Στο προηγούμενο φύλλο είχαμε αναφερθεί στην κυριαρχία των λατινοαμερικανικών ομάδων στο Μουντιάλ της Νότιας Αφρικής. Μια βδομάδα αργότερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην και ο τελικός του Μουντιάλ είναι ευρωπαϊκός. Από τις τέσσερις ομάδες της Λατινικής Αμερικής που έφτασαν στη φάση των «8» μόνο η Ουρουγουάη κατάφερε να περάσει στα ημιτελικά (απέκλεισε τη Γκάνα). Οι άλλες τρεις που αντιμετώπισαν ευρωπαϊκές ομάδες έχασαν και επέστρεψαν στη βάση τους.
Από τα «παραπολιτικά» του Μουντιάλ αυτό που θα πρέπει να σχολιάσουμε είναι οι αντιδράσεις για τον αποκλεισμό της Βραζιλίας και της Αργεντινής. Οι δυο αιώνιοι εχθροί έχουν ως κοινό σημείο ότι επέστρεψαν νωρίς στη βάση τους, χωρίς να πετύχουν το στόχο τους που ήταν η κατάκτηση του τίτλου. Η αγωνιστική αποτυχία ανάγκασε τους προπονητές (που ήταν στο παρελθόν πρωτοκλασάτοι παίχτες των εθνικών τους ομάδων) να παραιτηθούν, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της αποτυχίας. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά στον τρόπο που αντιμετώπισαν το «μοιραίο» οι οπαδοί των δυο ομάδων. Οι οπαδοί της Βραζιλίας, οι παλαίμαχοι και ο Τύπος πέρασαν γενεές δεκατέσσερις τον Κάρλος Ντούνγκα με αφορμή την αλλαγή του αγωνιστικού προφίλ της ομάδας. Η «φρεσκάδα» και η «ζωντάνια» στο αγωνιστικό πρόσωπο της Βραζιλίας αντικαταστάθηκαν από το απωθητικό «ρεαλιστικό» ποδόσφαιρο. Η εθνική Βραζιλίας με το «ζόγκο μπονίτο» θεωρούνταν ως η πιο θεαματική ομάδα του πλανήτη, με παίχτες, που πρόσφεραν θέαμα και συγκινήσεις και χαίρονταν το παιχνίδι, χωρίς το αποτέλεσμα να αποτελεί αυτοσκοπό. Τα τελευταία χρόνια, τα αγωνιστικά αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα και ξεκίνησε η «μετάλλαξη» της ομάδας, με στόχο την προσαρμογή της στα ευρωπαϊκά στάνταρ, προκειμένου να συνδυαστεί το θέαμα με το αποτέλεσμα. Ο Ντούγκα δημιούργησε μια «ευρωπαϊκή» ομάδα και οι φαντεζί παίχτες (π.χ. Ροναλντίνιο) έδωσαν τη θέση τους σε παίχτες-«εργαλεία», χωρίς ταλέντο αλλά με την ικανότητα να κάνουν συγκεκριμένες δουλειές μέσα στο γήπεδο. Το πατροπαράδοτο βραζιλιάνικο ταλέντο εντάχθηκε στο σχεδιασμό μιας ομάδας που παίζει για το αποτέλεσμα και η ουσία υπερίσχυσε του θεάματος. Πλέον, πρώτος στόχος ήταν το μηδέν στην άμυνα και στη συνέχεια η προσπάθεια για το γκολ. Στην φάση των ομίλων η Βραζιλία κατέκτησε την πρώτη θέση χωρίς να χρειαστεί να φορτσάρει και για τη πλειοψηφία των φιλάθλων θεωρούνταν το πρώτο φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου. Η ρήση «αφού έμαθαν να παίζουν και άμυνα οι Βραζιλιάνοι δεν το χάνουν με τίποτα» ακουγόταν ολοένα και πιο συχνά στα αθλητικά στέκια.
Δυστυχώς για τους φίλους της, η ομάδα του Ντού-νγκα έμαθε να παίζει άμυνα, ξέχασε όμως να παίζει επίθεση και όταν τα πράγματα στράβωσαν στον προημιτελικό με την Ολλανδία οι παίχτες της «χάθηκαν στη μετάφραση» και πήραν το αεροπλάνο της επιστροφής. Οι υμνητές της «ρεαλιστικής» Βραζιλίας μετά τον αποκλεισμό έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους και κάνουν γαργάρες με ταβανόπροκες, όμως όσοι αγαπούν πραγματικά το ποδόσφαιρο πρέπει να αισθάνονται ανακουφισμένοι από τον αποκλεισμό της «σελεσάο». Οσοι δεν έχουν να κερδίσουν δόξα και χρήμα (σε αυτούς συγκαταλέγονται και οι απλοί οπαδοί), δεν πρέπει να έχουν καμιά πρεμούρα για το αν μια ομάδα κατακτήσει ή όχι τον τίτλο.
Πρώτα και πάνω απ’ όλα πρέπει να απαιτούν να βλέπουν γκολ και θέαμα. Η γνώμη της στήλης είναι ότι είναι προτιμότερο για τον οπαδό να βλέπει την ομάδα του να παίζει μπάλα και να προσφέρει όμορφες συγκινήσεις, ρισκάροντας την προοπτική του μη επιθυμητού αποτελέσματος, αντί να τη βλέπει να θυσιάζει τη χαρά του παιχνιδιού για το «ρεαλιστικό» ποδόσφαιρο και τη νίκη με κάθε τρόπο. Αν και η στήλη δεν τρέφει τα καλύτερα αισθήματα για το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο, είναι υποχρεωμένη να παραδεχτεί ότι όταν η συγκεκριμένη ομάδα έπαιζε το ελεύθερο και επιθετικό ποδόσφαιρο χαιρόσουν να τη βλέπεις, σε αντίθεση με την ομάδα του Ντούνγκα στο νοτιοαφρικανικό Μουντιάλ.
Εντελώς αντίθετα ήταν τα πράγματα για την εθνική Αργεντινής. Παρά τη βαριά ήττα από τη Γερμανία με 4-0, 15.000 οπαδοί επεφύλαξαν υποδοχή ηρώων κατά την άφιξη της ομάδας στο Μπουένος Αιρες. Οι ποδοσφαιριστές έμειναν έκπληκτοι από την υποδοχή, καθώς ανέμεναν ένα «σκληρό καλωσόρισμα». «Μαραντόνα σε παρακαλού-με μην φύγεις» και «το χέρι του θεού μπορεί να τα φέρει όλα πίσω», ήταν τα συνθήματα που κυριάρχησαν, αναγκάζοντας τον Τύπο και τους επικριτές του Μαραντόνα να σιωπήσουν. Σε αντίθεση με τη Βραζιλία, ο Μαραντόνα επέλεξε να αφήσει τους παίχτες του ελεύθερους στον αγωνιστικό χώρο και τους έδωσε το δικαίωμα να ξεδιπλώσουν τις αρετές τους και να παίξουν όπως αυτοί θεωρούσαν καλύτερο. Από τη μέση και μπροστά η Αργεντινή ήταν χάρμα οφθαλμών και χαιρόσουν να τη βλέπεις. Το γεγονός ότι οι Γερμανοί κατάφεραν και την μπλόκαραν, εκμεταλλευόμενοι τα αμυντικά κενά της ομάδας και την απειρία του Μαραντόνα στον πάγκο, δεν μπορεί να μειώσει τη γοητευτική εικόνα της συγκεκριμένης ομάδας. Ο Μαραντόνα έμεινε πιστός στο πατροπαράδοτο αργεντίνικο στιλ και πίστεψε ότι, αξιοποιώντας το επιθετικό ταλέντο των παιχτών του, η ομάδα θα πετύχαινε ένα γκολ παραπάνω από αυτά που θα δεχόταν και με τον τρόπο αυτό θα έφτανε στη νίκη. Το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιθυμητό, όμως η ομάδα του κέρδισε φίλους από την παρουσία της στο Μουντιάλ της Νότιας Αφρικής. Οσο γι’ αυτούς που θεωρούν ότι ο Μαραντόνα δεν είναι προπονητής, η στήλη τον προτιμά από προπονηταράδες τύπου Καπέλο, που κατόρθωσε να κάνει παιχταράδες σαν τον Τζέραντ και τον Λάμπαρντ να κουτουλάνε μέσα στο γήπεδο.
ΥΓ1: Η προσφορά των Πατέρα και Βγενόπουλου στον Παναθηναϊκό είναι ανεκτίμητη. Αρχικά με την «πολυμετοχικότητα» κατάφεραν να συσπειρώσουν την «Παναθηναϊκή οικογένεια» και να την οδηγήσουν (υπό την ιδιοκτησία της οικογένειας Βαρδινογιάννη) στην κορυφή του ελληνικού ποδοσφαίρου και στη συνέχεια αφενός ένωσαν τον Τζίγγερ και τους Γιαννακοπουλαίους και «τελείωσαν» τη μεταξύ τους κόντρα και αφετέρου ώθησαν τον Τζίγγερ να κάνει μεταγραφές τύπου Γκοβού, προκειμένου να κερδίσει τους πράσινους οπαδούς. Πίστεψαν ότι με τις δάφνες του νταμπλ θα καταφέρουν να πάρουν την ιδιοκτησία της ομάδας, όμως δεν υπολόγισαν ότι η αλλαγή ιδιοκτησίας στον Ολυμπιακό επί της ουσίας βοήθησε τον Τζίγγερ, αφού έβγαλε από το παιχνίδι τον μεγαλύτερο αντίπαλό του. Με δεδομένη την οικονομική κρίση, που δεν θα επιτρέψει γρήγορη ανάκαμψη του Ολυμπιακού (η αγωνιστική ανάκαμψη προϋποθέτει πρωτοκλασάτους παίχτες, συνεπώς πολλά φράγκα, που ο Μαρινάκης δεν είναι διατεθειμένος να ρίξει στην πιάτσα), ο Τζίγγερ και οι «κοντοί» έχουν κερδίσει τον αναγκαίο χρόνο για να αντιμετωπίσουν την επίθεση των «πολυμετοχικών». Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι Πατέρας και Βγενόπουλος δεν είναι εντελώς χαμένοι. Μπορεί να μην κατάφεραν να πάρουν την πράσινη ΠΑΕ, κατάφεραν όμως να δημιουργήσουν ντόρο γύρω από το όνομά τους (ιδιαίτερα ο παντελώς άγνωστος στην ποδοσφαιρική πιάτσα Πατέρας) και ελπίζουν ότι κάποια στιγμή ο Τζίγγερ θα βαρεθεί και θα τους δώσει την ΠΑΕ.
ΥΓ2: Πόσες πιθανότητες έχει μια ομάδα να πετύχει τους στόχους της με τον Νίκο Καραχάλιο στη θέση του υπεύθυνου επικοινωνίας και τον Τάσο Μητρόπουλο ως γενικό αρχηγό του ποδοσφαιρικού τμήματος; Εκτός αν η παρουσία του Γιώργου Λούβαρη θεωρείται ικανή να υπερκεράσει κάθε κακό!
ΥΓ3: Ισπανία-Ολλανδία στον αυριανό τελικό. Ο,τι καλύτερο θα μπορούσε να τύχει, μετά τον αποκλεισμό των λατινοαμερικάνων. Η Ισπανία (δηλαδή η Μπάρτσα με μερικές φιλικές συμμετοχές) ισοπέδωσε τη Γερμανία και το τελικό σκορ την αδικεί. Ετσι, ο τελικός αποκτά (έστω και έμμεσα) και λατινοαμερικάνικο χρώμα.
papias@eksegersi.gr