Περισσότερα από 1.000 άτομα έχουν συλληφθεί και εξακολουθούν να κρατούνται, ύστερα από το βασιλικό πραξικόπημα, μεταξύ των οποίων τουλάχιστον 50 ηγετικά στελέχη των αστικών κομμάτων, σύμφωνα με την καταγγελία του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Νεπαλέζικου Κογκρέσου, την περασμένη Τετάρτη.
Οπως είναι γνωστό την 1η Φλεβάρη ο βασιλιάς του Νεπάλ διέλυσε την κυβέρνηση, πήρε όλες τις εξουσίες στα χέρια του και διόρισε νέα κυβέρνηση – μαριονέτα. Κατέβασε τα τανκς στους δρόμους για να προλάβει εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, επέβαλε αυστηρή λογοκρισία σε όλα τα ΜΜΕ, διέκοψε τις τηλεπικοινωνίες και προχώρησε σε μαζικές συλλήψεις.
Είναι η δεύτερη φορά από τον Ιούνιο του 2001 που ο βασιλιάς Gyanedra ανέβηκε στο θρόνο, ύστερα από μια μυστηριώδη σφαγή 10 μελών της βασιλικής οικογένειας, που προχώρησε σε διάλυση της κυβέρνησης και επιβολή στη χώρα κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Αιτία, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, η ανάγκη να προστατέψει τη χώρα από τους αντάρτες και η ανικανότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει τις διαπραγματεύσεις μαζί τους.
Πράγματι, το μαοϊκό αντάρτικο, που ξεκίνησε το 1996 από τις εξαθλιωμένες αγροτικές περιοχές του κεντρικού Νεπάλ, είναι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος, όπως όλα δείχνουν, του νεπαλέζου βασιλιά. Σήμερα, παρά τις εκτεταμένες επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού στις περιοχές που δρα, είναι ισχυρότερο από ποτέ. Εχει σημαντική επιρροή στην αγροτιά και ελέγχει μεγάλες περιοχές της υπαίθρου. Ομως η επιρροή του έχει επεκταθεί τα τελευταία χρόνια στην φτωχολογιά των πόλεων και στη σπουδαστική νεολαία, με αποτέλεσμα να μπορεί να κηρύσσει και να οργανώνει γενικές απεργίες που παραλύουν τη χώρα.
Η πραγματικότητα αυτή ανάγκασε τη διορισμένη από το βασιλιά κυβέρνηση να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τους αντάρτες το Νοέμβριο του 2001, παρόλο που ύστερα από την επίθεση της 11ης Σεπτέμβρη τους είχε χαρακτηρίσει «τρομοκράτες» και είχε εντείνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον τους. Οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν σύντομα και επαναλήφθηκαν το καλοκαίρι του 2003. Ωστόσο και αυτή τη φορά απέβηκαν άκαρπες και διακόπηκαν στον τρίτο γύρο. Ακολούθησε κλιμάκωση των επιχειρήσεων και από τις δυο πλευρές, οι οποίες τελικά κατέληξαν σε νέα συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στα τέλη Γενάρη. Τις πρόλαβε όμως το βασιλικό πραξικόπημα την 1η Φλεβάρη.
Δυο μέρες μετά το πραξικόπημα, ο βασιλιάς δια στόματος του υπουργού Εσωτερικών κάλεσε τους αντάρτες να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να βοηθήσουν να λυθεί το ζήτημα, και αν δεν το κάνουν θα βρεθούν αντιμέτωποι με την οργή της εξουσίας του. Οι αντάρτες, που μέχρι πρότινος ζητούσαν απευθείας διαπραγματεύσεις με το βασιλιά, θεωρώντας άσκοπο να συζητούν πλέον με εντολοδόχους του, απορρίπτουν κάθε επαφή υπό τις σημερινές συνθήκες.
Οπως φαίνεται, το βασιλικό πραξικόπημα είναι μια κίνηση πίεσης προς τους αντάρτες, αλλά ταυτόχρονα και απόδειξη του αδιεξόδου της εξουσίας. Αλλωστε, υπάρχει το προηγούμενο εγχείρημα τον Οκτώβριο του 2002, όταν ο βασιλιάς επέβαλε για τον ίδιο λόγο για πρώτη φορά κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ανέλαβε όλες τις εξουσίες. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Ο κυβερνητικός στρατός όχι μόνο δεν κατάφερε να συντρίψει το αντάρτικο, αλλά αντίθετα το τελευταίο ενισχύθηκε και στρατιωτικά και πολιτικά.
Δεν γνωρίζουμε ποιο ακριβώς είναι το πρόγραμμά τους και ποιο πλαίσιο έχουν θέσει στις διαπραγματεύσεις με την κυβερνητική πλευρά οι μαοϊκοί αντάρτες στο Νεπάλ. Το μόνο που γνωρίζουμε από τον αστικό τύπο (χωρίς να ξέρουμε φυσικά αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα) είναι ότι ζητούν να εκλεγεί συνταγματική βουλή, η οποία θα καταρτίσει νέο σύνταγμα και θα αποφασίσει για το μέλλον της μοναρχίας στη χώρα. Γι’ αυτό εκεί που πρέπει να σταθούμε είναι ότι ένα αντάρτικο κίνημα κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια να αποτελεί τον υπ’ αριθμό ένα κίνδυνο και αντίπαλο της εξουσίας. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε σήμερα.