Κι όμως, η υπ' αριθμόν ένα είδηση από τη συνεδρίαση της Βουλής για την έγκριση του ξεπουλήματος του Ελληνικού θα έπρεπε να είναι η αναβίωση της ευρείας μνημονιακής συνεργασίας του καλοκαιριού του 2015. ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, με την προσθήκη και του Λεβέντη, σήκωσαν τα χεράκια και ψήφισαν το ξεπούλημα όχι μόνο του χώρου του πρώην αεροδρόμιου, αλλά και ολόκληρου του παραλιακού μετώπου σε μια κοινοπραξία αεριτζήδων καπιταλιστών, στην πρώτη γραμμή της οποίας εμφανίζεται ο όμιλος Λάτση.
Υπήρχαν, βεβαίως αλλαγές στο ντεκόρ. Στην καρέκλα του προέδρου δεν καθόταν η Κωνσταντοπούλου για να τους καψονάρει και να τους αναγκάσει να ξενυχτήσουν. Και στα βουλευτικά έδρανα δεν κάθονταν ο Λαφαζάνης και οι φίλοι του για ν' αναγκάσουν τους βουλευτές της μνημονιακής αντιπολίτευσης να στηρίξουν την κυβερνητική πλειοψηφία. Ξέροντας πως οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα ψηφίσουν χωρίς εντάσεις και χωρίς απώλειες και αυτό το έκτρωμα, οι βουλευτές της μνημονιακής αντιπολίτευσης είχαν όλη την άνεση να βγάλουν το άχτι τους.
«Αν είναι να υπογράψω εγώ το Ελληνικό καλύτερα ας ψηφίσουν τον Σαμαρά». Με αυτή τη χαρακτηριστική φράση του Τσίπρα, την εποχή που ήταν επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ξεκίνησε την τοποθέτησή του στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Μπουμπούκος, αφιερώνοντας το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του για να υπενθυμίσει με δηκτικό τρόπο στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αυτά που έλεγαν όταν εμφανίζονταν ως σφόδρα αντίθετοι προς το ξεπούλημα του Ελληνικού και μιλούσαν ακόμα και για στήσιμο ποινικών δικαστηρίων έτσι και η συγκυβέρνηση των Σαμαροβενιζέλων τολμούσε να προχωρήσει. Καλά διαβασμένος ο Μπουμπούκος, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι η αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου παραδέχεται ότι η διαδικασία του διαγωνισμού από το 2011 έγινε με κρυστάλλινο τρόπο.
«Επί 18 μήνες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μιλούσαν για το σκάνδαλο των σκανδάλων. Κι αύριο θα το ψηφίσετε. Κάνατε τους προοδευτικούς πολίτες να ντρέπονται με όσα λέγατε. Γίνατε οι καλύτεροι πελάτες της ΝΔ και του Γεωργιάδη», έλεγε ο πασόκος Κωνσταντινόπουλος.
Ακόμα και ο χορός των θρηνούντων συριζαίων απήγγειλε άλλα λόγια σε σχέση με πέρυσι το καλοκαίρι που κατήγγελλε πραξικοπήματα, εκβιασμούς με το πιστόλι στον κρόταφο και άλλα τέτοια ηρωικά. Επειδή η τρόικα καραδοκεί, ενώ στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο καταγράφουν κάθε λέξη που λέγεται και τους την «κοπανάνε» κάποια στιγμή, λέγοντάς τους αυστηρά ότι δεν έχουν «ενστερνιστεί» όλοι και στον ίδιο βαθμό το Μνημόνιο, ανετέθη ο ρόλος του κορυφαίου του χορού στον φιλόσοφο (λέμε τώρα) Μπαλτά, ο οποίος ανέλαβε να εξηγήσει θεωρητικά γιατί το ξεπούλημα του Ελληνικού είναι ένα… μεταβατικό στάδιο στο… δημοκρατικό δρόμο για το σοσιαλισμό! Σαν να λέμε, Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν, Μπαλτάς…
Κατά τον Μπαλτά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει κωλοτούμπες, αλλά αναγνωρίζει τις ήττες, συμβιβάζεται, αλλά «αυτό δεν σημαίνει ότι μετά την ήττα και συνεχίζοντας τον ίδιο δρόμο, λέμε άλλα απ’ αυτά που λέγαμε πριν επί της ουσίας»!
Αφού ανέλυσε τον «ελληνικό δρόμο προς το σοσιαλισμό», ο… φιλόσοφος υπουργός εξήγησε πως «οι επενδύσεις δεν είναι κάτι το οποίο εμάς, εντός καπιταλισμού και υπό τις παρούσες συνθήκες, μας βρίσκει αντίθετους». Ετσι, οφείλουμε όλοι να αντιληφθούμε πως μετά από 100 χρόνια (τότε δηλαδή που θα λήξει η σύμβαση παραχώρησης του Ελληνικού και του παράκτιου μετώπου), θα έχει συντελεστεί… ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός σύμφωνα με τον… ελληνικό δρόμο. Νωρίτερα από τα 100 χρόνια αποκλείεται. Το είπε ο φιλόσοφος υπουργός: «Εάν έχετε την εντύπωση ότι όταν αλλάξουν οι συσχετισμοί και δυναμώσουμε θα πάρουμε πίσω αυτά που λέμε σήμερα για αυτήν την επένδυση, μην το λέτε. Τιμούμε την υπογραφή μας. Θα τιμήσουμε τις υπογραφές μας. Από εκεί και πέρα θα διευκολύνουμε τους επενδυτές».
Το είχε διευκρινίσει και ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Ουρσουζίδης προκαλώντας στους δεξιούς γέλια που ήταν τόσο ηχηρά ώστε τα κατέγραψαν οι πρακτικογράφοι της Βουλής: «Το ακίνητο δεν πωλείται υπό την έννοια ότι μεταβιβάζεται σε κάποιον τρίτο. Το ακίνητο παραχωρείται για ενενήντα εννέα χρόνια, εκ των οποίων τα είκοσι πέντε χρόνια αφορούν στην πλήρη ανάπτυξη του έργου και όταν περάσουν τα ενενήντα εννέα χρόνια, επιστρέφει στο ελληνικό δημόσιο το 70% του συνόλου των ακινήτων και της γης που αναλογεί σ’ αυτά και παραμένει στην ιδιοκτησία του επενδυτή μόνο το 30% της επένδυσης και ό,τι αντιστοιχεί σε γη»!
Ομως, όπως τα σόου στο νεοϋορκέζικο θέατρο Apollo δεν τελείωναν αν δεν τραγουδούσε η χοντρή κυρία, έτσι και το κοινοβουλευτικό σόου για το Ελληνικό δε θα μπορούσε να τελειώσει χωρίς την παρέμβαση του κυρ-Αλέκου του Φλαμπουράρη, που έχει το χάρισμα να λέει με απλό λαϊκό τρόπο (σχεδόν καφενειακού επιπέδου) τα πιο σοβαρά πράγματα, εκλαϊκεύοντας τα πιο σύνθετα θεωρητικά ζητήματα. Ενώ ο Μπαλτάς μιλούσε για τον ελληνικό δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, ο κυρ-Αλέκος μιλούσε για… το δρόμο προς την παραλία, κατακεραυνώνοντας την αντιπολίτευση: «Δεν έχει, δηλαδή, κοινωνικό χαρακτήρα το ένα χιλιόμετρο ανοιχτό στη θάλασσα; Ανοιχτό σημαίνει -και είναι σαφές αυτό γραμμένο και δεν παραφράζεται- ότι δεν θα έχει κτίρια. Μπορεί να έχει πολυθρόνες, μπορεί να έχει ένα beach bar, αλλά θα είναι ανοιχτό»! Από τόσα χιλιό-μετρα παραλιακού μετώπου θα μείνει ανοιχτό μόνο ένα χιλιόμετρο (κι αυτό θα γεμίσει μπιτσόμπαρα και ξαπλώστρες) και γι' αυτό το ένα χιλιόμετρο θα πρέπει να ευχαριστούμε τον κυρ-Αλέκο και την παρέα του και όχι να γκρινιάζουμε.
Για τον κυρ-Αλέκο τα πράγματα είναι καθαρά: «Εδώ και χρόνια λέμε ότι είμαστε εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων, αλλά είμαστε υπέρ της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας». Και είναι μπούρδες αυτά που έλεγε ο Μπαλτάς για ήττες και συμβιβασμούς στο δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό. Νίκη είναι, όχι ήττα. Να γιατί: «Οταν ζούμε σε μια περίοδο με ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, με εργασιακές σχέσεις τετραώρων, διώρων κλπ., όταν ζούμε σε μια περίοδο που η λιτότητα είναι αυτή που κυριαρχεί επάνω στα κεφάλια όλων μας, εμείς επιλέξαμε να βοηθήσουμε και να συμβάλουμε στη δίκαιη ανάπτυξη, δηλαδή σε μια ανάπτυξη η οποία θα δίνει σωστό μεροκάματο, θα έχει οκτάωρη εργασία». Γι' αυτό και ο κυρ-Αλέκος δε δίστασε να κατακεραυνώσει τους Σαμαροβενιζέλους ότι καθυστέρησαν αυτό το κοσμοσωτήριο έργο: «Και αντί να έρθετε και να μας πείτε εδώ πέρα γιατί αυτά τα δεκατρία χρόνια αυτό το έργο δεν προχώρησε, μας κάνετε κριτική γιατί τον έναν χρόνο που ασχοληθήκαμε εμείς με αυτό το έργο έχουμε καθυστερήσει».