Ουρά που έφθανε το ένα χιλιόμετρο σχημάτισαν κάτοικοι της Θεσσαλονίκης για να κάνουν το rapid test. Αφήνουμε κατά μέρος την εσκεμμένη ανεπάρκεια πληροφόρησης των πολιτών σχετικά με την αξιοπιστία αυτών των τεστ (ο ίδιος ο Τσιόδρας τα χαρακτήριζε στο παρελθόν αναξιόπιστα και τόνιζε ότι μπορεί να μας καθοδηγήσουν λάθος), που τους οδηγεί στην καταφυγή αυτής της «διαγνωστικής» μεθόδου, γιατί θέλουμε να σχολιάσουμε το εξής:
Ολοι αυτοί οι άνθρωποι που κάνουν ουρές για έλεγχο με rapid test υποτίθεται ότι είναι ασυμπτωματικοί (στη Θεσσαλονίκη, λέει, ότι διαγνώστηκαν 7 στους 100 πολίτες θετικοί στον κοροναϊό με αυτήν τη μέθοδο). Κι όμως, η κυβέρνηση, με την καθοδήγηση των ενσωματωμένων «ειδικών» προχωρά σε αυτήν την τακτική (όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά σε πολλές πόλεις της Ελλάδας), για να έχει -υποτίθεται- επιδημιολογική εικόνα της περιοχής.
Το ερώτημα είναι γιατί αποφεύγεται σαν ο διάβολος το λιβάνι να γίνει έστω αυτού του τύπου ο έλεγχος στα σχολεία, σε μαθητικό πληθυσμό και εκπαιδευτικούς; Μήπως και τα παιδιά, σύμφωνα με τους «ειδικούς», δεν είναι σε μεγάλο βαθμό ασυμπτωματικά;
Η απάντηση είναι ότι φοβούνται πως τα αποτελέσματα θα είναι δραματικά και θα βουλιάξει όλη η προπαγάνδα ότι τα παιδιά δεν νοσούν και ότι τα σχολεία πρέπει να παραμείνουν ανοικτά, ακόμη και σε περιπτώσεις μίνι λοκντάουν, για να μην εξαναγκαστούν να δώσουν ούτε ένα ευρώ για άδειες ειδικού σκοπού στους γονείς, ούτε καν για χωρισμό των τμημάτων με ανώτατο αριθμό τους 15 μαθητές και μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών και αναγκαίου προσωπικού καθαριότητας.
Θα πεταχτούν στα σκουπίδια ακόμη και τα πολυδιαφημισμένα «πρωτόκολλα» του ΕΟΔΥ για τα σχολεία, που προβλέπουν ότι «δε συνιστάται καθολικός εργαστηριακός έλεγχος των ασυμπτωματικών στενών επαφών».
Μια δεύτερη παρατήρηση που κάνει σκόνη την εγκληματική πολιτική που ακολουθούν στα σχολεία είναι ότι στην περίπτωση της διεξαγωγής rapid test στον «χύμα» πληθυσμό δεν μπορεί να υπάρξει ιχνηλάτηση (λέμε τώρα) των επαφών, σε αντίθεση με τα σχολεία, όπου η σύνθεση και ο πληθυσμός των τμημάτων είναι δεδομένος.
Γιούλα Γκεσούλη