Η βρετανική εφημερίδα Independent με δημοσίευμά της στις 5 Ιούνη του 2009 αποκάλυψε ότι η βρετανική Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων ανακάλυψε ότι τα καφέ και τα εστιατόρια σε όλη τη Βρετανία πουλούσαν κοτόπουλα που είχαν τραφεί με κρεατάλευρα που είχαν παρασκευαστεί από χόνδρο και κόκαλα βοδινών και χοιρινών! Τα κρεατάλευρα αυτά χορηγούνταν με τη μορφή ορών και βοηθούσαν στην ανάπτυξη του στήθους του κοτόπουλου και άρα του βάρους. Οι παραγωγοί αυτών των ορών έχουν καπιταλιστικές επιχειρήσεις στη Γερμανία και την Ισπανία και τους διοχέτευαν, σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας, σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις στην Ολλανδία που εκτρέφουν κοτόπουλα, κι αυτές με τη σειρά τους τα πουλούσαν σε χοντρέμπορους της Βρετανίας. Κανένας όμως δεν μπορεί να αποκλείσει ότι υπάρχουν κατασκευαστές ορών και σε άλλες χώρες ή ότι υπάρχουν και άλλες πτηνοτροφικές μονάδες που κάνουν χρήση αυτών των πρωτεϊνικών ορών που φουσκώνουν το στήθος των κοτόπουλων ή ότι έχουν πουληθεί και πουλιούνται τέτοια κοτόπουλα και σε άλλες χώρες.
Η Βρετανική Αρχή Ασφάλειας των Τροφίμων, προκειμένου να ανακαλύψει την ύπαρξη των πρωτεϊνών βοδινών και χοιρινών στα κοτόπουλα, κατέφυγε σε πολύ εξειδικευμένες εξετάσεις DNA, γιατί οι παρασκευαστές αυτών των ορών είχαν βρει διάφορους τρόπους προκειμένου να μην εντοπίζεται η παράνομη χρήση κρεατάλευρων στη διατροφή των ζώων.
Αυτή η ιστορία είναι πολύ παλιά. Το 2001 είχε εντοπιστεί το ίδιο πρόβλημα πάλι από τη Βρετανική Αρχή Ασφάλειας των Τροφίμων, η οποία, πάντα σύμφωνα με το δημοσίευμα του Independent, πίεσε τότε τις κυβερνήσεις της Ολλανδίας και του Βελγίου να σταματήσουν τους εξαγωγείς κοτόπουλων να εξάγουν τα κοτόπουλα. Το 2003 η Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων της Ιρλανδίας εντόπισε την ύπαρξη υπολειμμάτων χοιρινού και βοδινού σε κοτόπουλα από την Ολλανδία. Η Κομισιόν δεν πήρε κανένα μέτρο.
Το 2004-2007 δεν δημοσιεύτηκε καμιά έρευνα για τα κοτόπουλα και έτσι πολλοί νόμιζαν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, ότι δηλαδή δεν γίνεται χρήση κρεατάλευρων στη διατροφή των ζώων. Εμείς συνεχίσαμε να υποστηρίζουμε, ότι ποτέ δεν σταμάτησε η χρήση των κρεατάλευρων που βοηθούν στη γρήγορη αύξηση του βάρους και άρα των κερδών των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Τονίζαμε ότι για τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις των κρατών πρώτιστο μέλημα ήταν και είναι η αποκόμιση ανώτατων καπιταλιστικών κερδών και όχι η προστασία της δημόσιας υγείας.
Σύμφωνα πάντα με τη βρετανική εφημερίδα, η βρετανική Αρχή Ασφάλειας των Τροφίμων συνέχισε και το 2008 την έρευνά της με πιο σύγχρονες αναλύσεις, προκειμένου να ανιχνεύσει την ύπαρξη υπολειμμάτων βοδινού και χοιρινού στα κοτόπουλα, γιατί με τα συμβατικά τεστ DNA δεν μπορούσε να γίνει ανίχνευση των υπολειμμάτων. Το 2009 έπεσαν στα χέρια στελεχών της βρετανικής εφημερίδας τα τεστ που πιστοποιούσαν την ύπαρξη υπολειμμάτων βοδινού και χοιρινού στα κοτόπουλα.
Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, για μια ακόμη φορά η θέση μας, ότι στις χώρες της ΕΕ συνεχίστηκε η χρήση κρεατάλευρων στη διατροφική αλυσίδα των ζώων και μετά τον Απρίλη του 2003 που μπήκε σε εφαρμογή ο κανονισμός 1774/2002, με τον οποίο απαγορεύτηκε η χρήση κρεατάλευρων, πλην των ιχθυάλευρων που επιτρέπονταν για τη διατροφή μόνο των ψαριών.
Επιβεβαιώθηκε ακόμη η θέση μας, ότι είναι σε πλήρη γνώση της Κομισιόν η παράνομη χρήση των κρεατάλευρων στη ζωοτροφική αλυσίδα και ότι αυτή δεν παίρνει κανένα μέτρο, όταν είναι περιορισμένη η δημοσιότητα που απαιτείται προκειμένου να κινητοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί λαοί και να μειώσουν δραστικά την κατανάλωση των κρεάτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση να μειώσουν δραστικά την κατανάλωση κοτόπουλων ευρωπαϊκής προέλευσης.
Το 2007 η Κομισιόν παρέπεμψε την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, γιατί δεν εφάρμοζε τον κανονισμό 1774/2002. Τελικά, στις 23 Απρίλη του 2009, το δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα. Και ενώ συνέβαιναν όλα όσα αποκάλυψε ο Independent, οι Κομισάριοι έσπευδαν να καθησυχάσουν τους λαούς της ΕΕ. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβρη του 2005 δημοσιοποίησαν την έκθεσή τους για τα μέτρα που έλαβαν τα κράτη προκειμένου να συμμορφωθούν, υποτίθεται, με την απαγόρευση της χρήσης κρεατάλευρων στη διατροφική αλυσίδα των ζώων. Στην έκθεσή τους οι Κομισάριοι ισχυρίζονταν ότι «σε γενικές γραμμές, η έκθεση συμπεραίνει ότι σε όλα τα κράτη μέλη εφαρμόζονται κατάλληλες διατάξεις και υπάρχουν επαρκείς υποδομές για το χειρισμό του μεγαλύτερου μέρους των ζωικών υποπροϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό για τα ζωικά υποπροϊόντα».
Στη συνέχεια, καθώς ο θόρυβος είχε καταλαγιάσει και οι λαϊκές μάζες κατανάλωναν κανονικά τα κάθε είδους κρέατα, έφτασαν στο σημείο να προτείνουν, με σχέδιο κανονισμού στις 10 Ιούνη του 2008, τη χαλάρωση των διατάξεων του κανονισμού 1774/2002 που απαγόρευε τη χρήση των κρεατάλευρων στη ζωοτροφική αλυσίδα. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα: «Ο σκοπός της πρωτοβουλίας συνάδει με τους στρατηγικούς στόχους της Επιτροπής και τις αρχές για καλύτερη νομοθεσία, δηλαδή τη βελτίωση και εφαρμογή αποτελεσματικότερων και αποδοτικότερων μέτρων, μειώνοντας παράλληλα τις περιττές επιβαρύνσεις για τους υπεύθυνους των επιχειρήσεων, έως το σημείο εκείνο που δεν υπονομεύεται η προστασία της δημόσιας υγείας και της υγείας των ζώων καθώς και η ασφάλεια των τροφίμων».