Θα πρέπει να ευχαριστήσουμε τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ Τ. Αθανασόπουλο για την πληρωμένη ανακοίνωση που δημοσίευσε σε όλο τον Τύπο στα μέσα της εβδομάδας, υπό τον τίτλο «Η αλήθεια για τις αυξήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος». Προερχόμενος από τον ιδιωτικό καπιταλιστικό τομέα (για χρόνια ήταν στέλεχος της Toyota στην Ιαπωνία) δεν κατέχει την τέχνη των πολιτικών που έως τώρα διηύθυναν τις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις. Γι’ αυτό και τα επιχειρήματα που παρουσιάζει είναι πολιτικά γελοία (για την ακρίβεια δεν έχουν τίποτα το πολιτικό), ταυτόχρονα όμως είναι κοινωνικά χρησιμότατα, γιατί μας επιτρέπουν να βγάλουμε γενικότερα συμπεράσματα.
Στην ενδεκάχρονη διαδρομή της η στήλη έχει ασχοληθεί κατ’ επανάληψη με το τέλος του αστικού κράτους πρόνοιας, που έρχεται ως αποτέλεσμα της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού. Τι ήταν το κράτος πρόνοιας; Ηταν ένα σύνολο παραχωρήσεων των αστικών κρατών προς τους εργαζόμενους πολίτες τους, προκειμένου να εξασφαλίζουν την ταξική ειρήνη. Βασικό συστατικό του αστικού κράτους πρόνοιας ήταν η λεγόμενη κοινή ωφέλεια, δηλαδή μια σειρά προϊόντα και υπηρεσίες που σ’ ένα βαθμό έβγαιναν έξω από την τυπική λειτουργία της καπιταλιστικής αγοράς και προσφέρονταν σε τιμές σχετικά χαμηλές (όχι πάντως κάτω από την αξία τους), καθοριζόμενες και ελεγχόμενες από το κράτος. Το ηλεκτρικό ρεύμα, το φυσικό αέριο, το νερό, οι τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία, οι αστικές συγκοινωνίες ανήκαν στην κοινή ωφέλεια.
Πέρα από την πλευρά του αστικού ρεφορμισμού (κοινωνική δημαγωγία), η οποία ήδη επισημάνθηκε, πρέπει να σημειωθεί και άλλη μία πλευρά, αμιγώς οικονομική, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την τακτική επιλογή των αστικών κρατών, που γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση μετά το τέλος του Β’ παγκόσμιου πολέμου. Οι επιχειρήσεις αυτές ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία επιχειρήσεις υψηλής οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου. Δηλαδή, απαιτούσαν τεράστιες επενδύσεις σε κτίρια, μηχανήματα και υποδομές, οι οποίες πρώτον αποσβένυνται σε βάθος χρόνου και όχι σχετικά γρήγορα και δεύτερο ενισχύουν την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους. Το θέμα αυτό εκφεύγει των ορίων του σημερινού σημειώματος, γι’ αυτό περιοριζόμαστε να τονίσουμε ότι το ιδιωτικό κεφάλαιο ήταν πάντοτε παρόν και στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, όχι ως άμεσος επενδυτής (που θα έπαιρνε και τα ρίσκα), αλλά ως προμηθευτής και εργολάβος. Και μάλιστα, όχι με όρους «καθαρού» ανταγωνισμού, αλλά με όρους αρπαγής. Είναι γνωστό ότι οι περιβόητες ΔΕΚΟ χτίστηκαν συνοδευόμενες από μια μακρά ιστορία σκανδάλων, με την άμεση εμπλοκή πολιτικών και διοικητικών στελεχών.
Επί δεκαετίες, λοιπόν, λειτουργούσε μια σύμβαση: οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας στο κράτος, οι καπιταλιστές σε ρόλο προμηθευτή και εργολάβου, το κράτος ασκεί οριακή κοινωνική πολιτική με τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγουν και προσφέρουν αυτές οι επιχειρήσεις. Οσες αλλαγές κι αν γίνονταν, αυτή η βασική σύμβαση δεν αμφισβητούνταν. Μέχρι που ήρθε μια στιγμή και η σύμβαση αυτή καταργήθηκε. Για λόγους οικονομικούς και κοινωνικοπολιτικούς. Η κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου απαιτούσε την επέκτασή του ακόμα και στον πυρήνα της κρατικής οικονομικής δραστηριότητας, την κοινή ωφέλεια. Οικονομικά αυτό ήταν εφικτό πλέον, γιατί οι επιχειρήσεις αυτές ήταν πλέον ώριμες (είχαν γίνει οι βασικές επενδύσεις, δεν βρίσκονταν στη φάση της ανάπτυξης). Κοινωνικοπολιτικά έπρεπε να δοθεί μάχη. Το περιβάλλον θεωρήθηκε καταρχήν ευνοϊκό, λόγω της κυριαρχίας των θεωριών της «αγοράς» τη δεκαετία του ‘90. Ακόμη, όμως, διανύουμε τη φάση της μετάβασης, διότι και τα εργασιακά καθεστώτα είναι διαφορετικά απ’ ό,τι στον ιδιωτικό καπιταλιστικό τομέα και οι τιμολογιακές πολιτικές άπτονται κοινωνικών παραγόντων και το κράτος είναι υποχρεωμένο να παρεμβαίνει στη διαμόρφωσή τους για να τηρήσει κάποιες ισορροπίες, για τις οποίες οι «λυσσασμένοι» μάνατζερ τύπου Αθανασόπουλου αδιαφορούν.
Ολα τούτα τα θεωρητικά, λοιπόν, επιβεβαιώνονται πλήρως από την ανακοίνωση της ΔΕΗ διά χειρός Αθανασόπουλου. Ας την παρακολουθήσουμε:
♦ «Οι εγκριθείσες ποσοστιαίες αυξήσεις, οι οποίες είναι πράγματι μεγάλες, δεν είναι τόσο μεγάλες σε απόλυτα ποσά ανά πελάτη. Είναι, όμως, οι μικρότερες δυνατές και δεν καλύπτουν τα συνολικά κόστη παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και διάθεσης ηλεκτρικού ρεύματος».
Ας αφήσουμε τη γελοιότητα περί αυξήσεων που είναι μεγάλες, αλλά δεν είναι… τόσο μεγάλες και ας πάμε στο δεύτερο σκέλος: «δεν καλύπτουν τα συνολικά κόστη». Το Σεπτέμβρη η ΔΕΗ ανακοίνωσε κέρδη εννιαμήνου 60 εκατ. ευρώ. Πώς, λοιπόν, «δεν καλύπτονται τα κόστη» ακόμα και μ’ αυτές τις «πράγματι μεγάλες» αυξήσεις στα τιμολόγια; Η πρόθεση του Αθανασόπουλου δεν είναι να πει ψέματα (δεν πιστεύουμε ότι είναι τόσο ανόητος). Απλώς, όταν οι μάνατζερ μιλούν για κόστη δεν έχουν στο μυαλό τους τα κόστη καθεαυτά, αλλά το κέρδος που επιτρέπουν. Μπορεί η ΔΕΗ να είχε κέρδη και με τα παλιά τιμολόγια, όμως αυτά δεν ανταποκρίνονταν στο πρότυπο του μέγιστου κέρδους που έχει κατά νου ο μάνατζερ. Το λέει ευθέως λίγο παρακάτω:
♦ «Οι παρεχόμενες από τη ΔΕΗ Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας έχουν ένα πολύ μεγάλο κόστος για την Επιχείρηση και μειώνουν την κερδοφορία της».
Αρα, τέρμα η ίδια η λογική της κοινής ωφέλειας, σύμφωνα με την οποία, στο πλαίσιο του κράτους πρόνοιας, σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις δεν ενδιέφερε τόσο η κερδοφορία, όσο η εξυπηρέτηση πολιτικών αναγκών.
♦ «Λόγω των καθηλωμένων για χρόνια τιμολογίων, σε επίπεδα κατά πολύ κάτω του κόστους, κανένας ιδιώτης δεν έχει μπει στην εμπορία ηλεκτρικού ρεύματος. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν αναπτύχθηκε μέχρι σήμερα ανταγωνισμός στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας».
Εδώ ο μάνατζερ λέει ψέματα και μάλιστα χοντρά. Ο Μυτιληναίος (πρώην Πεσινέ) και οι Λάτσηδες (ΕΛΠΕ) έχουν ήδη μπει στην παραγωγή και μάλιστα η ΔΕΗ τους αγοράζει το ρεύμα 75 ευρώ τη ΜWH, όταν στις βιομηχανίες τους πουλάει με 43 ευρώ τη MWH. Αρα, δεν είναι αυτός ο λόγος που δεν έχουν προχωρήσει τόσο πολύ (ετοιμάζονται, όπως ο Κοπελούζος και άλλοι). Υστερα, σε ποια εμπορία θα μπουν; Θα φτιάξουν δικά τους δίκτυα διανομής; Κορόιδα είναι; Θα χρησιμοποιήσουν το δίκτυο της ΔΕΗ, που το ‘χει χρυσοπληρώσει ο ελληνικός λαός. Τέλος, γιατί θα ‘πρεπε να μας ενδιαφέρει ο ανταγωνισμός, όταν τόσο χοντρά ο Αθανασόπουλος μας πετάει στη μούρη πως προϋπόθεση του ανταγωνισμού είναι η αύξηση των τιμολογίων; Και να μην το ‘λεγε, όμως, έχουμε ήδη γευτεί τα καλά του ανταγωνισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (αλήθεια, έχετε υπολογίσει πόσο κοστίζει ένα τηλεφώνημα στις πληροφορίες καταλόγου, που πριν μερικά χρόνια ήταν δωρεάν;).
♦ «Ο μη εξορθολογισμός των τιμολογίων συνιστά σοβαρή απειλή για το ενεργειακό μέλλον της χώρας. Γιατί εάν δεν γίνουν επενδύσεις –από τη ΔΕΗ ή (και) τους ιδιώτες– θα παρακμάσει ο Τομέας Ηλεκτρισμού της χώρας μας και αναπόφευκτα θα εξαρτώμεθα όλοι από τις εισαγωγές και τη διεθνή ενεργειακή συγκυρία».
Εδώ ο παρασημοφορημένος από τους Ιάπωνες μάνατζερ ξεπέφτει στο επίπεδο του γελοίου βλαχοδήμαρχου της δεκαετίας του ‘60. Η γελοία επιχειρηματολογία του καταρρέει όταν τίθεται απέναντι σε ένα απλό ερώτημα: αυτός ο γίγαντας που λέγεται ΔΕΗ, η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας, ισχυρή και κραταιά, πώς χτίστηκε από το μηδέν μέσα σε μισό αιώνα, ακολουθώντας μια τιμολογιακή πολιτική που δεν ήταν μεν φιλανθρωπική, δεν ήταν όμως και αγοραία;
Πέτρος Γιώτης