«Μας κυβερνούν πρόσωπα ανόητα που πιστεύουν ότι μπορεί από δω, την Ελλάδα, να αλλάξουν όλο το καθεστώς της ΕΕ». Μοιάζει σαν ο Σημίτης να διέκοψε τη σιωπή του και να πήγε στο συνέδριο του Ποταμιού για να πει ακριβώς αυτή την ατάκα.
Θα μπορούσε κάποιος να του αντιτείνει: η Μέρκελ, άραγε, δεν το γνωρίζει αυτό και στήριξε τόσο φανερά τον Τσίπρα στις εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη; Μήπως η Μέρκελ, που έχει συναντήσει κατ' επανάληψη τον Τσίπρα πίσω από κλειστές πόρτες, ξέρει πως αυτό που ο Σημίτης αποδίδει στον Τσίπρα είναι σκέτη ανοησία;
Η πολιτική στόχευση του Σημίτη είναι προφανής. Ρίχνει το όποιο κύρος του έχει απομείνει ως καύσιμο στη μηχανή της «ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς», ψυχανεμιζόμενος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετράει αντίστροφα και ότι μπορεί να λειτουργήσει σαν συγκοινωνούν δοχείο με το ΠΑΣΟΚ, με τους ψηφοφόρους να κάνουν την αντίστροφή διαδρομή απ' αυτή που έκαναν μεταξύ 2012 και 2015.
Αν αφαιρέσουμε την πολιτική στόχευση, όμως, θ' ανακαλύψουμε στη χολερική φράση του Σημίτη περί ανόητων προσώπων έναν ιδεολογικό πυρήνα, που συνιστά έναν νέας κοπής ραγιαδισμό: είναι ανόητος όποιος θεωρεί ότι μπορεί, από την «ψωροκώσταινα» Ελλαδίτσα, ν' αλλάξει την ΕΕ. Εκείνο που έχει να κάνει είναι να υπακούει στις διαταγές του Βερολίνου, του Παρισιού και των Βρυξελλών.
Οχι πως δεν έχει την ίδια άποψη και ο Τσίπρας, όμως για τον Σημίτη ο Τσίπρας είναι απλώς ένας αχώνευτος πολιτικός αντίπαλος, ενώ η εργαζόμενη κοινωνία, στους κόλπους της οποίας ακούγονται αντι-ΕΕ «κατάρες», μπορεί να μετατραπεί σε ταξική πυριτιδαποθήκη, αν δεν εμπεδωθεί ο ραγιαδισμός. Οι «κατάρες» οδηγούν στην αμφισβήτηση και η αμφισβήτηση αποτελεί έδαφος για την ανάπτυξη επαναστατικών απόψεων.
Εναν ανάλογου περιεχομένου διάλογο είχαν ο Μητσοτάκης με τον Νεοφύτου του κυπριακού ΔΗΣΥ, σε εκδήλωση που έγινε στη Λευκωσία. «Φίλε Κυριάκο, στο πρόσωπό σου βλέπουμε την Ελλάδα της ευθύνης και της αξιοπρέπειας», είπε ο Νεοφύτου, για να συμπληρώσει: «Εμείς εδώ στην Κύπρο είχαμε ένα σκληρό πρόγραμμα. Μπορεί και άδικο. Δεν μπήκαμε στη λογική της μουρμούρας, αλλά στρωθήκαμε στη δουλειά και με το λαό μας να δείχνει πρωτόγνωρη υπευθυνότητα». «Τον τελευταίο χρόνο η Ελλάδα έχει απολέσει την εμπιστοσύνη στην Ευρώπη», απάντησε ο Μητσοτάκης, σ' ένα κρεσέντο ραγιαδισμού.
Αυτό που ο Τσίπρας έκανε με οπορτουνιστική κομψότητα (υπέγραψε το Μνημόνιο με το επιχείρημα ότι η ρήξη με την ΕΕ θα ήταν καταστροφή), οι πιο παραδοσιακοί αστοί πολιτικοί, δεξιοί και σοσιαλδημοκράτες, το λένε με κυνισμό. Στόχος όλων τους είναι να εμπεδώσουν την ξενοδουλεία ως λαϊκή συνείδηση.
Ως πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού καπιταλισμού έχουν δίκιο. Ο ελληνικός καπιταλισμός, από τα γεννοφάσκια του εξαρτημένος, έχει συνδέσει την ύπαρξή του με την ΕΕ. Αυτή η σχέση είναι εκ των ων ουκ άνευ. Ουδείς δικαιούται να την αμφισβητήσει. Κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε για ένα εξάμηνο ότι την αμφισβητεί, ήρθε η υπογραφή του τρίτου Μνημόνιου για να επιβεβαιώσει ότι δεν υπήρξε αμφισβήτηση, αλλά μια παρατεταμένη προσπάθεια απεμπλοκής του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ από την προεκλογική του δημαγωγία. Η τελική φάση της κατά Δραγασάκη «βίαιης ωρίμανσης» του ΣΥΡΙΖΑ.
Βλέποντας το θέμα και απ' αυτή τη σκοπιά, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η αποδέσμευση από την ιμπεριαλιστική ΕΕ δεν είναι ζήτημα αστικού εκσυγχρονισμού, όπως ισχυρίζονται κάποιοι (ΛΑΕ και όχι μόνο), αλλά ζήτημα επαναστατικής ανατροπής. Αν δεν τεθεί έτσι, τότε θα στρώνεται ο δρόμος στους κάθε είδους κήρυκες του σύγχρονου ραγιαδισμού.
Π.Γ.



