Από την περασμένη Δευτέρα, η αστική πολιτική χορεύει στο ρυθμό της γραβατολογίας. Το Eurogroup δεν έδωσε λύση για το χρέος, μολονότι ο Τσίπρας τη θεωρούσε σίγουρη και είχε πει πως θ' αναγκαστεί να φορέσει γραβάτα. Τι θα λένε, όμως, αυτοί οι ίδιοι μετά από περίπου τρεις εβδομάδες, όταν θα υπάρξει συμφωνία για το χρέος και ο Τσίπρας ενδεχομένως μοστράρει με μια γραβάτα «σκέτη παλαμίδα», που έλεγε και το παλιό σκετσάκι του Κλυνν; Τότε ασφαλώς θα το γυρίσουν στο περιεχόμενο της συμφωνίας για το χρέος (που θα είναι αέρας κοπανιστός με άρωμα μνημονιακής επιτροπείας για δεκαετίες), ενώ ο Τσίπρας θα δείχνει τη γραβάτα για να πείσει ότι πέτυχε την οριστική λύση στο μέγα πρόβλημα του δημόσιου χρέους.
Στην πραγματικότητα, όλοι παίζουν θέατρο, με καθορισμένους ρόλους. Κι ο καθένας προσπαθεί να «κλέψει» την παράσταση. Ο Τσίπρας και η παρέα του έχουν καθιερώσει ένα στιλ. Λένε αβέρτα-κουβέρτα τα πιο χοντρά ψέματα, με τον πιο αδίστακτο τρόπο, ακόμα κι όταν ξέρουν ότι θα διαψευστούν σε λίγες μέρες. Ποντάρουν στο ότι τόσα πολλά ψέματα είναι δύσκολο να συζητηθούν και να διαλευκανθούν ένα προς ένα. Κάποια θα ξεχαστούν, κάποια άλλα θα χάσουν τη δύναμή τους, στο τέλος όλοι θα έχουν συνηθίσει ότι αυτή η κυβέρνηση έτσι πολιτεύεται και δε θα δίνουν και τόσο μεγάλη σημασία στα ψέματα που επιδιώκουν να κερδίσουν στιγμιαίες εντυπώσεις. Τζάμπα νομίζετε ότι «λυσσάει» ο Πρετεντεράκος και τους αποκαλεί «παθολογικούς ψεύτες», εξηγώντας ότι «παθολογικός είναι ο ψεύτης που πιστεύει στα ψέματά του»; Ξέρει πολύ καλά ότι δεν πιστεύουν στα ψέματά τους, αλλά αυτή είναι η τακτική τους. Και λυσσάει επειδή ξέρει ότι απέναντι σ' αυτή την τακτική δεν έχει αντίδοτο. Αυτός και ο Μητσοτάκης, που στηρίζει με όλες του τις δυνάμεις, δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο, γιατί βρίσκονται στην αντιπολίτευση και όχι στην κυβέρνηση.
Η ιστορία με τη γραβάτα του Τσίπρα έχει ως εξής. Τη μέρα που ψηφιζόταν το τέταρτο Μνημόνιο, ο Τσίπρας αναζήτησε τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες και έστησε μαζί τους κουβεντούλα (οι δημοσιογράφοι του αστικού Τύπου, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, όταν τους μιλάει ο πρωθυπουργός στέκονται σούζα και τον ακούνε μαγεμένοι, θεωρώντας ότι εκείνη τη στιγμή… βγάζουν ειδήσεις). Τους είπε, λοιπόν, ότι «τα μηνύματα που παίρνω είναι ότι θα έχουμε θετική έκβαση στις 22 Μαΐου».
Και συμπλήρωσε, για να δώσει μεγαλύτερο βάρος στα λόγια του: «Πρέπει να σας πω ότι αυτά που ακούγονται είναι τόσο θετικά που δυσκολευόμαστε και να τα πιστέψουμε. Είναι too good to be true. Σε τέτοιο βαθμό που θα με αναγκάσουν να φορέσω και γραβάτα δηλαδή». Τους είπε ακόμα πως, αν πάνε όλα καλά, «θα έχουμε ένα τσουνάμι επενδυτικό». Και τους αποκάλυψε… συνωμοτικά, πως μόλις γύρισε από το Πεκίνο τηλεφώνησε στη Μέρκελ επειδή ανησυχούσε ότι η καγκελάριος έχει αφήσει τη διαχείριση του ζητήματος του χρέους αποκλειστικά στον Σόιμπλε, όμως η Μέρκελ τον διαβεβαίωσε ότι τη διαχείριση την έχει και η ίδια, ότι είναι «on board»!
Φυσικά, όλα αυτά ήταν ένα παραμύθι, που το είπε ο ίδιος ο Τσίπρας για να του δώσει κύρος. Αλλο να μιλάει ο κάθε υπουργίσκος, άλλο να μιλάει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Τι το ήθελε αυτό το παραμύθι ο Τσίπρας; Πρώτο για να το μάθουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που σε λίγη ώρα θα ψήφιζαν το τέταρτο Μνημόνιο. Οχι ότι ανησυχούσε για την ψήφο τους, αλλά με ένα καλό ντοπάρισμα θα έδειχναν μεγαλύτερη χαρά καθώς θα εκφωνούσαν το «ναι σε όλα». Δεύτερο, για να δώσει τίτλους στις φυλλάδες την επόμενη μέρα και στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ την ίδια μέρα. Οι τίτλοι και οι αναφορές στην αισιοδοξία του πρωθυπουργού, θα λειτουργούσαν σαν αντίβαρο στη φιλολογία για το τέταρτο Μνημόνιο. Θα μπορούσαν ακόμα και να την υπερσκελίσουν την επόμενη μέρα, μιας και τα σχετικά με το τέταρτο Μνημόνιο είχαν ήδη «παίξει» αρκετά, ενώ η… γραβάτα, η σιγουριά και η αισιοδοξία του Τσίπρα ήταν φρέσκια «είδηση».
Το ότι έλεγε εν πλήρει συνειδήσει ψέματα είναι παραπάνω από σίγουρο. Ηξερε πολύ καλά ότι τουλάχιστον στο Eurogroup στις 22 Μάη δε θα παιρνόταν απόφαση για το χρέος. Οι πάντες το έλεγαν αυτό δημόσια και ο ίδιος ο Τσίπρας είχε σίγουρα καλύτερη ενημέρωση. Οπως ψέματα έλεγε και για το περιεχόμενο της τηλεφωνικής επικοινωνίας του με τη Μέρκελ (ο ίδιος ο εκπρόσωπος της γερμανίδας καγκελαρίου τον είχε «αδειάσει» μεγαλοπρεπέστατα την ίδια μέρα). Οταν, όμως, έχεις υιοθετήσει αυτό το γκεμπελίστικο στιλ («λέγε τα πιο χοντρά ψέματα, στο τέλος κάτι θα μείνει»), δε διστάζεις να πλασάρεις μια ψεύτικη ιστορία με ημερομηνία λήξης σε λίγες μέρες (Πέμπτη έκανε τις «άτυπες» δηλώσεις ο Τσίπρας, Δευτέρα συνεδρίαζε το Eurogroup).
Ο Τσίπρας εξακολουθεί να έχει ένα πλεονέκτημα έναντι των μνημονιακών πολιτικών του αντιπάλων. Ο,τι και να πουν, δεν είναι καλύτεροι απ' αυτόν. Αποδεδειγμένα, μάλιστα, καθώς έχουν κυβερνήσει, έχουν ψηφίσει Μνημόνια και εφαμοστικούς νόμους. Πώς να πείσουν, λοιπόν, στην κριτική τους προς την κυβέρνηση; Γι' αυτό και η προπαγάνδα των συριζαίων παίρνει πλέον το χαρακτήρα του «εσείς είστε χειρότεροι από εμάς». Δηλαδή, καλλιεργεί τη μοιρολατρία του μικρότερου κακού. Αυτό δε σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανακάμψει και θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές (όποτε κι αν γίνουν), αλλά ότι θα εξακολουθήσει να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, αφού Κούλης, Φώφη και σία δεν μπορούν (ούτε θα ήθελαν) να δημιουργήσουν λαϊκό ρεύμα με αίτημα την πτώση της κυβέρνησης.
Είναι χαρακτηριστική η εικόνα στην κοκορομαχία Τσίπρα-Κούλη την τελευταία μέρα της κοινοβουλευτικής συζήτησης του τέταρτου Μνημόνιου. Ο Τσίπρας ψήφιζε τέταρτο Μνημόνιο και ο Κούλης δεν μπορούσε να τον «πατήσει κάτω». Περιορίστηκε σε προσωπικές επιθέσεις, με στόχο να ξαναθυμίσει τα ψέματα του Τσίπρα πριν γίνει πρωθυπουργός. Εχτισε ολόκληρη την παρέμβασή του σ' αυτό που όλος ο κόσμος ξέρει. Δεν είπε κουβέντα ενάντια στους ιμπεριαλιστές δανειστές και την τρόικα. Δεν είπε κουβέντα ενάντια στη μνημονιακή πολιτική γενικά. Και κυρίως, δεν είπε κουβέντα για το τι θα κάνει αυτός όταν γίνει πρωθυπουργός. Με μεγάλο ζόρι βγήκε από το στόμα του η λέξη «επαναδιαπραγμάτευση», και μάλιστα ως επιδίωξη, όχι με σιγουριά. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που δήλωνε ο Δένδιας την περασμένη Τετάρτη, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη: «Η ΝΔ ούτε τάζει, ούτε υπόσχεται, ούτε σκίζει μνημόνια. Λέει τι μπορεί να κάνει και εξηγεί και τι δεν μπορεί να κάνει. Η ΝΔ λέει ότι θα σεβαστεί τους στόχους αλλά όχι τα μέτρα και τα μέσα. Λέει ότι θα προσπαθήσει να τα ξανασυζητήσει και να τα αλλάξει».
Οταν έχει απέναντί του τέτοιους αντιπάλους, ο Τσίπρας καταφέρνει να βγει ατσαλάκωτος από μια κοινοβουλευτική συζήτηση που έχει γενικευμένο χαρακτήρα (περί μνημονιακής πολιτικής). Παίρνει την πάσα της προσωπικής αντιπαράθεσης που του δίνει ο Μητσοτάκης και πετάει τη μπάλα στα ουράνια. Γιατί ο Μητσοτάκης είναι… ένοχος και μόνο επειδή είναι ένας Μητσοτάκης (γιος του Κώστα και αδερφός της Ντόρας), ενώ και κατά την υπουργική του θητεία επί Σαμαροβενιζέλων επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο στις απολύσεις, που τις έκανε με νεοφιλελεύθερο ζήλο και έδειχνε ότι τις φχαριστιέται κιόλας. Ενώ ο Τσίπρας παίρνει ύφος Νίκου Ξανθόπουλου και δηλώνει ότι αναγκάζεται να σηκώσει τα βάρη που του φόρτωσαν ο Μητσοτάκης και οι άλλοι. Κι άμα λάχει, κάνει μια φορά ακόμα την… αυτοκριτική του για τις «αυταπάτες» που είχε όταν έγινε πρωθυπουργός.
Ετσι εξελίσσεται και θα εξακολουθήσει να εξελίσσεται η πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Αποπροσανατολιστικά, μακριά από την ουσία, με μοναδικό στόχο την αλλαγή των συσχετισμών και όχι την αλλαγή πολιτικής.








