Τι είναι πιο προκλητικό, η χτεσινή δήλωση της εκπροσώπου του ρωσικού ΥΠΕΞ Μαρία Ζαχάροβα ή τα όσα είπε η αμερικανίδα πρέσβειρα Κίμπερλι Γκιλφόιλ στον ΑΝΤ1; Μολονότι αναφέρονται σε διαφορετικά θέματα, οι δηλώσεις των δύο αυτών κυριών έχουν ένα κοινό σημείο: η καθεμιά με το δικό της τρόπο, αντιμετωπίζουν το ελληνικό κράτος σαν μπανανία.
Η Ζαχάροβα, αναφερόμενη στη συμφωνία Ελλάδας-Ουκρανίας για κοινή παραγωγή υποβρύχιων drones, μίλησε για «προκλητική, συγκρουσιακή πορεία απέναντι στη Ρωσία» και για «ανοιχτά εχθρικές ενέργειες» από την πλευρά της Ελλάδας και απείλησε πως «θα ακολουθήσει η πρέπουσα απάντηση». Θύμισε, ακόμα ότι «η Αθήνα ήταν μεταξύ των πρώτων που έστειλαν όπλα και πυρομαχικά στην Ουκρανία». Δε χρειάζεται να σημειώσουμε πως όταν μιλάει η Ζαχάροβα είναι σαν να μιλάει ο Σεργκέι Λαβρόφ.
Η Τουρκία πουλάει εδώ και καιρό drones «Μπαϊρακτάρ» στην Ουκρανία, αλλά δεν είδαμε κάποια παρόμοια δήλωση της Ζαχάροβα ή άλλου ρώσου πορτ παρόλ (π.χ. Πεσκόφ) για τη στρατιωτική συνεργασία Τουρκίας-Ουκρανίας. Αντίθετα, βλέπουμε μια τόσο οξεία δήλωση για μια συμφωνία που απέχει παρασάγγας από τη δυνατότητα υλοποίησής της. Και μάλιστα σε μια εποχή που «ψήνεται» μια ταπεινωτική για την Ουκρανία συμφωνία ειρήνης, η οποία θα στείλει στις ελληνικές καλένδες όλα αυτά τα φιλόδοξα σχέδια που μοιράζει αφειδώς ο Ζελένσκι περνοδιαβαίνοντας στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Είναι προφανώς πως η ιμπεριαλιστική Ρωσία θεωρεί την Τουρκία σημαντικό περιφερειακό παίκτη, έναντι του οποίου είναι ιδιαίτερα προσεκτική, ενώ θεωρεί την Ελλάδα μια μπανανία των ιμπεριαλιστών της Δύσης, που μπορεί «χαλαρά» να χρησιμοποιείται για ασκήσεις διπλωματικού μπούλινγκ με άλλους αποδέκτες. Κατά τη λαϊκή παροιμία, οι Ρώσοι τα λένε στη νύφη για να τ’ ακούσει η πεθερά. Υπενθυμίζουν πως οποιαδήποτε συμφωνία ειρήνης θα περιλαμβάνει ως όρο την ακύρωση της βαθιάς στρατιωτικοποίησης της Ουκρανίας, για να εξασφαλιστεί αυτό που οι ρώσοι ιμπεριαλιστές χαρακτηρίζουν «ασφάλεια στα δυτικά σύνορα της Ρωσίας».
«Απειλές κατά κυρίαρχων κρατών αυτοδικαίως απορρίπτονται», ήταν αργά χτες το βράδυ η απάντηση του ελληνικού ΥΠΕΞ, σε εξαιρετικά χαμηλούς τόνους, ενώ ο συνήθως ευφραδής κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκη έψαχνε τις λέξεις για να σχηματίσει μια πρόταση καθαρά αμυντικού χαρακτήρα, που δε θα προκαλέσει ανταπάντηση από τη Ζαχάροβα.
Η ρωσική διπλωματία ξέρει πολύ καλά ότι στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη λαϊκή αντίθεση στο σφιχτό εναγκαλισμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τα φασισταριά της Ουκρανίας και τους αμερικάνους και ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Αντίθεση που εδράζεται είτε σε παραδοσιακές αντιλήψεις για φιλία με το ρωσικό λαό, είτε σε αντιιμπεριαλιστικές απόψεις, είτε σε πασιφιστικές απόψεις, είτε σε πολιτικό κυνισμό («απ’ αυτόν τον πόλεμο δεν κερδίζουμε τίποτα, γιατί να αναμιχθούμε κάνοντας εχθρό μας τη Ρωσία;»). Εκμεταλλεύεται αυτό το κλίμα, λοιπόν, για να τιμωρήσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την τόσο απροκάλυπτη πολιτική της.
Δεν είναι αφελείς οι ρώσοι ιμπεριαλιστές για να πιστεύουν ότι μπορούν να εντάξουν την Ελλάδα, κράτος μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, στη δική τους σφαίρα επιρροής. Θα ήθελαν μια πιο ισορροπημένη στάση από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που θα ανταποκρινόταν και στο πολύ μικρό ειδικό βάρος που έχει η Ελλάδα στο δυτικό ιμπεριαλιστικό σύστημα. Μια τυπική, ευγενική δήλωση της Ζαχάροβα ούτε μονόστηλο δε θα έβρισκε, ενώ μια προκλητική δήλωση έγινε πρώτο θέμα και οξύνει την αντίθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και στο γενικό λαϊκό αίσθημα.
Η Γκιλφόιλ υπήρξε πιο προκλητική από τη Ζαχάροβα αλλά κανείς δεν της είπε «τι λες μωρή;». Σε συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στον ΑΝΤ1 (φαίνεται να έχει προνομιακές σχέσεις με τον καναλάρχη και εφοπλιστή Κυριακού) μίλησε σαν ύπατος αρμοστής αποικίας. Με το ίδιο ιταμό ύφος και το θράσος που μιλάει ο Τραμπ.
Περιγράφοντας τις αμερικανο-ελληνικές σχέσεις τις αντιπαρέθεσε με τη σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία και την Κίνα: «Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε ενεργειακή ανεξαρτησία και να αντισταθούμε στα ρωσικά και κινεζικά συμφέροντα. Αυτό θα φέρει περιφερειακή σταθερότητα σε όλη την περιοχή, πράγμα που ωφελεί και τις δύο χώρες μας. Η ενεργειακή ανεξαρτησία ισοδυναμεί ευθέως με εθνική ασφάλεια και κυριαρχία»!.
Εβαλε ευθέως ενάντια στην παραχώρηση του λιμανιού του Πειραιά στην κινέζικη Cosco, λέγοντας: «Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν πολλοί ενδιαφερόμενοι για τις υποδομές, να δημιουργηθούν εδώ αμερικανικές υποδομές για να στηρίξουν την περιοχή, ίσως να βελτιώσουν τις δυνατότητες άλλων λιμένων και περιοχών, για να αντισταθμίσουν την κινεζική επιρροή μέσω του λιμανιού του Πειραιά». Εριξε και γραμμή: «Υπάρχουν τρόποι να το χειριστούμε, να βρεθεί λύση. Επιδιώκοντας την αύξηση των δυνατοτήτων σε άλλες περιοχές, και ίσως κάποια μέρα [ο Πειραιάς] βγει προς πώληση»!
Το ελληνικό κράτος πούλησε το λιμάνι του Πειραιά στην Cosco, με τις ευλογίες του γερμανογαλλικού άξονα. Αν γερμανοί και γάλλοι ιμπεριαλιστές δεν είχαν κλείσει συμφωνία με τους κινέζους ιμπεριαλιστές, η Κομισιόν θα μπλοκάριζε το πούλημα του Πειραιά. Φυσικά, γερμανογάλλοι και κινέζοι ιμπεριαλιστές βρίσκονται σε σκληρό οικονομικό ανταγωνισμό. Αυτός ο ανταγωνισμός, όμως περιλαμβάνει και επιμέρους συμφωνίες. Μια τέτοια συμφωνία ήταν η πώληση στην Cosco του μεγαλύτερου λιμανιού της Μεσογείου, για να υπάρχει μια ακόμα πύλη εισόδου των κινέζικων εμπορευμάτων στην ευρωπαϊκή αγορά. Δεν επέτρεψαν, όμως, να δοθεί στους Κινέζους ούτε το διαμετακομιστικό κέντρο του Θριάσιου ούτε ο σιδηρόδρομος. Ετσι, το Θριάσιο παραμένει ακόμα ένα σχέδιο στα χαρτιά.
Ερχεται τώρα η Γκιλφόιλ, κατ’ εντολή κάποιων μονοπωλιακών ομίλων των ΗΠΑ, και προσπαθεί ν’ ανοίξει πόλεμο με τους Κινέζους, επί ελληνικού εδάφους. Και το κάνει με τρόπο απροκάλυπτο, ωμό, με ιμπεριαλιστική υπαγόρευση.
Οι Κινέζοι από τη μεριά τους, επειδή φοβούνται κάποιον αιφνιδιασμό, πέρασαν στην αντεπίθεση, με μια ανακοίνωση-ποταμό της πρεσβείας τους στην Αθήνα, η οποία υπερασπίζεται τις εμπορικές συμφωνίες και ταυτόχρονα προκαλεί τον ελληνικό λαό, βαφτίζοντας την Cosco… ευεργέτη του! Ποια; Την Cosco, που πήρε τολιμάνι του Πειραιά «μπιρ παρά» και έχει δημιουργήσει εκεί ένα εργασιακό γκέτο, με άθλια μεροκάματα και εργασιακές συνθήκες γαλέρας, που έχουν οδηγήσει σε έκρηξη των εργατικών «ατυχημάτων».
Αυτή είναι η ανακοίνωση της κινέζικης πρεσβείας:
Εκπρόσωπος Τύπου της Πρεσβείας της Κίνας στην Ελλάδα
Απαντά σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με τις εσφαλμένες δηλώσεις της νέας Αμερικανίδας Πρέσβειρας στην Ελλάδα για την Κίνα
Ερ.: Πρόσφατα, η νέα Αμερικανίδα Πρέσβειρα στην Ελλάδα, Γκίλφοϊλ, σε συνέντευξή της στα ΜΜΕ παρότρυνε την Ελλάδα να «πουλήσει το Λιμάνι του Πειραιά για να αντισταθμίσει την κινεζική επιρροή». Ποιο είναι το σχόλιό σας;
Απ.: Η νέα Αμερικανίδα Πρέσβειρα στην Ελλάδα, κατά τη συνέντευξή της, εξαπέλυσε αβάσιμες επιθέσεις κατά της επένδυσης και λειτουργίας του Λιμανιού του Πειραιά από κινεζικές επιχειρήσεις. Αυτό συνιστά κακόβουλη συκοφάντηση της φυσιολογικής σινοελληνικής εμπορικής συνεργασίας και σοβαρή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας.
Οι σχετικές δηλώσεις, διαποτισμένες με ψυχροπολεμική νοοτροπία και λογική ηγεμονισμού, αντιβαίνουν στη θεμελιώδη επαγγελματική δεοντολογία ενός διπλωμάτη και αποκαλύπτουν πλήρως τη δόλια πρόθεση των ΗΠΑ να εξυπηρετήσουν τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, εκμεταλλευόμενες το Λιμάνι του Πειραιά αλλά και ακόμη την Ελλάδα.
Η Κίνα εκφράζει την έντονη δυσαρέσκεια και την κατηγορηματική της αντίθεση.
Η Κίνα και η Ελλάδα είναι φίλοι που στέκονται ο ένας στο πλευρό του άλλου στις δύσκολες στιγμές και συνεργάζονται αποκομίζοντας αμοιβαίο όφελος. Η συνεργασία των δύο χωρών βασίζεται αποκλειστικά στην αμοιβαία στήριξη, χωρίς γεωπολιτικούς υπολογισμούς· δεν στοχεύει τρίτους ούτε επηρεάζεται από τρίτους.
Όταν η Ελλάδα αντιμετώπιζε την κρίση χρέους, η Κίνα έτεινε χείρα βοηθείας, επιτρέποντας στο Λιμάνι του Πειραιά να εξελιχθεί σε ένα από τα κορυφαία μεγάλα λιμάνια της Μεσογείου και της Ευρώπης, δημιουργώντας δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και προσφέροντας σημαντικά οικονομικά οφέλη στην Ελλάδα.
Η επιτυχία της κινεζικής επένδυσης στο Λιμάνι του Πειραιά αποτελεί όχι μόνο υπόδειγμα σινοελληνικής εμπορικής συνεργασίας, αλλά και μαρτυρία της αλληλοστήριξης των δύο λαών στις δυσκολίες.
Στο μέλλον, οι κινεζικές επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να αυξάνουν τις επενδύσεις τους και, μαζί με τον εργατικό και σοφό ελληνικό λαό, θα συμβάλουν στην ακόμη καλύτερη ανάπτυξη του λιμανιού.
Το Λιμάνι του Πειραιά ανήκει για πάντα στον ελληνικό λαό· δεν είναι εργαλείο για την υπονόμευση της περιφερειακής ευημερίας και σταθερότητας, και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να πέσει θύμα της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης.
Στη σημερινή περίοδο που το Λιμάνι του Πειραιά αναπτύσσεται ραγδαία, η Αμερική, με ιδιοτελείς προθέσεις, υποκινεί την Ελλάδα να τερματίσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις και να πουλήσει το λιμάνι – αυτή η πρακτική αποτελεί τυπικό παράδειγμα επιβολής της δικής της σκέψης στους άλλους και αποκαλύπτει μια νοοτροπία που αποπειράται να υπονομεύσει τη σταθερότητα.
Αυτά τα τεχνάσματα, τα οποία φανερώνουν το γεγονός ότι η Αμερική κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια, και προφανώς εξυπηρετούν δικές της σκοπιμότητες, είναι καταδικασμένα σε αποτυχία ενώπιον του ελληνικού λαού, φορέα χιλιετιών πολιτισμού και σοφίας.
Θα συμβουλεύαμε την Πρέσβειρα να αναλογιστεί σοβαρά τα λόγια και τις πράξεις με τις οποίες είχε προσβάλει τον ελληνικό λαό στο παρελθόν, και να φροντίσει οι ενέργειες της να συνάδουν με την ιδιότητά της και να ωφελούν τον ελληνικό λαό.
Κι ενώ αμερικάνοι και κινέζοι ιμπεριαλιστές κονταροχτυπιούνται επί ελληνικού εδάφους, το οποίο θεωρούν εν όλω (οι Αμερικάνοι) ή εν μέρει (οι Κινέζοι) δικό τους, η ψοφοδεής κυβέρνηση Μητσοτάκη έβαλε την εκπρόσωπο Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, Λάνα Ζωχιού, να δώσει μια άθλια απάντηση στις δηλώσεις Γκιλφόιλ, καταπίνοντας τη ροχάλα σαν να ήταν… αγίασμα.
«Εχει αρκετές φορές τοποθετηθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός γι’ αυτό, ότι το λιμάνι του Πειραιά, το 67% του λιμένος, παραχωρήθηκε στους Κινέζους κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα και ήταν οι μόνοι, οι οποίοι κατέθεσαν προσφορά», είπε η Ζωχιού. Και συμπλήρωσε απνευστί, μη τυχόν και παρεξηγηθεί η Γκιλφόιλ: «Δεν τίθεται θέμα ευθυγράμμισης με τις ΗΠΑ ως στρατηγικό εταίρο σε θέματα που αφορούν την προστασία των κοινών μας συμφερόντων». Είπε ακόμα η Ζωχιού, χωρίς να δείξει καμιά ενόχληση για τις προκλητικές ιμπεριαλιστικές δηλώσεις: «Η Ελλάδα σέβεται τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο παρελθόν, οπότε δεν νομίζω ότι έχω κάτι περισσότερο να πω ως προς αυτό. Δεύτερον, είναι πασιφανές πως είμαστε ανοιχτοί ως προς τα θέματα των επενδύσεων, αλλά δεν είναι κάτι το οποίο άπτεται των αρμοδιοτήτων μας».








