Τη μακροσκελή λίστα με τα μέτρα πρόληψης κατά της «νέας γρίπης» έστειλε το υπουργείο Παιδείας στους εκπαιδευτικούς και «καθάρισε». Από τότε ο Αρης βγαίνει συνεχώς στα κανάλια και διαβεβαιώνει ότι όλα τελούν υπό έλεγχο.
Στην πραγματικότητα εκείνο που μπόρεσαν να κάνουν τα σχολεία είναι να προμηθευτούν κάποια μπουκάλια με υγρά απολύμανσης (περιττόν να αναφερθού-με στο όργιο κερδοσκοπίας που έκανε την εμφάνισή του στους εμπόρους του είδους), τα οποία, σημειωτέον, χρησιμοποιούν με φειδώ, αφού δεν τους έχει δοθεί κανένα ποσό έκτακτης επιχορήγησης για να ανταπεξέλθουν στις πρόσθετες ανάγκες που δημιού-ργησε η ανάγκη «αποτελεσματικής» προστασίας από τη «νέα γρίπη». Τα μέτρα πρόληψης εξαντλούνται στο καθάρισμα των θρανίων μια-δυο φορές την ημέρα με οινόπνευμα από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς και τα παιδιά και στη συνεχή υπενθύμιση προς αυτά να πλένουν τα χέρια τους όταν χρησιμοποιούν την τουαλέτα. Ούτε λόγος να γίνεται, βέβαια για πρόσθετο προσωπικό καθαριότητας (οι καθαρίστριες στα μεγάλα σχολικά συγκροτήματα ίσα-ίσα που προλαβαίνουν να διατηρούν τις τουαλέτες και τους κοινόχρηστους χώρους στοιχειωδώς καθαρούς) ή αραίωμα των θρανίων, αφού ο μεγάλος αριθμός παιδιών ανά τμήμα και η ανεπαρκέστατη υποδομή λειτουργούν απαγορευτικά. Ειδικά για τα νηπιαγωγεία, η υποκρισία του υπουργείου περισσεύει. Είναι αδύνατον όλο το υλικό με το οποίο απασχολούνται τα παιδιά να απολυμαίνεται μετά από κάθε χρήση (οι καθαρίστριες είναι κοινές για τα συστεγαζόμενα σχολεία, ενώ για τα μεμονωμένα νηπιαγωγεία είναι συνήθως συμβασιούχες και δεν είναι στο σχολείο καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του) ενώ και η ίδια η φύση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο νηπιαγωγείο κάνει απαγορευτική και τη σκέψη τα νήπια να μην έρχονται σε συνεχή επαφή. Τα μεγάλα προβλήματα που αφορούν στην ανεπαρκέστατη και κακή υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, στη μίζερη χρηματοδότηση, στις ελλείψεις προσωπικού (εκπαιδευτικού, καθαριότητας, κ.λ.π.), στο μεγάλο αριθμό μαθητών ανά τμήμα, είναι γνωστά και χρονίζοντα. Η ανάγκη να αντιμετωπισθεί η «νέα γρίπη» ήταν ένας πρόσθετος λόγος να ξανάλθουν με ένταση στην επιφάνεια. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το σχολείο στο Χαϊδάρι, στο οποίο παρουσιάστηκαν κρούσματα της «νέας γρίπης» στους μαθητές, προορίζονταν το 1987 να στεγάσει μόνο το 4ο Γυμνάσιο και κατέληξε σήμερα να στεγάζει και το 4ο Λύκειο, συνολικά δηλαδή 450 μαθητές. Στο προαύλιό του υπάρχουν 7 λυόμενες αίθουσες και σε 200 παιδιά αντιστοιχούν 10 μόνο τουαλέτες. Φυσικά, το σχολείο αυτό δεν αποτελεί εξαίρεση. Η εικόνα αυτή είναι συνηθισμένη στα σχολεία, ειδικά των μεγάλων αστικών κέντρων. Γι’ αυτό και η εγκύκλιος του ΥΠΕΠΘ με τις σχετικές οδηγίες προς «ναυτιλομένους», που φορτώνει το πρόβλημα στους εκπαιδευτικούς, μετατρέποντάς τους και σε «γιατρούς» και «νοσηλευτές» και σε προσωπικό καθαριότητας και στους γονείς, που πολλές φορές καλούνται να πληρώσουν οι ίδιοι τα υλικά απολύμανσης και καθαριότητας, είναι εξοργιστική.
Οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς, οι μαθητές πρέπει να απαιτήσουν από το κράτος να καλύψει άμεσα και με επάρκεια όλες τις ανάγκες για πραγματική ιατρική πρόληψη και φροντίδα όλης της σχολικής κοινότητας (που έτσι κι αλλιώς είναι πάγιες και σταθερές) και τις ανάγκες για την καθαριότητα των σχολείων με το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό. Η «νέα γρίπη» κάποτε θα φύγει, τα οξυμένα, όμως, προβλήματα της εκπαίδευσης θα είναι πανταχού παρόντα και θα μας ταλανίζουν.
ΥΓ: Μετά τα πρώτα κρούσματα σε σχολεία, το κράτος αποφάσισε αρχικά να κλείσει τάξεις και μετά τα σχολεία. Καμιά κίνηση, όμως, δεν γίνεται για χορήγηση άδειας στον ένα από τους δυο γονιούς των παιδιών. Ούτε καν των παιδιών που αποδεδειγμένα έχουν νοσήσει και που χρειάζονται νοσηλεία και φροντίδα. Η κερδοφορία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων δεν πρέπει με τίποτα να πειραχτεί. Οι εργαζόμενοι γονείς πρέπει να κόψουν το λαιμό τους να βρουν μόνοι τους λύση.
Γιούλα Γκεσούλη