Τη δραστικότατη μείωση του αριθμού των εισακτέων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και κατ’ επέκταση τη μείωση περαιτέρω της κρατικής χρηματοδότησης των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προοιωνίζει η απόφαση του υπουργείου Παιδείας να ορίσει κατώτατο πλαφόν (τη βάση 10) στις βάσεις εισαγωγής από το 2006.
Σύμφωνα με τα περσινά δεδομένα, και σε περίπτωση που ίσχυε η απόφαση αυτή, 29.539 παιδιά -που πέρυσι ήταν επιτυχόντες στα ΑΕΙ-ΤΕΙ (81.346 επιτυχόντες-51.807 με ΓΒΠ πάνω από το 10= 29.539), θα αποκλείονταν από την εισαγωγή στα τριτοβάθμια ιδρύματα, αφού συγκέντρωσαν στις πανελλαδικές εξετάσεις του Ιουνίου του 2004 Γενικό Βαθμό Πρόσβασης κάτω από τη βάση του 10.
Το παραπάνω παράδειγμα -και μάλιστα με πραγματικά στοιχεία- είναι αποκαλυπτικότατο για το μέγεθος της σφαγής που πρόκειται να γίνει από το 2006, κατά τις πανελλαδικές εξετάσεις.
Το γεγονός αυτό θα σημάνει την αποψίλωση τμημάτων όχι μόνο των ΤΕΙ, όπου θα υπάρξει πραγματική πανωλεθρία, αλλά και κάποιων ΑΕΙ, όπως πχ αυτών της Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Σχολής Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού κ.λπ.. και βεβαίως όχι μόνο της επαρχίας, αλλά και των μεγάλων αστικών κέντρων της Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα κάποια περιφερειακά ΤΕΙ κυριολεκτικά θα βάλουν λουκέτο.
Ως φυσικό δε επακόλουθο τούτης της κατάστασης θα είναι η ακόμη μεγαλύτερη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης των ΑΕΙ-ΤΕΙ, αφού είναι γνωστό ότι αυτή γίνεται με βάση τον αριθμό των φοιτούντων στα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Και έτσι, με πλάγιο τρόπο, θα επιτευχθεί το άλλο πολυπόθητο όνειρο των διαχειριστών του συστήματος, να μειωθούν δραστικότατα -παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις- οι λεγόμενες «κοινωνικές δαπάνες», κατά το ρυθμό που βαρά ενορχηστρωμένα ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Αν πάρει τώρα κανείς υπόψη του και το βαθμό δυσκολίας/ευκολίας των θεμάτων, που λειτουργεί σαν «στρόφιγγα» στα χέρια των υπευθύνων και καθορίζει, σύμφωνα με τις κάθε φορά επιλογές, τη ροή των αποφοίτων προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αντιλαμβάνεται ότι ο αριθμός των αποκλεισθέντων από τα ΑΕΙ-ΤΕΙ μπορεί να είναι ακόμη και μεγαλύτερος και μάλιστα να αφορά και υποψήφιους των περιζήτητων σχολών.
Το ότι φυσικά οι χηρεύουσες θέσεις θα παραμείνουν τέτοιες ως το τέλος και δεν θα καλυφθούν από κανενός είδους «επιλαχόντες», αποδεικνύει και το γεγονός ότι από του χρόνου δεν θα υπάρχει «αριθμός εισακτέων» αλλά «ανώτατος αριθμός εισακτέων». Αλλωστε, η κυβέρνηση, δεν θα προχωρούσε στη ρύθμιση αυτή, αν είχε κατά νου κάθε φορά να γεμίζει τις κενές θέσεις με «επιλαχόντες».
Εμφανιζόμενη δήθεν ως υπερασπιστής του επιπέδου των πανεπιστημιακών σπουδών, η κυβέρνηση, με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνει έναν μεγάλο στόχο, που δεν είχε τα κότσια δημοσίως να ομολογήσει: να μειώσει δραστικά τον αριθμό των εισακτέων, να χτυπήσει την τάση της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση. Η γνωστή σε όλους μας «μεταρρύθμιση Αρσένη», προκειμένου να γίνει αποδεκτή, είχε διακηρύξει ότι στόχος της είναι η «ελεύθερη πρόσβαση» στα ΑΕΙ-ΤΕΙ όλων των αποφοίτων του Ενιαίου Λυκείου, τους οποίους όμως είχε φροντίσει με τις διπλές πανελλαδικές εξετάσεις μέσα στο Λύκειο, από νωρίς να καρατομήσει και να τους πετάξει πανικόβλητους και με το στίγμα του «αποτυχημένου» στη χωματερή των ΤΕΕ. Τώρα, που αυτή η διαδικασία «βρόμισε», που σηκώθηκαν και οι πέτρες να τη χτυπήσουν, αφού αποδεδειγμένα στραγγάλισε κυριολεκτικά το σχολείο, και η κυβέρνηση της ΝΔ αναγκάστηκε να πάρει σιγά-σιγά πίσω, τοποθετώντας τις εξετάσεις έξω από το Λύκειο (όπως φαίνεται από αυτά που ανακοινώνονται ως συμφωνηθέντα στο «διάλογο»), έπρεπε να βρεθεί κάποιος άλλος τρόπος, κάποιος άλλος μηχανισμός δραστικού περιορισμού της ροής προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, χωρίς να βάλλει ευθέως κατά της «ελεύθερης πρόσβασης», που τόσο εύηχα ακούγεται και που συμπλέει με τους πόθους της εργαζόμενης κοινωνίας.
Είναι δε η ρύθμιση αυτή προπομπός και άλλων ρυθμίσεων, που θα δούμε στο άμεσο μέλλον, όπως πχ η καθιέρωση βάσης ίσως σε κάποια μαθήματα κατά σχολές ή η θέσπιση συντελεστών κ.λπ., που θα δυσκολέψουν ακόμη πιο πολύ τα πράγματα.
Oπως αντιλαμβάνεται κανείς ο μεγάλος αδικημένος θα είναι και πάλι τα παιδιά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, που δε θα μπορούν ν’ ανταποκριθούν στα αυξημένα εμπόδια, λόγω οικονομικής και μορφωτικής ένδειας.
Βεβαίως υπάρχει και η εκσυγχρονιστική άποψη, που είτε αποδέχεται είτε αδιαφορεί γι’ αυτή τη ρύθμιση της κυβέρνησης, αφού θεωρεί λογική τη μη εισαγωγή φοιτητών στα τριτοβάθμια ιδρύματα με χαμηλή βαθμολογία και αδιανόητη τη λειτουργία κάποιων είναι αλήθεια «αμφιλεγόμενων» ως προς την ουσία του περιεχομένου σπουδών, περιφερειακών κυρίως τμημάτων ΑΕΙ ή ΤΕΙ.
Oμως η ίδρυση κάποιων τμημάτων -περιφερειακών κυρίως αλλά και των αστικών κέντρων- λόγω της πολυδιάσπασης και φοβερής εξειδίκευσης των πανεπιστημιακών σπουδών, αλλά και της ανάγκης των πολιτευτών για εξυπηρετήσεις μικροκομματικού και πελατειακού τύπου, δεν πρέπει να αποτελέσει αφετηρία για σκέψεις που μας οδηγούν πίσω ολοταχώς. Πρέπει ν’ αποτελέσει αίτημα για συστηματικότερη, καλύτερη οργάνωση των πανεπιστημιακών σπουδών και βεβαίως με γενναία χρηματοδότηση προς όλα τα τμήματα.
Ο πλούτος υπάρχει και μάλιστα πολύ άφθονος για να σπουδάσουν όλα τα παιδιά του λαού σε πανεπιστημιακά ιδρύματα αντίστοιχα με αυτά που ονειρεύονται και δικαιούνται. Μόνο που είναι συγκεντρωμένος σε λίγα χέρια. Εκεί, λοιπόν, είναι το πρόβλημα. Ας ξεκολλήσουμε , λοιπόν, από τη μπακαλίστικη λογική και ας δούμε τα πράγματα απ’ τη σκοπιά των ταξικών συμφερόντων των λαϊκών στρωμάτων.
Οσον αφορά στις ενστάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ παιδιών με βαθμολογίες κάτω από τη βάση, μια πιο διεισδυτική ματιά αρκεί για να τις απορρίψουμε. Πρώτον, γιατί κανείς εχέφρων δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν είναι ικανός να σπουδάσει ο μαθητής του 9, ενώ είναι ικανός ο μαθητής του 10 ή του 11. Δεύτερον, γιατί η βαθμολογία είναι σχετική και εν πολλοίς κατασκευασμένη, ανάλογα με το βαθμό δυσκολίας/ευκολίας των θεμάτων και δεν αποτυπώνει το πραγματικό επίπεδο και τις γνώσεις των υποψηφίων. Είναι γνωστή άλλωστε η διαμόρφωση υπερπληθώρας αριστούχων ή αποτυχημένων στις διάφορες χρονιές των πανελλαδικών εξετάσεων. Τρίτον, γιατί είναι γνωστή η δυσκολία των πανελλαδικών εξετάσεων, όπως και πολλοί άλλοι παράγοντες που καθορίζουν το βαθμό επιτυχίας των υποψηφίων σ’ αυτές (άγχος, τυχαίος παράγοντας).
Τέταρτον και σπουδαιότερον γιατί το μορφωτικό επίπεδο των παιδιών είναι συνάρτηση πολλών συνιστωσών, όπως η μερική προσέγγιση της γνώσης, ο βομβαρδισμός με ανούσιες ασύνδετες πληροφορίες, η ενθάρρυνση της αποστήθισης και όχι η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, ο δασκαλοκεντρισμός, το κλίμα του σκληρού ανταγωνισμού και όχι της συλλογικότητας, η απουσία εποπτικού υλικού, η άθλια υλικοτεχνική υποδομή, τα ψήγματα παιδαγωγικής ελευθερίας, η ταξική προέλευση των μαθητών (που καθορίζει και το γενικότερο μορφωτικό, κοινωνικοπολιτιστικό, οικονομικό τους επίπεδο) κ.λπ. Και που βεβαίως είναι αδύνατο να πιστοποιηθεί και αποτυπωθεί μέσω της βαθμολογίας ή και των άλλων αξιολογικών κρίσεων και μεθόδων επιλογής, αφού αυτές σβήνουν όλα τα προηγούμενα και θεωρούν το μαθητή αποκλειστικά υπεύθυνο.
Στην ίδια λογική με όσα αναφέραμε παραπάνω και αφορούν στη ρύθμιση για καθιέρωση κατώτατου πλαφόν, εντάσσεται και ο νέος διακανονισμός του «κλειστού αριθμού» εισακτέων που θα ισχύσει για φέτος.
Η φαινομενικά μικρή μείωση των θέσεων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ (σε σύγκριση με πέρυσι), το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφορά τις περιζήτητες θέσεις των κεντρικών Πανεπιστημίων και ειδικά τις «σχολές αιχμής» (Νομικές, Ιατρικές, Πολυτεχνικές) είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει τον σκληρό ανταγωνισμό στα όρια. Οταν για τις σχολές αυτές σφάζονται κυριολεκτικά οι μαθητές -και μάλιστα οι άριστοι- καταλαβαίνετε ότι μια μείωση 35, 40, 60 ή 130 θέσεων είναι πολύ καθοριστική.
Αναλυτικά, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε ότι για την ακαδημαϊκή χρονιά 2005-2006 οι θέσεις για τα ΑΕΙ-ΤΕΙ θα είναι μειωμένες κατά 1350 (ποσοστό 1,7%).
Συγκεκριμένα θα είναι κατά 650 λιγότερες οι θέσεις των ΑΕΙ και κατά 700 οι θέσεις των ΤΕΙ. Δηλαδή θα είναι 36.045 στα ΑΕΙ και 40.690 στα ΤΕΙ.
Ο συνολικός αριθμός των εισακτέων θα είναι 81.267.
Το 90% των θέσεων εισακτέων θα καταλάβουν οι υποψήφιοι από το Ενιαίο Λύκειο, που υπολογίζονται σε 92.433. Τις θέσεις αυτές θα διεκδικήσουν 75.275 μαθητές της Γ΄ Λυκείου και 17.158 απόφοιτοι προηγούμενων ετών που έχουν υποβάλει αίτηση συμμετοχής στις φετινές εξετάσεις. Οι διαθέσιμες θέσεις για τους 92.433 υποψήφιους ανέρχονται στις 66.324.
Υπολογίζεται δηλαδή ότι 26.109 υποψήφιοι θα μείνουν εκτός ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Το 10% των θέσεων, δηλαδή 8.146 θέσεις, θα διεκδικήσουν 17.000 υποψήφιοι προηγούμενων ετών χωρίς εξετάσεις.
Δηλαδή και από εδώ 8.854 υποψήφιοι θα μείνουν εκτός νυμφώνος.
Δηλαδή και από εδώ 8.854 υποψήφιοι θα μείνουν εκτός νυμφώνος.
Τα νούμερα αυτά, που έτσι κι αλλιώς κάνουν σκόνη την κατ’ επίφαση «ελεύθερη πρόσβαση» (και που λίγο-πολύ επαναλαμβάνονται διαρκώς αυξανόμενα τα τελευταία χρόνια) από το 2006 θα εκτιναχθούν στα ύψη με τη γνωστή ρύθμιση του κατώτατου πλαφόν.
Αν δε θέλουμε, λοιπόν, να χάσουμε το τρένο, αν δε θέλουμε να υποστούμε ως εργαζόμενη κοινωνία μια ακόμη ήττα, ας προβάλλουμε επίμονα και ηχηρά το μοναδικό προωθητικό αίτημα: ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ (χωρίς εισαγωγικά) σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης (και στα ΑΕΙ-ΤΕΙ). Κατάργηση όλων των εξετάσεων και των κάθε είδους αξιολογικών κρίσεων.
Γιούλα Γκεσούλη