Το υπουργείο Παιδείας προώθησε την πρόταση του ΤΕΕ, του ΕΜΠ και του Γεωπονικού Πανεπιστήμιου για αναγνώριση ως master των πτυχίων που χορηγούν τα ελληνικά Πολυτεχνεία και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο έπειτα από πενταετείς αδιάσπαστες σπουδές.
Αυτό έγινε κατά τη διάρκεια της Συνόδου των 47 υπουργών Παιδείας, που συμμετέχουν στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και του διαρκούς Πολιτικού Φόρουμ, το οποίο ανά τριετία αναθεωρεί τη Συνθήκη της Μπολόνια, που έλαβε χώρα στις 14 και 15 Μαΐου 2015 στο Ερεβάν της Αρμενίας.
Πρόκειται ουσιαστικά για την έμμεση αποδοχή και αναγνώριση της κακόφημης Συνθήκης της Μπολόνια, την οποία είχαν πολεμήσει, δικαίως, σύσσωμα μπορούμε να πούμε τα ελληνικά πανεπιστήμια, όταν το 2001 το θέμα άρχισε να αναδεικνύεται και στην πανεπιστημιακή κοινότητα της χώρας μας.
Για την ιστορία και όχι μόνο, όπως θα δούμε παρακάτω, αξίζει να θυμίσουμε τα εξής:
Η Συνθήκη της Μπολόνια ήταν συνέχεια της Διακήρυξης της Σορβόννης το 1998 και υπογράφηκε τον Ιούνιο του 1999 από 29 κράτη-μέλη της ΕΕ, από τους αντίστοιχους υπουργούς Παιδείας. Από ελληνικής πλευράς την υπογραφή του έβαλε ο Γεράσιμος Αρσένης. Η Συνθήκη της Μπολόνια έβαλε τις βάσεις για τη διαμόρφωση του Κοινού Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης, χάραξε δηλαδή τις κατευθύνσεις που υποδείκνυε για την Ανώτατη Εκπαίδευση το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, εξασφαλίζοντας για τις επιχειρήσεις του και την αγορά εργασίας, με στόχο τη μέγιστη κερδοφορία, κατάλληλα εκπαιδευμένο επιστημονικό προσωπικό σε μια εποχή που όλες οι αξίες -συμπεριλαμβανομένων της γνώσης, της επιστήμης, της έρευνας- θεωρούνται εμπορεύματα που δικαιούται να τα κατέχει μια μειοψηφία εκλεκτών, αφού η αλματώδης τεχνολογική ανάπτυξη και η ανάπτυξη της πληροφορικής πέρασε πλέον μεγάλο μέρος της γνώσης και των δεξιοτήτων στις μηχανές, φθηναίνοντας «τα χέρια».
Η Μπολόνια δέσμευσε τις συμμετέχουσες χώρες (των οποίων ο κατάλογος έκτοτε μεγάλωσε) να προχωρήσουν σε αλλαγές στα εκπαιδευτικά τους συστήματα, μέχρι να εναρμονιστούν πλήρως στις κατευθύνσεις που αυτή όρισε. Ως επιχείρημα επιστρατεύθηκε η αναγκαιότητα «κινητικότητας» των φοιτητών, η αλίευση φοιτητών-πελατών και η διευκόλυνση της ευρωπαϊκής συνεργασίας στην αναγνώριση ισοτιμίας των σπουδών.
Οι κατευθύνσεις της Μπολόνια ορίζουν:
♦ Οτι οι πανεπιστημιακές σπουδές διασπώνται σε κύκλους, εκ των οποίων ο πρώτος που οδηγεί στο βασικό πτυχίο (bachelor) είναι τριετής.
Στόχος είναι η μεγάλη πλειοψηφία των απόφοιτων να καθηλώνεται στο πρώτο πτυχίο, αποτελώντας στη συνέχεια ένα εργατικό δυναμικό μέσου επιπέδου, με γνώσεις περιορισμένης εμβέλειας, αφού αυτές ούτε το αντικείμενο της επιστήμης μπορούν να υπηρετήσουν συνολικά, αλλά ούτε και στο χρόνο μπορούν να αντέξουν. Οι φοιτητές πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα της εμπέδωσης δεξιοτήτων και όχι στην ανάπτυξη της αναλυτικής και συνθετικής σκέψης στο έδαφος της επιστήμης, αλλά και γενικά. Οι εργαζόμενοι αυτοί στη συνέχεια αποτελούν εύκολη λεία για τα σαγόνια των αφεντικών, ενώ η μειοψηφία, που έχει τη δυνατότητα να καταβάλλει τσουχτερά δίδακτρα, προχωρεί στους μεταπτυχιακούς κύκλους, έχοντας καλύτερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
Η σύγχρονη λειτουργία της καπιταλιστικής αγοράς εξαφάνισε πολλές από τις παλαιότερες ειδικότητες, καταβρόχθισε τα κατώτερα και μεσαία στελέχη στην οργάνωση της παραγωγής, αλλοτρίωσε και κατακερμάτισε τη γνώση και απαιτεί από τους εργαζόμενους να αποδεχθούν την ιδέα της μη σταθερής δουλειάς, τα απάνθρωπα ωράρια, τις ξεχαρβαλωμένες εργασιακές σχέσεις , που δεν έχουν αρχή και τέλος μέσα στο «συνολικά διευθετούμενο χρόνο εργασίας», τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ φτωχών και πλουσίων, την εμπορευματοποίηση των δημόσιων κοινωνικών αγαθών.
Με τον τρόπο αυτό επίσης των βραχύβιων σπουδών για την πλειοψηφία ελαχιστοποιούνται και οι κρατικές δαπάνες για την εκπαίδευση.
♦ Δημιουργείται ένα σύστημα «ανάγνωσης» και σύγκρισης των τίτλων σπουδών.
♦ Θεμελιώνεται ένα κοινό σύστημα αξιολόγησης των σπουδών και των πτυχίων, το σύστημα πιστωτικών μονάδων ECTS (European Credit Transfer System).
Η ρύθμιση αυτή έγινε για να ανατρέψει την έως τότε υπάρχουσα δομή των πανεπιστημίων, όπου η παραγωγή επιστημόνων με ένα λίγο-πολύ ομοιόμορφο κατά γνωστικό αντικείμενο επίπεδο γνώσεων, οδηγούσε στη συνέχεια σε απαιτήσεις για εργασία με κοινούς καλύτερους όρους και καλύτερες αμοιβές.
Η αποτίμηση των πανεπιστημιακών σπουδών σε πιστωτικές μονάδες οδηγεί στη διάσπαση της ενότητας της επιστήμης, στην πολυδιάσπαση των σπουδών και των πτυχίων, που πρέπει να «φωτογραφίζουν» τις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς και μετατρέπει τους φοιτητές σε «κυνηγούς» συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων, οι δε ατομικές διαδρομές γίνονται με οικονομικό κόστος που σε μεγάλο βαθμό επιβαρύνει τον φοιτητή.
Στο πνεύμα αυτό η Μπολόνια προχώρησε πολύ παραπέρα, θεωρώντας ότι πιστωτικές μονάδες μπορεί να συλλέγει κανείς και από μη τυπικά συστήματα εκπαίδευσης, υπηρετώντας μια εμπορευματική και χυδαία αντίληψη για την Παιδεία και υποβαθμίζοντας έτσι τις πανεπιστημιακές σπουδές χάριν των επιχειρήσεων που στήνουν στο χώρο της εκπαίδευσης οι έμποροι της γνώσης.
Ολα τα παραπάνω τα θυμίσαμε για να δείξουμε την εγκληματική για τα ελληνικά πανεπιστήμια επιλογή του συριζαίικου επιτελείου του υπουργείου Παιδείας να αναγνωρίσει εμμέσως πλην σαφώς, τη Συνθήκη της Μπολόνια.
Η αναγνώριση έγινε μέσω της προώθησης του καραμπινάτου συντεχνιακού αιτήματος του ΤΕΕ, του ΕΜΠ και του Γεωπονικού Πανεπιστήμιου, να αναγνωρίζονται τα πτυχία που απορρέουν από πενταετείς αδιάσπαστες σπουδές ως master. Τούτο απλά σημαίνει ότι αναγνωρίζεις ότι οι τριετείς σπουδές της Μπολόνια μπορούν να οδηγούν στο βασικό πτυχίο (bachelor). Και συνεπώς «αδειάζεις» όλες τις υπόλοιπες πανεπιστημιακές σχολές, που στην Ελλάδα έχουν σπουδές που διαρκούν τουλάχιστον τέσσερα έτη! Κοντολογίς υποβαθμίζεις τα ελληνικά πανεπιστήμια, που έως τώρα κρατούσαν «άμυνα» στις αλλαγές που όριζε η Συνθήκη της Μπολόνια.
Μάλιστα θυμίζουμε ότι κάθε απόπειρα νομοθετικής πρωτοβουλίας των κυβερνήσεων στη χώρα μας που έβαζε λιθαράκια στην προώθηση της Μπολόνια (από το διαχωρισμό της αναγνώρισης της ισοτιμίας τίτλων σπουδών από την ισοτιμία των επαγγελματικών δικαιωμάτων, την αναγνώριση των «κολλεγίων», το νόμο-πλαίσιο της Γιαννάκου έως την ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου)συναντούσε την αντίδραση της πανεπιστημιακής κοινότητας και τον ξεσηκωμό του φοιτητικού κινήματος, που εκφραζόταν με πολύμηνες καταλήψεις, διαδηλώσεις, κ.λπ.
Ετσι, μέχρι τώρα, χάρις κυρίως στους αγώνες του φοιτητικού κινήματος, το πανεπιστήμιο κράτησε κλειστές τις πόρτες στον ντε φάκτο διαχωρισμό των σπουδών σε κύκλους και διαφύλαξε τον αδιάσπαστο χαρακτήρα των σπουδών, προασπίζοντας το συμφέρον της εργαζόμενης κοινωνίας και της νεολαίας της και το δικαίωμά της σε όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της γνώσης στους διάφορους τομείς των επιστημών, στο πλαίσιο του καπιταλισμού.
Ας δούμε τώρα τι αναφέρει στο δελτίο Τύπου η συριζαίικη πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας: Ο Αριστείδης Μπαλτάς δεν παρέστη προσωπικά, αλλά «απέστειλε γραπτά και ανακοινώθηκαν στη Σύνοδο οι θέσεις του σχετικά με τις αρχές και τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και κατέθεσε τις παρεμβάσεις του και στην τελική ανακοίνωση των Υπουργών, καθώς και στην τελική ανακοίνωση του Πολιτικού Φόρουμ για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Μπολόνια».
«Εκ μέρους του Υπουργού παρέστη η κα Κυβέλη Κούβελα, σύμβουλος του Υπουργού. Στην Ελληνική Αντιπροσωπεία καταχωρήθηκαν και μετείχαν εκπροσωπώντας και με την οικονομική ευθύνη των φορέων τους οι: Καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Αντωνία Μοροπούλου, ως Αντιπρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης Πολυτεχνείων (SEFI), ο Αναπληρωτής Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Καθηγητής Επαμεινώντας Παπλωματάς, καθώς και ο πρώην Πρύτανης του ΕΜΠ, Ομότιμος Καθηγητής Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος, ως προσωπικότητα με ιδιαίτερο έργο και προσφορά στα θέματα αυτά».
Μετά τα τυπικά προκαταρκτικά το δελτίο Τύπου μπαίνει στο «ζουμί»:
«Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην αναβάθμιση της ποιότητας των σπουδών, ώστε να ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις του σχεδιασμού και της υλοποίησης της ολοκληρωμένης κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης των Ευρωπαϊκών Κοινωνιών σε έντονα μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα και υπό συνθήκες υψηλών κινδύνων. Χαρακτηριστικά, αναπτύχθηκε η αναγκαιότητα, όπως στο Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα της Ανώτατης Εκπαίδευσης, των παράλληλων ροών ενιαίων και αδιάσπαστων 5ετών Σπουδών (IntegratedMaster) με τους χαμηλότερους κύκλους σπουδών (Bachelor). Εγινε ομόφωνα δεκτή ελληνική παρέμβαση στο ανακοινωθέν του Πολιτικού Φόρουμ για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Μπολόνια για τη συνέχιση του διαλόγου ανάμεσα σε διαφορετικά συστήματα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης, με φορέα βέβαια αναγνώρισής τους τα Εθνικά Συστήματα και την καταχώρισή τους στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, ζήτημα που εξετάζει και θα ρυθμίσει άμεσα το Υ.Πο.Παι.Θ.».
Σημειώνουμε καταρχάς την παραδοχή των συριζαίων ότι οι ευρωπαίοι υπουργοί Παιδείας, εκπροσωπώντας φυσικά τις κυβερνήσεις τους και κατά συνέπεια τα συμφέροντα του κεφαλαίου των χωρών τους, ενδιαφέρονται για την «αναβάθμιση της ποιότητας των σπουδών», ώστε αυτές μάλιστα να ανταποκρίνονται στην «ολοκληρωμένη κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη των Ευρωπαϊκών Κοινωνιών».
Και αφού διέγραψαν μονομιάς τον ταξικό χαρακτήρα των ευρωπαϊκών κοινωνιών (που ως σύνολο, μέσω των σπουδών, θα αναπτυχθούν ολοκληρωμένα οικονομικά και κοινωνικά), οι συριζαίοι προχωρούν στην αναγνώριση της «αναγκαιότητας» «όπως στο Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα της Ανώτατης Εκπαίδευσης», «των παράλληλων ροών ενιαίων και αδιάσπαστων 5ετών Σπουδών (IntegratedMaster) με τους χαμηλότερους κύκλους σπουδών (Bachelor)».
Βάζουν, δηλαδή πλάι-πλάι τις πενταετείς σπουδές των ελληνικών π.χ. Πολυτεχνείων με τις τριετείς σπουδές αντίστοιχων ευρωπαϊκών και αγγλοσαξωνικών πανεπιστημίων, που έχουν υιοθετήσει τη Μπολόνια και εμμέσως αποδέχονται το γεγονός ότι μπορεί να υπάρξει μηχανικός επιστήμονας με τέτοιο χαμηλό επίπεδο επιστημονικών γνώσεων.
Είναι αυτό ή δεν είναι ντε φάκτο υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών σε μεταλυκειακές σπουδές τριετούς διάρκειας;
Μετά από όλα αυτά και λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη τη δυσμενέστατη θέση του ελληνικού καπιταλισμού στα μνημονιακά χρόνια, ακούγεται γελοία η τελευταία απόστροφος του δελτίου Τύπου, που επιβλήθηκε τάχα στην κοινή απόφαση της Συνόδου μετά από «μάχη» που έδωσε η ελληνική αντιπροσωπία: «Ιδιαίτερης σημασίας η κοινή απόφαση των 47 Υπουργών Παιδείας, η οποία ελήφθη με ενεργό ελληνική παρέμβαση στον έντονο διάλογο που διεξήχθη για το θέμα: “Θα υποστηρίξουμε και θα προστατεύσουμε φοιτητές και εργαζόμενους στην άσκηση των δικαιωμάτων τους στην ακαδημαϊκή ελευθερία, καθώς και στη διασφάλιση της εκπροσώπησής τους, ως ισότιμων εταίρων στην διακυβέρνηση των αυτόνομων θεσμών της Ανώτατης Εκπαίδευσης’’».