Το κυβερνητικό πρόγραμμα (αυτή τη στιγμή) του ΣΥΡΙΖΑ, που παρουσίασε ο Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, στηρίζεται σε δύο πυλώνες. Ο ένας πυλώνας είναι η παραπομπή της «διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» στις ελληνικές καλένδες και ο άλλος είναι η διαχείριση της κινεζοποίησης. Πριν από οτιδήποτε άλλο, οφείλουμε να εξηγήσουμε το «αυτή τη στιγμή». Δεν είναι γέννημα της αντιπολιτευτικής (προς τον ΣΥΡΙΖΑ) διάθεσής μας, αλλά το είπε ευθέως ο ίδιος ο Τσίπρας: «Στην επόμενη ΔΕΘ εάν έχει περάσει ένας ακόμη χρόνος και μένει αυτή η κυβέρνηση η οποία υλοποιεί τις επιθυμίες άλλων και όχι του ελληνικού λαού, μπορεί αυτά που σας είπα χθες, που είναι αυτά που μπορούμε και όχι αυτά που θέλουμε, τότε να μην μπορούμε αυτά και να μπορούμε λιγότερα».
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα είδος κινούμενης άμμου, που ακολουθεί τις συνθήκες που διαμορφώνει η μνημονιακή πολιτική, τις συνθήκες της κινεζοποίησης του ελληνικού λαού. Κι αυτό γιατί δεν περιέχει ίχνος αντικαπιταλιστικής λογικής. Ξεκινά με δυο βασικές παραδοχές, δυο ασάλευτα ντουβάρια: πρώτο, ότι πρέπει να τηρούνται οι υποχρεώσεις έναντι των δανειστών (κανονική αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων για να μην υπάρξει «πιστωτικό γεγονός») και, δεύτερο, ότι δεν πρέπει να θιγούν οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες θεωρούνται ατμομηχανές της ανάπτυξης. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται τη διάθεση 4 δισ. ευρώ στο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, υπό τον όρο της ευτυχούς κατάληξης της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές (δηλαδή, μόνο αν υπάρξουν περιθώρια από τη μείωση της εξυπηρέτησης του χρέους).
Οι ελληνικές καλένδες, στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ παραπέμπει τη «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους», είναι η περιβόητη «διεθνής διάσκεψη για το χρέος», την οποία θα ζητήσει από τα όργανα της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Αυτό, βέβαια, δεν είναι καινούργιο στο συριζικό λόγο. Το καινούργιο είναι άλλο. Εως πρότινος, ο ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε πως, αν δε γίνει δεκτό αυτό το αίτημά του, θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες καταγγελίας των δανειακών συμβάσεων. Διακήρυσσε, ακόμη, ότι θα επιβάλει μονομερώς μορατόριουμ στην πληρωμή των τοκοχρεολυτικών δόσεων, προκειμένου να μπορέσει να χρηματοδοτήσει το πρόγραμμά του, βασικός άξονας του οποίου είναι (κατά τον ΣΥΡΙΖΑ) η ανάπτυξη, μέσω της ενίσχυσης της καταναλωτικής (πρωτίστως) και της παραγωγικής ζήτησης. Πλέον, κάθε αναφορά σε μονομερή μέτρα εξαφανίστηκε και το περιβόητο μορατόριουμ αποτελεί τμήμα της πρότασης για διεθνή διάσκεψη.
Αυτό σημαίνει ότι η «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» επαφίεται στους δανειστές. Είναι αποκλειστικά δικό τους προνόμιο. Δεν χρειάζεται ν' αναφερθούμε στο γραφειοκρατικό μέρος του ζητήματος, το οποίο είναι δευτερεύον. Οτι, δηλαδή, 17 κυβερνήσεις και 17 κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ευρωζώνης θα πρέπει να συμφωνήσουν στη σύγκληση αυτής της διάσκεψης. Αυτό δε θα ήταν καθόλου δύσκολο (η μεγαλύτερη δυσκολία θα ήταν ο χρόνος που θα χρειαζόταν για να ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία), αν υπήρχε η σχετική βούληση από τις ηγέτριες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρωζώνης και κυρίως από τη Γερμανία. Αν η Γερμανία συμφωνούσε σε κάτι τέτοιο, θα το είχε συμφωνήσει ήδη με τη Γαλλία (τίποτα δε γίνεται, αν προηγουμένως δε συμφωνηθεί στο πλαίσιο του γερμανογαλλικού άξονα) και μετά θα ήταν πανεύκολο να το επιβάλει στα άλλα κράτη (σε λίγους μήνες θα γινόταν).
Θέλει, όμως, η Γερμανία; Δε χρειάζεται να ψάξουμε πολύ για να βρούμε την απάντηση σ' αυτό το ερώτημα. Δεν έχουμε την παραμικρή ένδειξη, ότι η Γερμανία συζητά καν την προοπτική να συγκαλέσει μια διεθνή διάσκεψη για το χρέος, όπως ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ. Ναι, αλλά η Γερμανία θα υποχρεωθεί ν' αλλάξει γνώμη, γιατί θα βρει απέναντί της έναν «άξονα του Νότου», για τη δημιουργία του οποίου θα φροντίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η απάντηση που δίνεται. Για να συζητάμε πάνω σε ρεαλιστική βάση και όχι να αερολογούμε, «άξονας του Νότου» σημαίνει Γαλλία και Ιταλία. Αντε να προσθέσουμε και «ολίγη» Ισπανία, λόγω του μεγέθους της και όχι λόγω της οικονομικής της ισχύος (δεν είναι χώρα του μονοπωλιακού καπιταλισμού η Ισπανία). Γιατί να θέλουν «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» η Γαλλία και η Ιταλία; Και γιατί να συρθούν πίσω από μια πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να διαμορφώσουν –αν το επιθυμούν– ένα δικό τους μέτωπο, στο οποίο θα ζητήσουν να υπαχθούν η Ισπανία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία; Ενα μέτωπο το οποίο δε θα έχει, βεβαίως, ως βάση του «τις αρχές της κοινοτικής αλληλεγγύης», όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ (προκαλεί αηδία και μόνο να διαβάζεις αυτές τις μπούρδες), αλλά τα ιδιαίτερα συμφέροντα των δύο αυτών ιμπεριαλιστικών χωρών.
Αν κάνουμε την υπόθεση, ότι κάποια στιγμή μπορεί να δημιουργηθεί ένα τέτοιο μέτωπο, με ηγέτριες δυνάμεις τη Γαλλία και την Ιταλία, αυτό δε θα γίνει για να υποστηρίξει τη «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» της Ελλάδας, αλλά για άλλους λόγους. Εχουμε, μήπως, την παραμικρή ένδειξη ότι Γαλλία και Ιταλία κινούνται σε τροχιά σύγκρουσης με το Βερολίνο, ώστε να έχει κάποια πιθανότητα ευόδωσης το σχέδιο «άξονας του Νότου», που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ; Ρέντσι και Βαλς, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων τους ως πρωθυπουργοί της Ιταλίας και της Γαλλίας, πήγαν στο Βερολίνο για να διαπραγματευθούν απευθείας με τη Μέρκελ. Δεν πήγαν πρώτα στη Μαδρίτη, την Αθήνα και τη Λισαβόνα για να φτιάξουν το «μέτωπο του Νότου» και με όπλο αυτό το μέτωπο να ασκήσουν πίεση στη Γερμανία. Γαλλία και Ιταλία κάνουν «παιχνίδι» ως ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η καθεμιά για λογαριασμό της και όχι για λογαριασμό του ανύπαρκτου (από κάθε άποψη) «Νότου», στον οποίο άλλωστε δεν συμπεριλαμβάνονται, όσα προβλήματα κι αν αντιμετωπίζουν από την κρίση. Επισημαίνουμε, ακόμη, καθαρά τηλεγραφικά, ότι ο μεν Ρέντσι τα βάζει με τα ιταλικά γραφειοκρατικά συνδικάτα, επιδιώκοντας την κατάργηση του νόμου για τις απολύσεις (ούτε ο Μπερλουσκόνι ούτε ο Μόντι κατάφεραν να τον καταργήσουν), ο δε Βαλς ανέλαβε να εφαρμόσει το σκληρό πρόγραμμα περικοπών 50 δισ. ευρώ από τις δαπάνες του γαλλικού προϋπολογισμού και εκείνο που ζητά είναι να πάρει η Γαλλία διετή παράταση για τη συμμόρφωση με το 3% στο έλλειμμα, που απαιτεί το Σύμφωνο Σταθερότητας (το Βερολίνο δεν έχει συμφωνήσει ακόμη και το παζάρι συνεχίζεται). Και οι δύο κλίνουν σε όλες τις πτώσεις τη λέξη «ευελιξία», πίσω από την οποία κρύβεται η διαδικασία κινεζοποίησης σε Ιταλία και Γαλλία (όχι στο ίδιο βάθος όπως στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο «Νότο»).
Επειδή, λοιπόν, η διεθνής διάσκεψη που θ’ αποφασίσει «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους», «μορατόριουμ στην αποπληρωμή των τοκοχρεολυτικών δόσεων», «ρήτρα ανάπτυξης» κτλ. παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες, ο ΣΥΡΙΖΑ θα βολευτεί με την κυοφορούμενη νέα αναδιάρθρωση του χρέους (επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και ενδεχομένως μετατροπή κάποιων επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά). Το μόνο ερώτημα είναι αν οι δανειστές θα κλείσουν αυτή τη συμφωνία με τη σημερινή κυβέρνηση ή θα περιμένουν την επόμενη. Οπως έδειξαν και τα διαμειφθέντα κατά την τελευταία επίσκεψη Σαμαρά στο Βερολίνο, η καγκελαρία περιμένει να ξεκαθαρίσει το εσωτερικό πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα (εκλογή προέδρου και παράταση της συγκυβέρνησης ή εκλογές;) για να βάλει μπροστά τη σχετική διαδικασία.
Αν υπάρχει κάτι νέο και σ’ αυτό το ζήτημα, είναι πως στον ΣΥΡΙΖΑ καλαρέσει η ιδέα να διαπραγματευθεί μια δική του κυβέρνηση (ή συγκυβέρνηση) αυτή την αναδιάρθρωση. Το είπε ευθέως ο Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη: «Με ρωτήσατε αν θα αναγνωρίσουμε εμείς τη συμφωνία. Για να αντιστρέψουμε λίγο το ερώτημα: Αν εσείς ήσασταν στην πλευρά των εταίρων και γνωρίζατε ότι αυτή η κυβέρνηση, η σημερινή κυβέρνηση, δεν έχει λαϊκή στήριξη, είναι μια κυβέρνηση του δεύτερου και του τέταρτου κόμματος με βάση τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών και μια κυβέρνηση που φυσιολογικά έχει χρονικό ορίζοντα ζωής έως το Μάρτιο που είναι η προεδρική εκλογή, τι θα επιλέγατε; Να κάνετε μια συμφωνία με αυτή την κυβέρνηση η οποία έχει περιορισμένο χρόνο ζωής και καμία αξιοπιστία, καμία δυνατότητα να επιμηκύνει το χρόνο της, εντέλει καμία αντιστοίχιση με τη λαϊκή βούληση ή να έρθετε σε μία συμφωνία με μια κυβέρνηση η οποία θα αντιπροσωπεύει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού; Είναι ένα ερώτημα νομίζω χρήσιμο για όλους μας». Καλές οι φαντασιώσεις περί «διεθνούς διάσκεψης», αλλά εκείνο που επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να διαπραγματευθεί αυτός τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους, η οποία δεν περιλαμβάνει «κούρεμα». Ο Τσίπρας το υπαινίχτηκε δημόσια, κλείνοντας το μάτι στην καγκελαρία, και είμαστε σίγουροι πως οι Δραγασάκης-Σταθάκης θα το «εξήγησαν» καλύτερα στον Ασμουσεν, στον «μυστικό δείπνο» του Βερολίνου, δυο μέρες μετά την παρουσίαση του προγράμματος στη ΔΕΘ.
Αν δεν υπάρξει ούτε αυτή η αναδιάρθρωση, η οποία θα ελαφρύνει κάπως τις τοκοχρεολυτικές δόσεις για τα επόμενα χρόνια (χωρίς οι δανειστές να χάσουν ούτε σεντ), τότε τα πράγματα θα είναι δύσκολα ακόμη και για το φιλανθρωπικού τύπου πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Για το υπόλοιπο μέρος του προγράμματος δε χωρά συζήτηση. Δεν υπάρχει περίπτωση να το εφαρμόσουν στο ακέραιο. Αλλωστε, το σκηνικό της «καμένης γης» έχει στηθεί από τώρα. «Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα παραλάβει απλά καμένη γη, αλλά μια χώρα διχασμένη και διαλυμένη, πολιτικά κοινωνικά και οικονομικά», είπε ο Τσίπρας στην ομιλία του στη Θεσσαλονίκη. Και στη συνέντευξη Τύπου το έκανε λίγο πιο λιανά: «Εμείς χθες δεν διατυπώσαμε το πρόγραμμα που θα θέλαμε, αλλά αυτό που μπορούμε κοστολογημένα, συνυπολογίζοντας τις πραγματικές δυσκολίες που υφίστανται, δημοσιονομικές δυσκολίες, αλλά και τις δυσκολίες που αφορούν την πραγματική οικονομία».
Οι «δημοσιονομικές δυσκολίες» αφορούν την πληρωμή των διεθνών τοκογλύφων και το πλιάτσικο που κάνουν οι καπιταλιστές στον κρατικό προϋπολογισμό. Χωρίς αυτά, θα υπήρχαν τεράστια περιθώρια για άσκηση ρεφορμιστικής πολιτικής από μια αστική κυβέρνηση. Οσο για τις «δυσκολίες που αφορούν την πραγματική οικονομία», αναφέρονται στα συμφέροντα των καπιταλιστών. Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αναφέρθηκε καν σε μέτρα όπως η κατάργηση της μερικής απασχόλησης και της εκ περιτροπής εργασίας ή σε αύξηση (τουλάχιστον) των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών για να καλυφθούν οι ανάγκες των ασφαλιστικών ταμείων.
Συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ βαδίζουν στην ίδια ρότα επί της αρχής. Αποδέχονται τους όρους αποπληρωμής των δανείων, αποδέχονται τον «χρυσό κανόνα» του μηδενικού ελλείμματος, αποδέχονται τα ιερά και τα όσια του καπιταλισμού, θέλουν να διαχειριστούν την κινεζοποίηση χρυσώνοντας το χάπι. Η συγκυβέρνηση έχει φτάσει στο ναδίρ της πολιτικής της αξιοπιστίας, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την πολυτέλεια της δημαγωγίας, μέχρι να χρειαστεί να αναλάβει τη διαχείριση. Τα ίδια είχε κάνει και ο Σαμαράς την εποχή των «Ζαππείων».
ΥΓ: «Κιχ» δεν ακούστηκε από τη λεγόμενη «αριστερή πλατφόρμα» του ΣΥΡΙΖΑ, μετά τις ανακοινώσεις της Θεσσαλονίκης. Ούτε ένας τόσο δα υπαινιγμός. Ολα τα στελέχη βγήκαν σε ραδιόφωνα και κανάλια για να υπερασπιστούν το πρόγραμμα που παρουσίασε ο Τσίπρας, με επικεφαλής τον ίδιο τον Π. Λαφαζάνη. «Οι κωλοτούμπες είναι χαρακτηριστικό άλλων παρατάξεων και όχι της Αριστεράς», είπε με το γνωστό του στόμφο. Αυτοί που ανέβαιναν στα κεραμίδια με το παραμικρό, τώρα βάζουν πλάτη για να μη φανεί η «μεγάλη κωλοτούμπα». Η τσίκνα της εξουσίας τούς σπάει τη μύτη και θα κάνουν τα πάντα για να μην τροφοδοτήσουν τους πολιτικούς τους αντίπαλους με επιχειρήματα περί «εσωστρέφειας», «συνιστωσών που διαφωνούν» και τα παρόμοια. Επιβεβαιώνουν έτσι όσα κατά καιρούς έχουμε γράψει για το ρόλο τους. Επιβεβαιώνουν ότι αποτελούν το αποσμητικό στην τουαλέτα του ΣΥΡΙΖΑ
Πέτρος Γιώτης