Ο Ρον Χάουαρντ με τις προτιμήσεις, τις επιλογές, τις απόψεις και τη δουλειά του έχει τάξει εαυτόν στην ανάδειξη αυτού που αποκαλούμε «αμερικάνικο όνειρο». Γι’ αυτόν, η ατομικότητα, οι αξίες της οικογένειας και της πατρίδας, το κυνήγι της κάθε είδους διάκρισης, συνθέτουν την αμερικανική ιδιοσυστασία που αποτελεί την κινητήρια δύναμη της κοινωνίας, αξία της αμερικάνικης κουλτούρας. Ολες του οι ταινίες, με πιο γνωστή την οσκαρική «Ενας υπέροχος άνθρωπος», «βλέπουν» την Αμερική κάτω απ’ αυτή την οπτική γωνία και βέβαια το «Cinderella Man» δεν αποτελεί εξαίρεση. Η ιστορία του παροπλισμένου πυγμάχου που η οικονομική ανέχεια, λόγω της κρίσης του ‘30, θα τον επαναφέρει στο ρινγκ και την κορυφή του πρωταθλητή, προκειμένου να θρέψει την οικογένειά του, είναι μια ακόμη εκδοχή του μύθου της Σταχτοπούτας (εξ ού και ο τίτλος).
Ο πυγμάχος γίνεται ήρωας για το λαό της τραυματισμένης από το οικονομικό κραχ Αμερικής. Στο φόντο της ταινίας ένας γείτονας του πυγμάχου, που δουλεύει μαζί του στο λιμάνι, προσπαθεί να οργανώσει τους εργάτες. Καταλήγει αλκοολικός και περιθωριακός, για να σκοτωθεί άδοξα σε μια σύγκρουση με την αστυνομία στο Central Park. Αυτός δεν έχει καμμία ελπίδα να γίνει πρωταγωνιστής σε καμμιά αμερικάνικη ταινία και βέβαια σε καμμιά ταινία του Ρον Χάουαρντ. Γι’ αυτόν, η οικονομική ανέχεια είναι γενικό πολιτικό πρόβλημα ενώ για τον πυγμάχο μια κακή συγκυρία που όταν την ξεπερνά επιστρέφει στο κράτος το προνοιακό επίδομα που έλαβε σαν φτωχός. Οταν οι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό, απαντά: «Ζω σε μια μεγαλειώδη χώρα που με στήριξε και της το χρώσταγα».
Γράψαμε όλα τα παραπάνω, για να καταλάβετε γιατί δεν χρειάζεται να δείτε αυτή την ταινία. Οσο κι αν συμπαθείτε το μποξ, μάλλον θα είστε εξαγριωμένοι ακόμα από τα όσα αποκάλυψε και άφησε πίσω του ο τυφώνας Κατρίνα για την άλλη πλευρά της Αμερικής. Λίγα ακόμα για την ταινία: Αν και καλογυρισμένη, είναι κοινότυπη και προβλέψιμη όσο δεν πάει. Ο Ράσελ Κρόου μάλλον αδιάφορος, η Ρενέ Ζελβέγκερ αταίριαστη σ’ αυτό το ρόλο, ο Πολ Τζιαμάτι ηθοποιός μεγάλης κλάσης.
Παρεμπιπτόντως, κανένας απ’ αυτούς τους λάτρεις του μποξ, συμπεριλαμβανομένου του Ρον Χάουαρντ, δεν σκέφτηκε να γυρίσει ταινία το συγκλονιστικό διήγημα του Τζακ Λόντον όπου ο πυγμάχος ονειρεύεται μια μπριζόλα που θα του δώσει δύναμη να πυγμαχήσει για ν’ αγοράσει αυτή την μπριζόλα, κ.ο.κ. ή την ιστορία του κουβανού τρις-ολυμπιονίκη Τεόφιλο Στίβενσον, που έτριψε στα μούτρα των Αμερικάνων όλες τις προτάσεις που του ‘καναν να ενταχθεί, έναντι αστρονομικών αμοιβών, στο επαγγελματικό μποξ.