Τώρα που η παγκόσμια κρίση είναι πια γεγονός, οι αναλυτές της συμφοράς (έχουμε αρκετούς από δαύτους και στη χώρα μας) προσπαθούν να μας πείσουν ότι για την κρίση δεν φταίει ο καπιταλισμός αλλά κάποιοι «αδίστακτοι κερδοσκόποι» που παραβίασαν τους «υγιείς κανόνες» της οικονομίας της αγοράς. Σ’ αυτή τη σειρά των σημειωμάτων μας δεν θ’ ασχοληθούμε με τις αιτίες της πρωτοφανούς αυτής κρίσης, αλλά με το που οδήγησαν αυτοί οι «υγιείς κανόνες» της καπιταλιστικής αγοράς εκατομμύρια εργαζόμενους, στην ατμομηχανή της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, τις ΗΠΑ.
Το αμερικάνικο όνειρο
Επί δεκαετίες ο αμερικάνικος καπιταλισμός εμφανίζονταν αν όχι ως το καλύτερο, τουλάχιστον ως το πιο αποτελεσματικό οικονομικοκοινωνικό σύστημα ανά την υφήλιο. Ιδιαί-τερα μετά την κατάρρευση των κρατικο-καπιταλιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης, η υπεροχή του αμερικάνικου μοντέλου πλασάρονταν ως κάτι το αυταπόδεικτο. Με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ να αυξάνεται συνεχώς (εκτός από κάποια μικρά σκαμπανεβάσματα που σημείωνε σε περιόδους κρίσης) και την αμερικάνικη οικονομία να επικρατεί για δεκαετίες ολόκληρες, το «αμερικάνικο όνειρο» απετέλεσε το πιο ισχυρό προπαγανδιστικό χαρτί των απολογητών του καπιταλισμού, «αποδεικνύοντας» ότι «όποιος έχει όρεξη για δουλειά μπορεί να πετύχει».
Πίσω όμως απ’ αυτό το φανταχτερό περιτύλιγμα και τους αριθμούς που ευημερούσαν (αριθμούς που πάντα αφορούν τους «μέσους όρους», για να κρύψουν τις αντιθέσεις των τάξεων), υπήρχε και υπάρχει η εργαζόμενη Αμερική, που βιώνει μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα.
Αναζητώντας τροφή
Την ίδια στιγμή που οι τράπεζες τσεπώνουν δισεκατομμύρια από τον κρατικό κορβανά, 38 εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ (μεταξύ των οποίων 13.9 εκατ. παιδιά) «πάσχουν» από «διατροφική ανασφάλεια»[1]. Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, η αμερικάνικη κυβέρνηση έχει θεσπίσει τα “food stamps” (ή “Supplemental Nutrition Assistance Program”, σύμφωνα με τη νέα του ονομασία από την 1η Οκτώβρη), ένα πρόγραμμα συσσιτίων δηλαδή, η συμμετοχή στο οποίο διαρκώς και μεγαλώνει φτάνοντας τον περασμένο Ιούλη στα 29 εκατομμύρια άτομα[2] (περίπου 1 στους 10 Αμερικανούς). Ηταν ο μεγαλύτερος αριθμός συμμετοχών μετά από το Νοέμβρη του 2005 (που είχε φτάσει στα 29,85 εκατομμύρια άτομα, όταν περισσότεροι από 2 εκατομμύρια άνθρωποι αναζητούσαν τροφή μετά από τον τυφώνα «Κατρίνα»).
Με δεδομένη την ραγδαία αύξηση των τιμών στα τρόφιμα, η ανησυχία των Αμερικανών για το αν θα έχουν τη δυνατότητα να τα προμηθευτούν με επάρκεια όλο και αυξάνεται. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση για λογαριασμό του αμερικάνικου «Κέντρου Ερευνας και Δράσης για τα Τρόφιμα» αναφέρεται ότι ο αριθμός των Αμερικανών που ανησυχούν ελαφρώς για το αν θα μπορέσουν να αγοράσουν τρόφιμα υπερδιπλασιάστηκε μέσα σε ένα χρόνο, ενώ αυτών που ανησυχούν σοβαρά σχεδόν τριπλασιάστηκε[3].
Παράλληλα με αυτούς που πάσχουν από «διατροφική ανασφάλεια» (τι «εύηχος» χαρακτηρισμός, αλήθεια, σε αντίθεση με την… αποκρουστική λέξη «πείνα») υπάρχουν και οι «κοινοί φτωχοί», το ποσοστό των οποίων είναι σχεδόν σταθερό τα τελευταία δέκα χρόνια.
Η φτώχεια πίσω από την κουρτίνα
Ομως –όπως πάντα συνηθίζει η στατιστική αυτών που έχουν την οικονομική δύναμη στα χέρια τους– η μέτρηση της φτώχειας υποεκτιμάται σκόπιμα, για να εμφανίζεται μια καλύτερη εικόνα της Αμερικής προς τα έξω. Οπως ακριβώς η ανεργία μετριέται με… χαλαρότητα (τόση χαλαρότητα ώστε να εμφανίζεται σαν εργαζόμενος ένας άνθρωπος που δούλεψε έστω και μια ώρα την εβδομάδα της απογραφής), έτσι και η φτώχεια μετριέται πετώντας έξω μερικά «εκατομμυριάκια».
Αναφέρει η τελευταία έκθεση με τίτλο «Κατάσταση της Εργαζόμενης Αμερικής», που δημοσίευσε πρόσφατα το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής των ΗΠΑ[4]:
«Σύμφωνα με την επίσημη μέτρηση της φτώχειας, το 12.3% του πληθυσμού, πάνω από 36 εκατομμύρια άνθρωποι (συμπεριλαμβανομένων 12.8 εκατομμυρίων παιδιών) ήταν φτωχοί το 2006. Αλλά σύμφωνα με μια ανανεωμένη αναλυτική μέτρηση που διορθώνει τις ελλείψεις της επίσημης μέτρησης, πολλά εκατομμύρια ακόμα άνθρωποι θα θεωρούνταν ως φτωχοί. Το 2006 το ποσοστό της φτώχειας ήταν 17.7% συγκρινόμενο με το 12.3% της επίσημης στατιστικής. Αυτό σημαίνει επιπλέον 16 εκατομμύρια φτωχά άτομα, σε σχέση με την επίσημη υποεκτιμημένη μέτρηση».
Παρωχημένη η μέτρηση της φτώχειας…
Το γεγονός ότι τα επίσημα στοιχεία υποεκτιμούν την φτώχεια έχει επισημανθεί πολλές φορές από αμερικάνικα ερευνητικά ιδρύματα. Σε μελέτη που δημοσιεύτηκε το 1995 απ’ την Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ αναφέρεται ότι ο τρόπος μέτρησης της φτώχειας που υιοθετείται από το Γραφείο Απογραφής είναι πλέον παρωχημένος [5]. Οπως αναφέρει η μελέτη, το όριο φτώχειας των 3.100 δολαρίων για μια τετραμελή οικογένεια (με δύο ενήλικες και δύο παιδιά), που είχε καθιερωθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ανταποκρινόταν ικανοποιητικά στα δεδομένα της εποχής.
Το όριο αυτό καθιερώθηκε για πρώτη φορά τον Ιούλη του 1963 από ερευνήτρια του Οργανισμού Κοινωνικών Ασφαλίσεων ονόματι Μόλι Ορσάνσκι [6]. Η Ορσάνσκι ισχυρίστηκε ότι το επίπεδο διαβίωσης κατά το οποίο το οικογενειακό εισόδημα αρχίζει να μην είναι πλέον αρκετό για να ικανοποιήσει τις θρεπτικές ανάγκες των ατόμων με επάρκεια, αποτελεί το όριο φτώχειας. Χρησιμοποιώντας τις τιμές του φθηνότερου απ’ τα τέσσερα προγράμματα διατροφής που αναπτύχθηκαν από το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, το “Economy Food Plan”, η Ορσάνσκι υπολόγισε το χρηματικό ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι ελάχιστες ανάγκες σε διατροφή για διάφορους τύπους οικογενειών. Για να υπολογίσει τα υπόλοιπα έξοδα της οικογένειας πέρα απ’ τη διατροφή, η Ορσάνσκι χρησιμοποίησε τα επίσημα στατιστικά δεδομένα του 1955, σύμφωνα με τα οποία το ποσοστό του εισοδήματος που ξοδευόταν για τη διατροφή αντιστοιχούσε κατά μέσο όρο στο ένα τρίτο του μετά-φόρου (δηλαδή του καθαρού) εισοδήματος της μέσης αμερικάνικης οικογένειας της χρονιάς εκείνης. Ετσι, πολλαπλασιάζοντας με ένα συντελεστή (ίσο με τρία για τις οικογένειες πάνω από τρία άτομα και μεγαλύτερο για οικογένειες μικρότερες των τριών ατόμων) το ποσό που υπολόγισε για την ελάχιστη διατροφή της οικογένειας, η Ορσάνσκι έβγαλε το όριο φτώχειας.
Αυτά τα επίπεδα φτώχειας, που υπολόγισε η Ορσάνσκι στις αρχές της δεκαετίας του ’60, χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα, αλλάζοντας μόνο με βάση τον επίσημο πληθωρισμό. Ομως, «α-πό το 1950, η κατανομή των οικογενειακών εξόδων έχει αλλάξει. Εξοδα όπως η στέγαση έχουν ανέβει πολύ περισσότερο σε σχέση με τα έξοδα για τροφή. Αυτό έχει σα συνέπεια οι δαπάνες για τροφή να αποτελούν ένα πολύ μικρότερο ποσοστό στα οικογενειακά έξοδα απ’ ότι αναλογούσαν στη δεκαετία του ’50»[7]. Κάθε χρόνο ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά αναφέρουν ότι ξοδεύουν περισσότερα χρήματα για τα έξοδα στέγασης. Σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικής των ΗΠΑ, πάνω από 22% των νοικοκυριών το 2005, ξόδευε τουλάχιστον το 40% των εσόδων του για τα έξοδα στέγασης[8].
…και πλασματικά τα όρια
Η υποεκτίμηση της φτώχειας φαίνεται και από τα επίσημα όρια φτώχειας που καθορίζει το Γραφείο Στατιστικής[9]. Σύμφωνα με αυτά, το όριο φτώχειας για μια τετραμελή οικογένεια πριν από δέκα χρόνια (το 1998) ήταν 16.660 δολάρια. Πέρυσι (2007), μεσούσης της διατροφικής κρίσης, της ραγδαίας ανόδου των τιμών του πετρελαίου και της έκρηξης της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων, ξέρετε πόσο ήταν το όριο για το ποσοστό φτώχειας της ίδιας οικογένειας; 21.303 δολάρια.
Αν κοιτάξει κανείς την εξέλιξη του επίσημου πληθωρισμού στις ΗΠΑ, θα διαπιστώσει ότι οι αμερικανοί στατιστικολόγοι είναι απόλυτα συνεπείς. Γιατί η αύξηση 27% περίπου στο όριο φτώχειας της τετραμε- λούς οικογένειας μεταξύ 1998 και 2007 είναι ακριβώς η ίδια με την αύξηση του επίσημου πληθωρισμού. Αναλογιστείτε τώρα πόσο αυξήθηκαν οι τιμές των τροφίμων τα τελευταία δύο χρόνια.
Πέρα από την πείρα που νιώθει ο καθένας στο πετσί του (και το βιώνουν και στη μακρινή Αμερική), ας δούμε τις τιμές μερικών προϊόντων με αριθμούς. Οπως δείχνει το διάγραμμα που αλιεύσαμε από την ιστοσελίδα ενός αμερικάνικου πρακτορείου[10], από το 2006 μέχρι το 2008 η λιανική τιμή για 1 γαλόνι πλήρες γάλα (δηλαδή κοντά στα 4 λίτρα) ανέβηκε από τα 3.16 στα 3.78 δολάρια (ποσοστό 19.6%), ενώ μία λίβρα (δηλαδή περίπου μισό κιλό) ψωμί ανέβηκε από τα 1.04 στα 1.35 δολάρια (δηλαδή κοντά 30%) και για μια δωδεκάδα αυγά από 1.3 στα 2.2 δολάρια (δηλαδή εκτινάχτηκε 70 % περίπου)!
Εμείς δεν είμαστε «ειδικοί» αλλά θα θέσουμε το ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν τα επίσημα όρια φτώχειας να αυξάνονται μόνο κατά 27% μέσα σε εννιά χρόνια, όταν οι τιμές βασικών ειδών διατροφής (για να μη μιλήσουμε για το πετρέλαιο και τη βενζίνη) αυξήθηκαν παραπάνω από αυτό το ποσοστό μόνο την τελευταία διετία; Το «αμερικάνικο όνειρο» όμως δεν χωρά τη λέξη «φτώχεια». Γι’ αυτό και κάνει τα πάντα για να τη μειώσει, έστω κι αν αυτό φαίνεται μόνο στα χαρτιά.
Στο επόμενο: Η εξέλιξη του μεροκάματου και η εισοδηματική ανισότητα: οι πλούσιοι-πλουσιότεροι και οι φτωχοί-φτωχότεροι.
Παραπομπές:
[1] Food Research and Action Center (FRAC) (βλ. https://www.frac.org/html/all_about_frac/about_index.html) που επικαλείται το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.
[2] FRAC: https://www.frac.org/html/news/fsp/2008.07_FSP.htm.
[3] Η 19σέλιδη έκθεση της έρευνας για τη διατροφή και την πείνα, 25/9/08, που έγινε για λογαριασμό του FRAC, επικαλείται τα στοιχεία του Ιδρύματος Ροκφέλερ, σύμφωνα με τα οποία ο αριθμός των ερωτηθέντων που ανησυχούσαν ελαφρώς για τη δυνατότητά τους να αγοράσουν τροφή αυξήθηκε από 25% το 2007 σε 57% το 2008, ενώ αυτοί που ανησυχούσαν σοβαρά αυξήθηκαν από 7% το 2007 σε 20% το 2008.
[4] «Κατάσταση της Εργαζόμενης Αμερικής» (State of Working America) – Economic Policy Institute, 2008.
[5] Measuring Poverty : A New Approach. National Academy of Science, 1995 (Μια νέα προσέγγιση για τη μέτρηση της φτώχειας. Εθνική Ακαδημία Επιστημών, 1995). Η μελέτη αυτή προτείνει την αναθεώρηση των ορίων φτώχειας που έχουν ορισθεί από το Γραφείο Απογραφής των ΗΠΑ για ν’ ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα της σύγχρονης εποχής.
[6] Mollie Orshansky, “Children of the Poor”, Social Security Bulletin, Vol.26, July 1963, p.3-13. (Μόλι Ορσάνσκι, “Τα παιδιά των φτωχών”, Δελτίο Κοινωνικής Ασφάλισης, τεύχος 26, Ιούλης 1963, σελ.3-13).
[7] Proposed Changes in The Official Measure of Poverty. Βy Kathryn Porter, 15/11/1999, Center on Budget and Policy Priorities (Προτεινόμενες αλλαγές στην επίσημη μέτρηση της φτώχειας. Της Κατερίνας Πόρτερ, 15/11/1999, Κέντρο Δημοσιονομικών και Πολιτικών Προτεραιοτήτων). Στο κείμενο αυτό παρουσιάζονται λεπτομέρειες σχετικά με την πρωτοεφαρμοζόμενη μέθοδο μέτρησης της φτώχειας ,που ακολουθείται μέχρι και σήμερα. Περιττό να αναφέρουμε ότι μέχρι σήμερα οι προτεινόμενες αλλαγές συζητούνται ακόμα…
[8] US Census Bureau – 2008 Statistical Abstract (πίνακας 958).
[9] US Census Bureau (https://www.census.gov/hhes/www/poverty/detailedpovtabs.html)
[10] Από το αμερικανικό πρακτορείο US News (https://www.usnews .com/articles/news/national/2008/05/01/ the-food-cost-crisis-hits-the-us/photos/) στην ιστοσελίδα με τίτλο: “The Food Cost Crisis Hits the U.S. – The impact of price hikes on American consumers and the food industry”.