«Μοιάζει με ειρωνεία το γεγονός ότι στη σημερινή Νότια Αφρική όλο και περισσότεροι μαύροι πιστεύουν ότι ο Μαντέλα πούλησε τον απελευθερωτικό αγώνα στα συμφέροντα των λευκών. Η πεποίθηση αυτή θα προκαλούσε έκπληξη στη διεθνή κοινότητα, η οποία έχει σχεδόν αγιοποιήσει τον Μαντέλα και θεωρεί ότι λατρεύεται και στη χώρα του. (…) Καθώς η διαφθορά βασιλεύει στην κυβερνώσα ελίτ και δεδομένου ότι λίγα πράγματα άλλαξαν για την πλειονότητα των μαύρων, η ευφορία έδωσε τη θέση της στην απογοήτευση».
Οσο κι αν ψάξαμε στα αφιερώματα του ελληνικού Τύπου, δεν βρήκαμε άλλη άποψη παρόμοια μ’ αυτή που εξέφρασε ο Zakes Mda, καθηγητής Δημιουργικής Γραφής στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, αφρικανικής καταγωγής όπως φαίνεται από το όνομά του («Τα Νέα Σαββατοκύριακο», 7-8.12.2013). Το αυτονόητο λέει, βέβαια, ο πανεπιστημιακός, όπως συνάγεται από τα όσα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας σχετικά πρόσφατα, με κορυφαία εκδήλωση του ταξικού «απαρτχάιντ» τη μαζική δολοφονία απεργών εργατών από την αστυνομία του μη ρατσιστικού νοτιοαφρικανικού καθεστώτος. Το μαζικό και παρατεταμένο γιουχάισμα του νυν προέδρου Τζέικομπ Ζούμα και επί δεκαετίες συνοδοιπόρου του Μαντέλα, στη διάρκεια της επιμνημόσυνης εκδήλωσης στο στάδιο του Σοβέτο, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για τα αισθήματα που τρέφει η μαύρη πλειοψηφία της Νότιας Αφρικής για το μετα-απαρτχάιντ καθεστώς της χώρας.
Παρά ταύτα, η αναγγελία του θανάτου του Νέλσον Μαντέλα συνοδεύτηκε από μια εκκωφαντική εκστρατεία προπαγάνδας σε όλο τον κόσμο. Δεν μας εξέπληξε. Ο Μαντέλα προσφέρεται περισσότερο από τον καθένα για προπαγάνδα υπέρ των αστικών αξιών, υπέρ της καπιταλιστικής δουλείας, καθώς υπήρξε ο πολιτικός ηγέτης που από επαναστάτης μετατράπηκε σε διαχειριστή του καπιταλισμού, σώζοντας μια μεγάλη χώρα από την απειλή ενός ριζοσπαστικού-ανατρεπτικού κινήματος. Η διεθνής πολιτική αντίδραση που συνωστίστηκε στην κηδεία του δεν απέτισε μόνο φόρο τιμής σ’ ένα σύμβολο της αστικής εξουσίας, αλλά μετέτρεψε το θάνατό του σε ιδεολογικό όπλο.
Είναι γνωστό πως ο Μαντέλα δεν υπήρξε μόνο ένας αγωνιστής κατά του ρατσισμού και του απαρτχάιντ. Στα νιάτα του ήταν μαρξιστής, μέλος του ΚΚ Νότιας Αφρικής και κυρίως εκπρόσωπος στο εσωτερικό του Αφρικανικού Εθνικού Κονγκρέσου εκείνης της τάσης που πρέσβευε την αναγκαιότητα του ένοπλου αγώνα, δηλαδή της πιο ριζοσπαστικής πτέρυγας αυτού του μεγάλου κινήματος. Οσο ο Μαντέλα συγκέντρωνε αυτά τα πολιτικά χαρακτηριστικά, παρέμενε στην απομόνωση του νησιού Ρόμπεν. Και ήταν τότε που έγινε σύμβολο για τους προοδευτικούς ανθρώπους και τα επαναστατικά κινήματα σε όλο τον κόσμο.
Ηταν, όμως, ταυτόχρονα σύμβολο και για μια μεγάλη μερίδα του αστικού φιλελευθερισμού, η οποία έβλεπε στο νοτιοαφρικανικό απαρτχάιντ έναν άχρηστο αναχρονισμό, ο οποίος κατέστρεφε τη βιτρίνα του παγκόσμιου καπιταλισμού και έθετε σε κίνδυνο τις περιφερειακές ισορροπίες, τις σφαίρες επιρροής που είχαν διαμορφώσει οι ιμπεριαλιστές, οι ευρωπαίοι κυρίως, στην αφρικανική ήπειρο.
Οι ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αντιμετώπισαν και το τελευταίο κύμα αντιαποικιοκρατικών-εθνικοαπελευθερωτικών επαναστάσεων τη δεκαετία του ‘70. Είδαν κι έπαθαν να διαμορφώσουν νέες ισορροπίες στην περιοχή, για να μπορέσουν να συνεχίσουν την υπερεκμετάλλευση της Αφρικής μέσα από νέες μορφές, μετα-αποικιοκρατικές, αλλά πάντοτε ιμπεριαλιστικές. Μια επανάσταση στη Νότια Αφρική θα έθετε σε κίνδυνο αυτές τις ισορροπίες, απειλώντας με ένα ντόμινο εξεγέρσεων.
Κάποια στιγμή (δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ποια) ποντάρισαν στον Μαντέλα για μια ειρηνική-συναινετική διευθέτηση του προβλήματος. Ο Φρεντερίκ Ντεκλέρκ ήταν ο ρατσιστής πολιτικός που έδειξε την απαραίτητη ευλυγισία από την άλλη πλευρά, συνειδητοποιώντας ότι το απαρτχάιντ δεν έχει μέλλον. Συνειδητοποιώντας ότι κρατώντας με τη φωτιά και το σίδερο ένα καθεστώς στυγνών ρατσιστικών διακρίσεων, κινδύνευαν να τα χάσουν όλα, καθώς η επαναστατική έκρηξη ωρίμαζε πιο γρήγορα από κάθε άλλη φορά, ενώ το ρατσιστικό καθεστώς ήταν πολιτικά απομονωμένο και από τα υπόλοιπα αστικά καθεστώτα που έβλεπαν πως δεν είναι δυνατόν το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα να συμβαδίσει άλλο μ’ αυτό το μεσαιωνικό υπόλειμμα.
Οταν ο Μαντέλα (και η υπόλοιπη ηγεσία του ANC, βέβαια, αλλά αυτός είχε το μεγάλο κύρος, λόγω της μακρόχρονης φυλάκισής του και της ασυμβίβαστης στάσης του) έδωσε τις εγγυήσεις ότι όχι μόνο δε θα θέσει σε κίνδυνο τον νοτιοαφρικάνικο καπιταλισμό, αλλά ούτε καν τις επιχειρήσεις και τις περιουσίες των στελεχών του απαρτχάιντ, ήρθε η ώρα της αποφυλάκισής του. Η μετάβαση από το ρατσιστικό απαρτχάιντ στο ταξικό απαρτχάιντ, όπως ισχύει σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, αλλά με τις αφρικανικές ιδιαιτερότητές του (οι κοινωνικές ανισότητες εκεί είναι τεράστιες, όπως και η εκμετάλλευση του προλεταριάτου) έγινε ομαλά. Ο νοτιοαφρικάνικος καπιταλισμός και τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη Νότια Αφρική σώθηκαν. Η συμβολή του Μαντέλα σ’ αυτό υπήρξε καθοριστική. Γι’ αυτό και τον τιμά σύσσωμος ο διεθνής καπιταλισμός, σύσσωμος ο διεθνής αστικός κόσμος.
Αν μέναμε μόνο στην προσωπική διαδρομή του Μαντέλα θα φτάναμε μόνο στο μισό της αλήθειας. Ως ηγετική φυσιογνωμία ο Μαντέλα αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα εκπροσώπου ενός ριζοσπαστικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, τα όρια του οποίου είναι ιστορικά περιορισμένα. Το κίνημα ενάντια στο απαρτχάιντ είχε ταξικά χαρακτηριστικά (λόγω του σημαντικού ποσοστού εργατών στο μαύρο πληθυσμό της Νότιας Αφρικής), όμως εκείνα που κυριάρχησαν ήταν τα εθνικοαπελευθερωτικά χαρακτηριστικά, με την ιδιαίτερη μορφή του αντιρατσισμού. Αρα, εξ ορισμού το κίνημα για την κατάργηση του απαρτχάιντ είχε αστικό χαρακτήρα και γι’ αυτό δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα ιστορικά του όρια. Από μια άποψη, είχε ιστορικό ορίζοντα πιο περιορισμένο σε σχέση με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα της δεκαετίας του ‘50 και του ‘60, καθώς εκείνα αμφισβήτησαν και την οικονομική κυριαρχία της αποικιοκρατίας. Το αντι-απαρτχάιντ κίνημα του ANC κατάφερε να εξατμίσει τις ταξικές-επαναστατικές τάσεις στο εσωτερικό του (αυτές στις οποίες ανήκε και ο Μαντέλα στα νιάτα του) και να μετατραπεί σ’ ένα κίνημα πολιτικής αλλαγής και όχι κοινωνικής αλλαγής.
Το απαρτχάιντ καταργήθηκε, το ANC έγινε πολιτικά παντοδύναμο, το καθεστώς εκσυγχρονίστηκε, η μαύρη πλειοψηφία απέκτησε πολιτικά δικαιώματα και πρόσβαση σε δημόσια αγαθά (όπως συμβαίνει σε κάθε καπιταλιστική χώρα), ενώ η λευκή μπουρζουαζία και τα μονοπώλια που εκμεταλλεύονται τις πρώτες ύλες αυτής της πλούσιας χώρας περιορίστηκαν στον οικονομικό τους ρόλο, κυβερνώντας πλέον όχι με το κνούτο του απαρτχάιντ, αλλά με το χαμόγελο του Μαντέλα και των επιγόνων του. Χρειάστηκε να οξυνθούν οι ταξικές αντιθέσεις, να πολυβοληθούν απεργοί εργάτες, να φουντώσει η εγκληματικότητα στα γκέτο, για να μάθει και ένα μέρος του υπόλοιπου κόσμου την αλήθεια.
Πέτρος Γιώτης