Αλλο ένα «δωράκι» προς τους εργοδότες καπιταλιστές εξήγγειλε η κυβέρνηση, από στόματος της υπουργού Εργασίας Δόμνας Μιχαηλίδου, η οποία μιλώντας στην τακτική συνεδρίαση του ΔΣ του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΕΒΕΑ) ανέφερε πως «ο εξορθολογισμός του μη μισθολογικού κόστους με περαιτέρω μείωση του κατά μια μονάδα αποτελεί δέσμευσή μας».
Οπως ξεκαθάρισε η Μιχαηλίδου, η μείωση των λεγόμενων «εργοδοτικών» εισφορών (σ.σ.που στην πραγματικότητα είναι και αυτές εργατικές, καθώς αποτελούν τμήμα της κλεμμένης υπεραξίας των εργατών), δεν γίνεται για κανέναν άλλο λόγο, παρά για το… καλό των ίδιων των εργατών και εργαζόμενων μισθωτών! «Θέλουμε να κάνουμε πιο ελκυστική τη μισθωτή εργασία», είπε χαρακτηριστικά, «παρέχοντας τη δυνατότητα στους εργοδότες να δίνουν τους καλύτερους δυνατούς μισθούς»!
Κάτι παραπάνω ξέρει η φέρελπις υπουργός Δόμνα, αφού είναι… απόλυτα βέβαιο, ότι με το που θα τσεπώσουν το παραδάκι οι καπιταλιστές από τη μείωση των εισφορών, το πρώτο πράγμα που θα σκεφτούν είναι πώς θα αυξήσουν τους μισθούς πείνας των εργατών! Γι’ αυτό τους δίνει τέτοια «δυνατότητα» για αυξήσεις, χωρίς (προς θεού!) να τους τις επιβάλλει, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για την «ανταγωνιστικότητα» της εθνικής οικονομίας! Γι’ αυτό και η αύξηση που «επέβαλε» στον κατώτατο μισθό τελευταία δεν φτάνει ούτε για ένα καφέ την ημέρα.
Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να της αναγνωρίσουμε πως… αγωνιά και για τις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η αυτή μείωση, αν δεν γίνει… προσεκτικά. «Κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μείωσης αντιστοιχεί σε περίπου 400 εκατ. ευρώ μείωση εσόδων για τον ΕΦΚΑ, η οποία επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Γι’ αυτό τον λόγο η υλοποίησή της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους χρειάζεται προσεκτικό χειρισμό».
Ούτε για τα μάτια δεν ανέφερε, βέβαια, πως η… απότομη (έστω) μείωση των εργοδοτικών εισφορών, ενδέχεται να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση των άθλιων ασφαλιστικών παροχών (π.χ. μικρότερες «ανταποδοτικές» συντάξεις για τους εργάτες, λιγότερες παροχές υγείας κλπ).
Η πρόκληση γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, αν σκεφτεί κανείς ότι αυτοί που μειώνουν τις εργοδοτικές εισφορές είναι οι ίδιοι που κατά τα άλλα κόπτονται για τη «βιωσιμότητα» των ταμείων, η οποία τάχα απειλείται από τη «γήρανση του πληθυσμού» και την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης (και της… «υγιούς επιβίωσης»), όπως διατυμπανίζει συνεχώς ο υφυπουργός Π. Τσακλόγλου (δείτε ΕΔΩ και ΕΔΩ), εξαιτίας των οποίων μπαίνουν λιγότερα έσοδα στα Ταμεία, καθώς ζουν περισσότερα χρόνια εκτός παραγωγικού κύκλου οι εργαζόμενοι (τις επιπτώσεις της ανεργίας στην «βιωσιμότητα» τις υποβαθμίζουν όσο μπορούν βέβαια!). Με αποτέλεσμα, να προτείνουν ως «φάρμακο» μέτρα όπως η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και η διευκόλυνση της εργασίας των συνταξιούχων, καθώς και την καθιέρωση του ασφαλιστικού τζόγου στις επικουρικές συντάξεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η μείωση των εισφορών έχει προβληθεί κατά καιρούς και σαν ένα επιπλέον «κίνητρο» προς τους εργοδότες καπιταλιστές, ώστε να μπουν στη ρύθμιση για τα χρέη προς τα Ταμεία (δηλαδή τα κλεμμένα λόγω εισφοροδιαφυγής), οι οποίοι βέβαια στη συνέχεια πληρώνουν μόνο καναδυό δόσεις, φορτώνοντας στο ασφαλιστικό σύστημα τεράστια προβλήματα.
Αντίθετα, δεν υπάρχει ανάλογη «γενναιοδωρία» σε κάποιες κατηγορίες ανέργων ηλικίας 67 έως 74 χρόνων, που δυσκολεύονται να συνταξιοδοτηθούν και για τους οποίους το μόνο που προτείνεται είναι να δουλέψουν σε προγράμματα όπως αυτό των «55 και άνω» που εξήγγειλαν τελευταία, για να συμπληρώσουν τα απαραίτητα ένσημα.
Την ίδια στιγμή, μάλιστα, που σε ανάλογα προγράμματα ανακύκλωσης της ανεργίας (δείτε ΕΔΩ και ΕΔΩ) επιδοτούν κατά 100% όχι μόνο τους μισθούς, αλλά και τις ασφαλιστικές εισφορές των καπιταλιστών εργοδοτών.
Το παραπέρα ξεχαρβάλωμα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, που θα φέρει η μείωση των εργοδοτικών εισφορών, θα σπρώξει κάποιους από τους εργαζόμενους που έχουν να πληρώσουν στη «συμπληρωματική ασφάλιση» των επαγγελματικών ταμείων, στην οποία θα παίξουν κυρίαρχο ρόλο οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες. Μολονότι όλες οι μορφές ιδιωτικής «συμπληρωματικής ασφάλισης» δεν «περπατάνε» (δεν περισσεύουν λεφτά στους εργαζόμενους, ιδιαίτερα μετά τη λαίλαπα των Μνημονίων, που σάρωσε τους μισθούς), οι κυβερνώντες προπαγανδίζουν συνεχώς προς αυτήν την κατεύθυνση, λειτουργώντας σαν κοινοί ασφαλιστικοί πλασιέδες του κεφαλαίου.