Η μοναδική στενοχώρια του ελληνικού λαού μετά το χτύπημα της αμερικάνικης πρεσβείας με αντιαρματική ρουκέτα ήταν που η ρουκέτα δεν έσκασε. ‘Η που δεν βρήκε τουλάχιστον το θυρεό της πρεσβείας. Λίγοι είναι οι Ελληνες που δεν θα ήθελαν να δουν την εικόνα του τσακισμένου μισητού συμβόλου της αμερικανοκρατίας να κάνει το γύρο του κόσμου, διαλαλώντας τη ντροπή των Γιάνκηδων ιμπεριαλιστών.
Ο αστικός πολιτικός κόσμος, βέβαια, έχει τη δικιά του στενοχώρια. Εκεί που νόμιζε ότι έχει ησυχάσει από τις εκδηλώσεις ένοπλης επαναστατικής βίας, τις βρίσκει μπροστά του και μάλιστα σε μια ενέργεια που ο συμβολισμός της ξεπερνά όλες τις προηγούμενες των τελευταίων χρόνων. Και βέβαια, τραβάνε τα μαλλιά τους που έμπλεξαν και πάλι με τους Αμερικάνους. Αν είχε χτυπηθεί ένα οποιοδήποτε κρατικό κτίριο, η σχετική συζήτηση ήδη θα είχε σταματήσει. Εδώ την τελευταία φορά έσκασε μηχανισμός στη γειτονιά του Βουλγαράκη και η σχετική συζήτηση έκλεισε σε λίγες μέρες.
Οι αντιδράσεις ήταν πιο υστερικές από κάθε άλλη φορά, γιατί έπρεπε να δείξουν στους Αμερικάνους πως δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Ολες οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις εξέφρασαν τον αποτροπιασμό και την καταδίκη τους. Τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ έπιασαν και πάλι δουλειά. Σενάρια άρχισαν να διοχετεύονται καθημερινά, μέχρι που ξεφούσκωσαν, γιατί ήταν όλα ξαναζεσταμμένο φαγητό (τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα «φωτογραφίζονται» εδώ και χρόνια).
Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα βρέθηκε στον αντίποδα του ελληνικού λαού. Οπως είχε γίνει και μετά το πολεμικό χτύπημα της Αλ-Κάιντα στους δίδυμους πύργους και το Πεντάγωνο. Τότε το πολιτικό σύστημα δήλωνε με δουλοπρέπεια «είμαστε όλοι Αμερικανοί» και ο ελληνικός λαός πανηγύριζε (η πιο χαρακτηριστική δημόσια εκδήλωση έγινε στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, όπου οι φίλαθλοι παρίσταναν όλοι μαζί τα αεροπλάνα και σκάρωναν αυτοσχέδια στιχάκια). Τα αντιαμερικάνικα αισθήματα είναι δεδομένα στην Ελλάδα. Και έχουν γίνει πιο ισχυρά τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της διεθνούς πολιτικής των Αμερικανών, που έχουν ματοκυλήσει τους λαούς στη Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Σομαλία. Γιατί, λοιπόν, να μην αισθανθεί χαρά ο ελληνικός λαός που χτυπήθηκε το πιο μισητό κτίριο στην Ελλάδα, αυτό στο οποίο κατευθύνονται οι περισσότερες και μεγαλύτερες διαδηλώσεις που γίνονται στη χώρα;
Αυτό φαίνεται πως το συνειδητοποίησαν πρώτοι οι ίδιοι οι Αμερικανοί, που δεν τράβηξαν την υπόθεση στα άκρα, κατέβασαν τους τόνους και δεν προχώρησαν στη λήψη μέτρων. Τους βοήθησε, βέβαια, και η γρήγορη κίνηση της Ντόρας, που αφού συνεννοήθηκε με τον Καραμανλή έσπευσε να τους προσφέρει «γην και ύδωρ». Είναι βέβαιο ότι στο παρασκήνιο οι Αμερικάνοι κέρδισαν πολλά και πρώτα-πρώτα τις θέσεις που είχαν χάσει μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Αλλωστε, δεν είναι τυχαία η επαναφορά ενός δικού τους ανθρώπου, του Σύρου, στην της «αντιτρομοκρατίας», που μάλλον προαλείφεται για αρχηγός της ΕΛΑΣ σε κάνα δίμηνο.
Παράλληλα, η κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να βάλει μπροστά μέτρα θωράκισης του κατασταλτικού οπλοστάσιου. Με τη βοήθεια και του ΠΑΣΟΚ αυτή τη φορά. Μέτρα που ήδη προωθούνταν και σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στη Δρέσδη οι υπουργοί Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης της Ευρωένωσης αποφάσισαν τη δημιουργία πανευρωπαϊκής βάσης DΝΑ και βιομετρικών δεδομένων. Πρόκειται για μέτρα που προωθούνταν και απλώς βρέθηκε η ευκαιρία να καθαγιαστούν μέσα στον πυρετό της τρομοϋστερίας των τελευταίων ημερών.
Και βέβαια, είναι εξοργιστική η προπαγάνδα των τελευταίων ημερών από κάποιους «δημοκράτες» και «αριστερούς», ότι τα κατασταλτικά μέτρα οφείλονται στη δράση του αντάρτικου πόλης. Με τη λογική αυτή, να μην κάνει κανείς τίποτα, οπότε δε θα χρειάζεται και η κρατική καταστολή. Να μη διαδηλώνουμε, οπότε ουδείς θα σκεφτεί να απαγορεύσει ή να «διευθετήσει» τις διαδηλώσεις. Να μην απεργούμε, οπότε κανείς δεν θα σκεφτεί να πάρει αντιαπεργιακά μέτρα. Και πάει λέγοντας. Ολα τα επιχειρήματα που επιστρατεύουν οι κήρυκες της υποταγής στην αστική νομιμότητα μπορούν ευκολότατα να αντιστραφούν: αφού δε συμφωνούν με τα κατασταλτικά μέτρα, γιατί δε βγαίνουν αυτοί στο δρόμο να τα καταργήσουν; Γιατί βλέπουν τις βίαιες ενέργειες σε αντίθεση με τις άλλες μορφές αγώνα; Από πού προκύπτει αυτή η αντίθεση, εκτός από τη δική τους υποταγή στην αστική νομιμότητα;
Ο ελληνικός λαός σ’ αυτή την ενέργεια είδε μια δίκαιη πράξη αντίστασης. Είδε τους Αμερικάνους τρομαγμένους, να αισθάνονται ανασφαλείς και μέσα στο ίδιο τους το φρούριο. Είδε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς να εξευτελίζονται στην πρώτη γραμμή του πυρός. Εκεί που υποτίθεται ότι έχουν πάρει τα ισχυρότερα μέτρα ασφάλειας, που έχουν διαθέσει τις καλύτερες δυνάμεις τους, που έχουν τον πιο σύγχρονο εξοπλισμό. Ισως γι’ αυτό μας πλημμύρισαν με παπαριές για κάμερες που βρίσκουν τα πρόσωπα και πίσω από κουκούλες και τα λοιπά, που μας έκαναν να γελάσουμε. Ενα δεκαήμερο μετά την ενέργεια και βρίσκονται στο μαύρο σκοτάδι, παρά την task force (sic!), που έφτιαξε ο Byron. Δεν έχουν καταφέρει ακόμα να βρουν ούτε πόσοι ήταν οι άνθρωποι που πήραν μέρος στην ενέργεια, ούτε τι μέσο διαφυγής χρησιμοποίησαν και μοιράζουν προκηρύξεις στην περιοχή μπας και βρεθεί κάνας ευφάνταστος να τροφοδοτήσει τα σενάριά τους.
Ο ελληνικός λαός υποδέχτηκε με ενθουσιασμό αυτή την αντιαμερικάνικη ενέργεια, αλλά μέχρι εκεί. Την είδε ως θεατής, χωρίς να ξεκουνηθεί από τον καναπέ της κοινωνικής αδράνειας.