Την οργή και αγανάκτηση πολλών Ιρακινών έχει προκαλέσει η απόφαση της ιρακινής βουλής, στις 26 Ιανουαρίου, να αλλάξει την ιρακινή εθνική σημαία, ικανοποιώντας την απαίτηση της κουρδικής πολιτικής ηγεσίας, η οποία έχει απαγορεύσει την ανάρτησή της στις κουρδικές περιοχές, επειδή, όπως υποστηρίζει, αντιπροσωπεύει το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν και θυμίζει τη βαρβαρότητά του.
Προκειμένου να αποτραπούν οι έντονες αντιδράσεις που είχε προκαλέσει η πρώτη απόπειρα αλλαγής της σημαίας πριν από τρία περίπου χρόνια, η νέα σημαία δε διαφέρει πολύ από την παλιά. Διατηρεί τις τρεις οριζόντιες λωρίδες σε χρώμα κόκκινο, λευκό και μαύρο, όμως τα τρία αστέρια στο κέντρο, που συμβόλιζαν την αραβική ενότητα ανάμεσα στο Ιράκ, τη Συρία και την Αίγυπτο προτού το κόμμα Μπάαθ τους δώσει το συμβολισμό «Ενότητα, Ελευθερία, Σοσιαλισμός», που ήταν και το κεντρικό σύνθημα του Μπάαθ, έχουν αφαιρεθεί, ενώ η φράση «Αλλάχ Ακμπάρ» (ο θεός είναι μεγάλος), που προστέθηκε με πράσινα χειρόγραφα γράμματα του Σαντάμ Χουσεΐν μερικούς μήνες πριν από τον πόλεμο του Κόλπου το 1991, παραμένει, αλλά όχι με τη χειρόγραφη μορφή.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν και πάλι έντονες αντιδράσεις. Πολλοί ιρακινοί Αραβες υποστηρίζουν ότι η παλιά εθνική σημαία συμβολίζει την ενότητα του Ιράκ, είναι σύμβολο της χώρας και όχι ενός κόμματος ή ηγέτη. Πολλοί απ’ αυτούς την έχουν βάλει στα αυτοκίνητά τους ως εκδήλωση διαμαρτυρίας, ενώ το επαρχιακό συμβούλιο της επαρχίας Ανμπάρ, από τις μεγαλύτερες επαρχίες του Ιράκ, έχει αποφασίσει να κρατήσει την παλιά σημαία. Το κόμμα της Ιρακινής Εθνικής Λίστας, με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Ιγιάντ Αλάουι, κάλεσε το λαό να απορρίψει την αλλαγή, ενώ το κίνημα του Μοκτάντα αλ-Σαντρ ζήτησε να παραμείνει η παλιά σημαία μέχρι να βρεθεί η μορφή μιας σημαίας και ένας εθνικός ύμνος που θα ικανοποιεί όλες τις πλευρές. Πολύ πιο έντονη ήταν η αντίδραση του σουνιτικού Συνδέσμου Μουσουλμάνων Κληρικών, ο οποίος με ανακοίνωσή του καταδίκασε τις αλλαγές, «γιατί θίγουν την κυριαρχία του Ιράκ και πάρθηκαν σε καθεστώς κατοχής και στη σκιά δυνάμεων που μονοπολούν τη λήψη πολιτικών αποφάσεων».
Η νέα σημαία είναι προσωρινή για ένα χρόνο, στη διάρκεια του οποίου θα αποφασιστεί η τελική της μορφή. Η απόφαση για την αντικατάσταση της παλιάς σημαίας πάρθηκε εσπευσμένα, λόγω της παναραβικής συνάντησης πολιτικών στον αυτόνομο Ιρακινό Κουρδιστάν στις 10 μαρτίου και της άρνησης της κουρδικής πολιτικής ηγεσίας να υψώσει κατά τη διάρκειά της την παλιά σημαία.
Στο μεταξύ, συνεχίζονται οι προετοιμασίες και ενισχύονται οι ιρακινές και οι αμερικάνικες στρατιωτικές δυνάμεις που θα συμμετέχουν στην εκκαθαριστική επιχείρηση της Μοσούλης, πρωτεύουσα της επαρχίας Νινεβί και τρίτη σε μέγεθος πόλη του Ιράκ, με 2 εκατομμύρια πληθυσμό. Η Μοσούλη θεωρείται από τους Αμερικάνους το τελευταίο ισχυρό προπύργιο της Αλ – Κάιντα και η τακτική που θα ακολουθήσουν θα είναι ανάλογη με κείνη που εφάρμοσαν στη Βαγδάτη. Αυτή συνίσταται, σύμφωνα με δηλώσεις ανώτατων Αμερικάνων αξιωματικών, σε εκκαθάριση της πόλης τμηματικά από τους θύλακες των «τρομοκρατών» και διατήρηση του ελέγχου κάθε περιοχής με την παραμονή ισχυρής στρατιωτικής δύναμης.
Ωστόσο, ούτε στη Βαγδάτη, όπως φαίνεται, λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά όσο διακηρύσσει η αμερικάνικη προπαγάνδα αυτό το σχέδιο. Οι επιθέσεις μπορεί να έχουν περιοριστεί. Ομως η περιβόητη «ασφάλεια και τάξη», που οφείλεται κυρίως στη μονομερή εκεχειρία από το σιιτικό Στρατό του Μεχντί του Σαντρ και στη συνεργασία της σουνιτικής πολιτοφυλακής, των λεγόμενων «Επαγρυπνούντων Πολιτών», με τους Αμερικάνους και διασφαλίζεται με τα στρατιωτικά φυλάκια και τον αποκλεισμό με ψηλούς μπετονένιους τοίχους πολλών περιοχών της Βαγδάτης, είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Διαφορετικά, δεν εξηγείται η απόφαση της αμερικάνικης διοίκησης να αυξήσει κατά 30% τα στρατιωτικά φυλάκια στη Βαγδάτη. Οπως ανακοίνωσε σε γεύμα που παρέθεσε στους δημοσιογράφους μέσα στην Πράσινη Ζώνη ο νέος διοικητής των αμερικάνικων δυνάμεων στο Ιράκ στρατηγός Τζέφερι Χάμοντ στις 29 Ιανουαρίου, ο αριθμός των στρατιωτικών φυλακίων θα αυξηθεί από 75 σε 99 μέχρι τον Ιούνιο «για να μπορέσουμε να προωθηθούμε σε περιοχές όπου στο παρελθόν δεν μπορούσαμε να πάμε. Δεν θέλω να υπάρξει κανένα μέρος στη Βαγδάτη όπου η Αλ – Κάιντα ή οποιοσδήποτε άλλος θα μπορεί να κερδίσει έδαφος, επειδή εμείς το αγνοήσαμε».
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η είδηση που δημοσιεύτηκε στην ημερήσια εφημερίδα του Μπαχρέιν «Akhbar Alkhaleej» (30/01/08) και προέρχεται από ιρακινό βουλευτή, σύμφωνα με τον οποίο, σε ανώτατου επιπέδου μυστικές διαπραγματεύσεις, εκπρόσωποι αμερικάνικων πετρελαϊκών εταιριών πρόσφεραν 5 εκατομμύρια δολάρια σε κάθε ιρακινό βουλευτή προκειμένου να προχωρήσει και να επικυρωθεί από τη βουλή ο νόμος για την εκμετάλλευση του ιρακινού πετρελαίου, ο οποίος καρκινοβατεί μέχρι τώρα λόγω των αντιδράσεων που προκαλεί ο ληστρικός του χαρακτήρας.