Μερικές βδομάδες πριν, με αφορμή τις νίκες των πέντε ελληνικών ομάδων στο ΟΥΕΦΑ και τις αναλύσεις των έγκριτων συνάδελφων μου, ότι αυτές οι νίκες μπορεί να είναι η απαρχή για ένα καλύτερο ελληνικό πρωτάθλημα, είχαμε εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να συνδέουμε τις συλλογικές επιτυχίες με την αναβάθμιση της ποιότητας του πρωταθλήματος. Είχαμε τονίσει τότε, ότι το κέρδος από τις νίκες είναι περισσότερο επικοινωνιακό και λιγότερο έως καθόλου πρακτικό, τονίζοντας ότι η διοίκηση της ομάδας που θα έχει μια καλή ευρωπαϊκή πορεία προσπαθεί κυρίως να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη από την ευνοϊκή γι’ αυτή συγκυρία, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την προσπάθεια να δημιουργηθούν οι συνθήκες για επανάληψή της, αφού στο ελληνικό ποδόσφαιρο οι παράγοντες λειτουργούν με τη λογική της αρπαχτής και όχι με τη λογική να επενδύσουν στο μέλλον.
Το περασμένο Σάββατο έτυχε να παρακολουθήσω μια ποδοσφαιρική συζήτηση που αφορούσε την πορεία της εθνικής ομάδας και την πρόκριση στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το καλοκαίρι του 2008. Επέλεξα να μη συμμετέχω στη συζήτηση, αλλά να καταγράψω τα επιχειρήματα που ακούστηκαν από τους έξι-εφτά φίλους που ήταν παρόντες. Η συζήτηση, εκτός από την αγωνιστική πορεία της Εθνικής και το ρόλο του Ρεχάγκελ σ’ αυτή, έφτασε κάποια στιγμή και στο πρωτάθλημα. Υπήρξε ομοφωνία, ότι η ποιότητά του κάθε χρόνο πέφτει, ταυτόχρονα όμως οι περισσότεροι εξέφρασαν την ελπίδα, ότι η πορεία της Εθνικής, σε συνδυασμό με τις μεταγραφές που έκαναν οι ομάδες (αναφέρθηκαν περισσότερο στον Ολυμπιακό και κατά δεύτερο λόγο στον Παναθηναϊκό), θα συμβάλλουν στη βελτίωση της εικόνας του πρωταθλήματος.
Με αφορμή, λοιπόν, τη συζήτηση αυτή, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό η στήλη να εξετάσει το ενδεχόμενο, οι επιτυχίες της Εθνικής να δράσουν καταλυτικά και στο πρωτάθλημα. Καταρχήν, μπαίνει το ερώτημα: αφού οι συλλογικές επιτυχίες δε βοηθούν, γιατί να παίξουν διαφορετικό ρόλο οι επιτυχίες της Εθνικής; Υπάρχει λόγος να ασχοληθούμε με το θέμα; Αν και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, το τελικό συμπέρασμα θα είναι ότι οι επιτυχίες της Εθνικής δε θα επηρεάσουν την εικόνα του πρωταθλήματος, οι δυο περιπτώσεις δεν είναι ταυτόσημες και πρέπει να τις προσεγγίσουμε με διαφορετικό τρόπο. Ανάμεσά τους υπάρχει ή, για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, θα έπρεπε να υπάρχει, μια λεπτή κόκκινη γραμμή που τις κάνει ξεχωριστές. Οι μεγάλες ΠΑΕ είναι αθλητικές καπιταλιστικές εταιρίες που έχουν σαν πρώτο στόχο τους την εξασφάλιση μεγάλων κερδών στους ιδιοκτήτες τους, ενώ αντίθετα η εθνική ομάδα πρέπει να είναι πάνω από συλλογικές προτιμήσεις και επιχειρηματικά συμφέροντα και η πορεία της να αντικατοπτρίζει μια συγκροτημένη προσπάθεια που γίνεται στο ελληνικό ποδόσφαιρο για την ποιοτική αναβάθμισή του. Το πρώτο σημείο, λοιπόν, που θα πρέπει να εξετάσουμε, είναι αν στο ελληνικό ποδόσφαιρο υπάρχει αυτή η λεπτή κόκκινη γραμμή. Δυστυχώς γι’ αυτούς που πιστεύουν στην ύπαρξή της, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική.
Η εθνική ομάδα αντικατοπτρίζει τη λογική που υπάρχει στο ελληνικό πρωτάθλημα, λειτουργεί με τη λογική της αρπαχτής και όχι με τη λογική της ανάπτυξης και πάνω από τα συμφέροντα του αθλήματος μπαίνουν μια σειρά από συμφέροντα των «ανιδιοτελών εργατών» του ελληνικού ποδοσφαίρου. Γιατί μπορεί η Εθνική να μην εξυπηρετεί τα επιχειρηματικά συμφέροντα κάποιου καπιταλιστή, εξυπηρετεί όμως τα συμφέροντα και τις προσωπικές φιλοδοξίες της εκάστοτε διοίκησης της ΕΠΟ και των μελών που την απαρτίζουν. Οσοι αποφασίζουν για τους στόχους της ομάδας λειτουργούν όπως και η πλειοψηφία των παραγόντων των ΠΑΕ, με τη θεωρία που λέει ότι τα πάντα κρίνονται από το αποτέλεσμα και τις επιτυχίες, βάζουν βραχυχρόνιους και «ρεαλιστικούς» στόχους και αποζητούν αγωνιστικές επιτυχίες που δίνουν δυνατότητα επικοινωνιακής προβολής. Αφήνουν σε δεύτερη μοίρα την ανάγκη για μακροχρόνια και επίπονη δουλειά που θα έχει σαν στόχο την ουσιαστική αναβάθμιση του ποδοσφαίρου μας. Επιπλέον, από τη στιγμή που γύρω από την Εθνική υπάρχουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τζογάρονται πολλά φράγκα, είναι απολύτως φυσιολογικό να επικρατήσει η λογική του ακραίου επαγγελματισμού (δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ζούμε στον καπιταλισμό και σοσιαλιστικές νησίδες υπάρχουν μόνο στη σφαίρα της φαντασίας κάποιων) και όσοι βρίσκονται γύρω από την ομάδα να λειτουργούν με κριτήριο το πόσα φράγκα θα μπουν στο ταμείο ή στις τσέπες τους, αφήνοντας τη δόξα για τους άλλους.
Οι πρόσφατες νίκες της ομάδας σε συνδυασμό με την πρόκριση στην τελική φάση είχαν σαν αποτέλεσμα παίχτες και προπονητικό team να πάρουν ένα σεβαστό πριμ. Γιατί λοιπόν ο Ρεχάγκελ ή όποιος άλλος προπονητής ήταν στην θέση του να προχωρήσει σε ανανέωση της ομάδας, διακινδυνεύοντας να χάσει τη θέση του και τα φράγκα, αν κάτι στραβώσει, και να μην πάει στην πεπατημένη, διεκδικώντας τα αποτελέσματα και αφήνοντας σε κάποιον άλλο να αναλάβει το δύσκολο αυτό έργο; Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση. Από το καλοκαίρι του 2004 και μέχρι σήμερα, οι αγωνιστικές επιτυχίες της ομάδας έχουν δώσει τη δυνατότητα σε όσους ασχολούνται με την Εθνική να προτάσσουν στα λόγια τη δόξα έναντι του χρήματος. Η ευφορία που επικρατεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο από την πρόκριση στο EURO 2008, τους δίνει τη δυνατότητα να θολώνουν τα νερά και να το παίζουν υπεράνω οικονομικών συμφερόντων. Δεν θα πρέπει, όμως, να ξεχνάμε ότι οι επιτυχίες της Εθνικής ήταν αυτές που βοήθησαν αφάνταστα τη διοίκηση της ΕΠΟ και τον πρόεδρό της Βασίλη Γκαγκάτση να αντέξουν τον οικονομικό αποκλεισμό που τους είχε επιβάλει ο πρώην υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Ορφανός και να βγουν τελικά νικητές, αναγκάζοντας την κυβέρνηση και το νέο υφυπουργό Γιάννη Ιωαννίδη να τους αντιμετωπίσουν σαν ισότιμους συνομιλητές και να ξεκινήσουν τις διαδικασίες αποκατάστασης των σχέσεων, ανάμεσα στις δυο πλευρές. Κλείνουμε την παρένθεση και θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε με πρακτικά παραδείγματα, ότι η διοίκηση της ΕΠΟ, από την κατάκτηση του EURO μέχρι σήμερα, λειτούργησε με τη λογική της αρπαχτής και όχι με τη λογική της μακροχρόνιας επένδυσης για την αναβάθμιση του ποδοσφαίρου μας.
Οταν το καλοκαίρι του 2004 η Εθνική κατακτούσε αναπάντεχα το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, πολλοί πίστευαν ότι αυτό θα ήταν η αρχή για τη συνολική αναβάθμιση του ποδοσφαίρου μας. Η πραγματικότητα είναι όμως διαφορετική. Τι έχει αλλάξει επί της ουσίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο; Η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Σχεδόν τίποτα. Η εικόνα του πρωταθλήματος κάθε χρόνο χειροτερεύει, δεν βγαίνουν νέοι παίχτες, αφού δεν υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο για τη στήριξη της ποδοσφαιρικής «παραγωγικής» διαδικασίας, οι ερασιτεχνικές ομάδες βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αφού δεν καταφέρνουν να αντέξουν την οικονομική κρίση, και τα τοπικά πρωταθλήματα υπολειτουργούν, αφού πολλές ομάδες κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου συμμετέχουν τυπικά και χωρίς στόχους σε αυτά ή διαλύονται μην μπορώντας να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές δεσμεύσεις τους. Δεν υπάρχουν γήπεδα για να μπορέσουν να παίξουν τα παιδιά και να δημιουργηθούν ποδοσφαιρικές ακαδημίες (τα φράγκα που υπάρχουν για το σκοπό αυτό δίνονται για να αναβαθμιστούν τα γήπεδα των ΠΑΕ και όχι για τη δημιουργία χώρων που θα αθλούνται οι ερασιτεχνικές ομάδες), η ιατρική κάλυψη των ερασιτεχνικών αγώνων είναι η στοιχειώδης και το ενδιαφέρον των φιλάθλων για τα τοπικά πρωταθλήματα μειώνεται, εξαιτίας της προχειρότητας και της ποιοτικής υποβάθμισής τους.
Τα φράγκα που μπήκαν στο ταμείο της ΕΠΟ χρησιμοποιήθηκαν για να πληρωθούν τα πριμ προς τους παίχτες και τους προπονητές και για να καλυφθούν οι δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η διοίκηση της ΕΠΟ (αφού ο Ορφανός είχε κόψει την κρατική επιχορήγηση) και ελάχιστα πήγαν για την ανάπτυξη του αθλήματος. Από το καλοκαίρι του 2004 μέχρι σήμερα, όσοι ασχολούνται με το ελληνικό ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο (για το οποίο θα έπρεπε να ενδιαφέρεται η ΕΠΟ) ξέρουν πολύ καλά ότι η κατάσταση χειροτερεύει συνεχώς. Ποιος κέρδισε τελικά από τις επιτυχίες; Κερδισμένοι είναι οι παίχτες και ο προπονητής της Εθνικής καθώς και η διοίκηση της ΕΠΟ και χαμένο το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο. Παίχτες και προπονητές είδαν τις τσέπες τους να γεμίζουν με χρήμα και να ανεβαίνει η ποδοσφαιρική τους αξία κατακόρυφα και η διοίκηση της ΕΠΟ κατάφερε να βγει νικήτρια στην κόντρα που είχε με τον Ορφανό.
Κλείνουμε με ορισμένα ερωτήματα που αφορούν το αγωνιστικό πρόσωπο της Εθνικής. Ποσο ελκυστικό είναι το ποδόσφαιρο που παίζει η Εθνική μας; Πόσοι θα καθόμασταν να δούμε έναν αγώνα της ποιότητας που μας προσφέρει, ανάμεσα σε δυο αδιάφορες για εμάς ομάδες; Νομίζω ελάχιστοι. Αλλωστε, είναι κοινό μυστικό σε όλους μας, ότι η ομάδα κερδίζει χωρίς να παίζει μπάλα. Δεν κάνουμε όμως κριτική γιατί κερδίζει. Συμβιβαζόμαστε, δηλαδή, με τα συμφέροντα των παικτών, του προπονητή, του Γκαγκάτση, της ΕΠΟ και όλων των παρατρεχάμενων γύρω από την Εθνική και αφήνουμε στην άκρη το δικό μας δικαίωμα να δούμε καλή μπάλα και ελκυστικό θέαμα. Θα πρέπει να καταλάβουμε, ότι οι προκρίσεις και οι κατακτήσεις των τίτλων λειτουργούν δυστυχώς σε βάρος των ελπίδων μας για αναβάθμιση του ελληνικού ποδοσφαίρου και για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να σκεφτόμαστε με τη λογική που μας έχουν επιβάλει, ότι πάνω από όλα είναι το αποτέλεσμα. Ας έχουμε ξεκάθαρο, ότι οι επιτυχίες δεν εξυπηρετούν τις ελπίδες και τα θέλω μας και ας πάψουμε να πανηγυρίζουμε για άθλιες εμφανίσεις που συνοδεύονται από την πρόκριση ή την νίκη. Ας απαιτήσουμε, λοιπόν, όμορφο θέαμα και θεαματικό ποδόσφαιρο, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα.
Κος Πάπιας