Αnd the Oscar goes to… Alexis Tsipras. Το Οσκαρ γελοιότητας για την «Παγκόσμια Μέρα Περιβάλλοντος», που το κέρδισε άξια ο Αλέξης για την έκκλησή του «να ξεφύγουμε από το υπερκαταναλωτικό πρότυπο ζωής».
Πέρα από τη γελοιότητα του πράγματος (να γίνονται τέτοιες δηλώσεις από άνθρωπο που εμφανίζεται ως πρότυπο μοντέρνου υπερκαταναλωτισμού, με τα Αρμάνι και τις Μπεμβέ, και να απευθύνεται σε φτωχούς που αναγκάζονται να περικόψουν ακόμα και τα απαραίτητα, επειδή δε βγαίνουν!), υπάρχει σ’ αυτή τη δήλωση και πολιτική ουσία. Μια πολιτική ουσία που τη βλέπουμε και στην πληρωμένη διαφήμιση που δημοσίευσε την ίδια μέρα το ΥΠΕΧΩΔΕ.
«Αλλάζουμε συνήθειες, για καλύτερο περιβάλλον», ήταν ο χρωματιστός τίτλος της. «Ολοι μαζί μπορούμε να κάνουμε ακόμα περισσότερα», ήταν η βασική προτροπή. Ολοι μαζί, βιομήχανοι και εργαζόμενοι, εργολάβοι και οικοδόμοι, ξενοδόχοι και καμαριέρες. Λες και διαθέτουμε όλοι τσιμινιέρες, λες και χτίζουμε όλοι μεγαθήρια πάνω στον αιγιαλό, λες και όλοι καταπατούμε δάση.
«Κάθε μέρα ο καθένας μας μπορεί να βάζει ένα λιθαράκι για πιο καθαρό περιβάλλον», συνέχιζε η διαφήμιση. «Είναι τόσο απλό να αλλάξουμε κάποιες καθημερινές μας συνήθειες». Αν λοιπόν συμμετέχουμε στην ανακύκλωση (κι ας πάνε και τα ανακυκλωμένα στη χωματερή), αν εξοικονομούμε ενέργεια από τις ηλεκτρικές συσκευές (εκεί που έχει φτάσει το τιμολόγιο της ΔΕΗ, το κάνουμε αναγκαστικά, χωρίς να μας το πείτε), αν χρησιμοποιούμε λαμπτήρες χαμηλής κατανάλωσης (λίγο ακριβούτσικοι είναι, δε νομίζετε; αλήθεια, γιατί δεν τους επιδοτείτε;), αν χρησιμοποιούμε τα μέσα μαζικής αναφοράς (ποια είπατε;), αν δεν πετάμε σκουπίδια σε δρόμους, πλατείες και δάση (σ’ αυτό δεν έχουμε να πούμε τίποτα), αν σεβόμαστε τις προστατευμένες περιοχές, τα δάση, τις ακτές και προστατεύ-ουμε τη βιοποικιλότητα (τι ακριβώς μας αναλογεί στο τελευταίο, γιατί εμείς τίποτα δεν παράγουμε;), τότε όλα θα πάνε μια χαρά. Το ζήτημα είναι «να αλλάξουμε συνήθειες» (είδατε ταύτιση Σουφλιά-Αλέξη;).
Τι έχουμε εδώ; Εχουμε καταρχάς προσπάθεια ενοχοποίησης του κάθε εργαζόμενου. Πρέπει να αισθανθεί όχι απλά ότι φταίει κι αυτός, αλλά ότι φταίει κυρίως αυτός. Αν αποκτήσει ενοχικό σύνδρομο, τότε θα τρέχει σαν μαλάκας πίσω από τα λαμόγια της οικολογίας, θα δουλεύει αυτός για να κονομάνε αυτοί, ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβει σε τι ακριβώς συνίσταται το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Θα είναι έτοιμος να θεωρήσει «πράσινη» την πυρηνική ενέργεια και να χειροκροτήσει ακόμα και τις «πράσινες» βόμβες, που είναι το τελευταίο φρούτο, όπως διαβάσαμε στον Τύπο.
Ετσι, ο καπιταλισμός, που είναι ο μεγάλος ένοχος για την καταστροφή του περιβάλλοντος, αφού το κυνήγι του μέγιστου κέρδους προϋποθέτει ληστρική συμπεριφορά έναντι των φυσικών πόρων και αποφυγή κάθε μέτρου προστασίας, μένει στο απυρόβλητο. Το πολύ-πολύ, αν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο, να επιδιώξουν κάποιες επιμέρους προσαρμογές, όπως έγινε με το πρωτόκολλο του Κιότο. Προσαρμογές που θα δημιουργούν ζώνες ανείπωτης καταστροφής, όπως γίνεται με το κακόφημο εμπόριο ρύπων.
Το παλιό ερώτημα «επανάσταση ή διαχείριση;» ουδέποτε έχασε την επικαιρότητά του. Ισχύει στο ακέραιο και στην αντιμετώπιση του προβλήματος της περιβαλλοντικής καταστροφής. Ο καπιταλισμός ξέρει να διαχειρίζεται τις αρρώστιες του, αλλά περισσότερο ξέρει να αρρωσταίνει τον εργαζόμενο άνθρωπο, προσδένοντάς τον στο άρμα της διαχειριστικής λογικής. Καθήκον μας είναι να ελευθερώσουμε τον εργαζόμενο και το νέο από τις προλήψεις και τις ιδεολογικές δουλείες που του εμφυτεύουν οι αστοί «περιβαλλοντιστές».