Ούτε δέκα μέρες δεν πέρασαν από τότε που τα αστικά ΜΜΕ σε όλο το ευρωενωσίτικο έδαφος πανηγύριζαν και αφιέρωναν διθυραμβικά σχόλια στο «σχέδιο διάσωσης» που είχαν παρουσιάσει ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζοζέ Μπαρόζο με τον κομισάριο Οικονομικών Χοακίν Αλμούνια. «200 δισ. για την αντιμετώπιση της κρίσης» ήταν οι επιεικέστεροι από τους τίτλους που συνόδευαν τα σχετικά δημοσιεύματα. Εμείς, βέβαια, σημειώναμε ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει «σχέδιο Μπαρόζο», αφού τα 170 από τα 200 δισ. καλούνται να τα διαθέσουν τα κράτη-μέλη, ενώ τα υπόλοιπα 30 δισ. θα δοθούν από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Ποια ιμπεριαλιστική χώρα, λοιπόν, θα δεχτεί να της καθορίσουν οι Βρυξέλλες τα κονδύλια που θα εκταμιεύ-σει από τον προϋπολογισμό της για να διαχειριστεί την κρίση; Ποια ιμπεριαλιστική δύναμη θα δεχτεί να της καθορίσουν οι ανταγωνιστές της τα μέσα που θα ενεργοποιήσει για τη διαχείριση της κρίσης;
«Πριν λαλήσει ο κόκορας», λοιπόν, ήρθε η συνεδρίαση του Ecofin και διέλυσε εις τα εξ ων συνετέθη το οικοδόμημα των πανηγυρισμών. Το μόνο που αποφάσισαν οι υ-πουργοί Οικονομίας και Οικονομικών την περασμένη Τρίτη στις Βρυξέλλες είναι ότι διαφωνούν στο χρηματοδοτικό σκέλος του «σχεδίου Μπαρόζο». Συμφώνησαν μόνο στο… ευχετήριο σκέλος του. Ως γνωστόν, όμως, οικονομική πολιτική χωρίς μπαγιόκο δεν γίνεται. Γι’ αυτό και το θέμα παραπέμφθηκε στο υψηλότατο δυνατό επίπεδο, στη σύνοδο κορυφής που θα πραγματοποιηθεί στις 11 και 12 Δεκέμβρη στις Βρυξέλλες (πλέον, οι σύνοδοι κορυφής γίνονται με συχνότητα μεγαλύτερη από αυτή που συνεδρίαζαν πριν από μερικούς μήνες τα διάφορα συμβούλια υπουργών).
Ποιο ήταν το αντικείμενο της διαμάχης στο Ecofin; Μια σειρά από χώρες, οι λεγόμενες της «δεύτερης ταχύτητας», δήλωσαν αδυναμία να χρηματοδοτήσουν το πρόγραμμα, λόγω των εξαιρετικά στενών δημοσιονομικών περιθωρίων που έχουν. Ζήτησαν ν’ αλλάξει ο συσχετισμός ανάμεσα σε εθνική και κοινοτική χρηματοδότηση και να αναλάβει ο κοινοτικός προϋπολογισμός το κύριο βάρος της χρηματοδότησης με αύξηση της συμμετοχής χωρών που εμφανίζουν δημοσιονομικά πλεονάσματα. Ακολούθησε η σφοδρή αντίθεση της Γερμανίας, που ήταν αυτή που «φωτογραφιζόταν» σ’ αυτή την πρόταση. Αντίδραση εύλογη, αφού η Γερμανία όχι μόνο δεν έχει καμιά όρεξη να χρηματοδοτήσει ανταγωνιστικές οικονομίες, αλλά αντίθετα επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την κρίση για να διεισδύσει ακόμη περισσότερο σ’ αυτές τις οικονομίες. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Αλογοσκούφη: «Η πρόταση της Επιτροπής για τη στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας με 200 δισ. ευρώ θα εξαντληθεί στο βαθμό που υπάρξουν χώρες που έχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια, αλλά και τη διάθεση να το εξαντλήσουν».
Στη σύνοδο κορυφής μπορεί να καταλήξουν σε κάποιο συμβιβασμό, ύστερα από σκληρό παζάρι και «πάρε-δώσε», όμως η πραγματικότητα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει: ενωμένοι απέναντι στο ευρωπαϊκό προλεταριάτο και τη φτωχή αγροτιά, αλλά ο καθένας μόνος του στην προσπάθεια να αποκτήσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.