Ο Οσκαρ, παιδί με κάποιες ιδιαιτερότητες, έχασε τον πατέρα του την 11η Σεπτέμβρη 2001 από το χτύπημα των Δίδυμων Πύργων. Μην μπορώντας να δεχτεί τον ξαφνικό χαμό του πατέρα του, ξεκινά μια περιπέτεια που πιστεύει πως θα τον οδηγήσει στην αποκάλυψη ενός μυστικού του.
Bασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζόναθαν Σάφραν Φόερ, η ταινία διαπραγματεύεται τις έννοιες του άδικου θανάτου οικείων προσώπων και της διαχείρισής του, με φόντο την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους. Ο τρόπος που διαλέγουν οι συντελεστές της ν’ αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο πολιτικό θέμα είναι κλασικός «αγγλοσαξονικός»: το αποπολιτικοποιούν και το θέτουν από τη συναισθηματική σκοπιά της μιας πλευράς. Πρόκειται για μια μεθοδολογία τουλάχιστον αφελή, ανούσια και κυρίως προβοκατόρικη, που την έχουμε ζήσει και στην Ελλάδα, όχι μόνο μετά τα πολεμικά χτυπήματα στη Νέα Υόρκη, τη Μαδρίτη και το Λονδίνο, αλλά και απ’ αφορμή των συλληφθέντων για συμμετοχή στη 17Ν.
Αν το θέμα της ταινίας ήταν απλά ο αιφνίδιος χαμός του πατέρα και η δυσκολία αποδοχής του από την οικογένεια, θα μπορούσε ο πατέρας να ‘χει πεθάνει με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, π.χ. σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, χωρίς αυτό να επηρεάζει στο παραμικρό τη συγκεκριμένη ταινία. Από τη στιγμή, όμως, που εμπλέκεται το θέμα των Δίδυμων Πύργων τότε τα πράγματα αλλάζουν. Η ταινία προσπαθεί να συγκινήσει τους θεατές παρουσιάζοντας το μεγάλο δράμα που έζησαν κάποιες –πολλές– οικογένειες ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος. Πουθενά, όμως, στην ταινία δε γίνεται λόγος για το πολύ μεγαλύτερο δράμα που ζουν πολύ περισσότερες οικογένειες και σε πολύ διαφορετικά επίπεδα (στέγης, σίτισης, ασφάλειας, παιδείας κ.λπ) σε πάρα πολλές χώρες του πλανήτη, εξαιτίας της αμερικανικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Φτηνές προσπάθειες που δεν απηχούν παρά μόνο σε καθυστερημένα κομμάτια της αμερικανικής κοινωνίας.
Ελένη Π.