Λίγες ώρες μετά την πρώτη εμφάνιση του νέου πακιστανού προέδρου Ασίφ Ζαρντάρι στη βουλή, κατά την οποία κάλεσε τον πακιστανικό λαό να ενωθεί για να εξαλείψει την τρομοκρατία, οι ισλαμιστές μαχητές πέταξαν το γάντι στον ίδιο και τους αμερικάνους πάτρωνές του. Το πεντάστερο ξενοδοχείο της αμερικάνικης αλυσίδας Marriott μετατράπηκε σε ερείπια από επίθεση αυτοκτονίας με φορτηγό φορτωμένο με 600 κιλά εκρηκτικής ύλης. Οι νεκροί τουλάχιστον 60 και οι τραυματίες περισσότεροι από 257. Ανάμεσα στους νεκρούς 20 ξένοι, αμερικάνοι και ευρωπαίοι διπλωμάτες, αμερικάνοι πεζοναύτες και ξένοι επιχειρηματίες.
Το ξενοδοχείο Marriott ήταν μια όαση ηρεμίας για διπλωμάτες και πολιτικούς, αλλά ως σύμβολο των ΗΠΑ και της Δύσης είχει γίνει τρεις φορές από το 2004 στόχος επιθέσεων από τους ισλαμιστές μαχητές. Γι’ αυτό και είχαν ενισχυθεί πολύ τα μέτρα ασφάλειας. Ογκώδη μεταλλικά και τσιμεντένια εμπόδια για τα αυτοκίνητα είχαν τοποθετηθεί γύρω από το ξενοδοχείο, όλα τα αυτοκίνητα που έμπαιναν περνούσαν από αυστηρό έλεγχο και ο προθάλαμος του ξενοδοχείου είχε επεκταθεί για να τοποθετηθούν έξτρα μηχανήματα ανίχνευσης από τα οποία περνούσαν όλοι οι εισερχόμενοι. Ομως κανένα από τα αυστηρά μέτρα και τα υπερσύγχρονα μηχανήματα ασφάλειας δεν μπόρεσε να προστατέψει τους υψηλούς επισκέπτες του.
Εικασίες για την πολύνεκρη επίθεση τη συγκεκριμένη στιγμή υπάρχουν αρκετές. Ομως πάνω απ’ όλα, η επίθεση αυτή ήταν μια απάντηση στον πόλεμο που έχει ξεκινήσει η πακιστανική στρατιωτική ηγεσία, σε συνεργασία με τους Αμερικάνους, από τις αρχές Αυγούστου, στις φυλετικές παραμεθόριες περιοχές του Πακιστάν, με επίκεντρο την περιφέρεια Bajaur. Και το μήνυμά της σαφέστατο: «μπορούμε να χτυπάμε όποιο στόχο θέλουμε και θα το κάνουμε μέχρι η πακιστανική κυβέρνηση να σταματήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις».
Είναι βέβαιο ότι ο Λευκός Οίκος θα χρησιμοποιήσει την επίθεση στο Marriott για να πιέσει ακόμη περισσότερο την πακιστανική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να επεκτείνουν και να κλιμακώσουν τον πόλεμο στις παραμεθόριες φυλετικές περιοχές και παράλληλα να εγκαταλείψουν τις όποιες επιφυλάξεις διατηρούν ακόμη σχετικά με την ανοιχτή συμμετοχή του αμερικάνικου στρατού στον πόλεμο αυτό. Γιατί εκτιμά ότι ο μόνος τρόπος για να κερδίσει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν είναι να ανοίξει ένα τρίτο πολεμικό μέτωπο στη δυτική μεθόριο του Πακιστάν για να χτυπήσει τα καταφύγια και τις βάσεις εκπαίδευσης και ανεφοδιασμού των Ταλιμπάν και να σταματήσει τη ροή μαχητών στο Αφγανιστάν μέσω των αφγανοπακιστανικών συνόρων. Και το έχει ήδη ανοίξει με τους αλλεπάλληλους βομβαρδι- σμούς από μη επανδρωμένα αεροσκάφη το τελευταίο διάστημα και με την πρώτη γνωστή χερσαία επιχείρηση του αμερικάνικου στρατού στο έδαφος του Πακιστάν, στις 3 Σεπτεμβρίου, που προκάλεσε το θάνατο 20 ανθρώπων.
Ο άνθρωπος στον οποίο βασίζονται οι Αμερικάνοι να υπηρετήσει τη στρατηγική τους αυτή είναι κυρίως ο χήρος της Μπεναζίρ Μπούτο και νέος πρόεδρος Ασίφ Ζαρντάρι. Ομως και ο Ζαρντάρι έχει περιορισμένα περιθώρια κινήσεων και είναι δύσκολο να ανταποκριθεί επάξια στο ρόλο που του έχουν αναθέσει. Γιατί ο αντιαμερικανισμός είναι διαδεδομένος όχι μόνο στους α- πλούς πολίτες αλλά και στις γραμμές του στρατού, της αστυνομίας και των παραστρατικών μεθοριακών σωμάτων, που αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από Πα- στούν. Για τους περισσότερους Πακιστανούς οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στις παραμεθόριες φυλετικές περιοχές σημαίνουν: «Μουσουλμάνοι σκοτώνουν Μουσουλμάνους για χάρη της Αμερικής». Συνεπώς, η συμπαράταξή του με το Λευκό Οίκο και η ευθυγράμμισή του με τη στρατηγική του εγκυμονεί τον κίνδυνο μεγάλης αποσταθεροποίησης στο Πακιστάν, γενικευμένης εξέγερσης στις παραμεθόριες φυλετικές περιοχές και επέκτασης της κόλασης του πολέμου σ’ όλη τη χώρα. Γιατί είναι βέβαιο ότι οι ισλαμιστές μαχητές θα αυξήσουν και θα κλιμακώσουν τις επιθέσεις τους εναντίον στρατιωτικών και πολιτικών στόχων στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου διαθέτουν δίκτυα υποστήριξης και πολλούς παράνομες πυρήνες. Ομως οι επιπτώσεις αυτές ελάχιστα απασχολούν, όπως φαίνεται, τα αμερικάνικα επιτελεία.
Είναι φανερό ότι η απόφαση του Λευκού Οίκου να ανοίξει τρίτο μέτωπο του πολέμου «κατά της τρομοκρατίας» στο Πακιστάν δεν είναι παρά ομολογία της παταγώδους αποτυχίας των αμερικανονατοϊκών στρατευμάτων που πολεμούν 7 χρόνια τώρα στο Αφγανιστάν. Είναι απόδειξη της αδυναμίας τους να νικήσουν τους ισλαμιστές μαχητές, που ελέγχουν μεγάλες περιοχές του νότιου και ανατολικού Αφγανιστάν, έχουν δημιουργήσει σοβαρά ερείσματα στις επαρχίες και σε πολλές πόλεις γύρω από την Καμπούλ και επιχειρούν σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από την αφγανική πρωτεύουσα. Είναι, με δύο λόγια, μια κίνηση απελπισίας, που απειλεί να μετατρέψει όλη την περιοχή σε κόλαση.
Αρκετοί ξένοι αλλά και αμερικάνοι αναλυτές παραλληλίζουν το άνοιγμα τρίτου μετώπου στο Αφγανιστάν με ανάλογες επιλογές του Λευκού Οίκου στον πόλεμο του Βιετνάμ. Το Πεντάγωνο γνώριζε από το 1966 ότι οι βορειοβιετναμέζοι αντάρτες έβρισκαν καταφύγιο στην Καμπότζη. Ομως μόνο όταν άρχισαν να πηγαίνουν όλο και πιο άσχημα τα πράγματα για τον αμερικάνικο στρατό στα μέτωπα του Βιετνάμ, έκανε σημαία στην προπαγάνδα του ότι η λύση είναι να καταστραφούν τα καταφύγια των ανταρτών στην Καμπότζη και στο Λάος και το 1969 επέκτεινε το θέατρο του πολέμου στις δυο αυτές χώρες. Με αποτέλεσμα τη συντριπτική ήττα του αμερικάνικου στρατού.