Δειλά-δειλά τα αστικά ΜΜΕ παραδέχονται ότι τα πράγματα με τον εμβολιασμό δεν είναι τόσο ρόδινα όσο τα παρουσιάζει η κυβέρνηση. Και πολλαπλασιάζουν τις εκκλήσεις «εμβολιασθείτε». Κανένας απ’ αυτό το χώρο, όμως, δε θέτει το κρίσιμο ερώτημα: αν όντως οι μεγάλες ηλικίες (άνω των 70) είχαν εμβολιαστεί στα ποσοστά που δίνει η κυβέρνηση (σχεδόν 70%), πώς συνέβη και το τρίτο κύμα της πανδημίας, που εξελίχθηκε σε μια περίοδο που τουλάχιστον αυτές οι ηλικίες υποτίθεται πως είχαν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό, έχει ξεπεράσει ήδη σε θανάτους το δεύτερο κύμα (και ακόμα συνεχίζεται);
Η απάντηση στο ερώτημα είναι απλή: αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, το τρίτο κύμα στην Ελλάδα ήταν εξαιρετικά θανατηφόρο, γιατί ο εμβολιασμός στις μεγάλες ηλικίες κατέγραψε οικτρά ποσοστά. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όμως, επειδή ενδιαφερόταν μόνο για το άνοιγμα του τουρισμού (κατ’ απαίτηση μεγαλοξενοδόχων, τουριστικών πρακτόρων του εξωτερικού, αεροπορικών και ακτοπλοϊκών εταιριών), έκρυψε το πρόβλημα και φιλοτέχνησε μια εντελώς ψεύτικη εικόνα, με εκατομμύρια ανυπόστατων εμβολιασμών.
Οταν κρύβεις ένα πρόβλημα, τότε δεν ενδιαφέρεσαι και να το λύσεις, έστω και εκ των υστέρων. Γι’ αυτό και η τωρινή τακτική στον εμβολιασμό θυμίζει γιουρούσι: τρέξτε οι νεότεροι να εμβολιαστείτε, μπας και χτίσουμε το τείχος ανοσίας. Ετσι, όμως, κανένα τείχος ανοσίας δεν πρόκειται να χτιστεί, τουλάχιστον μέχρι το φθινόπωρο.
Παρά ταύτα, «θα έχουμε ένα ευχάριστο καλοκαίρι». Καθημερινά παρελαύνουν από τα μικρόφωνα των ραδιοφωνικών σταθμών διάφοροι παράγοντες τουριστικών προορισμών, για να εκφράσουν την αισιοδοξία τους ότι τα πράγματα φέτος δε θα είναι καλύτερα από πέρυσι, αλλά θα είναι πολύ, πολύ καλύτερα. Και η κυβέρνηση έσπευσε πρώτη-πρώτη να εφαρμόσει το «ευρωπαϊκό πιστοποιητικό COVID-19». Αν πέρυσι, με λιγότερους τουρίστες, έγινε τούμπα της κατάστασης και φτάσαμε στο δεύτερο κύμα, φέτος, με περισσότερους τουρίστες και με το τρίτο κύμα ακόμα να συνεχίζεται, τι πρόκειται να γίνει;
Να το ξαναπούμε: οι όροι με τους οποίους χορηγείται το «ευρωπαϊκό πιστοποιητικό COVID-19», ώστε οι τουρίστες να ταξιδεύουν ανενόχλητοι, χωρίς καραντίνες και χωρίς ελέγχους στις πύλες εισόδου, δεν έχουν να κάνουν με τη μετάδοση του κοροναϊού. Και ο εμβολιασμένος μπορεί να κολλήσει και να μεταδώσει, και εκείνος ου νόσησε και ανέρρωσε μορεί να μεταδώσει. Οσο για εκείνους που θα κάνουν ένα «γρήγορο τεστ αντιγόνου», το υψηλό ποσοστό ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων που δίνουν αυτά τα τεστ αρκεί για να καταλάβουμε τι πρόκειται να γίνει.
Παρά ταύτα, ελάχιστοι ασχολούνται μ’ αυτά τα… ενοχλητικά ζητήματα. Θα τα ξαναθυμηθούμε μόλις αρχίσουν να ξανανεβαίνουν τα κρούσματα, οι διασωληνωμένοι και οι νεκροί. Εως τότε, θα παριστάνουμε ότι ζούμε στο νησί των μακάρων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, βέβαια, έχει και άλλους τρόπους για να ταράξει τη μακαριότητα. Ο Χατζηδάκης ετοιμάζεται να καταθέσει στη Βουλή ένα ακόμη αντεργατικό έκτρωμα. Ο Τσακλόγλου πυκνώνει τις παρεμβάσεις του για τη νέα… μεγάλη μεταρρύθμιση στην κοινωνική ασφάλιση, με τη μετατροπή της επικουρικής ασφάλισης σε καθαρά κεφαλαιοποιητική, για να γεμίσουν τα θησαυροφυλάκια των ασφαλιστικών εταιριών. Και άρχισαν ήδη οι πρώτες διαρροές, ότι μπορεί το σχετικό νομοσχέδιο να προωθηθεί στη Βουλή μέσα στον Ιούλη (γνώριμη μέθοδος των αστικών κυβερνήσεων να φέρνουν αντιδραστικά νομοθετήματα το κατακαλόκαιρο).
Ο Μητσοτάκης μας είπε ότι το σύστημα υγείας δεν είναι υποχρεωτικό να είναι κρατικό, φτάνει να είναι καλό. Κι εμείς πρέπει να πιστέψουμε ότι οι έμποροι της υγείας, που βρήκαν στην πανδημία μια ευκαιρία για να θησαυρίσουν, έχουν ως μέγα σκοπό της επιχειρηματικής τους δράσης την υγεία του λαού. Οτι κοιμούνται και ξυπνούν έχοντας στο μυαλό τους πώς θα εξυπηρετήσουν τους φτωχούς, τους μεροκαματιάρηδες, τους συνταξιούχους!
Οποιον άνθρωπο του μόχθου κι αν ρωτήσεις, ακόμα και δεξιό, θα γελάσει πικρά. Κανένας δεν τα χάβει κάτι τέτοια νεοφιλελεύθερα πυροτεχνήματα. Αλλωστε, το βάρος της πανδημίας το σήκωσε αποκλειστικά το κρατικό ΕΣΥ, όχι οι έμποροι της υγείας.
Το ζήτημα, όμως, δεν είναι να τα αντιλαμβάνεσαι όλ’ αυτά και μετά να σηκώνεις τα χέρια με απελπισία, να σκύβεις το κεφάλι και να κουρνιάζεις στη γωνιά σου ευχόμενος να μην σου τύχουν τα χειρότερα. Το ζήτημα είναι ν’ αντιδράσεις. Γιατί αν δεν αντιδράσεις, κανένας από δαύτους δεν πρόκειται να σε λυπηθεί, δεν πρόκειται να δείξει κατανόηση στις ανάγκες σου. Ούτε αυτοί που κυβερνούν σήμερα ούτε αυτοί που φιλοδοξούν να τους διαδεχτούν. Γι’ αυτούς ιερό είναι μόνο το συμφέρον του κεφαλαίου. Το απέδειξαν όλοι τους κατά τα μνημονιακά χρόνια, όταν επιδόθηκαν σε μια σκυταλοδρομία αντιλαϊκής και αντεργατικής νομοθέτησης, η οποία ακόμα βαραίνει τον κόσμο της δουλειάς και τους απόμαχους της δουλειάς.
Διαχείριση της πανδημίας σημαίνει, σε τελική ανάλυση, διαχείριση ανθρώπινων ζωών. Μέχρι στιγμής, σ’ αυτόν τον τομέα χάνουμε κατά κράτος, γιατί δεν παρεμβήκαμε όταν και όπως έπρεπε, δεν πήραμε την κατάσταση στα χέρια μας.
Διαχείριση της νέας καπιταλιστικής κρίσης (στο απότομο βάθεμα της οποίας έπαιξε αποφασιστικό ρόλο η πανδημία) σημαίνει νέα βάρη στις πλάτες εργαζόμενων και συνταξιούχων, περισσότερη ανεργία, χαμηλότερα μεροκάματα και συντάξεις, πλήρες ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων. ‘Η θα χάσουμε πάλι ή θα χτίσουμε τους όρους για να ανατρέψουμε και αυτά που μας ετοιμάζουν και αυτά που ήδη μας έχουν φορτώσει.