Τον υπουργό Τασούλα, που βγαίνει και λέει πως η μίσθωση της Παναγιωταρέα για να εκδίδει καθημερινά δελτία Τύπου για την πορεία των ανασκαφικών εργασιών στο λόφο Καστά της Αμφίπολης, έγινε γιατί η κυβέρνηση θέλει να δίνει αισιόδοξες ειδήσεις στον ελληνικό λαό, ειδήσεις που δεν είναι μίζερες, τον καταλαβαίνουμε. Εχει με την επιστήμη γενικά και την αρχαιολογία ειδικά τη σχέση που έχει ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Πώς πρέπει, όμως, να χαρακτηριστεί η αρχαιολόγος που βγαίνει και υποστηρίζει τα ίδια με τον ανεκδιήγητο υπουργό, επιστρατεύοντας την πρωτοφανή άποψη, ότι «είναι καλό, η επιστήμη και ο πολιτισμός να κυκλοφορεί», έργο το οποίο επιτελείται από «την κυρία Αννα Παναγιωταρέα που μας στηρίζει στον τομέα της δημοσιογραφίας, τον υπουργό και άλλους»;
Ο όρος ανεκδιήγητη αρχαιολόγος είναι εύκολος. Αρχαιολόγοι που δεν περιμένουν να τελειώσουν μια ανασκαφή, να μελετήσουν τα ευρήματα στο σύνολό τους, να παρουσιάσουν την άποψή τους στη διεθνή κοινότητα των συναδέλφων τους και να υποστούν τη βάσανο της κριτικής και της αμφισβήτησης, αλλά δημιουργούν καθημερινά σίριαλ διά χειρός Παναγιωταρέα, έχουν ήδη απολέσει κάθε επιστημονικό στάτους. Οταν, όμως, οι ίδιοι αρχαιολόγοι δηλώνουν ότι μια ανασκαφή γίνεται «όχι μόνο για το καλό της αρχαιολογίας, αλλά για το καλό αυτού του τόπου σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο και την παρακολουθεί όλος ο κόσμος», τότε ξεπερνούν το επίπεδο του ανεκδιήγητου και γίνονται «ενσωματωμένοι» αρχαιολόγοι, συνειδητοί προπαγανδιστές μιας εθνικιστικής κατεύθυνσης, αποφασισμένοι να την υπηρετήσουν. Γι’ αυτό και η εν λόγω κυρία έχει σπεύσει να προεξοφλήσει ότι «το μνημείο είναι μακεδονικό» και ειρωνεύεται συναδέλφους της, με πολύ μεγαλύτερη εμπειρία, γνώσεις και εξειδίκευση από την ίδια, οι οποίοι διατυπώνουν ενστάσεις και βασιμότατες υποθέσεις εργασίας. Αλήθεια, αφού η συγκεκριμένη ανασκαφή έχει γίνει θέαμα, γιατί δεν καλεί μια ομάδα πανεπιστημιακών να δουν τα ευρήματα από κοντά (και όχι από τις φωτογραφίες της Παναγιωταρέα) και να συζητήσει επιστημονικά μαζί τους; Μήπως γιατί είναι αποφασισμένη να κλείσει τα μάτια μπροστά στην ιστορική αλήθεια που θα αποκαλύψει η ολοκλήρωση της ανασκαφής, επειδή αυτή δε βολεύει τα κυρίαρχα εθνικιστικά δόγματα;
Πώς να μη γίνονται αυτά τα αίσχη, όμως, όταν ο γραμματέας της ΚΕ του Περισσού βγαίνει και μιλά για «κληρονομιά μας, πολιτιστική, ιστορική» και το επαναλαμβάνει, μη τυχόν και δεν πιάσαμε τον εθνικιστικό τόνο: «Είναι στοιχείο της κληρονομιάς μας» (Κουτσούμπας, ΔΕΘ, 8.9.2014). Ετσι, λοιπόν, επίσημη προσχώρηση στη μεγαλοϊδεάτικη θεωρία της «τρισχιλιετούς ιστορίας του ελληνικού έθνους». Θα τρίζουν τα κόκκαλα του Νίκου Ζαχαριάδη, του Δημήτρη Χατζή και τόσων άλλων κομμουνιστών πολιτικών και επιστημόνων, που υπέστησαν διώξεις επειδή υποστήριξαν ότι τα αρχαία μνημεία είναι οικουμενική και όχι νεοελληνική κληρονομιά και ότι το νεοελληνικό έθνος δεν αποτελεί συνέχεια από την αρχαιότητα, αλλά σχηματίστηκε (όπως όλα τα έθνη) στα χρόνια του βυζαντινού μεσαίωνα.