. Το συγκεκριμένο τουρνουά θα περνούσε μάλλον απαρατήρητο, αν δεν υπήρχε ο συγκεκριμένος αθλητής, αφού το επίπεδο ήταν κάτω από το αναμενόμενο και δεν είχαμε επιδόσεις που θα μπορούσαν να τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας. Θα περάσει όμως στην ιστορία, αφού κατά τη διάρκειά του σημειώθηκαν από τον Μπολτ δυο παγκόσμια ρεκόρ στα 100μ. και τα 200μ., με χρόνους 9.58 και 19.19 αντίστοιχα, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς εξωπραγματικοί.
Την επαύριο των αγώνων, άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση για το φαινόμενο Μπολτ και για το αν είναι ή όχι καθαρός. Η πλειοψηφία των φιλάθλων αντιμετώπισε με σκεπτικισμό τα ρεκόρ και το σύστημα αντέδρασε άμεσα. Για να προστατεύσει τον αθλητή, έριξε στην πιάτσα το επιχείρημα ότι ο συγκεκριμένος αθλητής έχει το παγκόσμιο ρεκόρ στα 100μ. στους Παμπαίδες, Παίδες, Εφήβους, Νέους και Ανδρες. Τονίζουν, μάλιστα, ότι οι επιδόσεις που είχε σημειώσει στην κατηγορία των Παίδων και των Εφήβων είναι «συμβατές» με αυτές που σημειώνει σήμερα. Παρά ταύτα, δύσκολα μπορούμε να πιστέψουμε ότι ένας αθλητής μπορεί να πετυχαίνει τέτοιους χρόνους, χωρίς την απαραίτητη «ιατροφαρμακευτική βοήθεια». Οπως πολύ σωστά είπε σύντροφος, είναι έξω από τους νόμους της φύσης ένας «καθαρός» να κερδίζει με χαρακτηριστική ευκολία τους «λερωμένους».
Κλείνουμε με ένα σχόλιο για τον ελληνικό στίβο. Στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του Βερολίνου η μοναδική διάκριση του ελληνικού αθλητισμού ήταν η 5η θέση του Περικλή Ιακωβάκη στα 400μ. με εμπόδια. Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και την υπόθεση Κεντέρη – Θάνου, η κυβέρνηση αποφάσισε να αλλάξει πολιτική και μείωσε δραστικά τα φράγκα που δίνονταν για να «προετοιμάζονται» σωστά οι αθλητές και να κατακτούν μετάλλια. Από τη στιγμή λοιπόν που κόπηκε η χρηματοδότηση, μάς τελείωσαν και οι επιτυχίες, προφανώς γιατί η ελληνική ψυχή και το εθνικό φιλότιμο (με τα οποία μας είχαν ζαλίσει τα προηγούμενα χρόνια) δεν μπορούν να αποδώσουν αν δεν συνοδεύονται με κολλαριστά ευρώ. Τα τελευταία χρόνια, ο ελληνικός στίβος έχει να επιδείξει περισσότερα κρούσματα ντόπινγκ από διακρίσεις, πιθανόν γιατί με τα λίγα φράγκα που έχουν στη διάθεσή τους μπορούν να αγοράσουν μόνο ντόπα β’ διαλογής. Η ανυπαρξία ελληνικών διακρίσεων μας έδωσε τη δυνατότητα, μετά από πολλά χρόνια, να παρακολουθήσουμε τους αγώνες χωρίς να είμαστε αναγκασμένοι να τρώμε στη μάπα τις εθνικοπατριωτικές υστερίες των εκφωνητών.