Κάλπες πάνω στα αποκαΐδια. Κάλπες πάνω σε 66 φρεσκοσκαμμένους τάφους. Κάλπες μπροστά σε εκατοντάδες χιλιάδες άνεργους, σε εκατομμύρια φτωχούς, σε νέους με στοιχειωμένα όνειρα. Κατά τα άλλα… γιορτή της δημοκρατίας.
Δεν έχουν άδικο όσοι χαρακτηρίζουν έτσι τις βουλευτικές εκλογές. Γιατί μας παραπέμπουν ευθέως στην ουσία αυτής της δημοκρατίας. Πίσω από την τυπική ισότητα της ψήφου, κρύβεται η τεράστια κοινωνική ανισότητα. Πίσω από τη γενική ιδιότητα του πολίτη κρύβεται ο βαθύς διαχωρισμός σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, σε πλούσιους και φτωχούς. Πίσω από τη διακηρυγμένη ουδετερότητα του κράτους κρύβεται η ουσία μιας ταξικής δικτατορίας: της δικτατορίας του κεφάλαιου πάνω στην εργατική τάξη και τα άλλα εργαζόμενα στρώματα της κοινωνίας.
Με τι μούτρα να μιλήσουν γι’ αυτή την ουσία όσοι μας ζητούν αύριο να προσέλθουμε στην κάλπη και να τους ψηφίσουμε; Και δε μιλάμε μόνο για τους δυο μονομάχους του δικομματισμού, που έτσι κι αλλιώς σ’ αυτά δεν έδωσαν ποτέ σημασία. Δε μιλάμε μόνο για την καθεστωτική αριστερά, που ζητά εκλογική δύναμη υποσχόμενη καλύτερο αύριο στους εργαζόμενους, τους αγώνες των οποίων θα υποκαταστήσουν οι κοινοβουλευτικές της ομάδες (αφού δεν αγωνίζεστε στους δρόμους, ψηφίστε εμάς να αγωνιστούμε στη Βουλή!). Μιλάμε και για την «άλλη» αριστερά, που ζητά ψήφους για να εκπροσωπήσει μέσω αυτών …τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες. Που δεν διστάζει να ελεεινολογήσει και να συκοφαντήσει στάσεις συνολικής καταγγελίας του στημένου κοινοβουλευτικού παιχνιδιού, όπως η αποχή και το άκυρο, μοιράζοντας πιστοποιητικά… αγωνιστικότητας μόνο σε όσους ρίξουν το δικό τους «κουκί» στην κάλπη (κι ας επιστρέψουν μετά στον νιρβάνα του «καναπέ»).
Ποιος γιορτάζει αύριο; Γιορτάζουν οι κεφαλαιοκράτες, ντόπιοι και ξένοι, γιατί θα έχουν μια κυβέρνηση με νωπή τη «λαϊκή εντολή», η οποία δεν θα υπηρετήσει τα συμφέροντά της μόνο στη γενική μορφή, αλλά και στην ειδική μορφή που απαιτεί η συγκυρία, παίρνοντας αποφάσεις, προωθώντας νόμους, κάνοντας ρυθμίσεις. Γιορτάζουν τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, γιατί θα εξασφαλίσουν τη συνέχεια της επιρροής τους (αυτά γιορτάζουν διπλά, γιατί ουδείς στην προεκλογική περίοδο ασχολήθηκε μαζί τους, όπως γινόταν σε κάποιες παλιότερες εκλογικές αναμετρήσεις). Γιορτάζουν τα λαμόγια, οι παρατρεχάμενοι κάθε εξουσίας, οι αεριτζήδες, οι ρεμουλατζήδες, οι μεσάζοντες, γιατί θα εξασφαλίσουν τη συνέχιση του κοινωφελούς έργου τους. Πιο πολλοί θα γιορτάσουν οι προσκολλημένοι στο κόμμα που θα νικήσει, αλλά και οι άλλοι δεν θα πάνε χαμένοι, χρόνια στο κουρμπέτι την ξέρουν τη δουλειά.
Αυτοί που έχουν κάθε λόγο να γιορτάζουν χαμηλώνουν τους τόνους στο έβγα της προεκλογικής περιόδου και ταυτόχρονα ρίχνουν τη γραμμή:
«Είναι σίγουρο ότι την επομένη των εκλογών οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, είτε από τη θέση της κυβέρνησης είτε από τη θέση της αντιπολίτευσης, θα κληθούν να διαχειριστούν μια δύσκολη κατάσταση. Οι βαθιές τομές στην οικονομία εμφανίζονται επιτακτικότερες από ποτέ και οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να καθυστερήσουν άλλο. Απαιτείται νηφαλιότητα και διάθεση για συναινετικές λύσεις, προκειμένου η ελληνική οικονομία να κινηθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια στα ταραγμένα νερά της παγκοσμιοποίησης» (Ημερησία, του συγκροτήματος Μπόμπολα).
«Οταν θα κλείσουν οι κάλπες και θα πέσει η αυλαία της αναμέτρησης θα έρθει η ώρα της ευθύνης. Ασχετα από ποιος θα κερδίσει και ποιος θα χάσει θα πρέπει να δοκιμάσουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να διαπιστώσουν αν μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα ελάχιστο πεδίο τομών και μεταρρυθμίσεων» (Καθημερινή, του συγκροτήματος Αλαφούζου).
«Τα περισσότερα από όσα υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός έχουν νομοθετηθεί από την κυβέρνηση Σημίτη… Η παροχή κινήτρων για παραμονή στην εργασία και μετά τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας, την οποία ο πρωθυπουργός εμφάνισε ως πρωτότυπη ιδέα, προβλέφθηκε ήδη με το άρ. 3 του Ν. 3029/2002… Ομοίως για τα βαρέα επαγγέλματα, που η κυβέρνηση λέει τώρα ότι θα ανακαθορίσει. Ο επανακαθορισμός τους προβλέπεται από τον νόμο 3029/2002» (Βήμα, του συγκροτήματος Λαμπράκη).
Τι λόγο έχει, λοιπόν, ένας εργαζόμενος, ένας νέος, να πάει αύριο και να ψηφίσει; Τι προσδοκά ως αποτέλεσμα της ψήφου του, όταν δεν είναι λαμόγιο, όταν δεν έχει πουλήσει την αξιοπρέπειά του για μια θέση εργασίας; Τι πρόκειται να βγει, όσο κι αν αλλάξουν οι συσχετισμοί; Μήπως πρώτη φορά θα έχουν αλλάξει οι συσχετισμοί; Τι έγινε όλες τις προηγούμενες φορές; Τι έγινε σχετικά πρόσφατα στην Ιταλία και λίγο πιο πριν στη Γερμανία; Σταμάτησε η λειτουργία του συστήματος της εκμετάλλευσης και καταπίεσης; Βελτιώθηκε έστω και στο ελάχιστο η κατάσταση των εργαζόμενων; Μειώθηκε η ανεργία, αυξήθηκαν οι μισθοί και τα μεροκάματα, αυξήθηκαν οι κοινωνικές δαπάνες, μειώθηκε η φορολογία; Σ’ ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, ανεξάρτητα από το χρώμα των κυβερνήσεων, ανεξάρτητα από τους γενικότερους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, η κατάσταση για την εργαζόμενη κοινωνία πάει από το κακό στο χειρότερο. Δικαιώματα περικόπτονται, εργασιακές σχέσεις ανατρέπονται, κατακτήσεις δυο αιώνων αφαιρούνται. Καμιά εκλογή δεν στάθηκε ικανή να ανακόψει αυτή την πορεία. Δε λέμε να την ανατρέψει, αλλά έστω να την ανακόψει.
Η αυριανή μέρα είναι μια στιγμή. Μια στιγμή έξω από τη διαδικασία της ταξικής πάλης (στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί). Αν έχει κάποια σημασία η στάση μας αυτή τη στιγμή είναι για να στείλουμε ένα μήνυμα. Ενα μήνυμα καθολικής αντίθεσης στο σύστημα της μισθωτής σκλαβιάς και στους θεσμούς του. Απέχοντας από την εκλογική φάρσα (ή έστω ρίχνοντας άκυρο «δαγκωτό»). Ενα μήνυμα όχι για αύριο, αλλά για μεθαύριο και για κάθε μέρα που θ’ ακολουθήσει. Γιατί αν είναι να τους καταγγείλουμε στις εκλογές και μετά ν’ αράξουμε στον καναπέ, τότε η καταγγελία χάνει το νόημά της, τότε η αποχή δεν έχει καμιά διαφορά από την ψήφο.
Aς πάνε, λοιπόν, μόνοι τους στο πανηγύρι τους, στη «γιορτή της δημοκρατίας» τους. Eμείς αποφασίζουμε να πάμε στο δικό μας πανηγύρι. Tου δρόμου, του αγώνα, της διεκδίκησης. Δεν μας ενδιαφέρουν οι φιέστες τους. Θέλουν να συγκαλύψουν τα προβλήματά μας, θέλουν να μας κάνουν συμμέτοχους στην υποκρισία τους, θέλουν την υπογραφή μας σε μια λευκή κόλλα που θα τη συμπληρώσουν αυτοί. Aπέχουμε και αποφασίζουμε να συμμετέχουμε ουσιαστικά, μαχητικά, πρωτοπόρα, για μας, για τα προβλήματα της τάξης μας, τα προβλήματά μας. Eκεί θα δώσουμε βροντερό παρόν.
Tο μείζον δεν είναι να βρεθούμε την Kυριακή (μολονότι και αυτό δεν το μηδενίζουμε), αλλά να βρεθούμε τη Δευτέρα. Tη Δευτέρα και κάθε μέρα μετά τη Δευτέρα. Nα βρεθούμε στους δρόμους. Στους δρόμους της συλλογικότητας, των αναζητήσεων, των πολιτικών αντιπαραθέσεων, στους δρόμους της αντίστασης και του αγώνα. Δεν μετράμε «κουκιά», μετράμε διαθεσιμότητες για την ανάπτυξη ενός κινήματος αντικαπιταλιστικού, που θα προσπαθήσει να «συναντηθεί» με τις αναζητήσεις και τους πόθους της εργαζόμενης πλειοψηφίας και της νεολαίας, να τροφοδοτηθεί απ’ αυτούς και να τους μπολιάσει με αισιοδοξία, ανοίγοντας καινούργιους δρόμους.