Οι παλιότεροι αναγνώστες της στήλης αλλά και όσοι έχουν περάσει από τις βιντεοπροβολές-συζητήσεις που οργανώνει η εφημερίδα γνωρίζουν ήδη την αδυναμία μας για το σινεμά των αδερφών Νταρντέν. Οταν μετά από 60 ντοκιμαντέρ οι δύο Βέλγοι στρέφονται το 1996 στη μυθοπλασία, ο παγκόσμιος κινηματογράφος υποδέχεται κάποιες από τις πλέον συνταρακτικές ταινίες μεγάλου μήκους των τελευταίων χρόνων. Μετά τα «Η υπόσχεση», «Ροζέτα» και «Ο γιος», οι Νταρντέν αφήνουν τρία χρόνια να περάσουν και επιστρέφουν φέτος με «Το Παιδί», μια ακόμη αποστομωτική αναπαράσταση του τί σημαίνει επιβίωση στο ξεκίνημα της τρίτης πολιτισμένης χιλιετίας.
«Το παιδί» είναι το νεογέννητο μωρό δυο 20χρονων παιδιών. Ο πατέρας του (Ζερεμί Ρενιέ), νεαρός που επιδίδεται σε μικροκλοπές σε συνεργασία με 10χρονα παιδιά, αποφασίζει κάποια στιγμή κρυφά από τη μάνα να το πουλήσει για να καλυτερέψει τη ζωή τους. Η μάνα αρρωσταίνει από τη λύπη της και τον καταγγέλλει, έτσι αυτός επιστρέφει τα χρήματα στους αγοραστές και παίρνει πίσω το παιδί για να βρεθεί στη συνέχεια στη φυλακή.
Γι’ αυτούς που έχουν παρακολουθήσει το έργο των Νταρντέν, «Το παιδί» δεν θα αποτελέσει σοκ ή αποκάλυψη, καθώς η ταινία συνεχίζει τη γραμμή που οι σκηνοθέτες έχουν αποφασιστικά χαράξει από τη «Ροζέτα» και μετά. Για τους Νταρντέν, «η αφήγηση της ιστορίας είναι ένα εμπόδιο για την ύπαρξη των χαρακτήρων. Οσα λιγότερα λέμε για ένα χαρακτήρα, τόσο περισσότερο αυτός υπάρχει στην οθόνη. Αντί να αφηγούμαστε γεγονότα, προσπαθούμε να βρούμε τις ουσιαστικές στιγμές ενός χαρακτήρα». Το «Παιδί» δεν αποτελεί έτσι μια συγκλονιστική ιστορία με την έννοια της πλοκής, μα μια συγκλονιστική πράξη παρατήρησης της ιστορίας, ένα ακόμα δείγμα της σπουδαιότερης ρεαλιστικής γραφής του σημερινού σινεμά.
Ε.Γ.