Ο νόμος 1902/90 (Μητσοτάκης-Σουφλιάς) θεωρείται σήμερα, κατά γενική παραδοχή, ο πρώτος στη σειρά των αντεργατικών νόμων που σάρωσαν ασφαλιστικά δικαιώματα και κατακτήσεις. Αύξησε τα όρια ηλικίας, μείωσε τις συντάξεις και αποδέσμευσε την κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ από τα 20 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, αύξησε τις ασφαλιστικές εισφορές, άνοιξε το χορό για την κατάργηση των βαρέων και ανθυγιεινών.
Πώς υποδέχτηκε η ΓΣΕΕ την ψήφιση αυτού του νόμου; «Το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης, κάτω από τον ενωμένο και αποφασιστικό αγώνα των εργαζομένων έγινε αγνώριστο. Ο χαρακτήρας και το περιεχόμενό του δεν έχει καμιά σχέση μ’ αυτό που είχε προδιαγράψει η κυβέρνηση»! (ανακοίνωση της 28.9.1990). Είχαν το θράσος να βγουν και να πανηγυρίσουν, παραμυθιάζοντας την εργατική τάξη, ότι ο νόμος έπαψε να είναι αντιασφαλιστικός, επειδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε πίσω σε μερικά ακραία ζητήματα (στα οποία, βέβαια, επανήλθε δυο χρόνια μετά, ψηφίζοντας νέο νόμο).
Η αντιασφαλιστική επίθεση, που «ψηνόταν» επί τέσσερα χρόνια πριν και που δεν είχε τολμήσει να ξεκινήσει η παραπαίουσα (λόγω σκανδάλου Κοσκωτά) κυβέρνηση Παπανδρέου, έπαιρνε σάρκα και οστά και η πουλημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία άφηνε τους εργαζόμενους εντελώς ακάλυπτους και έκανε πλάτες στην κυβέρνηση.
Υπήρχε μια διαφορά τότε στη ΓΣΕΕ σε σχέση με σήμερα. Τη διοικούσε μια συμμαχία της ΠΑΣΚΕ και της ΕΣΑΚ (Κανελλόπουλος πρόεδρος, Θεωνάς γραμματέας), ενώ η φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ ήταν στην αντιπολίτευση. Στο πολιτικό επίπεδο, επίσης, είχαμε ακόμα τον ενιαίο Συνασπισμό, με πρόεδρο τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Χαρ. Φλωράκη. Είχαν προηγηθεί δυο κυβερνήσεις συνεργασίας (ΝΔ-ενιαίου ΣΥΝ η πρώτη, ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ η δεύτερη) και ο Μητσοτάκης πριν μερικούς μήνες είχε καταφέρει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, με οριακότατη πλειοψηφία 151 εδρών.
Πριν ο Μητσοτάκης καταθέσει το νομοσχέδιο, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είχε αναλάβει την ιδεολογική προετοιμασία, συμμετέχοντας στην κρισιολογία και την κινδυνολογία. Η ΠΟΣΕ/ΙΚΑ (συνδικαλιστική ομοσπονδία των εργαζόμενων στο ΙΙΚΑ) ανέλαβε να το πάει παραπέρα. Από το Μάρτη του ‘90 (πριν, δηλαδή, εκλεγεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη) άρχισε να μιλά για «συντεχνιακές αντιλήψεις των εργαζομένων», που πρέπει να ξεπεραστούν, και να προτείνει μεταξυ άλλων: Υπολογισμό της σύνταξης με βάση την τελευταία πενταετία, αντί της διετίας – Θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης με 4.500, αντί 4.050 ενσήμων – Καθιέρωση «εθνικής σύνταξης» και εργασιακής σύνταξης» που θα «στηρίζεται στις ασφαλιστικές προϋποθέσεις του καθένα ασφαλισμένου» (ένα σκληρό κεφαλαιοποιητικό μοντέλο, δηλαδή, σαν αυτό που ονειρεύεται σήμερα, 17 χρόνια μετά, η κυβέρνηση Καραμανλή). Ταυτόχρονα, η ΓΣΕΕ έδειχνε έτοιμη να «ξεχάσει» τη σύνταξη στα 58, που είχε καθιερωθεί για μερικές κατηγορίες εργαζόμενων, όπως οι οικοδόμοι.
Ο Μητσοτάκης μες στο κατακαλόκαιρο «θυμήθηκε» να κάνει «διάλογο» για το Ασφαλιστικό. Στις 21 Ιούλη συναντήθηκε με τους Παπανδρέου και Φλωράκη. Ο Παπανδρέου χαρακτήρισε «ευοίωνο γεγονός» τη διαδικασία «εθνικού διαλόγου», ενώ ο Φλωράκης εξέφρασε τη βαθιά ανησυχία του για το έλλειμμα του 1 τρισ. δραχμών, «όπως τον διαβεβαίωσε ο κ. πρωθυπουργός» (και ο ένας και ο άλλος έκαναν πως δεν καταλάβαιναν, ότι ο Μητσοτάκης έλεγε ψέματα σε όλα τα επίπεδα). Στις 31 Ιούλη, η ΓΣΕΕ πρότεινε το σχηματισμό επιτροπής από κυβέρνηση, συνδικάτα, ΣΕΒ, για να μελετήσει και να προτείνει λύσεις για το Ασφαλιστικό. «Επειγόμαστε», απάντησε ο Σουφλιάς και απέρριψε την πρόταση.
Ετσι, ολόκληρο τον Αύγουστο, τότε που έχουμε τα «μπάνια του λαού», διεξάγεται μια φάρσα «εθνικού διαλόγου», στον οποίο όλα τα μέρη καταθέτουν προτάσεις. Η ΓΣΕΕ συζητά στη βάση της «ανταποδοτικότητας» (σφαγμένοι από χέρι οι εργαζόμενοι, δηλαδή), δηλώνει έτοιμη να συζητήσει τις «ακρότητες» στις αναπηρικές συντάξεις και τα βαρέα και ανθυγιεινά (από τότε κρατάει αυτή η κολόνια). Η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, το συνδικάτο με τη μεγαλύτερη δύναμη πυρός, ζητάει απλά την εξαίρεση των εργαζόμενων της ΔΕΗ από τις όποιες ρυθμίσεις. Η ΠΟΣΕ/ΙΚΑ καταθέτει επίσημα το αντεργατικό της πακέτο. Οι εργαζόμενοι κάνουν μπάνια και οι εργατοπατέρες κάνουν πλάτες στην κυβέρνηση, προσφέροντάς της το άλλοθι του «εθνικού διαλόγου».
Στις 5 Σεπτέμβρη, ο ενιαίος ΣΥΝ κάνει πρώτος το βήμα προς τις θέσεις της κυβέρνησης. Προτείνει: ανταποδοτικότητα σαν βάση λειτουργίας της ασφάλισης, τριμερή χρηματοδότηση, υπολογισμό της σύνταξης με βάση την πενταετία (αντί της διετίας), επανεξέταση των βαρέων και ανθυγιεινών.
Την άλλη μέρα, Μητσοτάκης και Σουφλιάς ανακοινώνουν τις προτάσεις της κυβέρνησης. Οργή απλώνεται στους εργαζόμενους και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία μπαίνει μπροστά για να ελέγξει τα πράγματα, να εμποδίσει κάθε κλιμάκωση και να κρατήσει το εργατικό κίνημα στα όρια της νομιμότητας.
Αρχίζουν απεργιακές κινητοποιήσεις, με μπροστάρηδες τους ΔΕΗτζήδες και τους τραπεζοϋπάλληλους. Στις 13 Σεπτέμβρη γίνεται η πρώτη πανελλαδική 24ωρη απεργία. Ο Μητσοτάκης καλεί και πάλι τους Παπανδρέου και Φλωράκη κι αυτοί πάνε. Ο Παπανδρέου, ήδη κατηγορούμενος στο Ειδικό Δικαστήριο, ζητά απόσυρση του νομοσχέδιου και συζήτηση «από μηδενική βάση». Ο Φλωράκης στην απόλυτη ξεφτίλα: «Παρακάλεσα τον κ. πρωθυπουργό, το νομοσχέδιο το οποίο πρέπει να προκύψει ύστερα από ουσιαστικό διάλογο, ιδιαίτερα με τους κοινωνικούς φορείς, να έλθει στην Ολομέλεια της Βουλής και να μην αντιμετωπιστεί από τα λεγόμενα θερινά τμήματα»!!! Τονίζει ότι δεν πρέπει «να διορθωθούν τα πράγματα μια κι έξω», «να μη καούν μαζί με τα ξερά και τα χλωρά»! (ζητά, δηλαδή, από το Μητσοτάκη να χαμηλώσει λίγο τους ρυθμούς, να το πάει κάπως λάου-λάου, ν’ αφήσει και κάτι για μετά, συμβουλή που έγινε δεκτή τελικά).
Την άλλη μέρα και ενώ ΔΕΗ και Τράπεζες συνεχίζουν με απεργίες διάρκειας, η ΓΣΕΕ αποφασίζει να πραγματοποιήσει 48ωρη απεργία. Στους εργαζόμενους υπάρχουν αγωνιστικές διαθέσεις και κάποιοι «σώφρονες» παράγοντες της αστικής τάξης συμβουλεύουν την κυβέρνηση να είναι πιο συναινετική. Ο Ζολώτας με τον Αγγελόπουλο, οι λεγόμενοι «σοφοί», ζητούν από τον Μητσοτάκη να αποσύρει κάποιες διατάξεις και να δεχτεί τη σύσταση της επιτροπής που προτείνει η ΓΣΕΕ. Μερίδα του αστικού Τύπου κατηγορεί τον Μητσοτάκη για αδιαλλαξία. Αυτός κάνει έναν ελιγμό και αποσύρει κάποιες διατάξεις για τις ΔΕΚΟ, όμως ο ελιγμός πέφτει στο κενό. Οι γραφειοκράτες δεν τολμούν να κάνουν πίσω.
Στις 17 Σεπτέμβρη, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, αντί να φροντίσουν για την οργάνωση της ταξικής πάλης, υποβάλλουν πρόταση για «εθνική συμφωνία για την κοινωνική ασφάλιση». Προτείνουν στην κυβέρνηση να μην καταθέσει το νομοσχέδιο, αλλά να συστήσει ειδική επιτροπή (κυβέρνηση, βουλή, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΣΕΒ), η οποία μέσα σε 15 μέρες να καταλήξει σε τελικά συμπεράσματα. Η ΓΣΕΕ δείχνει ήδη την «καλή της θέληση», προτείνοντας να πληρώσουν και οι εργαζόμενοι για τα χρέη και το μοντέλο να είναι πλήρως ανταποδοτικό. Ολα τα άλλα τα συζητά -λέει- ακόμα και την αύξηση των ορίων ηλικίας, προτείνοντας να καθοριστούν ειδικές μεταβατικοί περίοδοι.
Η κυβέρνηση καταλαβαίνει ότι αυτοί οι ελεινοί δεν έχουν καμιά διάθεση γι’ αγώνα και την άλλη κιόλας μέρα καταθέτει το νομοσχέδιο.
Την επομένη, 19 Σεπτέμβρη, αρχίζει η προαποφασισμένη 48ωρη πανελλαδική απεργία. Η κυβέρνηση στέλνει τα ΜΑΤ να χτυπήσουν στον ΟΣΕ και την ΕΑΣ, προκειμένου να ξεμπλοκαριστούν τρένα και αστικά. Ο Μητσοτάκης γυρίζει άρον-άρον από το Τόκιο και απειλεί με γενική επιστράτευση. Οι εργαζόμενοι τον γράφουν κανονικότατα.
Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία σέρνει το κουφάρι της στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Στις 21 Σεπτέμβρη, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, η ΓΣΕΕ «τα δίνει όλα», όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε. Παίρνει πίσω όλους τους όρους και προτείνουν 15ήμερη αναστολή όλων των απεργιών, αρκεί να γίνει η επιτροπή που θ’ αποφασίσει μέσα σε 15 μέρες. Αποδέχονται ως βάση συζήτησης το κυβερνητικό νομοσχέδιο, αρκεί η κυβέρνηση να δεχτεί την τριμερή χρηματοδότηση. Η κυβέρνηση αρνείται, θέλει να τελειώνει με διαδικασίες εξπρές. Η χώρα παραλύει από τις απεργίες στις ΔΕΚΟ. Ακόμα και ο οικονομικός Τύπος τρομάζει και ζητά από την κυβέρνηση να δεχτεί το συμβιβασμό που προτείνει η ΓΣΕΕ, τα στελέχη της οποίας καμαρώνουν σαν «εθνικά υπεύθυνοι θεσμικοί παράγοντες».
Στις 25 Σεπτέμβρη η Βουλή αρχίζει τη συζήτηση του νομοσχέδιου και οι ηγέτες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ζητούν και γίνονται δεκτοί από το Μητσοτάκη, όπου ξεβρακώνονται εντελώς. Δέχονται σαν βάση συζήτησης το κυβερνητικό νομοσχέδιο, χωρίς κανένα όρο. Δέχονται την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, το χτύπημα των αναπηρικών συντάξεων και των ΒΑΕ, ενώ προσφέρουν από 3 μεροκάματα κάθε εργαζόμενου το χρόνο (40 δισ. δραχμές) για την κάλυψη των ελλειμμάτων! Φυσικά, ο Μητσοτάκης δεν έχει κανένα λόγο να κάνει πίσω, όταν τους βλέπει να ξεβρακώνονται μέρα με τη μέρα περισσότερο. Οι απεργίες σκληραίνουν. Ξεκινά και δεύτερη πανελλαδική 48ωρη. Τα ΜΑΤ χτυπούν σε πολλά σημεία, οι εργαζόμενοι αντιστέκονται με επιτυχία. Ο ΣΥΝ αναλαμβάνει πρωτοβουλία, προσπαθώντας να πείσει τον πρώην συνεταίρο του Μητσοτάκη να δεχτεί την πρόταση της ΓΣΕΕ, η οποία «τα έχει δώσει όλα». Του προτείνει να μην αποσύρει το νομοσχέδιο, αλλά ν’ αφήσει αψήφιστο ένα άρθρο, ώστε μέσα σ’ ένα δεκαήμερο που θα διακόψει η Βουλή να βρεθεί «φόρμουλα αξιοπρεπής για όλους»!
Ο Μητσοτάκης ακολουθεί τακτική «σιδερένιας φτέρνας» και οι τρομαγμένοι αστοί αναθαρρεύουν, καταλαβαίνοντας ότι απέναντί τους έχουν μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία που απλά ζητάει ελεημοσύνη και που είναι αποφασισμένη να λειτουργήσει ως πέμπτη φάλαγγα μέσα στο εργατικό κίνημα. Η αντιπολίτευση εξακολουθεί να παραμένει στη Βουλή και να κάνει «εποικοδομητικές προτάσεις»! Ο Σουφλιάς εξαιρεί τις ΔΕΚΟ από τη ρύθμιση για τα βαρέα και ανθυγιεινά. Η αντιπολίτευση χειροκροτεί. «Η όλη πορεία δείχνει ότι υπήρχε και πεδίο συνεννόησης, ώστε να φτάσουμε σε λύσεις κοινά αποδεκτές», δηλώνει ο βουλευτής του ΣΥΝ και συνδικαλιστής του Περισσού Ν. Γαλανός. «Γιατί δεν έγιναν νωρίτερα αυτές οι αλλαγές, γιατί τόσο πάθος και κακία, γιατί αυτή η κοινωνική αντιπαράθεση, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε έστω και την τελευταία στιγμή να κάνει αυτή τη σημαντική υποχώρηση;», δηλώνει ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ι. Μπούτος.
Η κυβέρνηση πλέον κατηγορείται για «κοινωνική οξύτητα» και όχι για την ουσία του αντιασφαλιστικού νομοσχέδιου. Πριν ακόμα συνέλθουν τα όργανα της ΓΣΕΕ, ο πρόεδρός της βγαίνει στο νεαρό τότε MEGA και δηλώνει ότι με την ψήφιση του νομοσχέδιου οι απεργίες τερματίζονται! Κι ενώ τα ΜΑΤ εξακολουθούν να επιτίθενται σε χώρους δουλειάς, στη ΓΣΕΕ σκιαμαχούν. Η ΠΑΣΚΕ προτείνει μια ακόμη 24ωρη (ήταν Παρασκευή και από Δευτέρα όλοι καλούνταν να γυρίσουν στη δουλειά), ενώ η ΕΣΑΚ προτείνει άμεσο κλείσιμο, όπως και γίνεται. Ενα ακόμη ξεπούλημα έχει ολοκληρωθεί.