Φροντιστήριο
Αυτό που συνέβη στην 6η συνεδρίαση της δίκης του Τάσου Θεοφίλου, που έγινε την Παρασκευή 6 Δεκέμβρη, με τον τρόπο που συνέβη, δεν έχει προηγούμενο. Αποδείχτηκε ότι η πολιτική αγωγή μάζεψε μάρτυρες του κατηγορητηρίου και τους έκανε φροντιστήριο για το τι θα καταθέσουν, «φρεσκάροντας» τη μνήμη τους και κατευθύνοντας τη μαρτυρική τους κατάθεση σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Μολονότι αυτό το παράνομο και εντελώς αντιδικονομικό φροντιστήριο μαρτύρων αποκαλύφθηκε, ο πρόεδρος του δικαστηρίου όχι μόνο δεν απέπεμψε τους μάρτυρες και δεν εφάρμοσε τα προβλεπόμενα στην πολιτική αγωγή, αλλά αντίθετα κατέβαλε προσπάθεια να συγκαλυφθεί το γεγονός.
Νομικός σύμβουλος της ALPHA BANΚ (σε υποκατάστημά της έγινε η ληστεία στην Πάρο), που είναι συνήγορος πολιτικής αγωγής στη δίκη, την Πέμπτη 5 Δεκέμβρη, παραμονή της συνεδρίασης, συναντήθηκε στα γραφεία της Διεύθυνσης Ασφαλείας της τράπεζας με τους μάρτυρες του κατηγορητηρίου Αικ. Πέππα και Θεόδ. Παντελαίο, υπαλλήλους της τράπεζας. Εκεί επιδείχτηκε στους μάρτυρες DVD από τις κάμερες της τράπεζας και τους δόθηκαν οι προανακριτικές και ανακριτικές καταθέσεις τους, ώστε να θυμηθούν τι είχαν πει όταν τα γεγονότα ήταν νωπά.
Εγινε, δηλαδή, κανονική προετοιμασία των μαρτύρων, ενόψει της κατάθεσής τους την επομένη, με στόχο να διορθώσουν τις μαρτυρίες τους σε μερικά σημεία, ώστε να δημιουργήσουν κάποιες αμφιβολίες στην απόλυτη βεβαιότητα για την αθωότητα του Τάσου Θεοφίλου.
Η πολιτική αγωγή γνώριζε πολύ καλά ότι αυτό είναι εντελώς παράνομο. Δεν πρόκειται για μάρτυρες που πρότεινε η ίδια, αλλά για μάρτυρες του κατηγορητηρίου. Το συγκεκριμένο DVD δεν υπάρχει στη δικογραφία και δεν μπορεί να εισαχθεί τώρα. Το αποδεικτικό υλικό εισάγεται πριν την έκδοση του βουλεύ-ματος. Οι μάρτυρες απαγορεύεται να βλέπουν τις καταθέσεις που έχουν δώσει σε προηγούμενα στάδια της διαδικασίας. Εδώ δεν έχουμε μόνο αυτό, αλλά και την προσπάθεια της πολιτικής αγωγής, με τις νομικές της γνώσεις, να κατευθύνει τους μάρτυρες σε κάποιες λεπτομέρειες, έτσι που να διαφοροποιήσουν τις καταθέσεις τους και να φύγουν από την απόλυτη βεβαιότητα της μη αναγνώρισης του Θεοφίλου, αφήνοντας να αιωρείται κάποια υποψία.
Δεν απαλλάσσονται των ευθυνών τους, όμως, και οι δύο μάρτυρες που δέχτηκαν να τους κάνει φροντιστήριο ο συνήγορος της τράπεζας (και δεν ξέρουμε ποιος άλλος). Οφειλαν να αρνηθούν την ανήθικη αυτή πράξη, για την οποία ελέγχονται και για τυχόν ποινικές ευθύνες. Το τονίζουμε αυτό ανεξάρτητα από το γεγονός ότι και πάλι δεν αναγνώρισαν τον Τ. Θεοφίλου.
Η μάρτυρας Πέππα άρχισε την κατάθεσή της στην προηγούμενη συνεδρίαση. Πρόλαβε να καταθέσει ότι δεν αναγνωρίζει τον Τ. Θεοφίλου ως τον άνθρωπο που σκότωσε τον Δ. Μίχα, ενώ στις πιεστικές από έδρας ερωτήσεις που αφορούσαν διάφορα χαρακτηριστικά (π.χ. ρωτήθηκε αν αναγνωρίζει τον Θεοφίλου ακόμη και από τα χείλη!) επαναλάμβανε «δεν μπορώ να πάρω τον άνθρωπο στο λαιμό μου». Γι' αυτό αποφασίστηκε να κληθεί εσπευσμένα για «φροντιστήριο» στην έδρα της επιχείρησης που εργάζεται, μαζί με τον τρίτο τραπεζοϋπάλληλο (ο πρώτος είχε ολοκληρώσει την κατάθεσή του), μπας και διορθωθεί λίγο η κατάσταση. Μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσής τους, οι δύο μάρτυρες τραπεζοϋπάλληλοι εθεάθησαν να συνομιλούν εγκάρδια στην καφετέρια με τους συνηγόρους της πολιτικής αγωγής, δηλαδή με το δικηγόρο της επιχείρησης στην οποία εργάζονται.
Να σημειώσουμε και κάτι ακόμη. Απ’ όσα ακολούθησαν και ειδικά από την απόπειρα αναπαράστασης του φόνου, η οποία με μεγάλη οικειότητα έγινε μεταξύ συνηγόρου και μάρτυρα, ο οποίος αποδέχτηκε τη σωματική επαφή δίκην αναπαράστασης, έχουμε τη βεβαιότητα ότι στο «φροντιστήριο» της Alpha Bank συμμετείχαν και άλλοι (δικηγόροι και ενδεχομένως όχι μόνον).
Προετοιμασία μαρτύρων μπορεί να γίνεται και σε άλλες δίκες. Δεν ομολογείται, όμως, με τόσο απροκάλυπτο τρόπο. Και είναι ίσως η μοναδική περίπτωση που πρόεδρος Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων όχι μόνο δε σταματάει στη γέννησή της αυτή την βαριά αντιδικονομική παρέμβαση, δεν αποπέμπει τους μάρτυρες και δεν εγκαλεί τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής, αλλά αντίθετα δημιουργεί προσκόμματα και διακόπτει συνεχώς τους συνηγόρους υπεράσπισης, όταν υποβάλλουν ερωτήσεις. Αλήθεια, ο πρόεδρος Μ. Χατζηαθανασίου, στο πλαίσιο της λεγόμενης αρχής της ηθικής απόδειξης, δέχεται να διαμορφώσει τη δικανική του πεποίθηση στηριζόμενος σε αποδεικτικά μέσα που αποκτήθηκαν με αξιόποινες πράξεις όπως αυτή; Προς τι ο έντονος εκνευρισμός του και οι συνεχείς διακοπές στη συνήγορο Α. Παπαρρούσου που ασχολήθηκε με το θέμα; Δεν αγνοεί ασφαλώς ο πρόεδρος την παράγραφο 2 του άρθρου 177 ΚΠΔ που προβλέπει ότι «αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών δεν λαμβάνονται υπόψη στην ποινική διαδικασία». Οι δικαστές υποχρεούνται –και δεν ανήκει στην σφαίρα της διακριτικής τους ευχέρειας– να μην παίρνουν υπόψη τους παράνομα αποδεικτικά μέσα.
Εύλογο είναι το ερώτημα, γιατί η πολιτική αγωγή έκανε αυτές τις τόσο άτσαλες κινήσεις και μάλιστα στο μέσο της εξέτασης των τραπεζοϋπάλληλων; Δεν μπορούσε να τους προετοιμάσει από πριν, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι είναι υπάλληλλοι της τράπεζας που φοβούνται να πουν όχι στ' αφεντικά;
Προφανώς, η πολιτική αγωγή είχε επαναπαυθεί, θεωρώντας ότι η Αντιτρομοκρατική την έχει δεμένη την υπόθεση και δεν έχουν καμιά σημασία οι τραπεζοϋπάλληλοι αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς δεν αναγνώριζαν τον Θεοφίλου με απόλυτη σιγουριά. Οταν άκουσε τον τμηματάρχη της Αντιτρομοκρατικής Ε. Χαρδαλιά να δηλώνει για τον Θεοφίλου -και μάλιστα δύο φορές- ότι «μπορεί να μην ήταν στη ληστεία ο άνθρωπος», κατάλαβε πως το κατηγορητήριο κατέρρευσε. Ηταν η πολιτική αγωγή που παραδέχτηκε ότι ναι μεν το είπε αυτό ο Χαρδαλιάς, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε χρήση μιας αποσπασματικής φράσης, δήλωση με την οποία η ίδια η πολιτική αγωγή έβαζε ταφόπλακα στη σκευωρία κατά του Θεοφίλου. Οταν το επισημάναμε στο ρεπορτάζ μας, επικράτησε πανικός και γι' αυτό η πολιτική αγωγή αποφάσισε να κάνει «φροντιστήριο» στη μάρτυρα Πέππα, που είχε ήδη κάνει τη μισή της κατάθεση στο ακροατήριο, και τον εναπομένοντα μάρτυρα Παντελαίο.
Παραθέτουμε εκτεταμένα αποσπάσματα από το διάλογο που είχε η συνήγορος υπεράσπισης Α. Παπαρρούσου με τον μάρτυρα Παντελαίο:
Α. Παπαρρούσου: Να σας ρωτήσω τώρα κάτι άλλο και συγνώμη αν σας βάλω να επαναλάβετε μερικά ζητήματα.
Παρεμβαίνει ο πρόεδρος και επαναλαμβάνει δύο φορές τη φράση «όχι, να μην επαναλάβει κυρία συνήγορε». Η συνήγορος επιμένει διότι το μεγαλύτερο διάστημα η ίδια βρισκόταν σε άλλο δικαστήριο και έχει το δικαίωμα να ρωτήσει. Ο πρόεδρος αναγκάζεται να υποχωρήσει, με τη φράση «κάντε τις ερωτήσεις και θα δούμε». Το «θα δούμε» φάνηκε τι νόημα είχε, καθώς ακολούθησε ένας διάλογος μετ' εμποδίων.
Α. Παπαρρούσου: Για πείτε μου σας παρακαλώ άκουσα , ότι είδατε ένα βίντεο. Αυτό τι βίντεο είναι;
Μάρτυρας: Βίντεο από τις κάμερες.
Α. Παπαρρούσου: Αυτό το είδατε μόνος σας, κατ’ ιδίαν;
Μάρτυρας: Μαζί με την κ. Πέππα και τον συνήγορο.
Σπ. Φυτράκης: Ακτίφ έγινε!
Εμφανώς ενοχλημένος ο πρόεδρος (γιατί άραγε;) χτυπάει με δύναμη το έδρανο και λέει στη συνήγορο: Τι μπορεί να πει ακόμη, τι είναι αυτό που ρωτάτε, σας παρακαλώ.
Α. Παπαρρούσου: Αυτό το βίντεο παρακαλώ για ποιο λόγο το είδατε τώρα, την παραμονή της κατάθεσής σας στο δικαστήριο; Τι λόγο είχατε στο να δείτε αυτό το βίντεο;
Μάρτυρας: Γιατί είχε ρωτηθεί η κυρία Πέππα αν οι κάμερες της Τράπεζας βγάζουν βίντεο ή μόνο φωτογραφίες.
Α. Παπαρρούσου: Μάλιστα, αυτό το θυμάμαι, είχε ρωτηθεί αυτό το ζήτημα. Αρα, εσείς τι θέλατε να απαντήσετε στο δικαστήριο παραπάνω; Γιατί το είδατε αυτό το βίντεο προκειμένου να καταθέσετε εδώ σήμερα; Μήπως για να ξαναθυμηθείτε τα πράγματα καλύτερα, για να είστε πιο σαφής;
Μάρτυρας: Το είδα για να θυμηθώ
Α. Παπαρρούσου: Ποιος σας το προμήθευσε αυτό το βίντεο και που το είδατε;
Μάρτυρας: Η Διεύθυνση Ασφαλείας της Τράπεζας.
Α. Παπαρρούσου: Για να σας βοηθήσει να θυμηθείτε καλύτερα και να έρθετε να τα πείτε στο δικαστήριο. Εδώ έχω μια ένσταση, το λέω στο δικαστήριο, το λέω και σε εσάς. Οι μάρτυρες καλούνται να καταθέσουν σύμφωνα με την μνήμη τους, έτσι όπως έχουν συγκρατήσει τα περιστατικά. Αυτό είναι μια υποβοήθηση της μνήμης. Εμάς δεν μας ενοχλεί, αλλά βλέπω ότι υπάρχει μια μεθόδευση ενδυνάμωσης μιας ειδικής μνήμης, η οποία δεν είναι η δική σας ως προς τα περιστατικά, αλλά είναι καταγραφή που έχει γίνει στο βίντεο. Αυτό με απασχολεί κύριε μάρτυρα.
Νέα παρέμβαση του προέδρου που λέει δυο φορές στο μάρτυρα «μην απαντάτε. Να σας ρωτήσει πριν απαντήσετε». Και στη συνήγορο: «Ορίστε, κάντε ερωτήσεις».
Α. Παπαρρούσου: Τι λέτε εσείς και πού έγινε αυτό;
Νέα παρέμβαση του προέδρου που λέει ότι τα είπε αυτά, ότι τα είδαν για να υποβοηθήσουν τη μνήμη τους!
Α. Παπαρρούσου: Επανέρχομαι στην πρώτη ερώτηση. Εχετε διαβάσει τις καταθέσεις σας;
Μάρτυρας: Ναι
Α. Παπαρρούσου: Τις διαβάσατε. Γιατί τις διαβάσατε; Ποιος σας τις έδωσε;
Πρόεδρος: Αλλη ερώτηση κυρία συνήγορε (προφανής προσπάθεια να μην αναφέρει ο μάρτυρας ποιος του έδωσε να διαβάσει τις καταθέσεις του).
Α. Παπαρρούσου: Ποιος έδωσε τις καταθέσεις στο μάρτυρα να τις διαβάσει; Κοιτάξτε, κύριε πρόεδρε, έχουμε την πολιτική αγωγή, υπάρχει η τράπεζα, αλλά οι μάρτυρες εδώ δεν είναι μάρτυρες της πολιτικής αγωγής. Οι μάρτυρες είναι μάρτυρες του κατηγορητηρίου, οι οποίοι πρέπει να είναι αμερόληπτοι και να καταθέτουν πηγαία και αυθεντικά. Διότι, ξέρετε, οι κατηγορίες που έχουμε εδώ για τον κατηγορούμενο είναι ισόβιες.
Θεωρώ λοιπόν ότι είναι ανεπίτρεπτο που έγινε προετοιμασία του μάρτυρα για να καταθέσει αυτά που κατέθεσε.
Η συνήγορος υπεράσπισης μετά την ολοκλήρωση του διαλόγου της με τον μάρτυρα έκανε ένα σύντομο σχολιασμό γι' αυτή την παράνομη και αντιδικονομική ενέργεια της πολιτικής αγωγής, επισημαίνοντας και τις σοβαρές ευθύνες του προέδρου, που όφειλε να αποβάλει άμεσα αυτούς τους μάρτυρες από την αίθουσα του δικαστηρίου, να θεωρήσει τις καταθέσεις τους ως μη γενόμενες και να θέσει την πολιτική αγωγή μπροστά στις ευθύνες της.
«Αυτή η προεργασία που γίνεται για την υποβοήθηση της μνήμης του μάρτυρα είναι απαγορευμένη», σημείωσε η συνήγορος. «Γιατί είναι απαγορευμένη; Γιατί υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου. Ο μάρτυρας δεν έρχεται εδώ ως εκπρόσωπος της πολιτικής αγωγής, δεν στηρίζει κατ’ ανάγκη την κατηγορία, είναι ο μάρτυρας που υπέδειξε ο εισαγγελέας, από τον τόπο που συνέβη το περιστατικό, και πρέπει πηγαία και αυθόρμητα να καταθέτει αυτά που γνωρίζει. Εχω δε και μια εντύπωση, ότι αυτά πρέπει να απασχολούν και εσάς, κύριε πρόεδρε. Διαπιστώνω με λύπη μου ότι δεν σας ενδιαφέρει ούτε αν έγινε ακτίφ -που λέει και ο κύριος Φυτράκης- την προηγού-μενη ημέρα, ούτε εάν έχει δει και τις καταθέσεις του έτσι ώστε να έρθει στοιχειωδώς προετοιμασμένος. Τι να πω, κύριε πρόεδρε, καινούργια δικαστικά ήθη είναι αυτά».
Ερωτήσεις στον μάρτυρα υπέβαλαν και οι Κ. Παπαδάκης και Σ.Φυτράκης. Παραθέτουμε τον καταληκτικό διάλογο του Παντελαίου με τον Σ. Φυτράκη:
Σπ. Φυτράκης: Σ’ αυτή τη συγκέντρωση που κάματε, πού καταλήξατε; Είναι αυτός ο δράστης ή δεν είναι; Τι είπατε;
Μάρτυρας: Δεν καταλήξαμε.
Σπ. Φυτράκης: Αρνητικώς; Είπατε, δηλαδή, ότι εμείς δεν μπορούμε να πού-με αν είναι ή δεν είναι; Ετσι;
Μάρτυρας: Ούτε ότι είναι μπορούμε να πούμε, ούτε ότι δεν είναι.
Σπ. Φυτράκης: Δεν μπορείτε λοιπόν με βεβαιότητα να πείτε, ότι εμείς που κάναμε και μια ειδική σύσκεψη τραπεζοϋπαλλήλων, καταλήξαμε στη σύσκεψή μας αυτή, που έγινε χθες, ότι είναι ή δεν είναι. Με βάση αυτά που έχετε δει κιόλας. Ετσι;
Μάρτυρας: Δεν καταλήξαμε.
Από τις απαντήσεις του μάρτυρα προκύπτει σαφέστατα, ότι παρά τα «μαγειρέματα», παρά το «φροντιστήριο» που προηγήθηκε, δεν τόλμησαν να φτάσουν στο σημείο να ενοχοποιήσουν τον Θεοφίλου. Δεν τόλμησαν, γιατί και αυτοί έχουν καταλάβει, ότι είναι αθώος και παραπέμφθηκε με χοντροκομμένη κατασκευή από την Αντιτρομοκρατική.
ΥΓ1: Υπενθυμίζουμε, ότι στη φάση της κύριας ανάκρισης, την οποία διενήργησε η Αντιτρομοκρατική (κατ’ ανάθεση των εφετών ειδικών ανακριτών, που δεν πήραν οι ίδιοι τις καταθέσεις), στους τραπεζοϋπάλληλους αυτόπτες μάρτυρες δεν επιδείχθηκαν φωτογραφίες του Θεοφίλου, για να διαπιστωθεί μη τυχόν και τον αναγνωρίζουν. Γιατί αυτή η «παράλειψη»; Οχι βέβαια από ατζαμοσύνη ή ερασιτεχνισμό της Αντιτρομοκρατικής. Δεν έδειξαν φωτογραφίες του Θεοφίλου για να μην εισπράξουν την απάντηση «δεν είναι αυτός» ή «δεν τον αναγνωρίζουμε». Απαντήσεις που θα εγγράφονταν στα υπερασπιστικά επιχειρήματα του κατηγορούμενου και θα κλόνιζαν τη «βεβαιότητα» με την οποία τον τύλιξε η Αντιτρομοκρατική.
Τώρα, σ’ αυτούς τους ίδιους ανθρώπους, που τότε δεν έδειξαν φωτογραφίες του Θεοφίλου, κάνουν… φροντιστήριο με οπτικοακουστικά μέσα, για να τους φρεσκάρουν τη μνήμη, μπας και καταφέρουν να πάρουν απ’ αυτούς κάτι υπέρ της κατηγορίας και να διασκεδάσουν την κατάθεση Χαρδαλιά, ότι «μπορεί να μην ήταν ο άνθρωπος στη ληστεία».
ΥΓ2: Στην τέταρτη συνεδρίαση ο πρόεδρος απαίτησε από τους γονείς του Τ. Θεοφίλου να αποχωρήσουν από την αίθουσα όσο καταθέτουν άλλοι μάρτυρες, διαφορετικά θα εξαιρεθούν από μάρτυρες. Οι γονείς του Θεοφίλου δεν ήταν αυτόπτες μάρτυρες και δε θα καταθέσουν για τα περισταστικά, οπότε δεν έχει σημασία αν θ’ ακούσουν τους αυτόπτες μάρτυρες. Στην προηγούμενη συνεδρίαση, η μάρτυρας Πέππα παρέμεινε στην αίθουσα καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάθεσης του συναδέλφου της που προηγήθηκε. Κάποια στιγμή, μάλιστα, της ξέφυγε και είπε «όπως ανέφερε ο συνάδελφος». Ο πρόεδρος δεν ενοχλήθηκε καθόλου. Δεν της έκανε καν παρατήρηση. Δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να αρθρώσει μια οποιαδήποτε δικαιολογία για το γεγονός ότι επέτρεψε σε αυτόπτη μάρτυρα να είναι μέσα στην αίθουσα και να ακούει την κατάθεση άλλου αυτόπτη μάρτυρα (να πει π.χ. ότι δεν είχε προσέξει πως ήταν μέσα στην αίθουσα η μάρτυρας). Ο πρόεδρος άκουσε ότι οι μάρτυρες πέρασαν από «φροντιστήριο» για να ετοιμάσουν τις καταθέσεις τους και πάλι δεν είπε τίποτα.
Οι τελευταίοι σπασμοί
Στη συνεδρίαση της Δευτέρας 9 Δεκέμβρη, είχαμε έναν ακόμη μάρτυρα, πελάτη της τράπεζας, ο οποίος άλλαξε την κατάθεσή του. Ο Φανούρης Σάμιος άρχισε να καταθέτει την Παρασκευή 6 Δεκέμβρη και είπε κάποια πράγματα, τα οποία ήρθε και άλλαξε στη συνεδρίαση της Δευτέρας. Εντός τριών ημερών ο μάρτυρας ήρθε και «διόρθωσε» την κατάθεσή του, επικαλούμενος λάθος… κατά την εκφορά του λόγου! Υποτίθεται ότι ο εν λόγω μάρτυρας δεν πήρε μέρος στο «φροντιστήριο» της Alpha Bank, διότι δεν είναι υπάλληλος της τράπεζας. Τα γεγονότα, όμως, όπως θα τα παραθέσουμε στη συνέχεια, αποκαλύπτουν «διορθωτική παρέμβαση» στο χρόνο που μεσολάβησε ανάμεσα στις δυο δόσεις της κατάθεσής του.
Εμείς θα μείνουμε στα γεγονότα για να μπορεί ο αναγνώστης να κάνει ελεύθερα τις κρίσεις του. Ενα μόνο ερώτημα θα βάλουμε εισαγωγικά: είναι τυχαίο ότι αυτή η προκλητική «επεξεργασία» μαρτύρων, η οποία μάλιστα γίνεται με ιδιαίτερα χοντροκομμένο τρόπο, έγινε μετά την ομολογία του τμηματάρχη της Αντιτρομοκρατικής και ενορχηστρωτή της σκευωρίας κατά του Τ. Θεοφίλου, Ε. Χαρδαλιά, ότι «μπορεί να μην ήταν στη ληστεία ο άνθρωπος»;
Ο μάρτυρας Φ. Σάμιος κατέθεσε την Παρασκευή 6 Δεκέμβρη και είπε σημαντικά πράγματα για τη ληστεία. Από το πρώτο κιόλας μέρος της κατάθεσής του ήταν μεγάλη η πίεση που του ασκήθηκε από τον πρόεδρο Μ. Χατζηαθανασίου και την εισαγγελέα Οικονόμου, διότι με όσα υποστήριζε ουσιαστικά ακύρωνε μεγάλο μέρος των καταθέσεων των δύο τραπεζοϋπαλλήλων που είχαν περάσει το «φροντιστήριο». Το επίμαχο σημείο ήταν αν, αμέσως μετά τη φυγή των ληστών από την τράπεζα, οι τραπεζοϋπάλληλοι άνοιξαν την πόρτα και είχαν τη δυνατότητα να δουν τη συμπλοκή των ληστών με τον ταξιτζή Μίχα και το φόνο του τελευταίου. Η λογική και η κοινή πείρα, βέβαια, διδάσκουν πως δεν είναι δυνατόν μετά από μια ληστεία να ορμήσεις πίσω από τους ληστές, παρακολουθώντας τη διαφυγή τους, αλλά ας κάνουμε πως ξεχάσαμε και τη λογική και την κοινή πείρα και ας δούμε τους διαλόγους κατά το πρώτο μέρος της κατάθεσης Σάμιου:
Φανούριος Σάμιος: Αφού εξήλθαν, εγώ τουλάχιστον από την πλευρά μου νόμιζα ότι είμαστε κλειδωμένοι στο κατάστημα, μέχρι να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ανοιχτά. Γιατί πήραν τα κλειδιά και είπαν ο ένας στον άλλον «κλείδωσε, κλείδωσε».
Πρόεδρος: Ο ένας στον άλλο ληστή είπε ή απευθύνθηκαν στους υπαλλήλους;
Φ. Σάμιος: Οχι, όχι.
Πρόεδρος: Αμέσως μόλις βγήκαν α-κούστηκαν πυροβολισμοί;
Φ. Σάμιος: (Δεν ακούγεται).
Πρόεδρος: Ξέρετε από όπλα;
Φ. Σάμιος: Οχι, όχι.
Πρόεδρος: Οταν βγήκαν, εσείς τους παρακολουθήσατε για να δείτε τις κινήσεις τους;
Φ. Σάμιος: Οχι, όχι. Οταν βγήκαν έξω, εμείς, τουλάχιστον εγώ, αλλά νομίζω και τα ίδια τα παιδιά, οι υπάλληλοι της τραπέζης, από το αρχικό σοκ που είχαν υποστεί νομίζαμε – και με τα λεγόμενα «κλειδώστε την πόρτα»- ότι ήμασταν κλειδωμένοι στο κατάστημα. Mέχρι να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ξεκλείδωτη η πόρτα, ψάχναμε κλειδιά, και μετά πάτησα το χερούλι και άνοιξε. Ετσι είχαν περάσει κάποια λεπτά.
Πρόεδρος: Είχαν ακουστεί οι πυροβολισμοί;
Φ. Σάμιος: Είχαν ακουστεί οι πυροβολισμοί.
Πρόεδρος: Δεν πλησίασε κάποιος από τους υπαλλήλους στην πόρτα για να δει τι γίνεται έξω;
Φ. Σάμιος: Λοιπόν, ανοίξαμε την πόρτα, βγήκα εγώ στο πρώτο πλατύσκαλο έξω…
Πρόεδρος: Είχαν γίνει (οι πυροβολισμοί);
Φ. Σάμιος: Είχαν τελειώσει οι πυροβολισμοί και μετά από τρία με τέσσερα λεπτά διαπιστώσαμε ότι η πόρτα είναι ανοιχτή και ψάξαμε να δούμε πώς θα ανοίξουμε.
Πρόεδρος: Οταν βγήκαν οι δράστες, κανείς από τους υπαλλήλους δεν πήγε στην πόρτα να κοιτάξει έξω;
Φ. Σάμιος: Οχι.
Πρόεδρος: Μήπως δεν θυμάστε καλά;
Φ. Σάμιος: Απ’ έξω μπορούσαμε να δούμε μερικά σημεία, γιατί είναι τζαμαρία. Και εγώ ήδη από έξω δεν έβλεπα εκεί που έγιναν οι πυροβολισμοί, αλλά έβλεπα ένα σημείο στο περίπτερο. Ενδεχομένως μέσα από το γκισέ να έβλεπαν την είσοδο της πλατείας. Δεν ξέρω τι εικόνα θα είχαν εκεί, αλλά εκείνη την στιγμή δεν πήγε κανένας. Πέρασαν ένα δύο λεπτά.
Στο σημείο αυτό παρενέβη ο συνήγορος Κ. Παπαδάκης και είπε: Επομένως, είπε ψέματα ο κ. Παντελαίος. Μια χαρά πάμε, ένα-ένα βγαίνουν.
Πρόεδρος: Ηρθε εδώ ο κ. ταμίας (σ.σ. ο Θ. Παντελαίος) και μας είπε ότι κοίταξε από την πόρτα και είδε το περιστατικό της συμπλοκής ενός εκ των δραστών με τον Μίχα. Λέει ψέματα;
Φ. Σάμιος: Δεν μπορώ να αμφισβητήσω αυτό, γιατί η τράπεζα έχει τζαμαρία. Είναι τζάμι μπροστά, τζάμι δεξιά.
Εισαγγελέας: Δηλαδή ο Παντελαίος βγήκε χωριστά από εσάς και έκανε λεπτομερή περιγραφή. Μας είπε μάλιστα ότι σε απόσταση 10 μέτρων από το σημείο που είναι η τράπεζα είδε πως ο Μίχας πλησίασε τον δράστη από πίσω και έγινε κάποια συμπλοκή. Εσείς τώρα μας λέτε άλλα.
Φ. Σάμιος: Εγώ τέτοια πράγματα δεν είδα, δεν μπορώ να σας βοηθήσω.
Εισαγγελέας: 'Η από σύγχυση δεν μπορείτε να θυμηθείτε; Ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα;
Ο συγκεκριμένος αυτόπτης μάρτυρας έκανε σκόνη τις καταθέσεις των δύο υπαλλήλων της τράπεζας, οι οποίοι είχαν περάσει το «φροντιστήριο», υποστηρίζοντας ότι κανένας απ' όσους ήταν μέσα στην τράπεζα δεν μπορούσε να δει τη συμπλοκή που κατέληξε στο φόνο του Μίχα. Στράφι πήγαινε η αναπαράσταση που έστησε μπροστά στο δικαστήριο η πολιτική αγωγή. Αυτή η αναπαράσταση, βέβαια, εκτός από κακότεχνη ήταν και «άλλα αντ' άλλων», όπως θα δούμε παρακάτω, αλλά επί του παρόντος μένουμε στην κατάθεση του συγκεκριμένου μάρτυρα, η οποία αμφισβητείται τόσο πιεστικά από πρόεδρο και εισαγγελέα (γιατί άραγε αμφισβητήθηκε η κατάθεση μόνον αυτού του μάρτυρα;), που βάζουν ένα δίλημμα σ' αυτόν τον άνθρωπο: θα πρέπει να πει ότι οι τραπεζοϋπάλληλοι, άνθρωποι τους οποίους βλέπει καθημερινά, με τους οποίους ενδεχομένως έχει κοινωνικές σχέσεις (μικρή είναι η κοινωνία της Πάρου), λένε ψέματα. Για μας, αυτή η πίεση ουσιαστικά λειτουργούσε σαν εκβιασμός του μάρτυρα.
Μόλις τελείωσε αυτός ο διάλογος, ο Κ. Παπαδάκης ζήτησε να ολοκληρωθεί η εξέταση του μάρτυρα και μετά να διακοπεί η συνεδρίαση. Προφανώς διείδε τον κίνδυνο να επιχειρηθεί κάποιου είδους «φροντιστήριο» και σ' αυτόν τον μάρτυρα και να επανέλθει «διαβασμένος» στην επόμενη συνεδρίαση. Η συνεδρίαση, όμως, διακόπηκε λόγω παρέλευσης του ωράριου και ο μάρτυρας Σάμιος πρόλαβε να εξεταστεί μόνο για 17 λεπτά. Με το που κλήθηκε να συνεχίσει την κατάθεσή του ο Σάμιος, τη Δευτέρα, ο πρόεδρος, με το επιχείρημα ότι πρέπει να θυμηθούμε τι είπε στην προηγούμενη συνεδρίαση, ζήτησε από τη γραμματέα να διαβάσει τι καταγράφτηκε στα πρακτικά. Ο συνήγορος υπεράσπισης Σ. Φυτράκης ζήτησε να σταματήσει η ανάγνωση των πρακτικών. Θύμισε στον πρόεδρο, ότι ο μάρτυρας δεν αναγνώρισε τον Θεοφίλου ως δράστη της ληστείας και σημείωσε το αυτονόητο: όλοι θυμόμαστε τι ειπώθηκε την Παρασκευή.
Ο πρόεδρος επανέλαβε την ερώτηση που τόσες φορές είχε κάνει στην προηγούμενη συνεδρίαση και –ω του θαύματος!– «ο τυφλός ανέβλεψε».
Φ. Σάμιος: Αναφερόμουνα προηγουμένως (σ.σ. εννοεί στην προηγούμενη συνεδρίαση) «εμείς», ενώ εγώ νόμιζα ότι η πόρτα ήταν κλειστή και όχι «εμείς». Αυτό το διορθώνω, γιατί ήταν λάθος στην εκφορά του λόγου μου. Δεν μπορώ να ξέρω. Δεν μπορώ να ξέρω τις κινήσεις των άλλων υπαλλήλων και εάν κάποιος απ’ αυτούς είδε τα περιστατικά έξω από την τράπεζα.
Πρόεδρος: Αυτό μας λέτε;
Φ. Σάμιος: Ναι.
Δεν ξέρουμε τι ακριβώς μεσολάβησε, αλλά δεν είναι και δύσκολο να σκεφθεί κανείς ότι μέχρι και απειλή για ψευδορκία μπορεί να δέχτηκε παρασκηνιακά. Το «λάθος στην εκφορά του λόγου μου» ήταν καθαρά ξένος λόγος στο στόμα του μάρτυρα. Πέραν αυτού, η «εκφορά του λόγου» παρατέθηκε στην ολότητά της παραπάνω και μπορεί εύκολα ο καθένας να συναγάγει τα συμπεράσματά του. Αλλα έλεγε -με μεγάλη σαφήνεια, μάλιστα- την Παρασκευή ο μάρτυρας και άλλα ήρθε και είπε τη Δευτέρα.
Είναι προφανές ότι «κάτι» γίνεται με τους μάρτυρες, όταν τελειώνει η κάθε συνεδρίαση του δικαστηρίου. Οργιάζει το παρασκήνιο κι αυτό είναι πλέον πέρα από κάθε αμφιβολία. Αν υπάρχει ένα ερώτημα, αυτό αφορά μόνο το κίνητρο που έχει η πολιτική αγωγή και προσπαθεί να ξαναμετατρέψει σε κτίριο -ετοιμόρροπο έστω- ένα κατηγορητήριο που κατέρρευσε εκ θεμελίων με τις καταθέσεις των ασφαλιτών της Αντιτρομοκρατικής και ιδιαίτερα του αρμόδιου τμηματάρχη Ε. Χαρδαλιά.
Φυσικά, μετά τον πρόεδρο και την εισαγγελέα ακολούθησαν οι συνήγοροι υπεράσπισης, οι οποίοι -διακοπτόμενοι συχνά από τον πρόεδρο που τους υπενθύμιζε την απάντηση που έδωσε ο μάρτυρας στον ίδιο- ενίσχυσαν τη βεβαιότητα για την αθωότητα του Θεοφίλου.
Σταχυολογούμε μερικές από τις ερωτήσεις του Κ. Παπαδάκη: Από τις κατεβασμένες περσίδες μπορεί να δει κανείς έξω; – Θυμάστε εάν κάποιος από τους υπάλληλους αφηγήθηκε σε σας και στους υπόλοιπους αυτά που είδε μέσα από τις περσίδες να γίνονται έξω; – Εφεραν κανένα αντικείμενο απ’ έξω στην τράπεζα; – Σας επέδειξαν ως πειστήριο κανένα καπέλο ή οποιοδήποτε αντικείμενο για να το αναγνωρίσετε; Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις ο μάρτυρας απάντησε αρνητικά!
Ο Σ. Φυτράκης κατέληξε με την κομβική ερώτηση: «Εσείς τον θυμάστε σαν έναν από τους δράστες της ληστείας και της ανθρωποκτονίας στην Πάρο;». Και ο μάρτυρας απάντησε έντιμα: «Οσο και εάν έχω προσέξει τον κύριο, δεν μου θυμίζει κάτι». «Δεν σου θυμίζει κάτι; Εντάξει», έκλεισε τη συζήτηση ο συνήγορος.
Στο «φροντιστήριο» που υπέστησαν οι μάρτυρες και στα κίνητρα που βρίσκονται πίσω απ' αυτό επανήλθαν αμέσως μετά οι συνήγοροι.
«Πρέπει να πω ότι η προχθεσινή μέρα μας επεφύλαξε μια δυσάρεστη έκπληξη», σημείωσε εισαγωγικά ο Κ. Παπαδάκης. Και συνέχισε:
«Δυσάρεστη έκπληξη όχι για την έκβαση των μαρτυρικών καταθέσεων, όσο για την αποκάλυψη του τρόπου προετοιμασίας των μαρτύρων από την προτεραία της προηγούμενης δικασίμου μέχρι την επομένη, με σκοπό τη διαμόρφωση των καταθέσεών τους προς την υπηρεσία της σκοπιμότητας της ενοχοποίησης του κατηγορούμενου. Τη σκυτάλη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας παρέλαβε η Alpha Bank, η Διεύθυνση Ασφαλείας της, άγνωστο με ποιο κίνητρο. Και το λέω γιατί, εάν ο δικονομικός ρόλος της υπεράσπισης, συνταγματικά και δικονομικά επιτρεπτός, είναι η υπεράσπιση και η αθώωση του κατηγορούμενου, ο στόχος οποιασδήποτε πολιτικής αγωγής δεν μπορεί να είναι η ενοχοποίηση ενός συγκεκριμένου κατηγορούμενου, αλλά η ανεύρεση του πραγματικού ενόχου. Εδώ τίθενται ερωτήματα. Πώς είναι δυνατόν η Alpha Bank να έχει τη σκοπιμότητα της ενοχοποίησης του συγκεκριμένου κατηγορούμενου;
Αυτό καθεαυτό το φροντιστήριο το οποίο έγινε και η υποβολή των μαρτύρων, μεσούσης της συνεδρίασης, σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις περιεχομένου των καταθέσεών τους, κατά τη γνώμη μου είναι πρωτοφανές και αγγίζει τα όρια της αξιόποινης πράξης. Ας δούμε επί της ουσίας τι άλλαξε».
Αφού αναφέρθηκε αναλυτικά στα σημεία των καταθέσεών τους που άλλαξαν οι μάρτυρες μετά το «φροντιστήριο», ο Κ. Παπαδάκης συνέχισε:
«Αυτά τα πράγματα είναι χοντρά ψέματα. Δεν ξέρω με ποια λογική αποφασίστηκε να τεθούν. Είναι προφανές ότι η ανάγκη που γέννησε όλα αυτά είναι το γεγονός ότι, μετά από τις καταθέσεις των μαρτύρων της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίες, βγήκε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο σε βάρος του Θεοφίλου, τουναντίον αμφισβητήθηκαν και οι ελάχιστες ενδείξεις με τις οποίες ξεκίνησε η δίκη. Ούτε από τις καταθέσεις των μαρτύρων μέχρι τη στιγμή εκείνη προέκυπτε, όχι ενοχοποίηση του Θεοφίλου, αλλά η ίδια η ταυτοποίηση του δράστη με το καπέλο, η ίδια η ύπαρξη του καπέλου και το κατά πόσο και εάν υπήρχε οποιαδήποτε άλλη ένδειξη που θα οδηγούσε στην ταυτοποίηση του δράστη με το καπέλο, όπως τα δακτυλικά αποτυπώματα.
Δεν είναι, επίσης, ανάξιες επισήμανσης οι καταθέσεις άλλων μαρτύρων, όπως του Καρασαντέ, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Παντελαίο, είδε από πολύ κοντινή απόσταση και περιγράφει άλλον δράστη συμπλεκόμενο με τον Μίχα και όχι το δράστη που φορούσε το καουμπόικο καπέλο, αλλά το δράστη με το μακρυμάνικο, το μπλε μπουφάν και το λευκό φουλάρι, που τα έδειξε στη φωτογραφία. Είναι επίσης άξιο επισήμανσης το γεγονός ότι ο μάρτυρας Σακίτης αναφέρει μία πλειάδα πυροβολισμών προς τον κόσμο, που δεν είναι δυνατόν να έχουν συμβεί και δεν επιβεβαιώνονται από τον περιορισμένο αριθμό καλύκων που βρέθηκαν στον τόπο της συμπλοκής.
Και τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στην αναπαράσταση που έγινε με τη συνδρομή του συναδέλφου της πολιτικής αγωγής, για να θέσω υπόψη του δικαστηρίου σας, ότι ήτανε ωραία σκηνοθετικά, αλλά στηριζόταν σε λάθος σενάριο. Το λάθος σενάριο έγκειται στο εξής: είδαμε τον συνάδελφο, με τη βοήθεια του Παντελαίου, να παριστάνει τον Μίχα με το χέρι ψηλά και τον δράστη να του βάζει το όπλο από τα δεξιά στην κοιλιά. Αν δείτε την ιατροδικαστική έκθεση, θα δείτε ότι δεν υπάρχει στο δεξιό μέρος στην κοιλιά κανένας πυροβολισμός στον Μίχα. Υπάρχουν τέσσερις σφαίρες στον Μίχα, οι τρεις είναι από αριστερά. Είναι στο λαιμό, στον ώμο και κάτω από την κοιλιά. Ο μόνος δεξιός πυροβολισμός είναι στο αντιβράχιο (το αντιβράχιο είναι ο πήχης μεταξύ του αγκώνα και του καρπού). Συνεπώς, η προσπάθεια δεν στέφθηκε με επιτυχία».
Η τελευταία αναφορά του συνηγόρου είναι «όλα τα λεφτά». Εκαναν «φροντιστήριο» στους μάρτυρες, έστησαν ακόμη και αναπαράσταση, στο πλαίσιο της οποίας ο μάρτυρας επιβεβαίωσε το σενάριο που του υπέδειξε ο συνήγορος, όμως δεν φρόντισαν η αναπαράσταση να μοιάζει με τα πραγματικά περιστατικά! Ο συνήγορος πολιτικής αγωγής έδειξε και ο μάρτυρας «επιβεβαίωσε», πως ο Μίχας πυροβολήθηκε δεξιά στην κοιλιά, ενώ ο Μίχας έχει πυροβοληθεί στο αριστερό μέρος του σώματός του! Οπως λέει μια παροιμία, αγαπάει ο θεός τον κλέφτη, όμως αγαπάει και τον νοικοκύρη. Με κυνισμό και αθλιότητα πήγαν να «στήσουν» δήθεν αυτόπτες μάρτυρες, αλλά έπεσαν οι ίδιοι στο λάκκο της αθλιότητάς τους. Γι' αυτό και μετά την αποκάλυψη του Κ. Παπαδάκη επικράτησε μούγκα στη στρούγκα της προηγουμένως λαλίστατης πολιτικής αγωγής.
«Ποιο είναι το συμπέρασμα μέχρι την ώρα που έχουμε εξετάσει όλους τους μάρτυρες και τους αστυνομικούς, δηλαδή την ομάδα της Αντιτρομοκρατικής που είχε την ευθύνη της συλλογής του υλικού;», αναρωτήθηκε ο Σ. Φυτράκης. «Μάθαμε ότι και η τράπεζα έκανε ειδικά σεμινάρια την τελευταία βδομάδα, για να βοηθήσει τους μάρτυρες (το λέω εντός εισαγωγικών), να βοηθήσει να πουν ότι αυτός είναι ο δράστης, να τελειώνουμε».
(Πρόεδρος: Ποιος αυτός; Είπε κανείς μάρτυρας τέτοιο πράγμα;).
«Για να πούνε κάμανε τα σεμινάρια, δεν τα κάμανε για να μην πούνε. Ολοι οι μάρτυρες, όμως, που κατέθεσαν και πρώτα-πρώτα οι τραπεζοϋπάλληλοι δεν αναγνωρίζουν τον κατηγορούμενο ως δράστη και εμπλακέντα στην υπόθεση. Αυτό είναι το βασικό δεδομένο της υπόθεσης, όλα τα άλλα είναι μια συζήτηση για να παίζουμε. Είναι ή δεν είναι το βασικό συμπέρασμα αυτό, ότι δεν αναγνωρίζεται από κανέναν εκ των υπαλλήλων της τράπεζας και από τα τρίτα πρόσωπα που εμπλέκονται μέσα στην τράπεζα, ότι ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος, ο Θεοφίλου, ήταν εκεί, τον αναγνωρίζουμε, αυτός ήταν με το καπέλο, χωρίς καπέλο, ό,τι θέλετε;
Το δεύτερο, που δεν υπήρχε στη δικογραφία, είναι ότι το υποτιθέμενο βασικό εύρημα τριγυρνούσε εκεί μέσα. Σε μια σακούλα το είχαν βάλει. Δεν λέει δε κανείς, ούτε η κυρία που πήγε και υπογράφει ότι παρέλαβε τα πειστήρια στην πρώτη εργαστηριακή έκθεση, δεν λέει ότι το πήρε.
Απεναντίας, υπάρχει ένα έγγραφο δυο μέρες μετά, που λέει ότι απεστάλησαν εκεί πάνω τα πειστήρια. Αυτό έχει μια αξία, όταν θα μπούμε στο τεχνικό και μοναδικό στοιχείο, για να στηρίξουμε την εκδοχή ενοχής. Το οποίο αυτό καθαυτό δε φτάνει ως αποδεικτικό στοιχείο για να στηρίξει την ενοχή κατηγορουμένου γι' αυτά τα αδικήματα. Είτε έτσι αποδειχτεί είτε αλλιώς.
Αρα, ως την ώρα, υπάρχουν επαρκείς αμφιβολίες. Και επειδή η αμφιβολία δεν είναι ακριβής όρος, δεν υπάρχει δεδομένο ότι ο κατηγορούμενος ήταν στη ληστεία της τράπεζας».
Με το γνωστό καυστικό του χιούμορ, ο Σ. Φυτράκης αναφέρθηκε και σ' άλλη μία κραυγαλέα αντίφαση της πολιτικής αγωγής. Από τη μια λένε ότι οι ληστές όταν μπήκαν στην τράπεζα πείραξαν τις κάμερες για να μην τους παίρνουν και από την άλλη φέρνουν βίντεο που τους έχουν καταγράψει. Φαίνεται ότι αυτά τα μηχανάκια δαιμονιωδώς αντιδρούν και ξαναγυρίζουν και παίρνουν, κι ας τα 'χουν αλλάξει οι ληστές, σχολίασε ο συνήγορος. Να φέρουμε κάποιον τεχνικό να μας εξηγήσει πώς γίνεται αυτό.
Ο μόνος μάρτυρας που κατέθεσε αντικειμενικά και χωρίς υστεροβουλία, χωρίς διάθεση να κλονίσει την απόλυτη βεβαιότητα για την αθωότητα του Τ. Θεοφίλου, ήταν ο παριανός ταξιτζής Αντ. Μπαφίτης, φίλος του θύματος, που έζησε τα γεγονότα της ανθρωποκτονίας από πολύ κοντά και με τεταμένη την προσοχή του προς τα γεγονότα, γιατί προσπάθησε να αποτρέψει τον Μίχα να κινηθεί κατά των ληστών. Με την κατάθεσή του διέψευσε την τριάδα των «επεξεργασμένων» μαρτύρων. Τόσο στην προανακριτική και την ανακριτική του κατάθεση όσο και στο ακροατήριο, ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε αυτά που πραγματικά συγκράτησε, χωρίς να προσπαθήσει να συγκαλύψει τις αντιφάσεις που γεννιούνται σε μάρτυρες που παρακολουθούν τόσο έντονα και σοκαριστικά γεγονότα. Η κακοστημένη αναπαράσταση που έστησε η πολιτική αγωγή, μολονότι δεν αφορά έτσι κι αλλιώς τον Θεοφίλου, διαψεύστηκε πλήρως από την κατάθεση αυτού του μάρτυρα.
Ο τελευταίος της συνομοταξίας των αντιτρομοκρατικάριων, που κατέθεσε, δήλωσε πλήρη άγνοια στα βασικά ερωτήματα που του τέθηκαν, προσπαθώντας μόνο να προστατεύσει την αμαρτωλή υπηρεσία του. Ενας κάτοικος της Πάρου, που κατέθεσε για μια κλεμμένη μηχανή, δεν είχε να εισφέρει τίποτα για την ενίσχυση του κατηγορητηρίου, αφού δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Τέλος, ένας αυτόπτης μάρτυρας, κάτοικος Αιγάλεω, που σύμφωνα με τα λεγόμενά του πήγε στην Πάρο για την ηλεκτρολογική εγκατάσταση σε μια πισίνα, δεν κατέθεσε κάτι ενοχοποιητικό σε βάρος του Τ. Θεοφίλου. Κατέθεσε ότι λόγω της κατάστασης που βρέθηκε δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τίποτα από τα χαρακτηριστικά των δραστών.
Στην αρχή της συνεδρίασης η εισαγγελέας εισήγαγε έγγραφο της Ασφάλειας σχετικό με τα αντικείμενα που βρέθηκαν στο διαμέρισμα που είχε νοικιάσει ο Τ. Θεοφίλου στη Λαμία. Ενα κοινό διαμέρισμα που δεν είχε σχέση με γιάφκες, όπως θέλει να το παρουσιάσει η Αντιτρομοκρατική. Οι συνήγοροι υπεράσπισης εξέφρασαν την αντίθεσή τους για την εισαγωγή αυτού του εγγράφου, διότι αντίκειται ευθέως στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της ΕΣΔΑ, που απαιτεί όλα τα στοιχεία που αφορούν τον κατηγορούμενο να τίθενται υπόψη του πριν την έναρξη της δίκης, για να μπορεί να οργανώνει την υπεράσπισή του. Με την τακτική αυτή, η κατηγορία μετατρέπεται σε κινούμενη άμμο, καθώς η αστυνομία (η Αντιτρομοκρατική εν προκειμένω) διατηρεί το δικαίωμα να κατευθύνει τη δίκη εισάγοντας διαρκώς νέα στοιχεία.
Το παιχνίδι τέλειωσε!
Οταν το δικαστήριο δεν κρίνει απαραίτητο να ακούσει μια σειρά μάρτυρες του κατηγορητηρίου, μεταξύ των οποίων και αυτόπτες μάρτυρες, εναντίον των οποίων υποτίθεται ότι έγινε απόπειρα ανθρωποκτονίας, τότε αναγνωρίζει έμμεσα πως ο Τάσος Θεοφίλου δεν έχει καμιά σχέση με το κατηγορητήριο που του φόρτωσε η Αντιτρομοκρατική. Στις συνεδριάσεις της Τρίτης και της Τετάρτης, 10 και 11 Δεκέμβρη, επιβεβαιώθηκε πλήρως η κατάρρευση του κατηγορητηρίου. Μια κατάρρευση που συντελέστηκε τη μέρα που ο τμηματάρχης της Αντιτρομοκρατικής Ε. Χαρδαλιάς, ο άνθρωπος που ενορχήστρωσε ολόκληρη αυτή τη σκευωρία, αναφώνησε: «Μπορεί να μην ήταν στη ληστεία ο άνθρωπος!».
Τρεις ακόμη αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν την Τρίτη και ουδείς αναγνώρισε τον Θεοφίλου ως έναν από τους δράστες της ληστείας και της ανθρωποκτονίας. Σε βάρος ενός απ’ αυτούς υποτίθεται ότι έγινε απόπειρα ανθρωποκτονίας από τον Θεοφίλου. Στην ερώτηση εάν ο Θεοφίλου του θυμίζει κάτι, ο μάρτυρας απάντησε κατηγορηματικά όχι και δήλωσε ότι είναι 100% σίγουρος γι’ αυτό. Δεν προσπάθησε να δημιουργήσει καμιά θολή κατάσταση ή ν’ αφήσει να αιωρού-νται ερωτηματικά. Ετσι, από τους 19 μάρτυρες του κατηγορητηρίου που κατέθεσαν, κανείς δεν αναγνώρισε τον Τ. Θεοφίλου.
Μετά την κατάθεση του τελευταίου από τους μάρτυρες που εμφανίστηκαν, τέθηκε το ζήτημα τι θα γίνει με τους υπόλοιπους 10 που δεν προσήλθαν. Ο πρόεδρος πρότεινε αρχικά να αρχίσει η ανάγνωση εγγράφων και αν έρθουν κάποιοι μάρτυρες να εξεταστούν. Αντέτεινε η υπεράσπιση, ζητώντας να τηρηθεί η προβλεπόμενη δικονομική σειρά. Δεν μπορούν να εξεταστούν μάρτυρες μετά την έναρξη της ανάγνωσης εγγράφων και δεν μπορεί να γίνει ανάγνωση των καταθέσεων των μαρτύρων που δεν προσήλθαν. Η υπεράσπιση δεν ζήτησε τη βίαιη προσαγωγή τους και διευκρίνισε ότι οι μάρτυρες πρέπει να κληθούν από την εισαγγελέα της έδρας και όχι από την πολιτική αγωγή.
Το δικαστήριο διέκοψε για να πάρει απόφαση και όταν επανήλθε στην έδρα ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι δεν κρίνει αναγκαία την κλήση των απολειπόμενων μαρτύρων. Επειδή μεταξύ των 10 αυτών μαρτύρων είναι και μάρτυρας για «λογαριασμό» του οποίου απαγγέλθηκε κατηγορία απόπειρας ανθρωποκτονίας, εκτιμούμε ότι το δικαστήριο κρίνει πως δεν έχει νόημα η διερεύνηση των αποπειρών ανθρωποκτονίας και εμμέσως παραδέχεται ότι έχει σχηματίσει δικανική πεποίθηση για το ότι ο Τ. Θεοφίλου δεν έχει καμιά σχέση με τη ληστεία και την ανθρωποκτονία της Πάρου. Ετσι, η δίκη πέρασε στη φάση της ανάγνωσης των εγγράφων που εισήγαγε η εισαγγελία στη δικογραφία. Υπενθυμίζουμε ότι η Αντιτρομοκρατική, κατά την πάγια τακτική της, έχει στείλει έγγραφα και μετά την έναρξη της δίκης.
Στα αξιοσημείωτα αυτού του διημέρου είναι και η εξαφάνιση των «γκεσεμιών» της πολιτικής αγωγής, αυτών που οργάνωσαν τα απογευματινά «φροντιστήρια» σε μάρτυρες του κατηγορητηρίου. Πέταξαν λευκή πετσέτα, φαίνεται, και άφησαν τους δευτεροκλασάτους στη θέση τους.
Σε τέτοιες δίκες τα έγγραφα είναι κυρίως εκθέσεις έρευνας, σύλληψης, πραγματογνωμοσύνης κτλ. Ξεχωρίζουμε την έκθεση νεκροψίας, από την ανάγνωση της οποίας επιβεβαιώθηκαν όσα δήλωσε ο Κ. Παπαδάκης, σχολιάζοντας την κακοστημένη αναπαράσταση του φόνου, που επεχείρησε η πολιτική αγωγή. Ο άτυχος ταξιτζής βλήθηκε με τέσσερις σφαίρες. Τρεις στην αριστερή πλευρά του σώματός του και μία στον πήχη του δεξιού χεριού. Ο συνήγορος της πολιτικής αγωγής (εκπροσωπεί την αδελφή του νεκρού) και ο τραπεζοϋπάλληλος Παντελαίος έκαναν μια αναπαράσταση σύμφωνα με την οποία ο δράστης κρατούσε το όπλο με το δεξί χέρι και στρίβοντας προς τα πίσω τον καρπό του πυροβόλησε εξ επαφής τον ταξιτζή στη δεξιά πλευρά της κοιλιακής χώρας. Το έκαναν αυτό σε μια προσπάθεια να κλονίσουν την απόλυτη βεβαιότητα που είχε προκύψει, ότι ο Τ. Θεοφίλου δεν έχει καμιά σχέση με την υπόθεση. Σε μια προσπάθεια να αφήσουν να αιωρούνται κάποια ερωτηματικά. Οπως αποδείχτηκε από τη «μαϊμού» αναπαράσταση, ο Παντελαίος και οι υπόλοιποι τραπεζοϋπάλληλοι δεν είδαν καν τι έγινε έξω από την τράπεζα, διότι –όπως κατέθεσε άλλος μάρτυρας– νόμιζαν ότι οι ληστές τους είχαν κλειδώσει και έμειναν μέσα κάμποσα λεφτά, στη διάρκεια των οποίων είχαν τελειώσει όλα.
Ποιος «έπεισε» την πολιτική αγωγή ότι ο Θεοφίλου είναι ένοχος; Γιατί τέτοιος αμοραλισμός; Γιατί είναι αμοραλισμός όταν κάνεις «φροντιστήριο» σε μάρτυρες (εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι είναι υπάλληλοι της τράπεζας), μολονότι έχεις ακούσει τον «σεφ» της Αντιτρομοκρατικής να δηλώνει ότι «μπορεί να μην ήταν στη ληστεία ο άνθρωπος». Ευτυχώς που ως «φροντιστές» αποδείχτηκαν ολίγιστοι, μη έχοντας φροντίσει να μελετήσουν λίγο, πριν στήσουν τη «μαϊμού» αναπαράσταση με έναν μάρτυρα που δεν είχε δει τίποτα έξω από την τράπεζα.
Μιλώντας για τους μάρτυρες, όχι μόνο τους «εκπαιδευθέντες» αλλά και τους ειλικρινείς, πρέπει να σημειώσουμε πως από τις πραγματογνωμοσύνες φάνηκε η σύγχυσή τους. Μιλούσαν για σωρεία πυροβολισμών, όμως έπεσαν μόνο πέντε. Τέσσερις σφαίρες χτύπησαν τον άτυχο Μίχα και μία βρέθηκε 40 μέτρα από την τράπεζα. Κατέρρευσε έτσι όχι μόνο ο μύθος ότι οι δράστες έριξαν στο ψαχνό στον κόσμο (εξ ου και η κατηγορία των αποπειρών ανθρωποκτονίας), αλλά και ότι ο Μίχας πυροβολήθηκε από μακριά και στη συνέχεια δέχτηκε χαριστική βολή.
Από τη νεκροψία προέκυψε και ένα άλλο, εξαιρετικά σοβαρό επιχείρημα υπέρ του Τ. Θεοφίλου. Ο νεκρός φέρει τραύματα στη μύτη, τα χείλη και την παλάμη, γεγονός που πιστοποιεί ότι μεταξύ αυτού και του δράστη προηγήθηκε έντονη πάλη. Ο Τ. Θεοφίλου, όμως, όπως αποτυπώθηκε στις φωτογραφίες που επέδειξε στο δικαστήριο ο συνήγορος Κ. Παπαδάκης, δεν φέρει κανένα ίχνος, καμιά αμυχή ή μελάνωμα που να δείχνει ότι πάλεψε με κάποιον. Εν προκειμένω, πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι ο Μίχας ήταν πολύ πιο σωματώδης από τον Θεοφίλου και δεν υπήρχε περίπτωση, αν είχε συμπλακεί μαζί του, να μην του είχε αφήσει σημάδια.
Τέλος, έχουμε τον τελευταίο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο δίπλα στη σορό του Μίχα βρέθηκε ένα καπέλο, στο οποίο ανιχνεύτηκε DNA του Θεοφίλου. Εδώ τα γεγονότα, όπως προκύπτουν από τα έγγραφα της δικογραφίας, «βοούν». Η ανθρωποκτονία έγινε περίπου στις 8:30 το πρωί 10.8.2012. Η σορός απομακρύνθηκε από το χώρο στις 9:30, αφού προηγουμένως έγινε λεπτομερειακή φωτογράφιση της σορού, του γύρω χώρου, και όλων των πειστηρίων. Στις φωτογραφίες αυτές δεν υπάρχει κανένα καπέλο. Διαψεύδονται έτσι πλήρως οι καταθέσεις δύο τραπεζοϋπαλλήλων, ότι η αστυνομία τους παρέδωσε ένα καπέλο μέσα σε μια σακούλα στις 9:30 (αλήθεια, γιατί η αστυνομία να δώσει το καπέλο στους τραπεζοϋπάλληλους και να μην το μαζέψει μαζί με τα υπόλοιπα πειστήρια;). Αυτοί που το κατέθεσαν είναι αυτοί που πέρασαν το «φροντιστήριο» στην έδρα της Διεύθυνσης Ασφάλειας της Alpha Bank. Η μία μάλιστα δεν κατέθεσε τίποτα σχετικό με το καπέλο που δήθεν τους παρέδωσε η αστυνομία, στην πρώτη μέρα της κατάθεσής της. Το κατέθεσε τη δεύτερη μέρα, αφού μεσολάβησε το «φροντιστήριο».
Σύμφωνα με την Εκθεση Εργαστηριακής Πραγματογνωμοσύνης, στέλεχος της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών κατέβηκε αυθημερόν στην Πάρο και σάρωσε τα πάντα (τράπεζα, χώρους που βρέθηκαν κλεμμένα οχήματα, αντικείμενα στον τόπο του συμβάντος) συγκεντρώνοντας δείγματα βιολογικού υλικού. Τέτοιο υλικό δεν πάρθηκε από το περιβόητο καπέλο, μολονότι το στέλεχος της ΔΕΕ παρέμεινε τέσσερις μέρες στην Πάρο! Περιττεύει να πούμε ότι το καπέλο θα ήταν το πρώτο που θα σάρωναν με τις γνωστές μπατονέτες, για να σχηματίσουν δείγματα βιολογικού υλικού.
Ο Θεοφίλου δεν ήταν στη ληστεία και καπέλο δεν υπήρχε. Οταν η Αντιτρομοκρατική επέλεξε τον Θεοφίλου από τη «δεξαμενή» των «προς μελλοντική αξιοποίηση υπόπτων», κατασκευάστηκε και το καπέλο.
Από την πολυσέλιδη έκθεση ερεύνης στο διαμέρισμα της Λαμίας, που νοίκιαζε ο Θεοφίλου το μόνο που προέκυψε ήταν πως εκεί κατοικούσε ένας διανοούμενος που είχε μια πλούσια βιβλιοθήκη. Κανένα στοιχείο που να εμπλέκει τον Θεοφίλου με τη ΣΦΠ ή οτιδήποτε άλλο.
Ξαναθυμηθήκαμε τι έγραφαν εκείνες τις μέρες τα παπαγαλάκια της Αντιτρομοκρατικής, ενεργώντας ως delivery boys της κακόφημης αυτής υπηρεσίας. Φρόντισε η εισαγγελία να μας τα θυμίσει, εισάγοντας τα δημοσιεύματα ως έγγραφα της δικογραφίας. Θυμηθήκαμε τα δημοσιεύματα για την κάμερα που υποτίθεται ότι ο Θεοφίλου είχε προσαρμόσει σ’ ένα ποδήλατο και κατέγραφε διάφορους πιθανούς στόχους κτλ. Το μόνο που έμεινε είναι ένα παλιό ποδήλατο που είχε στο μπαλκόνι του διαμερίσματος ο Θεοφίλου και τίποτ’ άλλο. Και βέβαια, δεν περιμένουμε καμιά αυτοκριτική για τα παπαγαλάκια. Αυτός είναι ο ρόλος τους και θα τον ξαναπαίξουν με την πρώτη ευκαιρία.
Ο Τ. Θεοφίλου ζήτησε να διαβαστούν και διάφορα έγγραφα για το ρόλο της Αντιτρομοκρατικής και των στελεχών της. Ο πρόεδρος τον διέκοψε λέγοντάς του: Μην κάνετε καμία σύγχυση, κατηγορούμενος τώρα είστε εσείς. Εσείς θα υπερασπιστείτε τον εαυτό σας και δεν θα κατηγορήσετε άλλον. Η παρέμβαση αυτή του προέδρου υπήρξε τουλάχιστον άστοχη. Οταν έχουν αποδειχτεί σημεία και τέρατα από τη διαδικασία, αυτά κάποιος τα ενορχήστρωσε. Η Αντιτρομοκρατική το έκανε κι αυτό το γνωρίζει πλέον πολύ καλά ο κ. Χατζηαθανασίου. Ο Τ. Θεοφίλου δικαιούται να ζητά να αποκαλυφθεί ο ρόλος της Αντιτρομοκρατικής, ενώ με την παρέμβασή του ο πρόεδρος εμφανίστηκε σαν να ήθελε να εμποδίσει κάθε συζήτηση πάνω σ’ αυτό το κομβικό ζήτημα.