Με μια διαδικασία εξπρές (χωρίς τα διαλείμματα κράτησε λιγότερο από δυο ώρες) απερρίφθη και η δεύτερη αίτηση εξαίρεσης κατά της τακτικής σύνθεσης του έκτακτου τρομοδικείου. Την αίτηση δίκασαν τα αναπληρωματικά μέλη που ενισχύθηκαν με δυο ακόμα εφέτες, ενώ την εισαγγελική έδρα κατέλαβε η Ε. Κουτζαμάνη. Η όλη διαδικασία δεν θύμιζε πολιτική-νομική μάχη σε μια κατεξοχήν πολιτική δίκη, αλλά περισσότερο διαδικασία καταγραφής νομικών επιχειρημάτων, προκειμένου αυτά να χρησιμοποιηθούν για την άσκηση αναίρεσης στον Αρειο Πάγο και στη συνέχεια για προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Σ’ αυτή τη διαδικασία έμοιαζαν πραγματική παραφωνία οι πολιτικές παρεμβάσεις και ο σκληρός καταγγελτικός λόγος του Δ. Κουφοντίνα και του Χρ. Ξηρού. Μια παραφωνία, όμως, που στα δικά μας αυτιά ήχησε παρήγορα σαν μελωδική πολιτική αντίστιξη στους απολίτικους νομικισμούς. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Ο Ι. Μυλωνάς με μια μακρά αγόρευση, με αναφορές στη θεωρία και τη νομολογία του ΕΔΔΑ, ανέπτυξε αναλυτικότατα το περιεχόμενο της αίτησης εξαίρεσης που υπέβαλε ο Α. Γιωτόπουλος. Είχε δικαίωμα να το κάνει, διότι σ’ αυτή τη δίκη ο Α. Γιωτόπουλος διόρισε αυτόν ως συνήγορο. Το συμπέρασμά του για τους εξαιρετέους δικαστές ήταν ότι μας γυρίζουν στο Μεσαίωνα κι ότι με αλαζονεία είπαν «έτσι γουστάρουμε, Γιωτόπουλε».
Πέρα από τη νομική επιχειρηματολογία, σημειώνουμε δύο σημεία που μας έκαναν εντύπωση. Ο συνήγορος ανέφερε ότι ο Α. Γιωτόπουλος, που είχε αποχωρήσει στην αρχή της δίκης, επανήλθε γιατί «άλλαξε εν μέρει απόψεις», διότι «κατάλαβε ότι για να πάει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο» πρέπει να αναπτύξει την επιχειρηματολογία του σ’ αυτή τη δίκη. Το «άλλαξε εν μέρει απόψεις» δεν το σχολιάζουμε, γιατί δεν εξηγήθηκε και δεν θέλουμε να αυθαιρετήσουμε. Το άλλο, όμως, μας φάνηκε σαν «καρφί» για τους προηγούμενους υπερασπιστές του.
Η εισαγγελέας, σε μια λακωνικότατη αγόρευση λίγων λεπτών, αποφεύγοντας κάθε επιχειρηματολογία, αποφεύγοντας οποιαδήποτε απάντηση στη νομική επιχειρηματολογία του συνηγόρου, απεφάνθη ότι απλά το δικαστήριο και ο πρόεδρος είχαν διαφορετική νομική άποψη, η οποία μπορεί να συνιστά λόγο αναίρεσης, δε συνιστά όμως σε καμιά περίπτωση μεροληψία. Γι’ αυτό –κατέληξε- η αίτηση εξαίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη.
Αντίθετα, ο εκπρόσωπος των Αμερικανοβρετανών Η. Αναγνωστόπουλος, ο μόνος από την πολιτική αγωγή που παρευρίσκεται σταθερά σε κάθε φάση της δίκης, σε μια προκλητική και ειρωνική αγόρευση, έφτασε στο σημείο να προτείνει να απορριφθεί η αίτηση εξαίρεσης και ως απαράδεκτη! Κατά τα άλλα, η διαδικασία για τον κύριο εκπρόσωπο εξελίσσεται με δικαιότητα και σε φιλελεύθερο πνεύμα δικαίου!
Ακολούθησαν τοποθετήσεις κατηγορουμένων.
Δ. Κουφοντίνας: Το πρώτο που θέλω να πω είναι ότι σιγά-σιγά αποφυλακίζονται και οι δικηγόροι και οι δικαστές και θα ‘ρθει η Δικαιοσύνη των δύο μέτρων και των δύο σταθμών να μας πει ότι ουδέποτε στην Ελλάδα υπήρξαν δικαστικά κυκλώματα, ουδέποτε υπήρξε αγοραπωλησία αποφάσεων.
Επί της υπόθεσης τώρα, που συζητάμε. Εγώ, κύριε πρόεδρε δεν έχω αλλάξει απόψεις, έχω τις ίδιες απόψεις, τουλάχιστον όσον αφορά την πολιτική αλφαβήτα, αυτή που έμαθα στο πολιτικό σχολείο της Αριστεράς και στους πολιτικούς αγώνες του λαού μας. Μια πολιτική δίκη ξέρω τι σημαίνει. Μια πολιτική δίκη αποσκοπεί στην καταδίκη των πολιτικών αντιπάλων, αποσκοπεί στο να στείλει ένα μήνυμα στην κοινωνία, ότι όποιος αντιστέκεται θα παταχθεί αμείλικτα. Θα προσπαθήσει να αναστηλώσει το κύρος του κράτους, θα προσπαθήσει να επιβεβαιώσει σενάρια, αυτός είναι ο ρόλος της πολιτικής δίκης και αυτό γίνεται, και όχι βέβαια η ανεύρεση της αλήθειας. Εχει και ένα ωραίο ρητό του γερμανού νομικού πάνω σ’ αυτό το ζήτημα (σ.σ. αναφέρεται στην Χάινριχ Χανόφερ). Αυτό εντέλλονται να κάνουν τα αστικά δικαστήρια και πάντα με ειδικούς νόμους που συγκροτούνται γι’ αυτή την υπόθεση.
Τώρα, οι δικαστές ως άτομα καλούνται μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο να μετρήσουν τις δυνάμεις τους. Να δείξουν αν έχουν αρετή και τόλμη να πάνε αντίθετο σ’ αυτό και με βάση αυτά που πιστεύουν ή να εφαρμόσουν το ισχύον δίκαιο, τις αρχές με τις οποίες γαλουχήθηκαν, αυτόν τον περίφημο, το διαβόητο νομικό πολιτισμό. Το δικαστήριο το προηγούμενο (σ.σ. εννοεί την εξαιρετέα τακτική σύνθεση του Πενταμελούς Εφετείου) απέδειξεαπό την αρχή της διαδικασίας και μέχρι το τέλος της, ότι μέτρησε τις δυνάμεις του, τέλος πάντων, και τις έδειξε, τις είδαμε αυτές τις δυνάμεις, μέχρι πού μπορεί να φτάσει. Σε όλη τη διαδικασία υπέτασε το δίκιο στη σκοπιμότητα. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η τελευταία απόφαση, όπου στην ουσία μας προανήγγειλαν την τελική τους απόφαση. Και μάλιστα μ’ έναν συμβολικό τρόπο, γιατί δε μπορώ να δεχτώ ότι δικαστές έμπειροι, με δεκαετίες πάνω στα έδρανα, που έχει γράψει ο καθένας τους εκατοντάδες αποφάσεις, δε μπορούσαν να γράψουν μια απόφαση. Πήραν όμως κατά λέξη και έκαναν κολάζ απ’ την πρωτόδικη απόφαση, ούτως ώστε να μας δείξουν ότι σκοπός τους είναι η επιβεβαίωση της προηγούμενης απόφασης και τίποτ’ άλλο. Γι’ αυτό το λόγο υπέβαλα αίτηση εξαίρεσης εναντίον όλου του δικαστήριου και της εισαγγελίας. Μέσα σ’ αυτή τη σαβούρα είχαν προηγηθεί η φίμωση συγκατηγορουμένου, η άρνηση σε άλλο συγκατηγορούμενο του αυτονόητου δικαιώματος να έχει τους συνηγόρους της επιλογής του. Υπήρξαν και άλλα εκείνη την ημέρα. Υπήρξε άρνηση σε συνήγορο να απαντήσει στην εισαγγελία, όπως επιβάλλει η δικονομία σας.
Ολα αυτά τα ζητήματα τα έθεσα με την αίτηση εξαίρεσης, ξέροντας ότι θα απορριφθεί και ξέροντας και τώρα ποια θα είναι η απόφασή σας.
Χρ. Ξηρός: Θέλω να πω κι εγώ ότι στηρίζω την αίτηση εξαίρεσης, καταρχήν για το λόγο ότι ακριβώς με τις ίδιες διατάξεις μου έχουν διορίσει και μένα δικηγόρους που δεν είναι της επιλογής μου, που όχι απλώς δεν με εκπροσωπούνε αλλά πάνε κόντρα στη γραμμή μου. Το οποίο φυσικά δεν σας ενδιαφέρει καθόλου, ούτε εσάς ούτε την κ. εισαγγελέα, που τους έχετε περί πολλού. Απόδειξη ότι πάνε κόντρα στη γραμμή μου είναι η σημερινή τους απουσία. Δεν ήρθαν καν να με ρωήσουν αν τους θέλω. Οσοι με ρώτησαν τους ζήτησα να παραιτηθούν, η μία το έκανε, για τους υπόλοιπους θα πράξω τα δέοντα. Ετσι κι αλλιώς οι συνήγοροι-έπιπλα, όπως τους ονομάζω το μόνο που κάνουν είναι να χαριεντίζονται με την εισαγγελέα και να μη ξέρουν καν ποιος είναι ο πελάτης τους.
Από κει και πέρα, ξέρω ότι η αίτηση εξαίρεσης δεν έχει καμιά τύχη, όπως δεν είχε και η προηγούμενη, όπως δεν έχει καμιά τύχη και η δικαιοσύνη, όπως θα έλεγα. Μας το ‘χετε αποδείξει –και μιλάωσε δεύτερο πρόσωπο, κύριε πρόεδρε, γιατί για μένα η Δικαιοσύνη είναι ενιαία, δεν είναι θέμα προσώπων, δεν έχω προσωπικά μαζί σας, όπως δεν έχετε και εσείς προσωπικά μαζί μου. Απλώς θα κάνετε αυτό που είστε εντεταλμένοι να κάνετε και οφείλετε να κάνετε. Αυτό που οφείλει να κάνει ένα ταξικό δικαστήριο, όταν δικάζει πολιτικούς αντιπάλους. Το ξέρουμε αυτό. Το αποδείξατε όταν μου αφαιρέσατε το λόγο και είσασταν και σεις εδώ. Με το πρόσχημα ότι δε μπορώ να μπω στην ουσία. Πρόσχημα που καταπάτησε το ίδιο το δικαστήριο που μπήκε στην ουσία, πέφτοντας έτσι και σε μια παγίδα. Κατά τη γνώμη μου αυτοπαγιδεύτηκε, διότι μπαίνοντας στην ουσία παραδέχεται ότι υπάρχει πρόβλημα στις προανακριτικές, διότι αλλιώς δεν είχε κανένα λόγο να μπει στην ουσία. Βέβαια, μπήκε μ’ ένα τρόπο διαστρέφοντας αποδείξεις, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, αντιστρέφοντας, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι μπήκε στην ουσία, πράγμα που σε μένα απαγόρευσε να κάνω.
Δεν με εκπλήσσει το γεγονός. «Αποδείχτηκε», λέει η απόφαση. Το μόνο που αποδείχτηκε, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι σε μια πολιτική δίκη, που δικάζει πολιτικούς αντιπάλους, σ’ ένα πολιτικό δικαστήριο, σ’ ένα ταξικό δικαστήριο δεν έχει καμία τύχη η δικαιοσύνη, αλλά δεν έχει καμιά τύχη ούτε η κοινή λογική. Το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι η οπωσδήποτε καταδίκη των αντιπάλων. Είναι το δόγμα Μίλερ, που έχω πει σε προηγούμενη τοποθέτησή μου: δεν έχει σημασία ένοχος ή αθώος, σημασία έχει να καταδικαστούν. Διότι μια πολιτική δίκη είναι θέατρο, είναι παρωδία δίκης. Κι αυτό το πράγμα γίνεται εδώ μέσα και το αποδείξατε επί ένα χρόνο, το αποδείξατε όταν μου αφαιρέσατε το λόγο, το αποδείξατε όταν αφαιρέσατε σε συγκατηγορούμενο να ‘χει συνηγόρους της επιλογής του, το αποδείξατε με την αίτηση εξαίρεσης, όπου πάλι μου αφαιρέσατε το λόγο. Η μεροληψία –το ‘χω ξαναπεί- δεν είναι υπόνοια σε μια πολιτική δίκη, είναι βεβαιότητα, είναι αναγκαία συνθήκη για να διεξαχθεί μια πολιτική δίκη. Και θα το αποδείξετε και με την απόφασή σας τη σημερινή. Το μόνο που έχω να πω για σας τους δικαστές, που δυστυχώς -με λύπη μου το βλέπω, αλλά έτσι είναι, τι να κάνουμε;- θυμάστε το σύνταγμα και τους νόμους μόνο όταν είναι για την ανύψωση των μισθών σας και σε καμία άλλη περίπτωση. Οποιος έχει στοιχειώδη ευθιξία οφείλει να παραιτηθεί, τίποτ’ άλλο.
Β. Τζωρτζάτος:Θα ήθελα να πω και εγώ ότι αναφαίρετο και θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου σε οποιαδήποτε δίκη είναι να έχει συνηγόρους υπεράσπισης της προτίμησής του. Μια δίκη που γίνεται χωρίς αυτή την προϋπόθεση χάνει την όποια νομιμοποίησή της. Ετσι λοιπόν συμφωνώ και εγώ με την αίτηση εξαίρεσης.
Ο Ι. Μυλωνάς δευτερολόγησε απαντώντας κυρίως στον Αναγνωστόπουλο (χαρακτήρισε θλιβερή την τοποθέτησή του), το δικαστήριο διέκοψε και σε λιγότερο από μισή ώρα επανήλθε για να αναγγείλει την απόφασή του: Δυσμενείς για τον κατηγορούμενο κρίσεις δεν μπορούν να εκληφθούν ως μεροληπτική συμπεριφορά – η αίτηση εξαίρεσης απορρίπτεται ως αβάσιμη. «Κάποιοι κακεντρεχείς θα πουν ότι είχατε έτοιμη την απόφαση», σχολίασε δηκτικά ο Ι. Μυλωνάς την εξπρές έκδοσή της.
ΥΓ: «Εγραψε» πάλι ο Δημήτρης Κουφοντίνας με μια ατάκα πέντε λέξεων. Κάποια στιγμή που υπήρξε πρόβλημα με τα μικρόφωνα και εισαγγελέας, Μυλωνάς και πρόεδρος χαριτολογούσαν σχετικά με το αν καταγράφονται ή όχι τα λεγόμενά τους από το σύστημα απομαγνητοφώνησης ή από τους δημοσιογράφους, ο Κουφοντίνας ακούστηκε να λέει με νόημα: «Μας καταγράφει όλους η Ιστορία»…