Καμαρωτή-καμαρωτή εμφανίστηκε από το πρωί η Κυριακίδου. Ο χτεσινός… πονόκοιλος πέρασε ή, αν προτιμάτε, το φροντιστήριο ολοκληρώθηκε. Αντέδρασαν, όμως, οι συνήγοροι της υπεράσπισης στο να συνεχιστεί η κατάθεσή της, διότι απουσίαζε ο συνήγορος του Κανά και ο προγραμματισμός που είχε ανακοινώσει το δικαστήριο περιλάμβανε άλλους μάρτυρες.
Ετσι, η διαδικασία συνεχίστηκε με την κατάθεση του ζεύγους Πομώνη-Σιώζου, κατοίκων πολυκατοικίας στην Πάτμου 51, στο οποίο νοίκιαζε γκαρσονιέρα ο Κανάς από το 1981 μέχρι το 1989, η οποία -σύμφωνα με το σχέδιο της Αντιτρομοκρατικής- ήταν γιάφκα του ΕΛΑ. Το ζεύγος χρησιμοποιείται επικουρικά προς την Κυριακίδου.
Ο Κανάς, βέβαια, ουδέποτε αρνήθηκε ότι νοίκιαζε εκεί διαμέρισμα. Οχι ένα αλλά δύο, αφού κάποια στιγμή μετακόμισε στο διπλανό. Το νοίκιαζε με το ψεύτικο όνομα Γεώργιος Σπύρου, γιατί ήθελε να ξεφύγει από το ανελέητο κυνηγητό της Κυριακίδου, που τον έπαιρνε στο κατόπι για να δει με ποια γυναίκα βγαίνει.
Η Μαρία Σιώζου, λοιπόν, κατέθεσε ότι πήγαινε στην πολυκατοικία από το 1987 μέχρι το 1990, είχε δει πολλές φορές τον Κανά (Σπύρου), του οποίου τις κινήσεις χαρακτήρισε «ύποπτες» (η υποψία στηρίχτηκε στη συνήθειά του να σβήνει το φως της σκάλας και να κλείνει απαλά την πόρτα!!!) και μια φορά είδε για λίγα δευτερόλεπτα τον Αγαπίου, τον οποίο εντύπωσε στη μνήμη της από… το άγριο βλέμμα του (!!!) και τον αναγνώρισε μετά από 18 χρόνια στις φωτογραφίες που της έδειξε η Ασφάλεια.
Ο Α. Κανάς επανέλαβε αυτά που είχε πει και στην προηγούμενη δίκη. Οτι δηλαδή έμενε σ’ αυτή την πολυκατοικία, σε δυο διαφορετικά διαμερίσματα, για αρκετά χρόνια και ότι τα διαμερίσματά του είχαν κατ’ επανάληψη επισκεφτεί οι διαχειριστές της πολυκατοικίας και διάφορα συνεργεία, πότε για κάποια βλάβη, πότε για το πετρέλαιο και πότε για να καθαρίσουν τα φρεάτια στον ακάλυπτο. Υπέβαλε δε αίτημα να κληθούν να καταθέσουν η κ. Κανδύλη, ο κ. Γκότσης και ο Παναγιώτης Πομώνης, για να επιβεβαιώσουν τα λεγόμενά του. Τους μάρτυρες αυτούς είχε προτείνει και στην προηγούμενη δίκη, όμως το αίτημα είχε απορριφθεί, επειδή η κ. Μπρίλλη βιαζόταν μπας και τελειώσει τη δίκη πριν τους ολυμπιακούς αγώνες, όπως η ίδια είχε παραδεχτεί.
Και πάλι ο εφέτης Λ. Ντούλης και ο αναπληρωτής πρόεδρος ήταν αυτοί που αμφισβήτησαν την ικανότητα να θυμάται κανείς 18 χρόνια μετά έναν άνθρωπο με τον οποίο διασταυρώθηκε για λίγα δευτερόλεπτα στη σκάλα μιας πολυκατοικίας.
Ο εφέτης Ντούλης την ρώτησε, πώς γινόταν και όταν πήγαινε να συναντήσει τον τότε αρραβωνιαστικό και σήμερα σύζυγό της είχε το νου της στο πώς κλείνει το φως ο Κανάς. Ο αναπληρωτής πρόεδρος της ζήτησε να του περιγράψει κάποιον άλλο άγνωστο που είδε στην πολυκατοικία όλα αυτά τα χρόνια και πήρε αρνητική απάντηση, για να ρωτήσει αμέσως μετά: «Και πώς περιγράφετε τόσο καλά τον κ. Αγαπίου, μετά από 15 χρόνια;». «Μπορείτε να μας περιγράψετε το βλέμμα του κ. Αγαπίου;», επανέρχεται ο Λ. Ντούλης, για να εισπράξει αρνητική απάντηση. Το μόνο που επαναλάμβανε ήταν ότι το βλέμμα του «ήταν χαρακτηριστικό»!
Ο Χρ. Τσιγαρίδας ζήτησε να περιγράψει η Σιώζου πώς έγινε η άτυπη κατάθεσή της στην Αντιτρομοκρατική, που την επισκέφτηκε στο σπίτι της. Της ζήτησαν -λέει- να περιγράψει όλα τα άγνωστα πρόσωπα που είδε στην πολυκατοικία και μετά τις έδειξαν φωτογραφίες για να δουν αν ταιριάζουν σε κάποιο πρόσωπο και όλα αυτά μέσα σε δέκα λεπτά, όπως ισχυρίζεται η μάρτυρας; Εδώ, όμως, δεν έχουμε κάτι τέτοιο, καταλήγει. Εχουμε περιγραφή ενός μόνο προσώπου και αναγνώριση απευθείας του Αγαπίου. Η μάρτυρας είναι προφανώς ψευδομάρτυρας, γιατί δεν θα μπορούσε να δώσει περιγραφή.
Μετά το τέλος της εξέτασης της μάρτυρα, ο Γιάννης Σερίφης πρότεινε στο δικαστήριο έναν τρόπο για να εξετάσει επιτόπου την αξιοπιστία της Σιώζου. Φωνάξτε την πάλι -είπε- ας φύγει ένας δικαστής από την έδρα και ας της ζητηθεί να τον περιγράψει. Για να δούμε αν μπορεί να θυμηθεί έναν άνθρωπο που τον έβλεπε επί μιάμιση ώρα και μιλούσε μαζί του, όχι δυο δευτερόλεπτα πριν 18 χρόνια. Δεν το λέω για αστείο -κατέληξε ο Σερίφης- αλλά πολύ σοβαρά, γιατί τόσα χρόνια σέρνομαι στα δικαστήρια με τέτοιους μάρτυρες. Το μόνο που βρήκε να πει ο πρόεδρος, απευθυνόμενος προς τον Γ. Σερίφη, είναι ότι η μάρτυρας δεν κατέθεσε τίποτα γι’ αυτόν!
Ο Πέτρος Πομώνης, σύζυγος της Σιώζου, επίσης επανέλαβε όσα είχε πει στην προηγούμενη δίκη. Οτι ο Σπύρου (Κανάς) είχε ύποπτη συμπεριφορά, διότι βάδιζε τοίχο-τοίχο (ας σημειωθεί ότι το πεζοδρόμιο ήταν πλάτους μόνο ενός μέτρου!), έκλεινε προσεκτικά την πόρτα και δεν είχε πολλές σχέσεις με τους ενοίκους. Ανέφερε, ότι στο διάστημα 1981-89 τον είχε δει μόνο του, με μια γυναίκα και με δυο άντρες.
Η εφέτης Χυτήρογλου ήταν η πρώτη που επεσήμανε μια αντίφαση του Πομώνη. Ενώ είπε πως ο Κανάς έκλεινε την πόρτα προσεκτικά, για να μην ακούγεται, ο ίδιος κοίταξε το δρόμο και τον είδε να περπατάει τοίχο-τοίχο, επειδή άκουσε την πόρτα να κλείνει και γύρισε το βλέμμα του στο δρόμο! Ο εφέτης Ντούλης τον στριμώχνει άγρια και αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι τα συμπεράσματά του μπορεί να είναι και αυθαίρετα. Παίρνοντας μία-μία τις «ύποπτες κινήσεις» του Κανά βγάζει το συμπέρασμα ότι αυτές μπορεί να είναι απλές φυσιολογικές κινήσεις και πως η ιστορία του Πομώνη μπορεί να είναι αποκύημα της φαντασίας του. Ιδού χαρακτηριστικός διάλογος Ντούλη-Πομώνη:
– Λ. Ντούλης: Είπατε ότι χαιρετιόσαστε με τον κ. Σπύρου με ένα νεύμα του κεφαλιού.
– Π. Πομώνης: Ναι, ήταν απρόσιτος άνθρωπος.
– Λ. Ντούλης Εσείς που είστε κοινωνικός του είπατε ποτέ καλησπέρα;
– Π. Πομώνης Οχι.
– Λ. Ντούλης Τότε γιατί να κάνει αυτός το πρώτο βήμα, κύριέ μου;
– Π. Πομώνης:……
– Λ. Ντούλης: Γιατί το λέτε, λοιπόν, αυτό στην κατάθεσή σας;
– Π. Πομώνης:……
– Λ. Ντούλης: Ορατότητα υπάρχει στο δρόμο;
– Π. Πομώνης:Υπάρχει.
– Λ. Ντούλης: Αν βαδίζει κάποιος τοίχο-τοίχο, περιορίζεται η ορατότητα τόσο από το δρόμο όσο και από τα διαμερίσματα;
– Π. Πομώνης: Οχι.
– Λ. Ντούλης: Δηλαδή, αν υπήρχε η δυνατότητα να παρατηρήσει κανείς τον Κανά, μπορούσε να το κάνει είτε βάδιζε τοίχο-τοίχο είτε όχι, μπορούσε να το κάνει;
– Π. Πομώνης: Ναι.
– Λ. Ντούλης: Απλά, δηλαδή, είχε το κουσούρι ο άνθρωπος να πηγαίνει τοίχο-τοίχο.
– Π. Πομώνης: ……
Στον (διορισμένο) συνήγορο του Κ. Αγαπίου Ε. Βλαντή ο Πομώνης επιβεβαίωσε ότι πριν την προηγούμενη δίκη είχε φροντίσει να προμηθευτεί τις προανακριτικές και ανακριτικές καταθέσεις του ίδιου και της συζύγου του. Το έκανε -είπε- επειδή τον είχαν ζαλίσει οι δημοσιογράφοι και κατάλαβε πως πρόκειται για πολύ σοβαρή υπόθεση! Αρνήθηκε, όμως, να αποκαλύψει ποιος ήταν ο «γνωστός του» που τον εφοδίασε με τις καταθέσεις.
Οταν ο συνήγορος παρατήρησε ότι εδώ υπάρχει κάποιο αδίκημα, ο πρόεδρος τον διέκοψε απότομα, λέγοντας ότι μπορεί καλώς ή κακώς να τις πήρε, αλλά αυτό τώρα είναι άσχετο! Ακολουθώντας το παράδειγμα της κ. Μπρίλλη, ο κ. Τέντες δεν αναρωτιέται γιατί δυο άνθρωποι που «λένε την αλήθεια» και που «θυμούνται» τόσες απίθανες λεπτομέρειες μετά από σχεδόν δυο δεκαετίες, έχουν ανάγκη να φρεσκάρουν τη μνήμη τους, για να μη πέσουν προφανώς σε αντίφαση με τα όσα είχαν καταθέσει προανακριτικά μόλις πριν από ένα χρόνο.
Δικαιολογημένα ο Κανάς είχε μια έκρηξη οργής μετά την ολοκλήρωση και της κατάθεσης Πομώνη. «Δεν έμπαινα στο σπίτι στα σκοτάδια, δεν είμαι ούτε κουκουβάγια ούτε γάτα», είπε, παρουσιάζοντας στο δικαστήριο μια σειρά επαφές που είχε στα τόσα χρόνια με τους υπόλοιπους ενοίκους της πολυκατοικίας, μεταξύ των οποίων και η μητέρα και ο αδελφός του Πομώνη.
Την ώρα της αξιολόγησης ο Χρ. Τσιγαρίδας αναφέρθηκε και στους τρεις τελευταίους μάρτυρες. Η Τόγκα -είπε- είναι ψευδομάρτυρας που πιστεύει ότι εκτελεί κάποιο εθνικό, πατριωτικό καθήκον. Είναι ανηψιά ενός εν αποστρατεία αστυνομικού και πιστεύει πως ό,τι λέει η Ασφάλεια είναι αλήθεια. Γι’ αυτό και δέχτηκε να έρθει να καταθέσει ό,τι της είπαν, μόνη αυτή από όλους τους ενοίκους της πολυκατοικίας.
Η Σιώζου δείχνει ότι απολαμβάνει την ψευδομαρτυρία της.
Οσο για τον Πομώνη ήρθε για να στηρίξει τη σύζυγό του. Για να τσοντάρει κάποιες λεπτομέρειες ώστε να γίνει πιστευτή η ψευδομαρτυρία της συζύγου του.
Η Μ. Δαλιάνη (υπεράσπιση Τσιγαρίδα) χαρακτήρισε σκοτεινό τον τρόπο που έγινε η προανάκριση και στηλίτευσε τον τρόπο που κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται τέτοιου είδους μάρτυρες.
Ο Κ. Αγαπίου σχολίασε πως για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, που θέλει να έχει ένα ελάχιστο αξιοπρέπειας, αυτές οι τρεις καταθέσεις αποτελούν προσβολή της λογικής. Πιο πολύ, βέβαια, προσβάλλει αυτούς τους ίδιους που δέχτηκαν να συμμετάσχουν σ’ αυτή τη διαδικασία της κατασκευής ενόχων μέσω τέτοιων αναγνωρίσεων.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα (λόγω κωλύματος του συνηγόρου Α. Κούγια), οπότε αναμένεται να συνεχίσει την κατάθεσή της η Κυριακίδου, ενώ εκκρεμεί αίτημα του Α. Κανά να εξεταστούν και οι Σιώζου-Πομώνης από το συνήγορό του που απουσίαζε.
Θα κλείσουμε το ρεπορτάζ αυτής της εβδομάδας με ένα γενικό σχόλιο. Εχουν γίνει φανερές δυο στάσεις στην Εδρα. Ο τακτικός εισαγγελέας (ο αναπληρωτής δεν συμμετέχει καθόλου και θα μείνει στην ιστορία ως ο «τα αυτά κύριε πρόεδρε»), μολονότι δεν έχει καμιά σχέση με τους εισαγγελείς Λάμπρου και Πατσή, προσπαθεί απεγνωσμένα να στηρίξει το κατηγορητήριο και να διασώσει τους εμφανώς κατασκευασμένους ψευδομάρτυρες, καθοδηγώντας τους όσο μπορεί. Το ίδιο, αν και κάπως πιο διακριτικά, κάνει και ο πρόεδρος. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει κάνει ούτε μια ερώτηση που να προσπαθεί να βασανίσει λίγο τα όσα καταθέτουν οι μάρτυρες. Τα αποδέχεται ως έχουν, χωρίς να θέτει σε αμφισβήτηση (έστω με μια δεύτερη ερώτηση) ακόμα και τα πιο κραυγαλέα απ’ όσα καταθέτονται.
Η δεύτερη στάση είναι μια στάση αμφισβήτησης των όσων καταθέτουν οι μάρτυρες και την κρατάει κυρίως ο εφέτης Λ. Ντούλης και δευτερευόντως η άλλη εφέτης της τακτικής σύνθεσης Μ. Χυτήρογλου και ο αναπληρωτής πρόεδρος. Αυτοί οι δικαστές δείχνουν τουλάχιστον πως θέλουν να κάνουν μια δίκη με τους κανόνες της ποινικής δίκης και βάσει της πείρας τους. Βέβαια, ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τίποτα για την τελική τους στάση. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως έχουμε να κάνουμε με μια πολιτική υπόθεση και όχι με μια συνήθη ποινική δίκη. Ισως όλα να γίνονται απλώς για… ξεκάρφωμα.