Ποιος δε θυμάται τον προεκλογικό καυγά επί της οικονομικής πολιτικής; Ο ΣΥΡΙΖΑ, με το περιβόητο «Ζάππειο» του Τσίπρα, είχε βρει τη μαγική συνταγή για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων που ο ίδιος είχε συμφωνήσει με την τρόικα και είχαν αποτυπωθεί σε απόφαση του Eurogroup. Θα μείωνε, έλεγε, μόνος του τους στόχους από 3,5% σε 2,5%, ενώ παράλληλα θα δημιουργούσε έναν καταπιστευτικό λογαριασμό στον οποίο θα έβαζε κονδύλια ύψους 3% του ΑΕΠ, προερχόμενα από το «μαξιλάρι» διαθεσίμων που έχει σχηματίσει το ελληνικό κράτος, ώστε οι δανειστές να είναι σίγουροι ότι σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να χαθεί το 3,5% που έχει συμφωνηθεί. Φυσικά, όλο αυτό ήταν μια προεκλογική παπάρα. Γράφαμε κι εμείς τότε, ότι οι Τσιπραίοι μπερδεύουν σκόπιμα το λεγόμενο πρωτογενές πλεόνασμα με τα διαθέσιμα του ελληνικού κράτους, τα οποία προέρχονται από δανεισμό και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τίποτ' άλλο εκτός από την κάλυψη δανειακών αναγκών στην περίπτωση που ο δανεισμός από τις «αγορές» θα είναι δυσβάσταχτος.
Ο Μητσοτάκης απαντούσε ότι αυτά είναι προεκλογικές ανοησίες του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είχαν την έγκριση της Κομισιόν (σ' αυτό δεν είχε άδικο), και αντέτεινε πως αυτός θα εκτελέσει άριστα τον προϋπολογισμό του 2019 που κληρονόμησε από τους συριζαίους, θα καταρτίσει τον προϋπολογισμό του 2020 με πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και μετά, έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη των εταίρων και δανειστών για τις άριστες διαχειριστικές του ικανότητες, θα τους πείσει να μειώσουν τα πρωτογενή πλεονάσματα για το 2021 και το 2022.
Αυτό το αφήγημα (στην κυριολεξία) του Μητσοτάκη στηριζόταν στην πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,8% το 2020 και 4% τα επόμενα χρόνια. Ηρθε πρώτο το ΔΝΤ να προσγειώσει τις προσδοκίες, μιλώντας για ανάπτυξη 2% το 2020 και πτώση στο 0,9% τα επόμενα χρόνια. Αλλά και η Κομισιόν στις φθινοπωρινές προβλέψεις της προβλέπει ανάπτυξη 2,3% το 2020 και 2% το 2021, πολύ κάτω από τις προβλέψεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οπότε το πράγμα… δυσκολεύει. Γι' αυτό δεν ακούμε πλέον φιλολογία για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από κυβερνητικής πλευράς. Το πήρε χαμπάρι και ο Τσακαλώτος και προκάλεσε ξανά την κυβέρνηση με το προεκλογικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ: γιατί δεν εφαρμόζετε το δικό μας σχέδιο για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων;
Μετά από καιρό, ο Μητσοτάκης μίλησε για την ανάγκη να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,5% ή και στο 2% του ΑΕΠ από το 2021, στη συνέντευξή του στην ιταλική «Κοριέρε ντε λα Σέρα», προκειμένου να απελευθερωθεί «δημοσιονομικός χώρος» ύψους 2 δισ. ευρώ, ώστε η κυβέρνηση να μπορέσει να προχωρήσει στις φοροελαφρύνσεις που έχει υποσχεθεί προεκλογικά. Αναφέρθηκε ακόμα σε αλλαγή των δεδομένων στην ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, καθώς το κόστος δανεισμού του ελληνικού κράτους έχει μειωθεί και η ανάπτυξη αναμένεται πολλαπλάσια εκείνης που είχε ληφθεί υπόψη το 2018, όταν έγιναν οι παραδοχές για την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και αποφασίστηκε το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ομως, το μεν κόστος δανεισμού είναι ένα ευμετάβλητο μέγεθος (για παράδειγμα, ήδη τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων έχουν πάρει ανοδική τροχιά, μετά τη μεγάλη πτώση του διμήνου Αυγούστου-Σεπτέμβρη, γεγονός που -όπως έχουμε γράψει σε προηγούμενο φύλλο- συνδέεται καθαρά με το κερδοσκοπικό παιχνίδι των ραντιέρηδων στα διεθνή χρηματιστήρια και χρηματαγορές), η δε πολλαπλάσια ανάπτυξη βρίσκεται μόνο στα χαρτιά που καταθέτει η κυβέρνηση Μητσοτάκη και όχι στις προβλέψεις που κάνουν η Κομισιόν και το ΔΝΤ, που θεωρούνται ως η μόνη έγκυρη βάση για τη λήψη αποφάσεων από το Eurogroup. Γι' αυτό και μέχρι στιγμής ο Μητσοτάκης εισπράττει την παρασκηνιακή άρνηση των ιμπεριαλιστών της ΕΕ και δεν τολμά να υποβάλει κανένα επίσημο αίτημα (πηγαίνει και λέει τον πόνο του στον Κόντε που είναι… ομοιοπαθής και δεν μπορεί ν' ασκήσει καμιά επιρροή στο γερμανογαλλικό άξονα).
Οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές λαμβάνουν υπόψη και το «λαχάνιασμα» ολόκληρης της Ευρωζώνης, που το 2019 θα σημειώσει ανάπτυξη 1,5% (η οποία αναθεωρείται από τρίμηνο σε τρίμηνο προς τα κάτω), ενώ το 2020 προβλέπουν «ανάκαμψη» το δεύτερο εξάμηνο, ώστε να πιάσουν ένα 1,7% σε ετήσια βάση. Δεν μπορούν να δεχτούν, λοιπόν, ότι ο ελληνικός καπιταλισμός -παρά τη μεγάλη πτώση ΑΕΠ που υπέστη την περασμένη δεκαετία- θα αποτελέσει μια αναπτυξιακή όαση σ' ένα δυσμενές ευρωπαϊκό περιβάλλον. Γι' αυτό και δεν μπαίνουν σε καμιά συζήτηση για μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2021 και του 2022.
Την περασμένη βδομάδα, ο Βάλντις Ντομπρόφσκις (αντιπρόεδρος στην Κομισιόν του Γιούνκερ και σ' αυτήν της Φον ντερ Λάιεν) και όταν ρωτήθηκε σχετικά απάντησε ότι το υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια και θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Και αμέσως εξήγησε: «Οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα βασίζονται στην ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους, άρα αν δούμε ξεκάθαρα θετικές τάσεις στην ανάλυση αυτή, θα μπορούσα να φανταστώ ότι αυτό θα φανεί και στους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων». Τα πάντα παραπέμπονται σ' ένα απροσδιόριστο μέλλον κι αν δε γίνει τίποτα το πρώτο εξάμηνο του 2020, θα μείνει άθικτος ο στόχος του 3,5% για το 2021 και ο Κούλης θα μπορεί να ελπίζει (η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία) για το 2022. Θα ήθελε, βέβαια, ν' ανοίξει έστω η συζήτηση το πρώτο τρίμηνο του 2020, για να μπορεί να πάει κάποια στιγμή σε πρόωρες εκλογές ώστε να «κάψει» την απλή αναλογική. Ομως, ακόμα κι αυτό φαίνεται εξαιρετικά χλωμό αυτή τη στιγμή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές δεν επιτρέπουν ούτε την αλλαγή της χρήσης των κερδών από ομόλογα του ελληνικού κράτους, που αποκόμισαν η ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες των κρατών της ευρωζώνης. Μέχρι στιγμής έχουν επιστραφεί τα μισά από αυτά τα ποσά (βάσει της συμφωνίας που έχουν κλείσει οι συριζαίοι και προβλέπει τμηματική επιστροφή, αφού προηγηθεί έκθεση συμμόρφωσης από την τρόικα, στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής σκληρής επιτροπείας), ενώ απομένουν άλλα 1,2 δισ. ευρώ. Εχει επιτραπεί να χρησιμοποιηθεί τμήμα του «μαξιλαριού» για την πρόωρη εξόφληση τμήματος των δανείων από το ΔΝΤ, όμως οι επιστροφές από τα κέρδη των ομολόγων δεν επιτρέπεται να γραφτούν στον προϋπολογισμό ως έσοδα, γεγονός που θα είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει ο «δημοσιονομικός χώρος».
Ο Κούλης έχει κανονίσει να κάνει μια βίζιτα στη Λαγκάρντ στις 17 Δεκέμβρη (θα γίνει αποχαιρετιστήριο δείπνο για το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ που αποχωρεί), όμως δεν είναι η Λαγκάρντ αυτή που θα αποφασίσει. Οχι επειδή είναι φρέσκια στο ευρωσύστημα, ούτε γιατί η ΕΚΤ -επί Ντράγκι- έχει περιοριστεί μόνο στον έλεγχο των τραπεζικών ζητημάτων και δεν ασχολείται με τη δημοσιονομική πολιτική (ο εκπρόσωπός της στην τρόικα για την Ελλάδα το διευκρινίζει πλέον σε κάθε ανακοινωθέν), αλλά γιατί οι αποφάσεις περνούν πρώτα από το Βερολίνο και μετά από το Παρίσι. Και ειδικά το Βερολίνο αυτή την περίοδο έχει άλλα ζητήματα να ασχοληθεί, καθώς η γερμανική οικονομία ακολουθεί πτωτική τροχιά, το δε πολιτικό σύστημα της χώρας κατατρύχεται από αστάθεια και αβεβαιότητα.
Τελευταία Νέα :
- Το μαρτύριο της υπερεφημέρευσης των γιατρών μπορεί και πρέπει να τελειώσει
- Μακάμπι Τελ Αβίβ – Παλαιστινιακή Αντίσταση, σημειώσατε 2
- Περιπτωσιολογία, φληναφήματα, αβαθής υπεράσπιση της σταλινικής περιόδου και του Στάλιν
- Σαν σήμερα 27 Δεκέμβρη
- Δημόσια Παιδεία με χορηγίες καπιταλιστών, απογείωση ανισοτήτων με το International Baccalaureate και άλλες υπερεξουσίες στους διευθυντές-μάνατζερ
- Γιατί να μη γίνει ένας μαραθώνιος αγάπης;