Ούτε το στοιχειώδες μέτρο του καθορισμού ακριβούς απόστασης μεταξύ κατοικημένης περιοχής και εγκατάστασης που μπορεί να προκαλέσει ατύχημα μεγάλης έκτασης δεν προβλέπει η πρόσφατη απόφαση 12044/613 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ το Μάρτη του 2007. Πρόκειται για απόφαση που καθορίζει «μέτρα και όρους για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες, λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/105/ΕΚ κλπ».
Η απόφαση στο άρθρο 12 μιλά γενικά και αόριστα για τη διατήρηση «των κατάλληλων αποστάσεων μεταξύ των μονάδων που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση και των ζωνών κατοικίας, των κτιρίων κλπ». Πρόκειται περί μιας σκανδαλώδους διάταξης που εξασφαλίζει πρώτα και κύρια το κέρδος των μεγάλων συμφερόντων και των πολυεθνικών και που αγνοεί την υγεία των κατοίκων της περιοχής. Τη στιγμή μάλιστα που έχουν καταγραφεί εκατοντάδες συμβάντα μέσα σε κατοικημένες περιοχές, που έχουν κοστίσει το θάνατο χιλιάδων εργαζομένων. Να θυμηθούμε μόνο τι έγινε στο Μποπάλ της Ινδίας το 1984 με τη διαφυγή μεγάλης ποσότητας παρασιτοκτόνου από εργοστάσιο της Union Carbide. Χιλιάδες εργαζόμενοι πέθαναν στο βωμό της αποκόμισης του ανώτατου κέρδους και εκατοντάδες χιλιάδες αντιμετώπισαν και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Οι κάτοικοι της πόλης έτρεχαν απροειδοποίητα προς την κατεύθυνση που φυσούσε ο άνεμος, με αποτέλεσμα το νέφος να βρίσκεται διαρκώς από πάνω τους, με τις τραγικές συνέπειες που αναφέραμε.
Η απόφαση καθορίζει την κατάθεση εκ μέρους της επιχείρησης μελέτης ασφάλειας και σχεδίων αντιμετώπισης τεχνολογικών ατυχημάτων, στην περίπτωση που η ποσότητα της επικίνδυνης ουσίας που έχει η εγκατάσταση υπερβαίνει ορισμένα όρια. Ομως, και εδώ πρέπει να πούμε ότι τίποτε δεν εξασφαλίζεται από άποψης αντιμετώπισης του κινδύνου, διότι οι καπιταλιστές δεν λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα με τα οποία η εγκατάσταση μπορεί να θεωρείται εντελώς ασφαλής. Πάντα υπάρχει ένα περιθώριο κινδύνου, γι’ αυτό και επιχειρηματολογούν ότι πάντα υπάρχει πιθανότητα ατυχήματος. Η απόλυτη ασφάλεια είναι αντιοικονομική γι’ αυτούς και γι’ αυτό δεν την εφαρμόζουν. Αφού όμως δεν εφαρμόζουν μέτρα πλήρους ασφάλειας, γιατί δεν εφαρμόζουν την αρχή της κατάτμησης του κινδύνου με τη χρήση μικρότερων ποσοτήτων χημικών ουσιών, ούτως ώστε σε περίπτωση διαρροής ή έκρηξης να περιοριστεί ο κίνδυνος ; Ελα ντε! Κι αυτό αντιοικονομικό είναι. Νέες επενδύσεις δεν κάνουν, θέλουν μέσα στον ελάχιστο χώρο να έχουν τις μέγιστες ποσότητες, δεν τους ενδιαφέρει αν ο κίνδυνος για την υγεία των εργαζομένων είναι τεράστιος. Δεν τους ενδιαφέρει αν υπάρχει τεράστιος κίνδυνος για το περιβάλλον και το οικοσύστημα.
Στην περίπτωση που η ποσότητα της επικίνδυνης ουσίας περιορίζεται μεταξύ ενός κατώτερου και ενός ανώτερου ορίου, ο καπιταλιστής απλώς διαβιβάζει προς τους αρμόδιους κοινοποίηση. Ούτε μελέτη ασφαλείας ούτε σχέδια αντιμετώπισης ατυχήματος μεγάλης έκτασης. Φυσικά, η κοινοποίηση δεν αξιολογείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των υπουργείων, όπως γίνεται με τις μελέτες ασφαλείας. Εχουμε και εδώ ένα μικρό δωράκι στους καπιταλιστές που περιορίζουν τα έξοδα ασφαλείας στο ελάχιστο. Κι ας κινδυνεύει ο εργαζόμενος και το περιβάλλον από ένα ατύχημα μεγάλης έκτασης. Οπως έγινε στην εταιρία ΧΥΜΑ στο Λαύριο τον Ιούλιο του 2006, όπου μετά από πυρκαγιά σε εγκατάσταση αποθήκευσης και διακίνησης χημικών υλών, καταλύτες, αλκοόλες, κετόνες, εστέρες και άλλες εύφλεκτες υγρές χημικές ουσίες, αποθηκευμένες σε δεξαμενές, κάηκαν. 36 από τις 45 δεξαμενές καταστράφηκαν εντελώς και 4 από αυτές καταστράφηκαν εν μέρει. Πυκνά σύννεφα επικίνδυνων ουσιών διασκορπίστηκαν στην ατμόσφαιρα. Οι κάτοικοι έμειναν κλειδωμένοι στα σπίτια τους με κλειστές πόρτες και παράθυρα. Αν δεν πεθάνεις απ’ το νέφος, τότε καλείσαι να σκάσεις από ασφυξία.
Στην περίπτωση που οι ποσότητες των επικίνδυνων ουσιών είναι κατώτερες από το κατώτερο όριο, δεν προβλέπεται κανένα μέτρο. Ομως, και σ’ αυτή την περίπτωση ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Εχουμε περιπτώσεις διαρροής πολύ μικρής ποσότητας επικίνδυνων ουσιών, που δημιούργησαν καταστροφές στο οικοσύστημα. Σαν παράδειγμα περιβαλλοντικής ρύπανσης από διαλύτες έχουμε τη διαρροή καυσίμου αεροπλάνων από αγωγό στο αεροδρόμιο Στάνσιντ των ΗΠΑ το 1991. Η διαρροή εισήρθε στο έδαφος και κατέληξε σε παραπόταμο του ποταμού Στορτ, προκαλώντας ρύπανση σε απόσταση 6 μιλίων με περισσότερα από 100 νεκρά πτηνά. Η εγκληματική αυτή ενέργεια, που δεν είναι κοινοποιήσιμη σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας SEVESO, αποδεικνύει ότι η αποθήκευση πετρελαιοειδών, έστω και σε μικρές ποσότητες, ενέχει κινδύνους ρύπανσης, καθώς η πιθανή όδευση μιας διαρροής είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Αλλά έχουμε και άλλες περιπτώσεις όπου πολύ μικρές ποσότητες παρασιτοκτόνων, ζιζανιοκτόνων κ.λπ. δημιούργησαν μεγάλες οικολογικές καταστροφές (και όχι μόνο αυτό). Οι κίνδυνοι γίνονται μεγαλύτεροι αφού επιτρέπεται η εγκατάσταση μιας επικίνδυνης ουσίας δίπλα σε άλλη εγκατάσταση, με αποτέλεσμα να υπάρχει το ρίσκο ενός αλυσιδωτού φαινομένου, ενός πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος. Πρόκειται για το φαινόμενο ντόμινο, δηλαδή να γίνουν όλα αντάρα και στάχτη χάριν του καπιταλιστικού κέρδους.
Στην απόφαση υπάρχει διάταξη και για το ζήτημα των ελέγχων. Προβλέπεται ότι μια φορά το χρόνο περίπου θα κάνουν έλεγχο αρμόδιες υπηρεσίες και τον υπόλοιπο χρόνο η εγκατάσταση θα ελέγχεται απ’ τους τεχνικούς της. Η καπιταλιστική επιχείρηση, όμως, που εκ των πραγμάτων έχει και το κύριο βάρος του ελέγχου, δεν πρόκειται ποτέ να κάνει τον έλεγχο που πρέπει, αυτό είναι γνωστό. Αυτό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο, διότι το ζήτημα του ελέγχου είναι το πιο σημαντικό.
Να όμως που επιχειρηματολογούν ότι παίρνουν μέτρα. Εκατοντάδες όμως ατυχήματα, που συνέβησαν μετά τη λήψη προηγούμενων παρόμοιων αποφάσεων, αποδεικνύουν ότι τα μέτρα αυτά δεν είναι επαρκή. Η πίεση κυρίως των εργαζομένων φέρνει ορισμένα μέτρα τα οποία όμως είναι ανεπαρκέστατα. Οταν η επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συνέρχεται για να λάβει μέτρα, καλεί μόνο τους καπιταλιστές. Εκεί, λοιπόν, αφού εξετάσουν πρώτα τις διάφορες μελέτες κόστους-οφέλους, αποφασίζουν σε ποια έκταση θα φτάσουν τα μέτρα. Εκεί αποφασίζουν ότι προηγείται η αποκόμιση του ανώτατου κέρδους. Αυτό όμως σημαίνει οικονομία στους όρους εργασίας σε βάρος των εργατών, σε βάρος του περιβάλλοντος, σε βάρος του οικοσυστήματος.
Σύμφωνα με την αντιφατική και ανταγωνιστική του φύση, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής περιλαμβάνει στην οικονομία των όρων εργασίας την κατασπατάληση της ζωής και της υγείας του εργάτη, τη συμπίεση των όρων ύπαρξής του. Εκτός από την εξαντλητική εργασία, η οικονομία αυτή φτάνει μέχρι τη χρησιμοποίηση ανθυγιεινών χώρων, μέχρι την παράλειψη προφυλακτικών μέτρων στα παραγωγικά προτσές, που από τη φύση τους είναι ανθυγιεινά ή που συνδέονται με κίνδυνο, όπως στις εγκαταστάσεις επικίνδυνων ουσιών. Δεν χρειάζεται να επισημάνουμε την απουσία όλων εκείνων των εγκαταστάσεων που θα έκαναν το προτσές της παραγωγής του εργάτη πιο ανθρώπινο, ευχάριστο ή, έστω, πιο υποφερτό. Από κεφαλαιοκρατική άποψη, αυτό θα αποτελούσε μια εντελώς άσκοπη και παράλογη σπατάλη. Μόνο χάρη στην πιο τερατώδικη κατασπατάλιση της ανάπτυξης των εργαζομένων, τη μόλυνση, τη ρύπανση και την καταστροφή του περιβάλλοντος και του πλανήτη, εξασφαλίζεται και συντελείται η ανάπτυξη της ανθρωπότητας, στην ιστορική εποχή που προηγείται άμεσα από τη συνειδητή αναδιοργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας.
Τ.Κ.