Το 2012 ήταν ο υποψήφιος της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας για την καγκελαρία. Ηττήθηκε και οι σύντροφοί του τον υποχρέωσαν να παραιτηθεί απ' όλα τα κομματικά αξιώματα, για να βαδίσουν στη συνέχεια προς την κυβερνητική συνεργασία με τη χριστιανοδημοκρατία των Μέρκελ-Σόιμπλε, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να του δώσουν ένα από τα πρωτοκλασάτα υπουργεία (Οικονομίας, Εξωτερικών) που θα έπαιρνε το κόμμα τους στον «μεγάλο συνασπισμό». Ετσι, ο Πέερ Στάινμπρουκ, ο άνθρωπος που είχε διανύσει μια φιλόδοξη καριέρα (υπουργός σε ομοσπονδιακά κρατίδια και πρωθυπουργός στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, καθώς και ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομίας), ο θεωρούμενος ως η αυθεντία του SPD στα οικονομικά, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την πολιτική του καριέρα.
Επειδή, όμως, «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή», ο Στάινμπρουκ αποφάσισε ν' αλλάξει δουλειά και από πολιτικός πρώτης γραμμής να γίνει παρουσιαστής σατιρικού τηλεοπτικού σόου. Αντί, όμως, να περιοριστεί να «προμοτάρει» την εκπομπή του, αυτός άρχισε να γυρίζει τα γερμανικά τηλεοπτικά κανάλια και να εξαπολύει πυρά κατά του Σουλτς, παίρνοντας μ' αυτόν τον τρόπο την εκδίκησή του για τον παραγκωνισμό του από τη λεγόμενη αριστερή πτέρυγα του SPD, η οποία του χρέωσε την ευθύνη της εκλογικής ήττας με το επιχείρημα ότι λειτούργησε όχι ως σοσιαλδημοκράτης αλλά ως δεξιός πολιτικός, με αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι να επιλέξουν την ορίτζιναλ Δεξιά της Μέρκελ.
«Οι ψηφοφόροι κουράστηκαν και βαρέθηκαν από υπερπροβεβλημένους πολιτικούς του κατεστημένου, που φοβούνται να τεντώσουν το σβέρκο τους» λέει ο Στάινμπρουκ, φωτογραφίζοντας τον Σουλτς και το υποτιθέμενο αριστερό του πρόγραμμα, που είναι υπερβολικά εστιασμένο στα κοινωνικά ζητήματα, παρουσιάζοντας έλλειμμα στα ζητήματα του μέλλοντος, με αποτέλεσμα -όπως λέει- το κόμμα να μοιάζει με «μωρά που κλαψουρίζουν».
Σε άλλη περίσταση, οι επιθέσεις του Στάινμπρουκ κατά του Σουλτς ενδεχομένως να αντιμετωπίζονταν ως γραφικές, όμως πάνω στην άψη της προεκλογικής περιόδου και μετά από τρεις συντριπτικές ήττες σε επίπεδο κρατιδίων, οι σοσιαλδημοκράτες αιμορραγούν και ο Στάινμπρουκ όχι μόνο δε βοηθάει να επιδέσουν τα τραύματά τους, αλλά ρίχνει αλάτι πάνω στις ανοιχτές πληγές. Μπορεί ο Σουλτς να προσπαθεί να παραστήσει τον αντισυμβατικό («δεν πρόκειται να φορέσω κομψά κοστούμια και μοντέρνα γυαλιά, όπως με συμβουλεύουν κάποιοι», έλεγε σε κομματική συγκέντρωση την περασμένη Κυριακή) και να εξακολουθεί να υπόσχεται «μαζικές επενδύσεις» στην εκπαίδευση και τις υποδομές, ότι θα περάσει νόμους που θα δίνουν το δικαίωμα σε πλήρη εργασία και ότι θα κλείσει το κενό στην αμοιβή της δουλειάς ανδρών και γυναικών, όμως το πιο πρόσφατο γκάλοπ του δίνει μόνο 25%, δεκατρείς μονάδες κάτω από τη Μέρκελ.
Αυτό συμβαίνει γιατί η Μέρκελ δεν υπολείπεται σε «συγκεκριμένες» προεκλογικές υποσχέσεις. Στη βιντεοσκοπημένη εμφάνιση που κάνει κάθε βδομάδα, ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει 7 δισ. ευρώ σε έξτρα χρηματοδοτήσεις για τα εκπαιδευτικά προγράμματα των τοπικών κυβερνήσεων. Ακολουθεί, δηλαδή, κατά πόδας την προεκλογική δημαγωγία των σοσιαλδημοκρατών και κάνει ρελάνς, έχοντας υπέρ της την εντύπωση της «αξιόπιστης πολιτικού», που έχουν γι' αυτήν οι γερμανοί ψηφοφόροι.








