«Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με την αδιαμεσολάβητη σχέση που έχει με το εκλογικό σώμα, αποτελεί τον κύριο λόγο που η Αριστερά στην Ελλάδα κυβέρνησε, και όχι, για παράδειγμα, στην Ισπανία ή στις άλλες χώρες που δοκιμάστηκαν επίσης από τα Μνημόνια. Η ύπαρξη μιας παρόμοιας ηγετικής προσωπικότητας σε ένα αδύναμο οργανωτικά κόμμα, όπως είναι, κακά τα ψέματα, ακόμη το δικό μας, θα μπορούσε πράγματι να καταλήξει σε έναν βοναπαρτισμό που δεν ταιριάζει σε προοδευτικό πολιτικό σχηματισμό. Η πρόταση όμως, από τον ίδιο τον Αλέξη, για άμεση εκλογή όχι μόνο του προέδρου αλλά και της Κεντρικής Επιτροπής από τη βάση αποσκοπεί ακριβώς εκεί. Να αποφύγουμε τον αρχηγισμό, με την άμεση συμμετοχή των μελών μας, και όχι των μηχανισμών, στην εκλογή των ανώτατων οργάνων».
Πραγματικός καλλιτέχνης ο Κατρούγκαλος (άρθρο στα «Νέα», 11.2.22), πήρε τα επιχειρήματα των 53+ και της Ομπρέλας και τα μετέτρεψε σε μπούμερανγκ που τους χτύπησε κατακέφαλα. Πρώτα τους είπε ότι μόνο χάρη στον Τσίπρα μπόρεσαν να βουτήξουν το δάχτυλο στο μέλι της εξουσίας και μετά τους «καθάρισε», λέγοντάς τους πως άμα δε θέλουν το βοναπαρτισμό, ας προσπαθήσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των μελών, αντί να κινούνται ως μηχανισμοί.
Ο Κατρούγκαλους πέταξε τη… μαγική λέξη: μηχανισμοί. Και την άφησε να δουλεύει στο κομματικό σώμα που ξέρει πολύ καλά ότι περί αυτού πρόκειται. Καμία από τις αντι-αρχηγικές φράξιες δεν διεκδικεί την αρχηγία. Δεν έχει πρόσωπο να βάλει απέναντι στον Τσίπρα. Ολοι τους είναι… αρχαίοι. Οχι μόνο ηλικιακά αλλά και πολιτικά. Δεν υπάρχει κάποιος νέος που να έχει ξεχωρίσει και να μπορούν να τον βάλουν απέναντι στον Τσίπρα ή να αρχίσουν να τον ετοιμάζουν ως εναλλακτική λύση για το μέλλον. Εκείνο που διεκδικούν είναι το μερίδιό τους στην κομματική εξουσία. Ενα μερίδιο που ήταν σημαντικότατο μετά την αποχώρηση της υπό τον Λαφαζάνη «Αριστερής Πλατφόρμας» από τον ΣΥΡΙΖΑ και το οποίο στηριζόταν στον έλεγχο του μικρού κομματικού μηχανισμού.
Ο Τσίπρας δεν προσπαθεί να μεγαλώσει τον μηχανισμό. Προσπαθεί να τον πολτοποιήσει, μεταφέροντας το πεδίο μοιράσματος της κομματικής εξουσίας από τα γραφεία των τοπικών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ στο Διαδίκτυο. Δύσκολο μπορεί πασόκος να συνυπάρξει με τους παλιούς συριζαίους σε μια «οργάνωση μελών» στη γειτονιά. Πανεύκολα, όμως, μπορεί να γίνει μέλος και να ψηφίζει από το σπίτι του. Ετσι, ακυρώνονται οι συσχετισμοί του συνέδριου. Μπορεί να βγάλουν όσους αντιπροσώπους θέλουν οι «αριστερές» φράξιες (έτσι κι αλλιώς την πλειοψηφία θα έχουν οι προεδρικοί), όμως από τη στιγμή που οι αντιπρόσωποι αυτοί δε θα εκλέγουν την κεντρική επιτροπή, οι συσχετισμοί του συνέδριου δε θα έχουν καμιά σχέση με τους τελικούς συσχετισμούς, οι οποίοι θα διαμορφωθούν με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Τα «σκιώδη» μέλη, αυτά που δεν πατάνε στις τοπικές οργανώσεις, θα γείρουν την πλάστιγγα υπέρ των προεδρικών και των πρώην πασόκων και σε βάρος των παραδοσιακών «αριστερών» φραξιών.
Οι εσωκομματικοί συσχετισμοί θ’ αλλάξουν και αυτό θα έχει ως συνέπεια να αλλάξουν και οι συσχετισμοί στην κατανομή των κυβερνητικών και κρατικών πόστων, αν και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναπάρει -μόνος ή με παρέα- την κυβερνητική εξουσία. Αυτή είναι όλη η ουσία του ζητήματος, η οποία -ως συνήθως- περιτυλίγεται με διάφορα ιδεολογικά ασημόχαρτα. Ανθρωποι σαν τον Βούτση, τον Φίλη, τον Λάμπρου και τους υπόλοιπους έχουν μακρά εμπειρία στον φραξιονισμό. Μια χούφτα άνθρωποι ήταν στο παλιό «εσωτερικό» και φραξιόνιζαν αγρίως, διασπώνταν, επανασυνδέονταν και έτσι πορεύονταν. Αυτό που τους κάνει τώρα ο Τσίπρας είναι να τους τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια. Περιορίζει τις δυνατότητες του φραξιονισμού στις ολιγάριθμες οργανώσεις και χτίζει δίπλα σ’ αυτές έναν σκιώδη μηχανισμό ψηφοφόρων, στον οποίο ο ίδιος θα έχει αναμφισβήτητη κυριαρχία. Ο,τι προστίθεται σε επίπεδο ψηφοφόρων-μελών θα ανήκει σχεδόν αποκλειστικά στον Τσίπρα και τους συμμάχους του (που έχουν και τη δεδομένη επιρροή τους στις οργανώσεις).
Στον ΣΥΡΙΖΑ συναντάμε ένα «παράδοξο»: έγινε αξιωματική αντιπολίτευση το 2012, κέρδισε δυο εκλογές το 2015, ξαναέγινε αξιωματική αντιπολίτευση το 2019, όμως ο κομματικός μηχανισμός του παρέμεινε στα επίπεδα που είχε όταν η εκλογική του δύναμη κινούνταν γύρω από το 4%, ενώ η επιρροή του σε αστικούς μηχανισμούς όπως ο συνδικαλισμός και η λεγόμενη αυτοδιοίκηση είναι από ελάχιστη έως ανύπαρκτη. Βάλαμε τη λέξη «παράδοξο» σε εισαγωγικά γιατί θεωρούμε ότι επί της ουσίας αυτό δεν είναι παράδοξο, αλλά σημείο των καιρών, απότοκο των εξελίξεων στη σχέση αστικών κομμάτων και λαϊκών μαζών.
Την εποχή που χτίστηκαν τα αστικά κόμματα εξουσίας, ο κομματικός πρόγονος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένας μικρός κομματικός σχηματισμός που έμπαινε-δεν έμπαινε στη Βουλή. Μπορεί η αστική τάξη να αγκάλιαζε με θέρμη, να προέβαλε, να αντάμειβε με πόστα τα στελέχη της λεγόμενης «ανανεωτικής Αριστεράς», όμως σε επίπεδο κοινωνίας και εκλογικού σώματος δεν εξέφραζαν τίποτα σημαντικό. Επόμενο ήταν να είναι και ο κομματικός τους μηχανισμός συρρικνωμένος. Το εκλογικό ξεπέταγμα του ΣΥΡΙΖΑ έγινε σε μια περίοδο που ο κόσμος δεν έμπαινε στα κόμματα. Είχε προηγηθεί μια μακρά περίοδος έντονης καλλιέργειας της αποπολιτικοποίησης, με τον ατομικισμό και το lifestyle να αναδεικνύονται σε κοινωνικές αρετές. Αυτά αναπτύχθηκαν σε συνθήκες εξαφάνισης του μεταπολιτευτικού κοινωνικού ριζοσπαστισμού.
Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχτηκε εκλογικά, η ήττα είχε αποτυπωθεί στην κοινωνική συνείδηση, η απογοήτευση είχε μετατραπεί σε βασικό κοινωνικό χαρακτηριστικό. Εμεναν μόνο η αγανάκτηση και η οργή από την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής, που ήταν αρκετά για να τροφοδοτήσουν αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς, αλλά μόνο σε εκλογικό επίπεδο. Ας μην ξεχνάμε ότι την ίδια περίοδο ο Καμμένος έγινε αρχηγός κόμματος με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση που δεν τη φανταζόταν ούτε στα πιο τρελά όνειρά του, ενώ ο Φώτης Κουβέλης παρουσιαζόταν επίσης ως ο… Νέστορας του έθνους, επίσης με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση που δεν τη φανταζόταν ούτε στα πιο τρελά όνειρά του.
Επομένως, δεν υπήρχαν περιθώρια για να αποκτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τα χαρακτηριστικά μαζικού κόμματος, με μέλη που συμμετέχουν σε τοπικές και επαγγελματικές οργανώσεις. Ηταν ένας εκλογικός μηχανισμός, στο κομματικό σκηνικό του οποίου κυριαρχούσαν οι μηχανισμοί των φραξιών. Εκανε καμπάνιες, έγραψε κάποιο κόσμο (κυρίως πρώην πασόκους που ακολουθούσαν τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που πέρασαν στον ΣΥΡΙΖΑ), όμως η συντριπτική πλειοψηφία από δαύτους δεν είχε (ούτε έχει) καμιά όρεξη ν’ αφήσει τη μπάλα στην καφετέρια για να πάει να συζητήσει με τους παλαιούς «ανανεωτές»… προγραμματικά ζητήματα. Δεν μιλούν και την ίδια γλώσσα, άσε που οι παλιοί συριζαίοι τους αντιμετώπιζαν σαν… ξενομερίτες.
Αυτό ακριβώς έρχεται να αλλάξει ο Τσίπρας. Εξαντλώντας τα καθήκοντα του μέλους στην ψηφοφορία μέσω Διαδικτύου, από τη μια θα περιορίσει τις «αριστερές» φράξιες στα «κυβικά τους» και από την άλλη θα παγιώσει την αποπολιτικοποίηση και το μεσσιανισμό, καθώς τα μέλη-ψηφοφόροι θα αναφέρονται στην αρχηγάρα και σε τίποτ’ άλλο. Και θα πετύχει το στόχο του, γιατί οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι δεν έχουν καμιά δυνατότητα να τον ανακόψουν, αφού δεν έχουν καμιά προσωπικότητα ικανή να συγκριθεί με τον Τσίπρα. Ασε που ο Τσίπρας έχει μεγαλύτερη «παλέτα», καθώς γύρω του δεν έχει μόνο πρώην «λαϊκιστές» πασόκους και «εκσυγχρονιστές» σημιτάνθρωπους, αλλά και «αριστερούς» σαν τον Πολάκη. Οι φράξιες της εσωκομματικής αντιπολίτευσης είναι καταδικασμένες να δώσουν μια μάχη οπισθοφυλακών χωρίς να διαθέτουν εφεδρείες για να μπορέσουν να αντεπιτεθούν.
ΥΓ. Τι μου θύμισε ο Κατρούγκαλος! Ηταν την περίοδο που ο Αλαβάνος προσπαθούσε να κρατηθεί μέσω διαρχίας και τα Τσιπράκια τον ξεφλούδισαν σαν καλοβρασμένη πατάτα. «Είναι Βοναπάρτης», μου έλεγε τότε κορυφαίο (τότε και τώρα) στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ (δεν λέω το όνομά του, γιατί η συζήτηση ήταν προσωπική-φιλική). Στον Αλαβάνο αναφερόταν! Τώρα, λέει (περίπου) τα ίδια για τον Τσίπρα.
Π.Γ.