Ο υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος είναι ένας ιδιαίτερα έξυπνος και έμπειρος άνθρωπος. Με πολυετή ακαδημαϊκή καριέρα στα πολυτεχνεία (Θεσσαλονίκης και Αθήνας), πρύτανης για δυο θητείες στο ΕΜΠ στηριζόμενος από μια ευρεία συμμαχία, βρέθηκε στην κυβέρνηση ως προσωπική επιλογή του Γ. Σουφλιά, με τον οποίο διατηρεί στενή φιλία από τα φοιτητικά τους χρόνια. Ολα τα χρόνια που βρίσκεται στο ΥΠΕΧΩΔΕ διατήρησε ένα «χαμηλό προφίλ», απέφυγε τη δημοσιότητα, συμπεριφέρθηκε περισσότερο ως τεχνοκράτης παρά ως πολιτικός και κράτησε πάντα τη σχετική του ανεξαρτησία, αποφεύγοντας να βάλει υποψηφιότητα στις τελευταίες εκλογές. Είναι γνωστό ότι διαφωνούσε και με την αναθεώρηση του άρθρου 16 και με το νόμο-πλαίσιο της Γιαννάκου. Ως πανεπιστημιακός υποστήριξε με μαχητικότητα διαφορετικές απόψεις, τις έχει μάλιστα καταγράψει και σε βιβλία. Την περίοδο που αναπτυσσόταν η σφοδρή αντιπαράθεση για το νόμο-πλαίσιο και για το άρθρο 16 απέφυγε κάθε δημόσια τοποθέτηση. Δεν βγήκε να στηρίξει τη Γιαννάκου, δεν έκανε όμως και πόλεμο στις κυβερνητικές θέσεις.
Οταν, λοιπόν, βγαίνει και βάλλει ευθέως κατά μιας βασικής πτυχής της προωθούμενης αντιασφαλιστικής μεταρρύθμισης, ξέρει πολύ καλά πρώτο ότι θα προκαλέσει πολιτικό θόρυβο και δεύτερο ότι οι δηλώσεις του θα αποδοθούν στον προϊστάμενο και στενό του φίλο Γ. Σουφλιά. Δεν δίστασε να το κάνει και μάλιστα με χαρακτηριστικό τρόπο: μιλώντας στην εκδήλωση κοπής της πίτας του ΤΕΕ, με γραπτό κείμενο (φρόντισε μάλιστα να σημειώσει με νόημα, ότι συνήθως μιλά χωρίς χειρόγραφο, αλλά αυτή τη φορά επέλεξε το γραπτό) και με αναφορά στον Γ. Σουφλιά (για όσους δεν κατάλαβαν), για τον οποίο είπε ότι «υπήρξε ο κύριος δημιουργός μιας ανάλογης εξυγίανσης του ασφαλιστικού συστήματος στη δεκαετία του ’90» (εννοούσε, προφανώς, τον πρώτο αντιασφαλιστικό νόμο, ν. 1902/1990).
Ο Θ. Ξανθόπουλος είναι βέβαιο πως δεν μίλησε μόνο ως μηχανικός, με συντεχνιακή διάθεση. Αλλωστε, ο ίδιος δεν διεκδικεί ψήφους για να έχει τέτοια διάθεση. Μίλησε ως τεχνοκράτης-πολιτικός και εξέφρασε επί της ουσίας διαφωνία για τη δημιουργία «Ταμείου Επιστημόνων». Διαφωνία που αποτελεί (και) διαφωνία Σουφλιά και «κάρφαρο» του Σαρακατσάνου στον Αλογοσκούφη (η Πετραλιά, ως γνωστόν, απλώς εκτελεί εντολές). Επί της ουσίας, η διαφωνία Σουφλιά αφορά μόνο μια πτυχή της κυοφορούμενης αντιασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Μια πτυχή πίσω από την οποία κρύβεται η αγωνία για την απώλεια του λεγόμενου «μεσαίου χώρου». Γνωρίζοντας ότι σχεδιάζεται εξαίρεση των δημοσιογράφων, ζητά να μη γίνει τίποτα για μηχανικούς-γιατρούς-δικηγόρους, γιατί τα μεσαία αυτά στρώματα είναι πολυπληθή, ενώ διαθέτουν πολιτικό βάρος πολλαπλάσιο του πληθυσμιακού τους μεγέθους.
Στον Ξανθόπουλο απάντησε ο… Μανώλης, που ζήτησε δημόσια να παραιτηθεί από την κυβέρνηση. Ο υφυπουργός, όμως, δεν παραιτήθηκε, ο υπουργός του δεν του ζήτησε να παραιτηθεί και με μια απαντητική δήλωση κατέστησε τα πράγματα πιο σαφή. Δήλωσε ότι όσα είπε αποτελούν προσωπικές του απόψεις (άρα δεν τις πήρε πίσω), ότι ο Σουφλιάς όποτε έχει να πει κάτι το λέει μόνος του και όχι δι’ αντιπροσώπων (μέχρι στιγμής, όμως, δεν έχουμε μάθει ποιες είναι οι απόψεις του Σουφλιά!) και πως σε κάθε περίπτωση θα στηρίξει την κυβερνητική πολιτική. Ετσι, εκείνος που αδειάστηκε είναι ο Μανώλης!
Το συμπέρασμα που βγαίνει απ’ όλ’ αυτά είναι πως ο Γ. Σουφλιάς δεν στηρίζει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, τουλάχιστον δεν στηρίζει όλες τις πλευρές της. Εριξε την προειδοποιητική βολή και προφανώς περιμένει τον Καραμανλή να τον φωνάξει και να του ζητήσει τη γνώμη του.
Τι σημαίνει αυτό για τους εργαζόμενους; Πρώτο, ότι για τους ίδιους δεν ενδιαφέρεται κανείς. Κανείς δε μιλά για τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ, κανείς δεν μιλά για την κυοφορούμενη κατάργηση των Βαρέων και Ανθυγιεινών. Δεύτερο, ότι οι συμμαχίες με τα μικροαστικά στρώματα είναι εξαιρετικά ασταθείς. Ετσι και εξαιρεθούν από τη μεταρρύθμιση, θα λακίσουν (πρώτοι οι δημοσιογράφοι). Τρίτο, ότι δε μπορούν να στηρίξουν τα αιτήματά τους στα παζάρια των κορυφών του συστήματος. Καλό είναι να εμφιλοχωρούν αντιθέσεις στο κυβερνητικό στρατόπεδο, όμως μόνο ο ταξικός αγώνας μπορεί να αξιοποιήσει αυτές τις αντιθέσεις και να κατοχυρώσει τα συμφέροντα των εργαζόμενων. Συμπέρασμα: η απεργία της ερχόμενης Τετάρτης θα κρίνει πολλά.