Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Αμπντουλάχ Γκιουλ, ο συνιδρυτής του κυβερνώντος ΑΚP, που μπήκε στο ψυγείο από τον Ερντογάν, το σκεφτόταν να κατέβει υποψήφιος πρόεδρος απέναντι από τον άλλοτε «αδελφό» του, όπως του πρότειναν κάποιοι από την αντιπολίτευση. Αν δεν το σκεπτόταν, θα διέψευδε από την πρώτη στιγμή τις σχετικές φήμες. Το έκανε με καθυστέρηση, αφού προηγουμένως έκανε μια δημόσια εμφάνιση στο πλευρό του ηγέτη του Κόμματος της Ευτυχίας Τεμέλ Καραμολάογλου.
Μπορεί κανείς να εικάσει γιατί ο Γκιουλ κάθησε και πάλι σούζα μπροστά στον Ερντογάν, όπως και τότε που τον περιθωριοποίησε. Προφανώς, ο Ταγίπ εφέντης «κρατάει» γερά τους πρώην συνεργάτες του. Εχει στα χέρια του εδώ και χρόνια τον κρατικό μηχανισμό και σε κάποιο ασφαλές ερμάριο έχει κλειδωμένα τα στοιχεία που μπορούν να στείλουν τον κάθε Γκιουλ σε μια ατιμωτική φυλάκιση. Μάλιστα, φρόντισε να εξασφαλίσει την πολιτική απραξία του Γκιουλ με έναν ατιμωτικό για τον τελευταίο τρόπο. Τον Γκιουλ επισκέφτηκαν στο σπίτι του ο αρχηγός του γενικού επιτελείου στρατηγός Χουλουρί Ακάρ και ο εκπρόσωπος της προεδρίας Ιμπραχίμ Καλίν. Και τον «έπεισαν» να μη θέσει υποψηφιότητα.
Για την τουρκική πολιτική σκηνή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η σύνθεση του δίδυμου που «μετέπεισε» τον Γκιουλ. Ο εκπρόσωπος του Ερντογάν και ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων. Συμπέρασμα: ο στρατός είναι με τον Ερντογάν και όχι με τους πολιτικούς του αντιπάλους. Οχι με την αντιπολίτευση του CHP που -τουλάχιστον στα λόγια- εκπροσωπεί την κεμαλική παράδοση, θεματοφύλακας της οποίας υποτίθεται πως ήταν και είναι ο στρατός. Η επίσκεψη «ισοδυναμεί με επέμβαση του στρατού στα πολιτικά πράγματα» σχολίασε η κεμαλική «Χουριέτ». «Πρόκειται για πραξικοπηματική ενέργεια, για μια προσπάθεια να σχεδιαστούν οι πολιτικές εξελίξεις από τα χέρια του στρατού» κλαψούρισε ο εκπρόσωπος του CHP Μπουλέντ Τεζτζάν. Και συμπλήρωσε: «Με αυτή την επίσκεψη, το πολιτικό πραξικόπημα της 20ής Ιουλίου φόρεσε στολή».
Στην πραγματικότητα, όλοι αυτοί δεν κόπτονται για τη δημοκρατία. Κλαψουρίζουν καθώς συνειδητοποιούν ότι ο στρατός έχει επιλέξει τον Ερντογάν και όχι αυτούς. Ο στρατός είναι η «μεγάλη δύναμη» στην Τουρκία. Αντλεί τη δύναμή του όχι μόνο από τα όπλα, αλλά και από το τεράστιο δίκτυο καπιταλιστικών επιχειρήσεων που διαθέτει.