«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε στοιχεία για το 2023 που αναφέρονται (α) στο πραγματικό κατά κεφαλή ΑΕΠ (Real GDP per capita) και (β) στο κατά κεφαλή ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (GDP per capita in PPS). Σε ότι αφορά το πρώτο μέγεθος (πραγματικό κατά κεφαλή ΑΕΠ), αυτό λαμβάνει υπόψη τον πληθωρισμό και για το 2023 εμφανίζει την Ελλάδα πρωταθλήτρια αύξησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση με επίδοση 2,5% (από 18.690 ευρώ το 2022 σε 19.150 ευρώ το 2023 σε σταθερές τιμές 2010). Την ίδια χρονιά, το κατά κεφαλή πραγματικό εισόδημα στη Ευρωπαϊκή Ένωση έμεινε στάσιμο (κατ’ ακρίβεια σημείωση οριακή μείωση). Συνολικά, την περίοδο 2019-2023 το πραγματικό κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα αυξάνεται με ρυθμό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (2,1% έναντι 1%), την δε περίοδο που ακολούθησε το ξέσπασμα της πανδημίας (2021-2023) η διαφορά είναι ακόμα μεγαλύτερη (5,9% μέση αύξηση στην Ελλάδα έναντι 3,1% στην Ευρωπαϊκή Ένωση)».
Αυτά αναφέρει Δελτίο Τύπου του Χατζηδάκη και η ερώτηση που προκύπτει μοιραία είναι: πλούτισε η έστω «ανάσανε» ο ελληνικός λαός την τελευταία τετραετία;
Ας δούμε τα στοιχεία της Eurostat, που τόσο πονηρά επέλεξε ο σούπερμαν του νεοφιλελευθερισμού να παρουσιάσει. Αν εξετάσουμε την τετραετία 2019-2023,
το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας κινήθηκε ως εξής: 17.780 € (2019), 16.150 € (2020), 17.600 € (2021) , 18.960 € (2022) και 19.150 € (2023). Αν το συγκρίνουμε με το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ευρωζώνης για τις αντίστοιχες χρονιές, ως ποσοστό είναι 57%, 55% , 57%, 59% και τέλος 60%.
Το «επίτευγμα» είναι ότι η Ελλάδα στο συγκεκριμένο δείκτη είναι πάνω από τις εξής χώρες: Κροατία, Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία και Σλοβακία, κάτι που συμβαίνει διαχρονικά. Μάλιστα αν ανατρέξουμε πίσω χρονικά, βλέπουμε ότι το 2014 και 2015 (χρόνια του… βαθέως Μνημόνιου) η Ελλάδα ήταν πάνω και από την Πορτογαλία. Το αντίστοιχο ποσοστό με το μέσο όρο της ευρωζώνης ήταν 59% και 58% αντίστοιχα.
Επομένως, τι προπαγανδίζει και τι μας αποκαλύπτει ο Χατζηδάκης; Οτι δέκα χρόνια μετά, η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς στην ίδια κατάσταση όσον αφορά το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Εστιάζει μυωπικά σε αυτή την αύξηση από το 59% στο 60% (σε σύγκριση με την ευρωζώνη) ή από το 65% στο 66% (αν συγκριθεί με τις 27 χώρες της ΕΕ).
Οσον αφορά τον… πρωταθλητισμό της Ελλάδας στην αύξηση στην ΕΕ, δεν χρειάζεται να αναλύσουμε πώς δουλεύουν οι μεταβολές: όταν είσαι στον πάτο του βαρελιού, οποιαδήποτε αύξηση φαίνεται πιο εντυπωσιακή. Για να γίνει αντιληπτό, στα «playoff» της αύξησης του συγκεκριμένου δείκτη είναι χώρες που η οικονομία τους «πετάει», όπως η Βουλγαρία, η Μάλτα και η Ρουμανία. Τον τίτλο της πρωταθλήτριας τον παίρνει πάντως η Σερβία, με αύξηση της τάξης του 3,2%. Μάλλον έχει πολλούς βαθμούς μυωπίας ο Χατζηδάκης (Πίνακας 1).
Ας αντιπαραβάλλουμε μια ακόμα στατιστική (από Eurostat και Ελστάτ): Το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό για το 2023 ήταν 26,1% από 26,3% το 2022. Συνολικά, η χρονοσειρά του ποσοστού φαίνεται στο επόμενο Γράφημα. Ο συγκεκριμένος δείκτης προσδιορίζεται από τρεις συνιστώσες: τον κίνδυνο φτώχειας, την υλική και κοινωνική στέρηση και τη χαμηλή ένταση εργασίας.
Ενα νοικοκυριό θεωρείται σε κίνδυνο φτώχειας όταν το διαθέσιμο εισόδημα (έχουν αφαιρεθεί φόροι, εισφορές για κοινωνική ασφάλιση) είναι χαμηλότερο από το 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος. Για να κατηγοριοποιηθεί ένα νοικοκυριό ως νοικοκυριό με υλική και κοινωνική στέρηση πρέπει να στερείται 7 από ένα κατάλογο 13 αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των οποίων είναι: 1) Δυσκολίες ανταπόκρισης στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως ενοίκιο ή δόση δανείου της κύριας κατοικίας, λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος, νερού, αερίου κλπ., δόσεις πιστωτικών καρτών ή δόσεις δανείου για οικοσκευή, διακοπές κ.ά., ή αγορές με δόσεις, 2) Οικονομική αδυναμία για διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, 3) Οικονομική αδυναμία για αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών, 4) Οικονομική αδυναμία για συνάντηση με φίλους/συγγενείς για έναν καφέ/ποτό/γεύμα στο σπίτι τουλάχιστον μια φορά το μήνα. Ο πλήρης κατάλογος μπορεί να βρεθεί στην ιστοσελίδα της ΕΛΣΤΑΤ.
Τέλος, το ποσοστό πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας αναφέρεται στο ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 0-64 που διαβιεί σε νοικοκυριά που τα μέλη τους εργάστηκαν λιγότερο από 20% της συνήθους απασχόλησης κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους.
Αναφέραμε λεπτομερώς τις συνιστώσες του δείκτη για να καταλήξουμε στο Γράφημα 2. Επομένως, η… τρομερή μείωση της τάξης του 0,2% οφείλεται κυρίως στο ότι μειώθηκε το ποσοστό των νοικοκυριών με χαμηλή ένταση εργασίας. Αντιθέτως, παρατηρούμε πως είχαμε πληθυσμιακή αύξηση των ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας κατά 0,1%, ενώ από το 2021 τα νοικοκυριά με υλική στέρηση «φλερτάρουν» με μια «ισορροπία» λίγο κάτω από το 14%.
Αρα, από την συγκεκριμένη στατιστική κρατάμε πως για την περίοδο που πανηγυρίζει ο Χατζηδάκης έχουμε σταθερά πάνω από 2,6 εκατ. πολίτες στο όριο της φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό.
Για να έχουμε μια εικόνα του πώς προπαγανδίζονται τα νούμερα: το μέσο εισόδημα είναι 18.755 ευρώ, ενώ το διάμεσο εισόδημα είναι 10.050. Στο πρώτο εισόδημα, την κατανομή τραβάνε προς τα δεξιά (προς τα πάνω εισοδηματικά) τα εισοδήματα πχ των εφοπλιστών, των βιομηχάνων κτλ. Το δεύτερο νούμερο είναι πιο κοντά στη πραγματικότητα, όσον αφορά μια «μέση» κατάσταση. Μαντέψτε ποιο νούμερο θα ακουστεί σε ένα πάνελ καναλιού.
Το συμπέρασμα είναι το εξής: μια καπιταλιστική οικονομία διέρχεται επαναλαμβανόμενα από τις φάσεις της κρίσης και της ύφεσης, της αναζωογόνησης και της ανόδου. Η ελληνική οικονομία μπορεί να έχει διέλθει από τις δύο πρώτες φάσεις, αλλά η παγιωμένη θέση της στον ιμπεριαλιστικό χάρτη είναι αυτή του ουραγού. Ταυτόχρονα, ακριβώς επειδή είναι ουραγός, δεν μπορεί να ορθώσει «άμυνα» σε καμία κρίση, είτε λέγεται COVID είτε πληθωρισμός-ακρίβεια, γεγονός που μικραίνει συνεχώς την περιοδικότητα των φάσεων.
Επομένως, όποια αναιμική άνοδος ούτε θα οδηγήσει σε μακροημέρευση ούτε πρόκειται να γίνει αισθητή στον εργαζόμενο λαό, αλλά αποκλειστικά στην αστική τάξη. Γι’ αυτό πανηγυρίζουν για τις επενδυτικές βαθμίδες: τι τον νοιάζει τον εργαζόμενο των 900 € η πιστοληπτική αναβάθμιση; Μήπως εκτός από τα 900 € έχει επενδύσει και σε χαρτοφυλάκιο ομολόγων;