Στη σκιά του αδιεξόδου στο οποίο έχουν οδηγηθεί οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης πραγματοποιήθηκε στις 16 Μαρτίου η εναρκτήρια σύνοδος της βουλής που προέκυψε από τις διαβόητες εκλογές της 30ης Ιανουρίου. Επρόκειτο για μια στημένη παράσταση, χωρίς ουσιαστικά αντικείμενο, με στόχο να δοθεί η εντύπωση ότι σημειώνεται κάποια πρόοδος και να καταλαγιάσουν οι ανησυχίες και η απογοήτευση που προκαλεί στο σιιτικό κυρίως πληθυσμό η αποτελμάτωση των διαπραγματεύσεων.
Οι εργασίες της συνόδου ολοκληρώθηκαν, εν μέσω καταιγισμού επιθέσεων με όλμους γύρω από την Πράσινη Ζώνη, αφού ορκίστηκαν οι 275 βουλευτές, χωρίς να οριστεί ημερομηνία για την επόμενη σύνοδο.
Απροσδιόριστος παραμένει επίσης μέχρι στιγμής και ο χρόνος ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό κυβέρνησης, ενώ ο υποψήφιος του σιιτικού συνασπισμού για τη θέση του πρωθυπουργού, Ιμπραήμ αλ – Τζαφάρι, δήλωσε μετά το τέλος της συνόδου ότι ελπίζει πως η νέα κυβέρνηση θα σχηματιστεί μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Τα επίμαχα ζητήματα που έχουν οδηγήσει σε τέλμα τις διαπραγματεύσεις συνδέονται κυρίως με τους όρους που θέτει η Κούρδικη Συμμαχία. Το παζάρι είναι σκληρό και αφορά κατά πρώτο λόγο τον έλεγχο της πετρελαιοφόρας περιοχής που περιλαμβάνει το Κιρκούκ, το βαθμό της αυτονομίας των κούρδικων έδαφών και τον αφοπλισμό των κούρδων μαχητών Πεσμεργκά. Και κατά δεύτερο λόγο τα υπουργεία – κλειδιά και τα σημαντικά κυβερνητικά πόστα.
Οι Κούρδοι επιμένουν να δοθεί τώρα λύση στο πρόβλημα του Κιρκούκ και της αυτονομίας των κουρδικών περιοχών με βάση τον Μεταβατικό Διοικητικό Νόμο, που θεσπίστηκε από την αμερικάνικη Προσωρινή Διοίκηση και χρησιμοποιείται ως προσωρινό σύνταγμα του Ιράκ. Ο νόμος αυτός επιτρέπει την αλλαγή των δεδομένων που έχει δημιουργήσει η πολιτική του Σαντάμ Χουσεϊν. Για παράδειγμα, προβλέπει ότι σε περιοχές, όπως το Κιρκούκ, απ’ όπου ο Σαντάμ Χουσεϊν απομάκρυνε ντόπιο πληθυσμό, πρέπει να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα επιστροφής της περιουσίας σε όσους την έχασαν και αποζημίωσης σε όσους την εγκαταλείψουν. Ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουν το νόμο αυτό οι Κούρδοι τους δίνει τον έλεγχο του Κιρκούκ με την απόκτηση της πλειοψηφίας στον πληθυσμό και με την αναπροσαρμογή των συνόρων των κουρδικών εδαφών, ώστε να περιληφθούν σ’ αυτά τμήματα της επαρχίας του Κιρκούκ, τα οποία ισχυρίζονται ότι ο Σαντάμ Χουσεϊν είχε ενσωματώσει σε γειτονικές επαρχίες. Ηδη το ποσοστό του κούρδικου πληθυσμού στο Κιρκούκ αυξήθηκε σημαντικά κατά την προεκλογική περίοδο, όταν εμφανίστηκαν και γράφτηκαν στους εκλογικούς καταλόγους δεκάδες χιλιάδες Κούρδοι, που δήλωναν ότι είχαν εκδιωχθεί από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεϊν.
Ομως τα σχέδια της Κούρδικης Συμμαχίας για το Κιρκούκ δεν βρίσκουν σύμφωνη την ηγεσία του σιιτικού συνασπισμού, η οποία θεωρεί ότι ο Μεταβατικός Διοικητικός Νόμος δεν μπορεί να εφαρμόζεται απαρέκλιτα, γιατί έχει και θετικές και αρνητικές πλευρές καθώς και κενά. Γι αυτό υποστηρίζει ότι η επίλυση των ζητημάτων αυτών πρέπει να γίνει με την εκπόνηση του νέου συντάγματος και την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές. Σύμμαχός της στο ζήτημα αυτό είναι η κυβέρνηση της Τουρκίας, η οποία απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε αλλαγή στο στάτους του Κιρκούκ, γεγονός που δεν μπορούν να αγνοήσουν οι Αμερικάνοι.
Ενα άλλο ζήτημα που χωρίζει τους νικητές των εκλογών είναι η απαίτηση της Κούρδικης Συμμαχίας να μπει σε όποια συμφωνία προκύψει ο όρος ότι αν οι Κούρδοι αποχωρήσουν από την κυβέρνηση, η τελευταία θα πέσει. Ο όρος αυτός, που ουσιαστικά τους δίνει το δικαίωμα του βέτο στην κυβερνητική πολιτική, απορρίπτεται κατηγορηματικά από την Ενωμένη Ιρακινή Συμμαχία.
Σοβαρό ζήτημα παραμένει επίσης ο τρόπος συμμετοχής κάποιων Σουνιτών στην κυβέρνηση, καθώς και ο ρόλος του σημερινού δοτού πρωθυπουργού Ιγιάντ Αλάουι, ο οποίος διεκδικεί τη θέση του πρωθυπουργού και στη νέα κυβέρνηση και επιχειρεί με διάφορες μηχανορραφίες και ίντριγκες να διασπάσει και να αποδυναμώσει το σιιτικό συνασπισμό και να κερδίσει τη στήριξη της υποψηφιότητάς του από τους Κούρδους, προσφέροντάς τους περισσότερα ανταλλάγματα από τους Σιίτες.