Τα πραιτοριανά σώματα ασφαλείας έχουν αποδείξει πολλές φορές ότι δεν έχουν ανάγκη τα προσχήματα των «επεισοδίων» και της μαχητικής αντιβίας για να εξαπολύσουν δολοφονικές επιθέσεις ενάντια σε διαδηλωτές. Αρκεί μόνο να έχουν λάβει τις κατάλληλες εντολές για ωμή καταστολή και επιβολή κλίματος τρομοκρατίας σε όσους αψηφούν την ταφική σιγή και επιμένουν να αντιστέκονται στη βαρβαρότητα. Τέτοιες εντολές είχαν δοθεί από τον υπουργό Μπάτσων και Καταστολής Β. Κικίλια για την αντιμετώπιση της αντιφασιστικής πορείας που έγινε την Πέμπτη 18 Σεπτέμβρη στο Κερατσίνι, όπου χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν για να τιμήσουν τη μνήμη του Παύλου Φύσσα, στην επέτειο του ενός χρόνου από τη δολοφονία του από τα χρυσαυγίτικα τάγματα εφόδου και το μαχαίρι του φασίστα Ρουπακιά. Και μόνο η παρουσία των εκατοντάδων μπάτσων που είχαν στρατοπεδεύσει από νωρίς το απόγευμα στους γύρω από τον τόπο της δολοφονίας δρόμους προμήνυε ότι η εκδήλωση της βάρβαρης επίθεσης στους χιλιάδες διαδηλωτές ήταν θέμα χρόνου να εκδηλωθεί, όπως και έγινε.
Λίγα λεπτά μετά το ξεκίνημα της πορείας από την Παναγή Τσαλδάρη και καθώς οι χιλιάδες διαδηλωτές βρίσκονταν επί της οδού Σαλαμίνος, τα ΜΑΤ επιτέθηκαν λυσσαλέα με χημικά και κρότου-λάμψης με σκοπό να διαλύσουν την πορεία, σπάζοντάς την σε τρία κομμάτια. Το ευμεγέθες μπλοκ της Συνέλευσης Κερατσινίου-Δραπετσώνας και του Ρεσάλτο (περισσότερα από 500 άτομα), που κινήθηκε επί της οδού Σαλαμίνος και έστριψε εν συνεχεία στο στενό της οδού Ψαρρών, υπό την ασφυκτική παρουσία ΜΑΤάδων, δέχτηκε απρόκλητη επίθεση με ξύλο, χημικά και ανθρωποκυνηγητό, την ώρα που έστριβε και έμπαινε στην οδό Αγχιάλου. Την ίδια ώρα, στο σημείο βρίσκονταν οι μηχανοκίνητες συμμορίες της ομάδας ΔΕΛΤΑ, με τη συνδρομή των οποίων ολοκληρώθηκε η δολοφονική επίθεση και έγιναν οι περισσότερες συλλήψεις, με τη γνωστή, παραδοσιακή μέθοδο του σωρού, με παράλληλη επιχείρηση να χρεώσουν στους συλληφθέντες κράνη και παλούκια, με σκοπό αφενός την ενοχοποίησή τους και αφετέρου τη δικαιολόγηση της αστυνομικής βίας, όπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις.
Από τις συνολικά 73 προσαγωγές, οι 64 μετατράπηκαν σε συλλήψεις. Από τους συλληφθέντες αντιφασίστες οι 61 αφέθησαν ελεύθεροι δύο μέρες μετά, ενώ περιμένουν να δικαστούν στις 2 Οκτώβρη αντιμέτωποι με τρεις κατηγορίες σε βαθμό πλημμελήματος (διατάραξη κοινής ειρήνης, διακεκριμένες φθορές και προσβολή εθνικού συμβόλου). Οι υπόλοιποι τρεις φορτώθηκαν επιπλέον με αντίσταση και πρόκληση σωματικών βλαβών, συν ένα κακούργημα (κατοχή εκρηκτικών υλών). Ανακριτής και εισαγγελέας τους άφησαν ελεύθερους με περιοριστικούς όρους την εμφάνιση μια φορά το μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
Στο συνολικό απολογισμό της αστυνομικής θηριωδίας προστίθενται οι σοβαροί τραυματισμοί διαδηλωτών (ανοιγμένα κεφάλια, σπασμένα χέρια) από τις ένστολες συμμορίες των ΜΑΤ και ΔΕΛΤΑ, που εκμεταλλεύτηκαν την αδυναμία του κόσμου να βγει από τα στενά και χτυπούσαν ανελέητα στο ψαχνό.
Το κλίμα τρομοκράτησης και εκφοβισμού που έζησαν οι χιλιάδες διαδηλωτές της αντιφασιστικής πορείας στη μνήμη του Παύλου Φύσσα δεν πρόκειται να ανακόψει την ορμή του αντιφασιστικού κινήματος. Τόσο οι συγκεντρώσεις υποστήριξης και συμπαράστασης, το ίδιο βράδυ έξω από τη ΓΑΔΑ αλλά και τις επόμενες μέρες στα δικαστήρια Πειραιά, όσο και οι εκδηλώσεις οικονομικής ενίσχυσης που προγραμματίζονται για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων των συλληφθέντων αποδεικνύουν ότι η αλληλεγγύη και ο ανυποχώρητος αντιφασιστικός-αντικαπιταλιστικός αγώνας δεν ανακόπτονται από την κρατική τρομοκρατία, αλλά οπλίζουν με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και επιμονή τις αγωνίστριες και τους αγωνιστές ενάντια στο δόγμα της «μηδενικής ανοχής», τις αστυνομικοδικαστικές σκευωρίες και την αναβαθμισμένη ποινική αντιμετώπιση του πολιτικού αγώνα ενάντια στο φασισμό και το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει.